Το εικονιζόμενο έργο είναι βασισμένο σε ακουαρέλλα μου από τις Φοινικούδες της Λάρνακας που ζωγράφισα γύρω στις 18-20 Οκτωβρίου 1982.
Το θέμα του είναι το Σουβλατζίδικο του Γιώργου, πρωί την ώρα που περνιούνται τα κομμάτια του χοιρινού στις σμίλες. Και την ώρα που παίρνουν το πρώτο ψήσιμο για να είναι έτοιμα για τους πελάτες αργότερα. Καθημερινή ρουτίνα και ομαδική δουλειά. Εγκαταστάθηκα με τα σύνεργα μου και είχα τότε στα γόνατα μου την πινακίδα με το χαρτί της ακουαρέλλας και άρχισα να μετρώ τις αναλογίες και να στήνω το έργο μου. Βρισκόμουν στο πρώτο στάδιο της δουλειάς και το έργο ακόμη δεν έλεγε και πολλά αφού μόνο μερικές γραμμές είχα σύρει. Ο κύριος Γιώργος δεκαπέντε, ίσως και είκοσι χρόνια μεγαλύτερος μου, με πλησίασε και με ρώτησε πως είναι ο καφές μου, ήθελε να με κεράσει. Μου είπε, “Έλα να καθίσεις μέσα να πιεις τον καφέ σου και να κάνεις διάλειμμα”. Τον ευχαρίστησα και του ζήτησα να μου φέρει μια καρέκλα για να βάλει πάνω τον δίσκο με τον καφέ και το νερό, επειδή δεν ήθελα να αφήσω σε εκείνο το στάδιο την δουλειά μου.
Καθώς έπινα τον καφέ μου με κοφτές γουλιές ο κύριος Γιώργος με ρωτούσε για να μάθει καλύτερα ποιος είμαι και από που ερχόμουν… κατά το μεσημέρι με κέρασε πίττα που την έφαγα με πολλή όρεξη χωρίς να το κουνήσω από την δουλειά μου. Την δεύτερη μέρα είχα πια τελειώσει το γραμμικό σχέδιο και είχα αρχίσει να βάζω χρώμα ακουαρέλλας. Το έργο πια έδειχνε για καλά, ήταν μισοτελειωμένο χρωματικά…Την ώρα του καφέ και πάλι κερασμένου, ο κύριος Γιώργος μου είπε: “Το έργο αυτό όταν το τελειώσεις το θέλω!.. Όσα και αν μου ζητήσεις, το θέλω, επειδή αυτό το μαγαζί με έκανε Άνθρωπο. Από αυτή την δουλειά ανάγιωσα και σπούδασα τέσσερα παιδιά…” Ρήγησα από την συγκίνηση μου. Τώρα εδώ τι λέγω; σκέφτηκα…”Κύριε Γιώργο, είσαι λεβέντης, του είπα, εκτιμώ πάρα πολύ αυτά που μου είπες και με συγκινείς… Το έργο και βεβαίως να στο δώσω, όμως ξέρεις, θα κάμω έκθεση τον Δεκέμβρη στο ξενοδοχείο Sun Hall εδώ στην Λάρνακα και να κοπιάσεις να δεις την έκθεση και να το πάρεις από εκεί. Θα ΄χω κι’ άλλα έργα, το δικό σου είναι το δεύτερο από όσα σκοπεύω να κάνω. Θα το κρατήσω για σένα από τώρα. Πρέπει όμως να σου πω και τι κοστίζει…” Κύριε Σπύρο… ό,τι ζητήσεις θα σου δώσω..” …”Κύριε Γιώργο, το έργο στην έκθεση θα το έχω γύρω στις εκατόν πενήντα λίρες.. όμως θα στο δώσω για εκατόν είκοσι επειδή είσαι λεβέντης και με συγκινείς με όσα μου είπες..” Ο λόγος που του ανάφερα την έκθεση , εκτός που θα με χαροποιούσε να κοπιάσει, είναι που ήθελα να πειστεί για τις τιμές μου αλλά και για το πραγματικό γεγονός του, ποιος ήμουν και ότι η δουλειά μου ήταν αναγνωρισμένη.
