Πολλοί άνθρωποι ενδιαφερόμαστε για το μέλλον αυτού του πλανήτη. Ελάχιστοι όμως είναι εκείνοι που καταβάλλουν ουσιαστική προσπάθεια για τη διάσωσή του. Ανάμεσά τους, η 34χρονη Ειρήνη Σιαμμά. “Όταν βρέθηκα στον Αμαζόνιο την πρώτη φορά, βίωσα το μεγαλείο του και παράλληλα την τραγική καταστροφή του. Πολύς κόσμος αγοράζει κρέμες και καλλυντικά ή έτοιμα φαγητά με βάση το palm oil, και δε γνωρίζει ότι μαζί του παίρνει κι ένα κομμάτι τροπικού δάσους για πάντα, ούτε αντιλαμβάνεται ότι η καταστροφή αυτή γυρνάει μπούμερανγκ “. Σε συνέντευξή της στο Ρεπόρτερ online, η νεαρή αρχιτέκτονας, μας μεταφέρει για λίγο στο σημαντικότερο βιολογικό μας θησαυρό, όπου έζησε και δούλεψε με Ιθαγενείς, στέλνοντας ένα μεγάλο μήνυμα αφύπνισης.
Πώς μια αρχιτέκτονας από την Κύπρο βρέθηκε στον Αμαζόνιο για εθελοντική αναδάσωση;
Μεγάλωσα στη Δεκέλεια της Λάρνακας, σε ένα μικρό σπίτι σε ένα δασάκι (που τότε μας φαινόταν μεγάλο σαν τον Αμαζόνιο). Ήμασταν συνέχεια έξω στη φύση. Έτσι δημιούργησα από μικρή στενό δέσιμο με τη γη, τα δέντρα, το νερό, τον αέρα, τα έντομα, τα λουλούδια, και διαμόρφωσα βαθιά κατανόηση του βαθμού στον οποίο είναι όλα, συμπεριλαμβανομένου και εμείς, αλληλένδετα. Μετά μετακόμισα σε μεγάλες πόλεις για σπουδές και εργασία, κι αποξενώθηκα από το φυσικό περιβάλλον. Η αποξένωση όμως από τη φύση φέρνει την αποξένωση από τον εαυτό μας. Μ΄ αυτή τη σκέψη, αποφάσισα πριν δύο χρόνια να ξαναγυρίσω στη φύση και κατ’ επέκταση στον εαυτό μου. Μάζεψα τα πράγματα μου κι έφυγα από το Λονδίνο όπου ζούσα για χρόνια. Σκοπός αρχικά ήταν να μελετήσω παραδείγματα οικολογικού σχεδιασμού και αρμονικής συμβίωσης των ανθρώπων με τη φύση. Πρώτα πήγα στην Πορτογαλία ως εθελόντρια αρχιτέκτονας σε ένα οικολογικό χωριό που στόχευε στην αυτάρκεια και ενεργειακή αυτονομία. Η εμπειρία εκεί ήταν καθοριστική για τη συνέχεια, αφού ο δρόμος με οδήγησε σε ένα άλλο οικολογικό χωριό στο Περού. Κι εκεί γνώρισα το μεγαλύτερο τροπικό δάσος στον πλανήτη μας, τον Αμαζόνιο.
