ΥΠΟΙΚ: Παραδίδουμε εύρωστη οικονομία και ισορροπημένο προϋπολογισμό
Η Κυβέρνηση καταθέτει έναν ισορροπημένο Προϋπολογισμό, προσαρμοσμένο στην εποχή γεωπολιτικής αστάθειας, είπε ο Υπουργός Οικονομικών, Κωνσταντίνος Πετρίδης, στη Βουλή, παρουσιάζοντας τις βασικές κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής και του κυβερνητικού προγράμματος, που αποτυπώνονται στον προτεινόμενο κρατικό Προϋπολογισμό για το 2023, αλλά και στο τριετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2023-2025, καλώντας τους βουλευτές να τα υπερψηφίσουν σε νόμο.
Αναφερόμενος στη δύσκολη οικονομική κατάσταση της χώρας το 2013, είπε ότι δέκα χρόνια μετά και παρά τις αντιξοότητες και τις διαδοχικές κρίσεις «καταθέτουμε σήμερα ένα ισορροπημένο Προϋπολογισμό και παραδίδουμε, το πιο σημαντικό, μια υγιή και εύρωστη οικονομία», απόλυτα ενσωματωμένη και στον πυρήνα της Ευρωζώνης, με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, χαμηλή ανεργία, δημοσιονομικά ισορροπημένη και δημόσιο χρέος κάτω από το 90% του ΑΕΠ, με σταθερά πτωτική πορεία.
Ο κ. Πετρίδης αναφέρθηκε στην έναρξη μιας νέας δύσκολης εποχής για την παγκόσμια οικονομία, με χαρακτηριστικό τη γεωπολιτική αστάθεια με μεγάλες επιπτώσεις στην συγκέντρωση της παραγωγής. «Σηματοδοτείται η αρχή της αποπαγκοσμιοποίησης με την ασφάλεια να παίζει πιο καθοριστικό ρόλο στην συγκέντρωση κεφαλαίου και επενδύσεων παρά μέχρι τώρα το φθηνό εργατικό δυναμικό», είπε. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Υπουργό, η νέα οικονομική εποχή περιλαμβάνει το τέλος του φθηνού χρήματος και των χαμηλών επιτοκίων, το τέλος της εποχής των φθηνών ενεργειακών προϊόντων, δραστικές ανακατατάξεις στην αγορά εργασίας και αυστηρή στάση των αγορών, με τη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών να έχει προεξέχοντα ρόλο απ’ ότι στο παρελθόν.
«Για αυτόν ακριβώς το λόγο έχουμε προσαρμόσει ανάλογα τον Προϋπολογισμό που έχετε ενώπιον σας. Είναι ένας προϋπολογισμός που έχει όλα αυτά τα εργαλεία με τα οποία η κυπριακή οικονομία θα μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις μεγάλες προκλήσεις της νέας εποχής στην οικονομία», είπε, σημειώνοντας ότι, παρά τις δημοσιονομικές συνέπειες που δημιούργησαν στην οικονομία οι κρίσεις της πανδημίας και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, παρά την αβεβαιότητα και τις προκλήσεις, μέσω του προτεινόμενου Προϋπολογισμού επιδιώκεται η υλοποίηση σημαντικών έργων, που αναμένεται να έχουν σημαντική συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου και κατ’ επέκταση στην οχύρωση της κυπριακής οικονομίας για αντιμετώπιση προκλήσεων, προς όφελος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Ένα χαρακτηριστικό του φετινού Προϋπολογισμού είναι η αύξηση των δαπανών, αλλά παράλληλα μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, πρόσθεσε ο Υπουργός, σημειώνοντας ότι σε αυτόν περιλαμβάνεται αύξηση στις πρωτογενείς δαπάνες σε σχέση με πέρσι κατά περίπου €554 εκ. «Οι αυξημένες δαπάνες έχουν ως στόχο να προωθήσουν την αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας, που είναι η απάντησή μας στην κρίση», είπε.
Συγκεκριμένα, στον προϋπολογισμό περιλαμβάνονται πιστώσεις για έργα ανάπτυξης, αυξημένες κατά περίπου 12% σε σύγκριση με τον Προϋπολογισμό του 2022.
