Eurostat: Στα 39 χρόνια η αναμενόμενη διάρκεια επαγγελματικής ζωής στην Κύπρο
Στα 39 χρόνια βρισκόταν το 2023 η αναμενόμενη διάρκεια της ενεργής επαγγελματικής ζωής ενός προσώπου 15 ετών στην Κύπρο, πιο πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ που βρισκόταν στα 36,9 έτη, σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat, η στατιστική υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στις χώρες με τα περισσότερα χρόνια ενεργούς επαγγελματικής ζωής, η διάρκεια της ξεπερνούσε τα 40 χρόνια. Τα κράτη μέλη όπου οι πολίτες αναμένονταν να εργάζονται τα περισσότερα χρόνια ήταν οι Κάτω Χώρες (43,7 έτη), η Σουηδία (43,1 έτη) και η Δανία (41,3 έτη).
Αντίθετα, οι χαμηλότερες προβλέψεις για τα συνολικά χρόνια εργασίας το 2023 καταγράφηκαν στη Ρουμανία (32,2 έτη), την Ιταλία (32,9 έτη) και την Κροατία (34,0 έτη).
Όσον αφορά τις διαφορές βάσει φύλου, ο εργασιακός βίος αναμενόταν μεγαλύτερος για τους άντρες από ότι για τις γυναίκες το 2023.
Για τους άνδρες, η αναμενόμενη διάρκεια του εργασιακού βίου ήταν κατά μέσο όρο 39,0 έτη στην ΕΕ, με τη μεγαλύτερη διάρκεια να καταγράφεται στις Κάτω Χώρες (45,7 έτη), τη Σουηδία (44,1 έτη), τη Δανία και την Ιρλανδία (και οι δύο 42,8 έτη) και τη μικρότερη στην Κροατία (35,4), τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία (και οι δύο 35,6 έτη).
Για τις γυναίκες, η μέση διάρκεια του εργασιακού βίου στην ΕΕ ήταν 34,7 έτη, με τη μεγαλύτερη διάρκεια να καταγράφεται στη Σουηδία (41,9 έτη), τις Κάτω Χώρες και την Εσθονία (και οι δύο 41,5 έτη), και τη μικρότερη στην Ιταλία (28,3 έτη), τη Ρουμανία (28,5 έτη) και την Ελλάδα (30,6 έτη).
Στην Κύπρο, η μέση διάρκεια εργασιακού βίου για τους άντρες βρισκόταν στα 41,6 έτη, και για τις γυναίκες στα 36,3 έτη.
Η αναμενόμενη μέση διάρκεια του εργασιακού βίου αυξάνεται σταθερά στην ΕΕ από το 2013. Μειώθηκε για πρώτη φορά το 2020 και την περίοδο της πανδημίας COVID-19 (από 34,7 έτη το 2013 σε 35,9 έτη το 2019, και στη συνέχεια σε 35,6 έτη το 2020). Το 2021 επανήλθε στα επίπεδα στα οποία βρισκόταν πριν την πανδημία.
Στην Κύπρο, η αναμενόμενη μέση διάρκεια του εργασιακού βίου βρισκόταν στα 36,3 έτη το 2013, αυξήθηκε το 2014 στα 36,7, όμως μειώθηκε σταδιακά μέχρι το 2016 (36,0) προτού αρχίσει να αυξάνεται σταθερά μέχρι το 2019 (37,4). Το 2020 καταγράφηκε αντίστοιχη μείωση με την υπόλοιπη ΕΕ (37,1), ωστόσο το 2021 αυξήθηκε σε σχέση με την περίοδο πριν την πανδημία (37,7) και συνέχισε να αυξάνεται έκτοτε.
ΚΥΠΕ