13 χρόνια φυλάκιση για βιασμό ανήλικης
Κατά τέσσερα χρόνια αύξησε το Εφετείο την ποινή που επέβαλε πρωτόδικα το Κακουργιοδικείο σε 42χρονο, για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού, απορρίπτοντας για δεύτερη φορά τους ισχυρισμούς του ότι είχε πρόβλημα στύσης και δεν θα μπορούσε να διαπράξει το αδίκημα του βιασμού.
Ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί πρωτόδικα σε εννιά χρόνια φυλάκιση και με έφεσή του αμφισβήτησε τόσο την καταδίκη του όσο και την ποινή του. Ο Γενικός Εισαγγελέας με αντέφεση, αμφισβήτησε το ύψος της ποινής υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να επιβληθεί αυστηρότερη. Τελικά, το Ανώτατο Δικαστήριο που εξέτασε την έφεση, έκρινε ότι οι συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων ήταν τέτοιες που δικαιολογούσαν την αύξηση της ποινής, γι’ αυτό και επέβαλε 13χρονη φυλάκιση.
Ο 42χρονος καταδικάστηκε στις 13/4/2020 από το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας για τα αδικήματα του βιασμού και της άσεμνης επίθεσης και της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού. Τα αδικήματα στα οποία κρίθηκε ένοχος ο εφεσείων, διαπράχθηκαν στις 6 και 7 Φεβρουαρίου 2018. Κατά τον επίδικο χρόνο η παραπονούμενη, η οποία γεννήθηκε το 2001, ήταν ηλικίας 16 ½ χρόνων, με οριακή νοημοσύνη, ενώ ο εφεσίβλητος ήταν ηλικίας 42 ετών, νυμφευμένος.
Υποστήριξε την αθωότητα του σε σχέση με τα αδικήματα στα οποία καταδικάστηκε και ισχυρίστηκε ότι η παραπονούμενη τον είχε επισκεφθεί στο κατάστημα του και έκτοτε ουδέποτε τη συνάντησε. Επεσήμανε ότι ενώπιον του Κακουργιοδικείου δεν κατέθεσε ως μάρτυρας ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου στον οποίο η παραπονούμενη ισχυρίσθηκε ότι τη μετέφερε και βίασε για δεύτερη φορά και προέβαλε τον ισχυρισμό ότι αντιμετωπίζει «πρόβλημα» (προφανώς σεξουαλικό) το οποίο τον καθιστά ανίκανο να διαπράξει το αδίκημα του βιασμού. Προς τούτο επικαλέστηκε σχετικά ιατρικά πιστοποιητικά.
Όπως επεσήμανε το Εφετείο, έργο του δεν είναι να επανεκδικάσει την υπόθεση, αξιολογώντας εκ νέου και μάλιστα μικροσκοπικά τη μαρτυρία. Ούτε απαιτείται ειδική αναφορά ή αιτιολόγηση για οτιδήποτε τέθηκε. Το Εφετείο κατέληξε ότι ορθά το Κακουργιοδικείο έκρινε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία της παραπονούμενης και παράλληλα βασίστηκε στη μαρτυρία του δρα Μ. Καριόλου, σύμφωνα την οποία, είχε εντοπιστεί στο εσωτερικό μέρος του εσώρουχου της παραπονούμενης που φορούσε κατά την ημέρα του βιασμού της στις 6/2/2018, η ύπαρξη γενετικού υλικού του Εφεσείοντα, προερχόμενο μάλιστα, από το ειδικό αντίγονο του προστάτη, στοιχείο που εξουδετερώνει εξ αντικειμένου τον ισχυρισμό του ότι ουδέποτε ήρθε σε σεξουαλική επαφή με την παραπονούμενη. Η εκδοχή του ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι αντιμετώπιζε ιατρικό πρόβλημα στύσης το οποίο από μόνο του απέκλειε το ενδεχόμενο να είχε διαπράξει τα αδικήματα του βιασμού, ως και ότι το σπέρμα του βρισκόταν στην τουαλέτα του και τοποθετήθηκε από την ίδια την παραπονούμενη στο εσώρουχο της όταν αυτή τον επισκέφθηκε με σκοπό να τον ενοχοποιήσει, ορθά κρίθηκε από το Κακουργιοδικείο ως πλήρως αναξιόπιστη και στερούμενη κάθε λογικής.
Το Εφετείο βασίστηκε στους ακόλουθους παράγοντες για ν’ αυξήσει την ποινή: α) Τα εγκλήματα εναντίον παιδιών βρίσκονται σε συνεχή και ανησυχητική έξαρση, β) ο εφεσίβλητος χρησιμοποίησε βία και εκφοβισμό στην ανήλικη παραπονούμενη, την οποία περιόρισε σε χώρους ώστε να μην μπορεί να αντιδράσει και να ξεφύγει, γ) ο εφεσίβλητος ενήργησε με προσχεδιασμό και προηγούμενη σκέψη, και δ) οι βιασμοί είχαν τεράστια επίπτωση στον ψυχικό κόσμο της παραπονούμενης, η οποία είχε αναπτύξει φοβικές συμπεριφορές και αποφευκτικές προς τους άλλους ανθρώπους, εμφάνισε σκέψεις αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς και κρίσεις πανικού και η λειτουργικότητα της επηρεάστηκε σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορούσε να λειτουργήσει στην καθημερινότητά της.
Πηγή: Philenews