Η ΕΛΔΥΚ αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της σύγχρονης ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας ανέφερε Υπουργός Άμυνας, Μιχάλης Γιωργάλλας, μιλώντας σε εκδήλωση προς τιμήν της ΕΛΔΥΚ στα Λεύκαρα.
Τόνισε πως «η αδιάλειπτη παρουσία της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου στη μεγαλόνησο, πέραν του ότι διατηρεί ισχυρή την εθνική ομοψυχία, αποτελεί παράγοντα ασφάλειας και αποτροπής για τον δοκιμαζόμενο κυπριακό λαό και ηχηρή απόδειξη της μακράς, σταθερής και αταλάντευτης σχέσης μας” με την Ελλάδα.
Στον χαιρετισμό του, ο κ. Γιωργάλλας εξέφρασε «την ειλικρινή ευγνωμοσύνη της κυπριακής Πολιτείας και του συνόλου του Κυπριακού Ελληνισμού προς την Ελλάδα, που με κάθε τρόπο, στηρίζει εμπράκτως την Κυπριακή Δημοκρατία και τον αγώνα που διεξάγουμε για ελευθερία και επιβίωση του λαού μας».
Σημείωσε πως «οι αδελφικοί και ακατάλυτοι δεσμοί μας σφυρηλατήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων μέσα από την κοινή μας πορεία και επισφραγίστηκαν με τις θυσίες των ηρώων μας στην προσπάθεια προάσπισης των οικουμενικών αξιών και πανανθρώπινων ιδανικών της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης».
Ο κ. Γιωργάλλας μίλησε «για τη συνεχή και αδιάλειπτη ενεργό εμπλοκή των Ελλήνων της Κύπρου στους απελευθερωτικούς αγώνες του Έθνους”. Ανέφερε ακόμη πως “σε κάθε ένοπλη σύγκρουση της Ελλάδας για προάσπιση των εθνικών δικαίων από την αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή, ο Κυπριακός Ελληνισμός δήλωνε με αποφασιστικότητα το παρών του, ως ένδειξη έμπρακτης συμπαράστασης και εθνικής υποχρέωσης».
Αναφέρθηκαν στα ιστορικά γεγονότα που κατέστησαν την ΕΛΔΥΚ αναπόσπαστο τμήμα της σύγχρονης ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πρόσθεσε πως «στην κρίσιμη περίοδο του ζοφερού καλοκαιριού του 1974″ η ΕΛΔΥΚ διαδραμάτισε έναν εξαιρετικά σημαντικό και καθοριστικό ρόλο και σημείωσε τον υψηλό βαθμό ετοιμότητας και μαχητικότητάς που επέδειξε, παρ’ όλες τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες έπρεπε να δράσει.
“Τότε που, δυστυχώς, η εμφύλια διχόνοια οδήγησε στα γεγονότα του προδοτικού πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου του 1974 και άφησε ανοικτή την πόρτα στην Τουρκία να θέσει σε εφαρμογή τον σχεδιασμό της», επεσήμανε ο ΥΠΑΜ.
Σημείωσε πως «τα στελέχη και οι οπλίτες της ΕΛΔΥΚ, όταν και όπου κλήθηκαν να ενεργήσουν, εκτέλεσαν με αφοσίωση και απαράμιλλη γενναιότητα την αποστολή τους».
Ανέφερε πως «για τους Τούρκους εισβολείς η ΕΛΔΥΚ αποτελούσε υπολογίσιμο αντίπαλο και έτσι στις 20 Ιουλίου, οι πρώτες τουρκικές βόμβες που έπεσαν στην Κύπρο είχαν ως στόχο το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ, σκορπώντας καταστροφές και όλεθρο”.
“Κατά τη διάρκεια της εισβολής, η ΕΛΔΥΚ μαζί με την Εθνική Φρουρά συμμετείχαν σε πολλές μάχες, μεταξύ των οποίων σημαντικότερες θεωρούνται οι επιθετικές ενέργειες κατά του τουρκοκυπριακού θύλακα στο Κιόνελι, η μάχη της διάβασης της Βασίλειας, και η τιτάνια προσπάθεια υπεράσπισης του Στρατοπέδου της ΕΛΔΥΚ, αλλά και της αποτροπής περικύκλωσης της Λευκωσίας», πρόσθεσε.
Τότε, είπε, «που υπό τις διαταγές του Αντισυνταγματάρχη Σταυρουλόπουλου, οι θαρραλέοι ΕΛΔΥΚάριοι, ως σύγχρονοι Λεωνίδες, απέκρουσαν τη σφοδρότατη και εν πολλοίς άνιση επίθεση των πολλαπλάσιων τουρκικών δυνάμεων εναντίον της τοποθεσίας του στρατοπέδου τους. Αρνούμενοι να εγκαταλείψουν το στρατόπεδο και τους συμπολεμιστές τους, κατέληξαν να πολεμούν σε μάχη σώμα με σώμα, όταν το τουρκικό πεζικό και οι επίλεκτες τουρκικές δυνάμεις κατάφεραν να φθάσουν στον περιβάλλοντα χώρο και να το περικυκλώσουν», πρόσθεσε.
Ανέφερε πως «το στρατόπεδο μετατράπηκε τελικά σε θυσιαστήριο ηρωομαρτύρων και η 16η Αυγούστου 1974 σε μια από τις πλέον αιματηρές και ένδοξες ημέρες στην ιστορία του Ελληνικού Στρατού. Απόδειξη αυτού οι δεκάδες πεσόντες, αγνοούμενοι και τραυματίες», επεσήμανε.
Η εδώ παρουσία μας, σημείωσε, «αποτελεί υπόμνηση του χρέους που έχουμε απέναντι στους ηρωικούς μας Ελλαδίτες νεκρούς και αγνοούμενους και της αταλάντευτης βούλησής μας για συνέχιση του αγώνα, μέχρι την τελική δικαίωση. Την περιπόθητη λύση του κυπριακού προβλήματος και την απελευθέρωση της πατρίδας μας”.
“Μέχρι την ώρα που θα πάψει πλέον να υφίσταται η αιμάσσουσα πληγή της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Να αποτινάξουμε την κατοχή και την παρουσία του τουρκικού στρατού στο νησί, που προκαλεί αποσταθεροποίηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή και αποτελεί ταυτόχρονα πηγή κινδύνου για ολόκληρο τον Ελληνισμό», είπε ο ΥΠΑΜ.