Επιπλέον, οι πιστώσεις για την κοινωνική προστασία είναι επίσης αυξημένες, περίπου κατά 4%. «Το δίχτυ κοινωνικής προστασίας δεν συγκρίνεται με το παρελθόν. Έχει επεκταθεί σημαντικά, μέσω της εισαγωγής του ΕΕΕ και του ΓεΣΥ, αλλά και με την παραχώρηση στοχευμένων επιδομάτων. Οι πιστώσεις κοινωνικής πρόνοιας ανέρχονται στα €760,5 εκ. και παρουσιάζουν αύξηση της τάξης του 0,4% σε σύγκριση με τον Προϋπολογισμό του 2022 αλλά 21% σε σύγκριση με τον Προϋπολογισμό του 2018», ανέφερε.
Διευκρίνισε ότι οι λειτουργικές δαπάνες αυξάνονται κατά 15% περίπου, αύξηση που οφείλεται κυρίως στις αυξήσεις στις τιμές τόσο των πρώτων υλών αλλά και των πλείστων προϊόντων και υπηρεσιών, περιλαμβανομένων και των αυξήσεων των τιμών των ενεργειακών προϊόντων και των προβλημάτων που παρατηρούνται στις εφοδιαστικές αλυσίδες.
Υπογράμμισε ότι οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους (τόκοι και αποπληρωμές δανείων) είναι κατά €500 εκ. χαμηλότερες σε σχέση με πέρυσι, κάτι που είναι «αποτέλεσμα της ορθής διαχείρισης του δημόσιου χρέους. Παρά την οικονομική κρίση, μέσα από συνετή πολιτική διαχείρισης του χρέους, έχουμε δημιουργήσει περιθώρια. Περιθώρια που χρησιμοποιούνται σήμερα για τη στοχευμένη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων για αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πληθωρισμού, με το ύψος της στήριξης να ξεπερνά τα €400 εκ. κατά το 2022», είπε.
Ο κ. Πετρίδης σημείωσε ότι ο σχεδιασμός βασίζεται σε ρεαλιστικές και συντηρητικές μακροοικονομικές προβλέψεις. Η κυπριακή οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί το 2022 με ρυθμό γύρω στο 6%, σε πραγματικούς όρους, δηλαδή μετά τον πληθωρισμό. Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας το 3ο τρίμηνο του 2022 ανήλθε στο 5,5%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021, ο οποίος είναι ο υψηλότερος μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. και υπερδιπλάσιος από τον μέσο όρο, τόσο της Ευρωζώνης όσο και της Ε.Ε. που υπολογίζεται στο 2,1% και 2,4%, αντίστοιχα, ανέφερε.
«Διαψεύσαμε, όχι μόνο τις Κασσάνδρες στο εσωτερικό που επέμεναν ότι θα μπαίναμε σε ύφεση, αλλά και τις ίδιες τις προβλέψεις τις ΕΕ που έκαναν λόγο για ανάπτυξη της τάξης του 2,3%», είπε.
Επιπλέον, σημείωσε ότι στο μεσοπρόθεσμο, ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας, σε πραγματικούς όρους, θα επιβραδυνθεί γύρω στο 3% το 2023, και αναμένεται να ανέλθει στο 3,3% το 2024 και 3,2% το 2025, την ώρα που είναι βέβαιο ότι ορισμένες χώρες της Ε.Ε. εισέρχονται σε ύφεση.
Αναφορικά με το ποσοστό ανεργίας, ο κ. Πετρίδης είπε ότι το 2022 αναμένεται να μειωθεί γύρω στο 7%, σε σύγκριση με 7,5% το 2021. Η συνέχιση της ανάπτυξης της οικονομίας αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της ανεργίας γύρω στο 6,4% το 2023, στο 5,7% το 2024 και 5% το 2025. Ένα ποσοστό ανεργίας που ισοδυναμεί με συνθήκες πλήρους απασχόλησης και που επιτρέπει την εφαρμογή ακόμη μιας μεγάλης κοινωνικής μεταρρύθμισης αυτής της κυβέρνησης, την εισαγωγή του κατώτατου μισθού».
Το 2022 το δημοσιονομικό ισοζύγιο της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται πλεονασματικό της τάξης του 1,2% του ΑΕΠ (αντιστοιχεί σε €308,3 εκ.) ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται στο 2,7% του ΑΕΠ (ή €707,2 εκ.) σε σύγκριση με έλλειμμα ύψους 1.7% του ΑΕΠ και πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 0,1% το 2021, αντίστοιχα. Το δημοσιονομικό πλεόνασμα προβλέπεται να διευρυνθεί κατά την τριετία 2023-2025 και να διαμορφωθεί ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 1,7%, 2,3% και 2,3% αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο Υπουργός, διευκρινίζοντας ότι οι προβλέψεις ισχύουν «αν φυσικά ακολουθηθούν οι κατάλληλες πολιτικές».