Πώς είναι να ζεις με άγνωστους ιθαγενείς; Πώς ζούνε οι άνθρωποι εκεί και ποια προβλήματα αντιμετωπίζουν;
Τον 15ο αιώνα στον Αμαζόνιο ζούσαν περίπου 10 εκατομμύρια ιθαγενών σε απόλυτη αρμονία με το περιβάλλον τους. Οι περισσότεροι εξοντώθηκαν από τις χριστιανικές αποστολές της Ισπανίας και Πορτογαλίας που σχημάτισαν τις χώρες και πολιτισμούς της περιοχής που γνωρίζουμε σήμερα: Περού, Κολομβία, Εκουαδόρ, Βενεζουέλα, Βραζιλία. Τώρα έχουνε μείνει μόνο κάποιες χιλιάδες ιθαγενών που δεν έχουν επαφή με τον υπόλοιπο κόσμο και όπως είναι φυσικό, φοβούνται τον «λευκό άνθρωπο». Αυτοί οι ιθαγενείς είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι γιατί δεν έχουν αναπτύξει τα ίδια αντισώματα με εμάς και με μια απλή επικοινωνία κινδυνεύουν από κοινές ασθένειες όπως η γρίπη. Επίσης λόγω του ότι κανείς δε γνωρίζει ακριβώς πόσοι είναι και που βρίσκονται, συχνά πέφτουν θύματα παράνομων ομάδων υλοτομίας ή εξόρυξης χρυσού που αδίστακτα εξαφανίζουν στο πέρασμα τους ολόκληρα χωριά. Το δάσος είναι πυκνό και πελώριο, και αυτά τα περιστατικά γίνονται γνωστά πολύ αργά.
Εκτός από τις απομονωμένες φυλές, υπάρχουν και εκατοντάδες χιλιάδες ιθαγενών που ζούνε σε επαφή με τον δικό μας «πολιτισμό». Αυτοί αντιμετωπίζουν διαφορετικά προβλήματα. Για τη φυλή Kichwa για παράδειγμα με την οποία έζησα, η ζωή ανατράπηκε με την εισβολή των πετρελαϊκών εταιριών στη γη τους. Μέσα σε λίγα χρόνια τα νερά μολύνθηκαν από διαρροές και τα ψάρια και ζώα στα οποία στηρίζονταν για τροφή εξαφανίστηκαν. Έτσι πέρασαν από την αυτονομία και αυτάρκεια, στην εξάρτηση. Αυτή τη στιγμή, για να ζήσουν, οι περισσότεροι Kichwa της περιοχής αναγκάζονται να δουλεύουν για τις ίδιες πετρελαϊκές που ευθύνονται για την καταστροφή της γης τους. H οικογένεια – κοινότητα με την οποία έζησα, αντιστέκεται στις πετρελαϊκές και δέχεται εθελοντές για την δημιουργία ένας μικρού οικολογικού τουριστικού προορισμού, για ταξιδιώτες που θέλουν να γνωρίσουν την κουλτούρα των Κichwa μέσα στο δάσος του Αμαζονίου. Παρόλα τα προβλήματα όμως που αντιμετωπίζουν, είναι συνέχεια χαρούμενοι και αισιόδοξοι. Με φώναζαν Pacharaka (ένα πουλί του Αμαζονίου που μοιάζει με πέρδικα) και χαχάνιζαν όταν έτρεχα να κρυφτώ από τη βροχή. Ζώντας με τους Kichwa θυμήθηκα πόσο συναρπαστική είναι η ζωή μέσα στη φύση. Για τα δικά μας δεδομένα ο τρόπος ζωής τους είναι πολύ φτωχικός. Τείνουν να κάνουν πολλά παιδιά, και όλη η οικογένεια μοιράζεται μια μικρή μονόχωρη καλύβα και περιορισμένο φαγητό. Όμως αυτό τους φέρνει κοντά, είναι αγαπημένοι και ήρεμοι. 5 μήνες στον Αμαζόνιο δεν είδα κανένα παιδί ιθαγενών να κλαίει και κανένα γονιό να θυμώνει.