Πόσοι άνθρωποι, στ’ αλήθεια, δείχνουν αυτή τη συμπεριφορά σε ένα καλλιτέχνη. Τεχνίτες και άνθρωποι της βιοπάλης πολλές φορές μου έδειξαν τον χαρακτήρα και την εκτίμηση τους με έναν καλό λόγο, μια ενθάρρυνση, ή με εκδηλώσεις θαυμασμού. Ο κύριος Γιώργος δεν είχε περίσσευμα χρημάτων όταν αγόρασε το έργο μου το 1982, αλλά το πλήρωσε από το υστέρημα του. Μακάρι να είχα τις απολαβές που να κάλυπταν τις δικές μου ανάγκες και θα του χάριζα το έργο….
Ήρθε στην έκθεση με ένα μασούρι πεντόλιρα να με πληρώσει την ώρα των εγκαινίων… δεν είχε ξαναπαρευρεθεί σε τέτοιο γεγονός… “Καλώς όρισες κύριε Γιώργο, στην έκθεση μου, εδώ είναι το έργο σου..” και ο κ. Γιώργος έβγαλε τα χρήματα να με πληρώσει εκεί και τότε! “κ. Γιώργο, δεν χρειάζεται, δεν είναι η ώρα τώρα… Θα περάσω την Τετάρτη που θα κλείσει η Έκθεση, από την δουλειά σου να σου το φέρω ο ίδιος…”
Η συνάντηση της Τετάρτης ήταν φορτισμένη από την πλευρά μου. Πήγαινα να παραδώσω σε έναν άξιο Άνθρωπο κάτι που θα εκτιμούσαν αργότερα και τα παιδιά του, όχι μόνο για το τι απεικόνιζε αλλά και για την τέχνη που εγώ έβαλα για να το κάμω. Όταν του έδωσα το έργο και μου μέτρησε τα λεφτά αφού τον ευχαρίστησα και τον επαίνεσα για την αγορά του έργου του είπα: “Κύριε Γιώργο, αυτό το έργο που σήμερα απέκτησες, ξέρω ότι για σένα σημαίνει πολλά. Όμως πρέπει να ξέρεις πως και για μένα τό ίδιο αισθάνομαι. Και για μένα σημαίνει πολλά, επειδή σε γνώρισα και ξέρω τι Άνθρωπος είσαι, θα σε παρακαλέσω μόνο κάτι, κύριε Γιώργο…. να προσέξεις σε ποιον κάποτε θα αφίσεις αυτό το έργο…”
Τα γράφω αυτά τώρα και ξανά συγκινούμαι όπως εκείνη την μέρα του Δεκέμβρη του 1982.
Πέρασαν τα χρόνια και μια μέρα Κυριακής, πήρα τηλεφώνημα από τον φίλο μου τον Χαμπή τον χαράκτη να κοπιάσουμε στα πλατανίσκια το συντομότερο, εντός μιας ώρας επειδή είχε κάποιο φίλο και κάποια έκπληξη για μένα… Κοπιάσαμε… Η έκπληξη ήταν για μένα μεγάλη χαρά και πολλή η συγκίνηση μου επειδή γνώρισα το ένα από τα τέσσερα παιδιά του κύριου Γιώργου, το παιδί στο οποίο ο κύριος Γιώργος άφισε το έργο πρωτού συγχωρεθεί…
Το παιδί αυτό είναι ο Δόκτορ Λοίζος Λοίζου, Διευθυντής του Παιδοογκολογικού στο Μακάρειο Νοσοκομείο, στην Λευκωσία!
Σπύρος Δημητριάδης