Παράλληλα, το δημόσιο χρέος το τέλος του 2022 θα περιορισθεί στο 89,3%, ως ποσοστό του ΑΕΠ, σημειώνοντας σημαντική μείωση σε σύγκριση με ποσοστό 103,6% του ΑΕΠ το 2021, ενώ προβλέπεται, με τη διατήρηση μιας συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής, να συνεχίσει την πτωτική του πορεία φτάνοντας στο 83,3% του ΑΕΠ το τέλος του 2023, στο 76,5% το τέλος του 2024 και να περιοριστεί στο 72,3% του ΑΕΠ το τέλος του 2025, είπε.
«Η Κυβέρνηση δεν κτίζει αποθέματα. Το πιο εύκολο θα ήταν να λαϊκίσουμε και να χρησιμοποιήσουμε την οικονομία ως λάφυρο για τις εκλογές», υπογράμμισε. Αντίθετα, είπε ότι κτίζεται ένα οπλοστάσιο για να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες που έρχονται για να μπορεί να ανταποκριθεί η Κυβέρνηση στις ανάγκες «όπως ακριβώς έπραξε εμπράκτως κατά την κρίση της πανδημίας αλλά και κατά την κρίση του πληθωρισμού. Τα έκτακτα πακέτα βοήθειας που μπορέσαμε να διαθέσουμε στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, κατά τη διάρκεια των τριών πρόσφατων κρίσεων ξεπερνούν τα 4 δις ευρώ. Κτίζεται επίσης η προστασία των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και των μελλοντικών γενεών, είπε, ενώ κτίζεται και η αξιοπιστία «που είναι πιο αναγκαία όσο ποτέ σε αυτή τη δύσκολή εποχή που εισερχόμαστε στην οποία η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους αποκτά σημαίνουσα σημασία» και οι αγορές γίνονται πιο αυστηρές και δεν αποκλείονται ακόμη και ακραίες αντιδράσεις.
Ο Υπουργός είπε ότι η αναβάθμιση της κυπριακής οικονομίας εν μέσω πολύ δύσκολων συνθηκών, αποδίδεται κατά κύριο λόγο στη μείωση του δημόσιου χρέους αλλά και στην «ισχυρή δέσμευση της Κυβέρνησης σε μια συστηματική πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας. Η συνέχιση προς αυτή την κατεύθυνση είναι επιτακτική ούτως ώστε να ακολουθήσουν και άλλες αναβαθμίσεις», διευκρίνισε, τονίζοντας ότι επιπλέον αναβαθμίσεις αναμένεται να οδηγήσουν σε βελτίωση των συνθηκών δανεισμού του κράτους, στη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, ούτως ώστε να υπάρχει περισσότερο διαθέσιμο χρήμα για κοινωνικές και αναπτυξιακές πολιτικές καθώς και στη διατήρηση της αξιοπιστίας της οικονομίας της Κύπρου με συνέχιση της αύξησης των ξένων επενδύσεων.
«Δεν είναι τυχαίο που η Κύπρος ανέβηκε από την 68η στην 18η θέση στον δείκτη Greenfield FDI performance Index, ο οποίος καταγράφει τις επιδόσεις των χωρών στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων», είπε, σημειώνοντας ότι η Κύπρος κατέγραψε τη μεγαλύτερη άνοδο από όλες τις χώρες.
Μίλησε για ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας, με την εφαρμογή του προγράμματος «Όραμα 2035», που ετοιμάστηκε με επιστημονικό τρόπο σε συνεργασία με το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας. «Είναι η πρώτη φορά μετά το 1974 που η χώρα πορεύεται με βάση ένα συγκεκριμένο, ολιστικό, αισιόδοξο αλλά συνάμα ρεαλιστικό Μοντέλο Οικονομικής Ανάπτυξης για όλους τους τομείς της οικονομίας. Και είναι η πρώτη φορά, που οι ίδιοι οι προϋπολογισμοί του Κράτους, και αυτός που έχετε ενώπιον σας, καταρτίζονται με βάση αυτό το συγκεκριμένο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό πλάνο αντί αποσπασματικών και ασύνδετων πολιτικών», είπε.
