Εύλογα θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο αγροτικός τομέας αποτελεί θεμέλιο της κοινωνίας μας, αφού διασφαλίζει την απρόσκοπτη ροή τροφίμων και προϊόντων απαραίτητων, όχι μόνο για τη διαβίωση, αλλά και για την επιβίωσή μας. Ωστόσο, οι αγρότες μας αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερες προκλήσεις που απειλούν τη συνέχιση και την αειφορία του τομέα, με κυρίαρχη την αυξανόμενη οικονομική πίεση. Το υψηλό κόστος παραγωγής, σε συνδυασμό με τις χαμηλές τιμές πώλησης – λόγω της αγοραστικής δύναμης των χονδρεμπόρων – καθώς και η αβεβαιότητα στις αγορές, απειλούν την οικονομική βιωσιμότητα του τομέα.
Πρέπει να αντιληφθούμε ότι η αγροτική αυτάρκεια είναι θέμα ύψιστης εθνικής σημασίας. Η πανδημία έχει αναδείξει την εύθραυστη φύση της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας και την αναγκαιότητα των κρατών να διατηρούν την αυτάρκειά τους σε ζωτικούς τομείς της οικονομίας. Η παραδοχή ότι οι διαχρονικές αγροτικές πολιτικές της Ε.Ε. έχουν στοιχίσει σημαντικά στην αυτονομία τόσο της Ένωσης γενικότερα, όσο και της χώρας μας ειδικότερα, λόγω της νησιωτικής φύσης και της συνεχιζόμενης κατοχής, είναι πλέον αναγκαία.
Πολιτικές όπως, οι αυστηροί κανονισμοί σε σχέση με τα φυτοφάρμακα, αλλά και πτυχές της πράσινης συμφωνίας, ουσιαστικά μειώνουν κατακόρυφα την ανταγωνιστικότητα των Ευρωπαίων Αγροτών έναντι των συναδέλφων τους σε άλλες περιοχές, που ενώ δεν λειτουργούν μέσα στο αυστηρό Ευρωπαϊκό πλαίσιο, μπορούν να εξάγουν, χωρίς περιορισμούς τα προϊόντα τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η συμφωνία ελεύθερου εμπορίου στα αγροτικά προϊόντα με χώρες της Λατινικής Αμερικής∙ στην αναγκαίοτητα αναθεώρησης μάλιστα είχε αναφερθεί ο Γάλλος Πρόεδρος Εμμανουέλ Μακρόν πρόσφατα.
Στην Κύπρο το πρόβλημα πολλαπλασιάζεται λόγω των δυσμενών συνθηκών της κλιματικής αλλαγής. Η διατάραξη της εποχικότητας, η αύξηση των θερμοκρασιών σε συνδυασμό με τη λειψυδρία που παρατηρείται, δημιουργούν ένα πολύ δυσμενές τοπίο μέσα στο οποίο καλούνται να δραστηριοποιηθούν και να παράγουν οι αγρότες μας.
Η Κύπρος πάντοτε υπήρξε αγροτική χώρα, η πολιτιστική μας ταυτότητα έχει συνδεθεί με την αγροτιά, τα χωριά μας ήταν και είναι ο ιστός που κρατά ενωμένη ολόκληρη την κυπριακή κοινωνία, ακόμη και αυτή των πόλεων, αφού αποτελούν σημείο αναφοράς για τις οικογένειές μας. Πέρα από την επάρκεια σε τροφή, η διατήρηση και η ενίσχυση του αγροτικού τομέα θα έχει πολλαπλά οφέλη, αφού όχι μόνο είναι απαραίτητος για τη διατήρηση των αγροτικών μας κοινοτήτων και τη ζωής στην ύπαιθρο, αλλά παράλληλα οι αγρότες μας είναι και οι φρουροί του περιβάλλοντος. Ανεξάρτητα από το πόσες οδηγίες και κανονισμούς εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, χωρίς τους αγρότες να αποτελούν την πρώτη γραμμή άμυνας ενάντια στους εχθρούς του περιβάλλοντος, τίποτα δεν θα έχει αποτέλεσμα.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, και μη ξεχνώντας ότι ο κατοχικός στρατός διατηρεί υπό τον έλεγχό του το πλέον εύπορο και παραγωγικό κομμάτι της γης μας, είναι πλέον επιτακτική η αναγκαιότητα το κράτος να δει την αγροτική πολιτική από μια διαφορετική οπτική γωνία. Με εφαλτήριο το σχέδιο Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, οφείλουμε να επεκτείνουμε την εθνική μας στρατηγική περαιτέρω, αξιώνοντας ευρωπαϊκούς αλλά και αφιερώνοντας εθνικούς πόρους. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα ζητήματα του αγροτικού κόσμου βάσει των ιδιαιτεροτήτων της χώρας μας.
