Έχουν διοριστεί ποινικοί ανακριτές, οι οποίοι επιβλέπουν όλα τα διάφορα τμήματα που εξετάζουν την υπόθεση της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, δήλωσε τη Δευτέρα, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Γιώργος Σαββίδης, συμπληρώνοντας ότι η πιο δύσκολη πλευρά αφορά την οικονομική πτυχή της υπόθεσης.
Ο Γενικός Εισαγγελέας προέβη σε δηλώσεις σε δημοσιογράφους μετά το πέρας του πρώτου μέρους του διεθνούς συνεδρίου με θέμα «Μαχητική δημοκρατία και συνταγματισμός: Οι διαδικαστικές πτυχές της δημοκρατίας επηρεάζουν την ουσία της;» που διεξάγεται στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας στη μνήμη του Αλέκου Μαρκίδη (1943-2020), πρώην Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ερωτηθείς πώς προχωρούν οι έρευνες σχετικά με την υπόθεση της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, ο κ. Σαββίδης είπε ότι οι έρευνες για αυτή την υπόθεση έχουν χωριστεί σε διάφορα τμήματα και έχουν διοριστεί ποινικοί ανακριτές, οι οποίοι επιβλέπουν όλα τα διάφορα τμήματα που εξετάζουν το θέμα.
Πρόσθεσε ότι από πλευράς ηγεσίας της Νομικής Υπηρεσίας γίνονται συχνά συσκέψεις για να εξεταστεί η πορεία των ερευνών, σημειώνοντας ότι «ήδη έχουμε κάνει δύο συσκέψεις μέχρι τώρα και προγραμματίζεται άλλη μία προς το τέλος Ιουνίου για να μας δώσουν μια ουσιαστική εικόνα για το πώς προχωρούν οι έρευνες».
Ερωτηθείς εάν υπάρχει κάποια εκτίμηση πότε θα ολοκληρωθούν οι έρευνες, ο κ. Σαββίδης είπε ότι «δεν μπορώ να σας πω σε αυτό το στάδιο, κάποια τμήματα αντιλαμβάνομαι είναι πολύ πιο προχωρημένα από άλλα, αλλά η ορθή αντιμετώπιση του θέματος θα ήταν με την αντιμετώπιση όλων, ανεξαιρέτως των πτυχών του θέματος. Η πιο δύσκολη πλευρά, όπως αντιλαμβάνεστε, είναι το οικονομικό θέμα, το οποίο, αν και προχωρεί από ό,τι αντιλαμβάνομαι με ταχείς ρυθμούς, δεν έχει φτάσει τόσο πολύ μπροστά, όσο οι άλλες πτυχές της υπόθεσης αυτής».
Σε ό,τι αφορά ενδεχόμενο επηρεασμού ερευνών από απόφαση της Ιεράς Συνόδου, ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι η Πολιτεία έχει τους δικούς της νόμους και τις δικές της αρχές. Πρόσθεσε ότι η Αστυνομία ερευνά την υπόθεση και «οι δικές μας αποφάσεις θα ληφθούν πάνω στο υλικό που θα παρουσιαστεί από τις αστυνομικές έρευνες».
Σε ερώτηση για το τι αναμένει σε σχέση με την επικείμενη απόφαση του Συμβουλίου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου για την προδικαστική ένσταση του Γενικού Ελεγκτή, Οδυσσέα Μιχαηλίδη, στην υπόθεση που έχει καταχωρίσει ο κ. Σαββίδης για απόλυσή του για ανάρμοστη συμπεριφορά, ο Γενικός Εισαγγελέας απάντησε ότι «όπως έχω πει κατ’ επανάληψη, δεν θεωρώ σωστό από τη στιγμή που μια υπόθεση τόσο σοβαρή βρίσκεται στο δικαστήριο να γίνονται οποιεσδήποτε δηλώσεις για το τι αναμένουμε και το τι θα γίνει στη συνέχεια».
Πρόσθεσε ότι την Τετάρτη θα δοθεί η απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου για το κατά πόσον ο Γενικός Εισαγγελέας έχει δικαίωμα να προχωρήσει στην αίτηση αυτή και ανάλογα με την έκβαση της απόφασης αυτής θα προχωρήσει η υπόθεση όπως προγραμματίζεται, εάν βεβαίως η απόφαση είναι ότι δικαιούται ο Γενικός Εισαγγελέας να προχωρήσει.