Γι’ αυτό, ανέφερε, δύο από τους τέσσερις διεθνείς Οίκους αξιολόγησης, οι DBRS και S&P’s, αναβάθμισαν την πιστοληπτική ικανότητα της Κυπριακής Οικονομίας κατά μια επιπρόσθετη βαθμίδα, ενώ ο Οίκος Moody’s επιβεβαίωσε την πιστοληπτική ικανότητα της ΚΔ στο Ba1 διαμορφώνοντας την προοπτική από σταθερή σε θετική αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για αναβάθμιση εντός των επόμενων 12 μηνών.
«Δεν ακολουθήσαμε τις πολιτικές που οδήγησαν στο διπλασιασμό του δημόσιου χρέους σε 5 μόνο χρόνια για να δίνονται αυξήσεις στους μισθούς και τα επιδόματα, αστόχευτες παροχές χωρίς ουσιαστικό κοινωνικό αντίκρισμα όπως αποδείχτηκε», καθώς αυτές οι πολιτικές οδήγησαν «σε διαδοχικές υποβαθμίσεις και στον αποκλεισμό μας από τις αγορές», είπε ο κ. Πετρίδης.
Αναφερόμενος στο «Κύπρος το Αύριο» και το Ταμείο Ανάκαμψης, είπε ότι προβλέπει την άντληση 4,4 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2021 – 2027, και αναμένεται να ενισχύσει την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας κατά 7% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν μεσοπρόθεσμα, με την παράλληλη δημιουργία πέραν των 11 χιλιάδων καλά αμειβομένων θέσεων εργασίας.
Μίλησε επίσης για το όραμα της ανάπτυξης με τον μεγαλύτερο αναπτυξιακό προϋπολογισμό που είχε ποτέ η χώρα. «Το όραμα μιας πράσινης και ψηφιακής χώρας με προϋπολογιζόμενες δαπάνες πράσινης μετάβασης ύψους 892 εκ. ευρώ και ψηφιακής μετάβασης ύψους 225 εκ. ευρώ, την τριετία 2023-2025. Το όραμα των πολιτικών και κινήτρων που φέρνουν ξένες επενδύσεις στη χώρα μας. Το όραμα ενός κοινωνικού κράτους με ενσωματωμένες πολιτικές που αφορούν το ΓΕΣΥ, το ΕΕΕ, τους χαμηλοσυνταξιούχους, τις ευάλωτες ομάδες. Το όραμα της κοινωνικής δικαιοσύνης», σημειώνοντας ότι οι κοινωνικοί δείκτες για την ανισότητα και τη φτώχεια συνεχίζουν να καταγράφουν βελτίωση, με το ποσοστό του πληθυσμού που βρισκόταν σε κίνδυνο φτώχειας να μειώνεται, φτάνοντας στο 13,8% το 2021 σε σχέση με 15,3% το 2013.
«Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης οδήγησαν και σε μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων λόγω ακριβώς του ότι τα τελευταία δέκα χρόνια καταφέραμε να κτίσουμε ένα πραγματικό κράτος πρόνοιας που ουδέποτε στο παρελθόν είχε η Κύπρος», υπογράμμισε ο Υπουργός.
Κλείνοντας, είπε ότι τα επόμενα χρόνια προβλέπονται αρκετά δύσκολα για την παγκόσμια και την κυπριακή οικονομία. «Θεωρούμε ότι καταρτίσαμε έναν Προϋπολογισμό ευθύνης αλλά και ανάπτυξης, ο οποίος καλείται να στηρίξει την κοινωνία και την οικονομία σε αυτή τη δύσκολη περίοδο, αλλά έχει παράλληλα στραμμένο το βλέμμα και στο μέλλον», καθώς τίποτα δεν είναι δεδομένο στη νέα συγκυρία.
«Εμείς ως Κυβέρνηση παραδίδουμε μια εύρωστη οικονομία, με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, και χαμηλή ανεργία. Αλλά και με μεγάλες προκλήσεις για την επόμενη κυβέρνηση. Η ψήφιση του νομοσχεδίου του Προϋπολογισμού που έχετε ενώπιον σας θέτει τις βάσεις συνέχισης της θετικής αυτής πορείας», είπε, καλώντας τους βουλευτές να ψηφίσουν σε νόμο τόσο τον Προϋπολογισμό για το 2023, όσο και το τριετές δημοσιονομικό πλάνο, για την περίοδο 2023-2025.