Η αγροτική παραγωγή έχει εξελιχθεί, και τα οριζόντια μέτρα δεν είναι πλέον ούτε αρκετά ούτε αποτελεσματικά. Είναι αναγκαίο το κράτος να σχεδιάσει πολιτικές στη βάση των ιδιαιτεροτήτων κάθε αγροτικού κλάδου, όπως οι φυτοκαλλιεργητές, οι κτηνοτρόφοι, οι ελαιοπαραγωγοί, οι πατατοπαραγωγοί, οι θερμοκηπιακοί καλλιεργητές, οι φρουτοπαραγωγοί, οι σιτοπαραγωγοί, οι αμπελοκαλλιεργητές και οι βιολογικοί αγρότες. Αυτή η κατηγοριοποίηση θα επιτρέψει στο κράτος να επέμβει επιδραστικά και κυρίως στοχευμένα στη στήριξη των αγροτών, μοχλεύοντας τους πόρους που θα διαθέσει.
Άμεσα το κράτος ωφείλει να πάρει μέτρα στήριξης του αγροτικού κόσμου, όπως η άμεση παροχή επιδοτήσεων για τη μείωση του κόστους παραγωγής και η δημιουργία νέων προγραμμάτων αποζημίωσης. Επιπρόσθετα, ο σχεδιασμός πρέπει να είναι πιο στρατηγικός και πιο μακροπρόθεσμος. Μέτρα όπως τα κίνητρα για εισαγωγή νέων τεχνολογιών, όπως η τεχνητή νοημοσύνη στην αγροτική παραγωγή, η ενθάρρυνση του αγροτουρισμού ως εναλλακτική πηγή εισοδήματος, η υποστήριξη νέων μεθόδων παροχής προϊόντων στην αγορά, η τυποποίηση και η διαφήμηση του Κυπριακού “Brand name” στα αγροτικά προϊόντα. Συνεχίζοντας, τα εκπαιδευτικά προγράμματα για την ανάπτυξη βελτιωμένων καλλιεργητικών και κτηνοτροφικών πρακτικών, καθώς και η ενθάρρυνση και η χρηματοδότηση προγραμμάτων για νέα άτομα που επιθυμούν να εισέλθουν στον γεωργικό τομέα, είναι απραίτητα αν δεν θέλουμε να δούμε τους αγρότες μας να εγκαταλείπουν τη γη τους.
Όσοι μεγαλώσαμε σε αγροτικές οικογένειες γνωρίζουμε από πρώτο χέρι τον καθημερινό μόχθο, και το σωματικό και ψυχικό κόστος που καταβάλλουν καθημερινά αυτοί που η μοίρα τους έταξε να ζουν καλλιεργώντας τη γη με τα χέρια τους. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η γεωργία και η κτηνοτροφία δεν είναι απλά επαγγέλματα αλλά μια καθημερινή προσπάθεια που δεν ξέρει ούτε σαββατοκύριακα, ούτε αργίες και πολλές φορές δεν σου επιτρέπει ούτε να κουραστείς, ούτε και να ξεκουραστείς. Το πιο εύκολο για τους αγρότες μας θα ήταν να εγκαταλείψουν τον κλάδο και να στραφούν σε άλλα, πολλές φορές πιο προσοδοφόρα και ξεκούραστα επαγγέλματα, ωστόσο συνειδητά επιλέγουν να κάνουν αυτό που ξέρουν και αγαπούν. Για πόσο όμως ακόμα θα παλεύουν μόνοι;
Μάριος Ηλία / Οικονομολόγος- Εκλεγμένο Μέλος Πολιτικού Γραφείου ΔΗΣΥ