Home ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΚΥΠΡΟΣ «Να σκοτωθείτε στη μάχη μέχρι και τον τελευταίο»
«Να σκοτωθείτε στη μάχη μέχρι και τον τελευταίο»

«Να σκοτωθείτε στη μάχη μέχρι και τον τελευταίο»

Στις 22 Ιουλίου 1974 το 399 Τάγμα Πεζικού που έδρευε στο Μπογάζι βρέθηκε να μάχεται ηρωϊκά στον Πενταδάκτυλο, όταν μια ομάδα κληρωτών στρατιωτών, οι οποίοι ως επί το πλείστον είχαν καταταγεί προ εξαμήνου, έλαβαν διαταγή να προωθηθούν πάνω στην “Άσπρη Μούττη”. Η διαταγή κατ’ ακρίβεια έλεγε: «Να πάτε να πολεμήσετε, να σκοτωθείτε στη μάχη μέχρι και τον τελευταίο». Ανάμεσα στους στρατιώτες που εκτέλεσαν πλήρως τη διαταγή, δηλαδή πολέμησαν μέχρις εσχάτων, δεν υποχώρησαν και σκοτώθηκαν από τους Τούρκους που τους περικύκλωσαν, ήταν και ο 18χρονος Χριστάκης Γεωργίου από τη Δρομολαξιά. Ο Χριστάκης θα έκλεινε τα 18 του χρόνια τον Σεπτέμβριο του 1974.

Σήμερα, μερικές φωτογραφίες του Χριστάκη και πολλές αναμνήσεις, όπως μας τις μετέφεραν τα αδέλφια του Μαρία και Ζαχαρίας, είναι τα μόνα και πιο αυθεντικά τεκμήρια της θυσίας ενός ήρωα του 1974, αλλά και των συμπολεμιστών του.

Δίδοντας για πρώτη φορά στη δημοσιότητα πληροφορίες για τη θυσία του Χριστάκη για την πατρίδα, γιατί περί θυσίας πρόκειται, η αδελφή και ο αδελφός του τόνισαν ότι αυτός και οι συμπολεμιστές του εκείνη την ημέρα, στις 22 Ιουλίου 1974, αν και προδομένοι όπως διεφάνη εκ των υστέρων από τον Ελλαδίτη διοικητή τους, που τους έδωσε τη διαταγή αλλά φρόντισε και να τους εγκαταλείψει και να σωθεί, δεν υποχώρησαν. Δεν λιποψύχησαν και εφάρμοσαν τη διαταγή, μέχρι που τους περικύκλωσαν οι Τούρκοι στρατιώτες. Στα χέρια των οποίων μάλλον έπεσαν όσοι δεν σκοτώθηκαν στη μάχη, όταν εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους.

Οστά χωρίς κρανίο

Ένα σπασμένο δόντι του Χριστάκη από σφαίρα, όπως αποφάνθηκαν οι επιστήμονες, τα άθαφτα και διάσπαρτα στη βουνοπλαγιά οστά και το γεγονός ότι από τα 21 άτομα στα οποία ανήκαν αυτά τα οστά, στα 19 δεν βρέθηκε το κρανίο, είναι δυστυχώς οι μαύρες σκέψεις που συντροφεύουν μέχρι σήμερα την οικογένεια Χριστάκη Γεωργίου, για το τι μπορεί να έγινε εκείνη τη μέρα της 22ας Ιουλίου 1974, στην περιοχή της “Άσπρης Μούττης”. Μαύρες σκέψεις που θα τους συντροφεύουν για πάντα, μαζί με την αίσθηση ότι τα οστά του Χριστάκη και των συμπολεμιστών του ήταν άταφα μέχρι και το 2010, οπόταν και εντοπίστηκαν.

Οι γονείς του Χριστάκη, Γιάννης και Χρυστάλλα, μας λέει η Μαρία, απεβίωσαν, ο πρώτος το 2004 και η δεύτερη το 2014. «Ίσως να ήταν καλύτερα, για να μην μάθουν όλες αυτές τις τραγικές λεπτομέρειες και πικραθούν ακόμα πιο πολύ», προσθέτει. «Από τότε που χάθηκε ο Χριστάκης, η αλήθεια είναι ότι πάντα η σκέψη τους ήταν καρφωμένη σε αυτόν και η ψυχή τους πονούσε», μονολογεί.

Τον έψαχνε στις μάχες

Ο Ζαχαρίας παίρνει μια βαθιά ανάσα και μας αφηγείται ότι όταν ξέσπασε η εισβολή, ο πατέρας του Χριστάκη, ο κύριος Γιάννης, έτρεξε στο τάγμα του γιου του στο Μπογάζι, να πληροφορηθεί νέα του. Τον είχε επισκεφθεί και στις 16 Ιουλίου, μια μέρα μετά το Πραξικόπημα. Ήταν η τελευταία φορά που αντάμωσαν και ο 18χρονος φάνηκε πολύ στεναχωρημένος στον πατέρα του.

Στο Μπογάζι ο κ. Γιάννης έμαθε ότι το 399 Τάγμα Πεζικού που υπηρετούσε ο γιος του, είχε προωθηθεί στον Πενταδάκτυλο. Ο Πενταδάκτυλος φλεγόταν αλλά ο κ. Γιάννης πήρε το αυτοκίνητό του και ανέβηκε στο βουνό όσο μπορούσε. Και όπου συναντούσε Ε/κ στρατιώτες τους ρωτούσε απελπισμένος από τον πόνο του, «αν έλαχε να δουν τον γιο του. Τον Χριστάκη Γεωργίου του Γιάννη, από τη Δρομολαξιά, που υπηρετούσε στο 399 Τάγμα Πεζικού, που είχε έδρα το Μπογάζι της Αμμοχώστου». Όχι, του αποκρίνονταν ξαφνιασμένοι οι φαντάροι και τον προέτρεπαν να γυρίσει πίσω για να μην σκοτωθεί.

Ο πόλεμος τέλειωσε, αλλά ο Χριστάκης, δυστυχώς, δεν γύρισε. Κάποια βράδια ο πατέρας του, έμπαινε στο δωμάτιο του γιου του, άνοιγε το ερμάρι του, έπαιρνε κάποιο από τα ρούχα του, το αγκάλιαζε με τις ώρες και έκλαιγε ασταμάτητα, μέσα στην ατελείωτη, μαρτυρική γι’ αυτόν νύχτα, που ο πόνος δεν τον άφηνε να κοιμηθεί.

Άλλες φορές, απελπισμένος, άνοιγε το στόμα του και έλεγε ξαφνικά ότι το ένιωθε, το ήξερε, ο Χριστάκης του δεν ζούσε. Αντίθετα, η μητέρα του, η κ. Χρυστάλλα, όταν την ρωτούσαν τα άλλα της παιδιά, τα εγγόνια και οι συγγενείς, έλεγε με σιγουριά ότι «η διαίσθηση μέσα της, της έλεγε ότι ο Χριστάκης της ζούσε και μια μέρα θα γυρνούσε στη Δρομολαξιά. Θα γύριζε το χερούλι της πόρτας, θα έστεκε μπροστά της χαμογελαστός και θα της έλεγε, «μεν μαραζώνεις πιον άλλο μάνα. Ετελειωσεν ο πόλεμος και ήρθα μάνα μου».

Πηγή: Philenews

Send this to a friend