Ποια ήταν η καθημερινότητα σου και ποιες εικόνες και συναισθήματα κράτησες;
Ξυπνούσα στις 6 με τους ήχους των τροπικών πουλιών. Άνοιγα τα μάτια και παρατηρούσα τη ζούγκλα μέσα από την κουνουπιέρα μου (συνήθως κοιμόμασταν έξω). Κοιτούσα αν έχει κανένα ζώο τριγύρω, αν έχει ομίχλη, κι αν έβρεξε πολύ τη νύχτα. Έπειτα μάζευα τα θύματα της νύχτας που κείτονταν στο στρώμα μου, πυγολαμπίδες, πεταλούδες, κατσαρίδες, αράχνες και κάποτε κάτι χνουδωτές πολύχρωμες κάμπιες (που ήξερα ότι ζωντανές δεν έπρεπε να τις ακουμπήσω). Ε, μετά έβγαινα από την κουνουπιέρα μου, έπινα καφέ και έπιανα δουλειά όπως όλος ο κόσμος. Όταν τελειώναμε τη δουλειά, λίγο πριν δύσει ο ήλιος, βουτούσαμε στον Αμαζόνιο για να ξεπλύνουμε τις λάσπες της ημέρας και να χαλαρώσουμε, κάτι που όμως έπρεπε να γίνεται γρήγορα πριν την επίθεση των κουνουπιών με τη δύση του ήλιου. Μετά μαγειρεύαμε δείπνο μέσα στο δάσος κάτω από τα αστέρια και έπειτα πίσω στην κουνουπιέρα, για να κοιμηθώ με τους ήχους των τροπικών νυκτόβιων.
Σκοπεύεις να επισκεφθείς ξανά το δάσος του Αμαζονίου;
Το συντομότερο.
Υπήρξαν στιγμές που να φοβήθηκες;
Το βράδυ των Χριστουγέννων βρέθηκα μέσα σε μια μικρή βαρκούλα στο ποτάμι με καπετάνιο τον Χάνι, ένα ντόπιο Αμαζόνιο που προσφέρθηκε να με μεταφέρει από ένα μέρος σε ένα άλλο όπου θα πήγαινα για δεντροφύτευση το επόμενο πρωί. Η βάρκα χάλασε στη μέση της διαδρομής, ήταν πίσσα σκοτάδι, και ο Χάνι χαλαρά με ενημέρωσε ότι είχαν θεαθεί κροκόδειλοι εκείνη τη μέρα στο ποτάμι. Τranquillo, συνέχισε να ψιθυρίζει όσο έφτιαχνε τη βάρκα. Μετά από μια ώρα διαλογισμού κι αφού αποδέχτηκα την πιθανή μοίρα μας, ανέτειλε μια πελώρια πανσέληνος και η βάρκα πήρε μπρος. Ένα άλλο βράδυ στο Εκουαδόρ βγήκα μόνη μου για εξερεύνηση και φωτογράφηση. Ήταν προς το τέλος του ταξιδιού και ένιωθα άνετα να το κάνω. Το βράδυ βγαίνουν τα ομορφότερα φίδια, οι πιο φωνακλάδες βάτραχοι και οι μεγαλύτερες αράχνες. Είχα μόνο ένα φακό μαζί μου. Γλίστρησα στις λάσπες και μου έπεσε ο φακός. Δεν είχε φεγγάρι και δε μπορούσα να δω τίποτα. Δεν έβρισκα το φακό στο σκοτάδι και ήμουν αρκετά μακριά από την καλύβα που έμενα. Αποφάσισα να ακολουθήσω τη μόνη πηγή φωτός, τις πυγολαμπίδες που χόρευαν γύρω μου. Αυτές, μέσα στο σκοτάδι με οδήγησαν μέσα από ένα άλλο μονοπάτι στην καλύβα μου. Όταν το είπα στους Kichwa την επόμενη μέρα μου απάντησαν: «the spirit of the fire fly loves you». Και συνέχισαν λέγοντας πως το πρωί είχαν βρει (και σκοτώσει) ένα θανατηφόρο μπλε φίδι πάνω στο μονοπάτι που θα είχα ακολουθήσει αν δεν έχανα το φακό. Ένιωσα πως βρισκόμουν στη χώρα των θαυμάτων. Αυτές όμως ήταν στιγμές ανεβασμένης αδρεναλίνης, όχι φόβου. Φόβο ένιωσα πετώντας πάνω από τον Αμαζόνιο στην επιστροφή, μόνο από εκεί μπορεί κανείς να δει την έκταση της καταστροφής, το μέγεθος της αποψίλωσης. Ένιωσα φόβο για τις επόμενες γενιές που θα βιώνουν τις συνέπειες των εγωιστικών συνηθειών μας.
Μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε αυτό που έκανες εσύ;
Φυσικά. Φτάνει να το θέλει. Και να αντέχει τα κουνούπια.
Μίλησέ μας για την καμπάνια που άρχισες. Υπήρξε θετική ανταπόκριση από τον κόσμο;
Η καμπάνια μου πήρε μήνες να γραφτεί και να ολοκληρωθεί. Ήταν μια έντονη συναισθηματικά περίοδος, όπου ξενυχτούσα μελετώντας, γράφοντας και ετοιμάζοντας την αποστολή χωρίς κανείς σχεδόν να ξέρει τίποτα. Δεν ήθελα να την μοιραστώ γιατί θα έπρεπε να αντιμετωπίσω ποικίλες αντιδράσεις, ενέργειες και πρώιμες ανησυχίες. Ανακοίνωσα την καμπάνια – και στους γονείς μου πρώτη φορά – μόλις 2 μήνες πριν την αναχώρηση μου για τον Αμαζόνιο. Δεν ήξερα τι να περιμένω. Η ανταπόκριση από τον κόσμο όμως ήταν άμεση και πολύ θετική. Σύντομα ξεπεράστηκε ο αρχικός οικονομικός στόχος και γι’ αυτό κατάφερα να παρατείνω την αποστολή κατά ένα μήνα.
Ποιο μήνυμα θα ήθελες να στείλεις;
Συνδεθείτε με τη φύση. Όσο αποσυνδεόμαστε από τη φύση, αποσυνδεόμαστε από τον εαυτό μας. H αποσύνδεση αυτή οδηγεί στην απώλεια της συμπόνιας, όχι μόνο για τη γη αλλά και για τους εαυτούς μας. Η ουσιαστική βοήθεια και μόνη ελπίδα του Αμαζονίου – και ολόκληρου του πλανήτη – θα έρθει με την αφύπνιση των συνειδήσεων μας. Γι’ αυτό, κατά τη διάρκεια της αποστολής μου έκανα λεπτομερή καταγραφή της κατάστασης μέσω κειμένων, φωτογραφιών και βίντεο και τη μοιραζόμουνα – όποτε έβρισκα λίγο ίντερνετ – με τον κόσμο που ακολουθούσε διαδικτυακά την αποστολή. (www.facebook.com/healingthehealer) Επιπλέον, ετοιμάζω τώρα ένα φιλμ με όλη αυτή την πληροφορία, συμπεριλαμβανομένων και συνεντεύξεων που πήρα από ιθαγενείς, με στόχο να μεταδοθεί το μήνυμα περεταίρω, να ευαισθητοποιηθούν οι άνθρωποι να αλλάξουν τις συνήθειες τους και ποιος ξέρει, ίσως να εμπνευστούν κι άλλοι να τολμήσουν παρόμοιες δράσεις.Θέλω να ελπίζω πως μέσα από αυτή την αποστολή και τη μεταφορά του μηνύματος, βοήθησα λίγο στην επιτάχυνση της συλλογικής αφύπνισης μας και κατά συνέπεια στη διάσωση του Αμαζονίου.
Οι ενδιαφερόμενοι, μπορούν να μάθουν περισσότερα για τη δράση της Ειρήνης Σιαμμά και να στηρίξουν την καμπάνια της ακολουθώντας τους πιο κάτω συνδέσμους:
https://www.indiegogo.com/projects/healing-the-healer-a-promise-to-the-amazon–2#/
Healing the Healer: A promise to the Amazon
Πηγή: reporter.com.cy