Ανώτατο: Απέρριψε έφεση κατά απόφασης για δυσφήμιση Δρουσιώτη
Την έφεση που υπέβαλαν η εφημερίδα «Φιλελεύθερος» και το Πρακτορείο Τύπου «Κρόνος» απέρριψε το Ανώτατο Δικαστήριο, τη Δευτέρα. Η έφεση αφορούσε πρωτόδικη απόφαση υπέρ του Μακάριου Δρουσιώτη και εναντίον των δύο εφεσειόντων, για υπόθεση δυσφήμισης, συνεπεία δημοσιεύματος στην εφημερίδα «Ο Φιλελεύθερος», στην έκδοση ημερομηνίας 25.03.2009.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση του Ανωτάτου, ο κ. Δρουσιώτης ήγειρε αγωγή για δυσφήμιση, αξιώνοντας γενικές και ειδικές αποζημιώσεις, τόκους και έξοδα, καθώς το δημοσίευμα με τον τίτλο «Κουίζ», ανέφερε ότι «ένας τύπος με το όνομα Μακάριος Δρουσιώτης, που δηλώνει δημοσιογράφος και ιστορικός ερευνητής, είναι Τούρκος που χρησιμοποιεί ελληνικό ψευδώνυμο ή είναι Έλληνας που έχει όνειρο να γίνει γενίτσαρος, αλλά φοβάται το σουννέττι;»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το δημοσίευμα ήταν δυσφημιστικό για τον εφεσίβλητο, «τόσο στη βάση της φυσικής και συνήθους έννοιας των λέξεων ως και της τοις πάσι στην κοινωνία γνωστής δευτερευούσης έννοιας τέτοιων χαρακτηρισμών που παραπέμπουν, κατά το ελάχιστο σε πρόσωπο μειωμένης εθνικής συνείδησης», όπως αναφέρει η απόφαση. Σημειώνεται, επίσης, ότι επιδίκασε προς όφελος του εφεσίβλητου το ποσό των €35.000 ως αποζημίωση.
Η έφεση από πλευράς «Φιλελευθέρου» και «Κρόνου» υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι το επίδικο δημοσίευμα είναι δυσφημιστικό για τον εφεσίβλητο, ότι εσφαλμένα δεν αποδέχθηκε την εφαρμογή της υπεράσπισης του έντιμου σχολίου για θέματα δημοσίου συμφέροντος και ότι επιδίκασε υπερβολικά υψηλές αποζημιώσεις υπέρ του κ. Δρουσιώτη.
Ο δικηγόρος τους υπέδειξε ότι πρόκειται για δημοσίευμα κακόγουστο μεν, σατιρικό δε. Αναφέρθηκε, ακόμα, ότι το δημοσίευμα γράφτηκε «εν βρασμώ ψυχής», μετά την προβολή τηλεοπτικής εκπομπής στις 23.03.2009, στην οποία συμμετείχε ο εφεσίβλητος, και ως αποτέλεσμα των όσων είπε σε αυτή. Ούτε έβλαψε τον εφεσίβλητο, αφού παρά τις όποιες περί του αντιθέτου αναφορές του τελευταίου, η επαγγελματική του πορεία όχι μόνο δεν ανακόπηκε αλλά ο ίδιος έλαβε στη συνέχεια περίοπτα πόστα και δημόσιες θέσεις.
Εξάλλου, οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι, «με αφορμή ένα κακόγουστο, τραβηγμένο και σαχλό «αστειάκι» τριών αράδων, το οποίο δεν ήταν δυνατό να προκαλέσει την παραμικρή ζημιά στην φήμη ή στην υπόληψη του, «επιχείρησε να λύσει το οικονομικό πρόβλημα της ζωής του απαιτώντας – και δυστυχώς λαμβάνοντας – ένα σοβαρότατο χρηματικό ποσό».
Το Εφετείο επιβεβαίωσε την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αποδίδοντας στο δημοσίευμα «υβριστικούς και δυσφημιστικούς χαρακτηρισμούς» και σημειώνοντας ότι δεν υπάρχει στο δημοσίευμα οτιδήποτε που να παραπέμπει σε χιουμοριστική ή φιλοπαίγμονα διάθεση.
«Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, δεν εντοπίζουμε οτιδήποτε που να ανατρέπει την ορθότητα της προσέγγισης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και της κατάληξης του επί του συζητούμενου», αναφέρει το Εφετείο, προσθέτοντας ότι «η καταγραφή στο επίδικο δημοσίευμα κατά τον πιο πάνω τρόπο, ότι ο εφεσίβλητος «είναι Τούρκος που χρησιμοποιεί ελληνικό ψευδώνυμο ή είναι Έλληνας που έχει όνειρο να γίνει γενίτσαρος αλλά φοβάται το σουννέττι» δεν βλέπουμε πως θα μπορούσε να γίνει αντιληπτή από το συνετό άνθρωπο μόνο ως σάτιρα έστω και του χειρίστου είδους, χωρίς παράλληλα να μειώνει και να πλήττει την φήμη και την υπόληψή του».
Αναφέρει, επίσης, ότι το πρωτόδικο δικαστήριο «με επιμέλεια να συνεκτίμησε όλα εκείνα τα στοιχεία και παράγοντες που θα μπορούσαν να το καθοδηγήσουν επί του ζητήματος» σημειώνοντας ότι η κατάληξή του πρωτόδικου Δικαστηρίου να αποδώσει ως αποζημίωση, ποσό που παρουσιάζεται να κινείται στα ψηλότερα επίπεδα της κλίμακας των αποζημιώσεων που επιδικάζονται σε υποθέσεις του είδους, στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνιστά καθ’ ολοκληρία εσφαλμένη εκτίμηση της ζημιάς.
Πηγή: ΚΥΠΕ