Ερωτηθείς, επίσης, σε ποια πορεία βρίσκονται οι υποθέσεις που αφορούν επιθέσεις σε δημόσιους κατήγορους, ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι δεν έχει ενημερωθεί για το εάν έχουν βρεθεί οποιαδήποτε στοιχεία για τις επιθέσεις, επισημαίνοντας ότι οι επιθέσεις εναντίον ανθρώπων που απλά κάνουν τη δουλειά τους είναι καταδικαστέες. «Οι διαβεβαιώσεις που είχα από την Αστυνομία είναι ότι θα έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εντοπίσουν (τους δράστες), αλλά και να λάβουν και μέτρα για να προστατεύσουν τους συναδέλφους», ανέφερε.
Επιπρόσθετα, σε ερώτηση εάν υπάρχει κάποια εξέλιξη σχετικά με τα αιτήματα των δημοσίων κατηγορών για μισθολογική αναβάθμιση, ο κ. Σαββίδης είπε ότι έχει αποστείλει επιστολή στο Υπουργείο Οικονομικών και αναμένει ότι το θέμα θα τύχει χειρισμού από την Κυβέρνηση. «Όπως έχω υποσχεθεί, η ηγεσία της Νομικής Υπηρεσίας είναι δίπλα στους δημόσιους κατήγορους για ικανοποίηση των αιτημάτων τους», είπε.
Εξάλλου, στον χαιρετισμό του στο συνέδριο ο κ. Σαββίδης αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην παραπληροφόρηση και τη διάδοση ψευδούς περιεχομένου, υπογραμμίζοντας ότι «τα ψηφιακά μέσα δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να μετατρέπουν τα μέσα ενημέρωσης σε αρένα πολιτικών αντιπαραθέσεων ή ρητορικής μίσους, επηρεάζοντας αδικαιολόγητα την κοινή γνώμη και επιδιώκοντας να υποκαταστήσουν τους δημοκρατικά εκλεγμένους θεσμούς».
Ανέφερε ότι η αντιπροσωπευτική δημοκρατία ασκείται μέσω της συνταγματικά προβλεπόμενης διαδικασίας εκλογής και η λήψη αποφάσεων πραγματοποιείται από εκλεγμένους αντιπροσώπους που απολαμβάνουν ισχυρή δημοκρατική εντολή.
Μίλησε ακόμη και για τον ρόλο της Νομικής Υπηρεσίας, λέγοντας ότι «η Υπηρεσία μας, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της, είναι φύλακας του Συντάγματος, διασφαλίζει τη νομιμότητα της κυβερνητικής δράσης και αποτελεί ουσιαστικό μέρος της απονομής της δικαιοσύνης, υποστηρίζοντας έτσι το κράτος δικαίου, τα θεμελιώδη δικαιώματα και, κατ’ επέκταση, τη δημοκρατία».
Μιλώντας για τον Αλέκο Μαρκίδη, στον οποίο το συνέδριο είναι αφιερωμένο, ο κ. Σαββίδης ανέφερε ότι αφιέρωσε τη ζωή του στην υπηρεσία της δημοκρατίας και του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως δικηγόρος, ως Γενικός Εισαγγελέας και ως πολιτικός.
Μεταξύ άλλων, είπε ότι τα χρόνια της θητείας του Αλέκου Μαρκίδη ως Γενικός Εισαγγελέας και της άσκησης του δικηγορικού επαγγέλματος χαρακτηρίζονται από την ακεραιότητά του και τη σταθερή προσήλωσή του στο στόχο της επίτευξης μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης του κυπριακού προβλήματος, η οποία θα εγγυάται τα δικαιώματα όλων των Κυπρίων. «Ο Αλέκος Μαρκίδης θεωρούσε πάντοτε ότι η επίλυση του Κυπριακού αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη και την ευημερία της πατρίδας μας», είπε.
Ταυτόχρονα, συνέχισε, ο Αλέκος Μαρίδης εκτιμούσε ιδιαίτερα τη συμβολή που θα μπορούσαν να έχουν οι νεότερες γενιές στο δημοκρατικό διάλογο και από αυτή την άποψη ασχολήθηκε για πολλά χρόνια με την εκπαίδευση δικηγόρων, διδάσκοντας συνταγματικό δίκαιο σε υποψήφιους δικηγόρους του κυπριακού δικηγορικού συλλόγου, από τους οποίους απολάμβανε τεράστιο σεβασμό για τις γνώσεις και τη διορατικότητά του.
ΚΥΠΕ