Η έκθεση «Επιδαπέδια» του Νικόλα Αντωνίου φιλοξενείται στο «Μουσείο Πιερίδη» στη Λάρνακα
Στο «Μουσείο Πιερίδη – Πολιτιστικό Ιδρυμα της Τράπεζας Κύπρου στη Λάρνακα, φιλοξενείται μέχρι τις 4 Ιουλίου, η τελευταία έκθεση «Επιδαπέδια», του Νικόλα Αντωνίου, μια πρωτοποριακή δουλειά αφού οι επιφάνειες που ζωγράφισε ο καλλιτέχνης είναι στο δάπεδο και όχι στον τοίχο.
Σε συνέντευξη του στο ΚΥΠΕ ο Νικόλας Αντωνίου είπε ότι «ο συγκεκριμένος τίτλος της έκθεσης αναφέρεται στις ζωγραφικές επιφάνειες που επιλέγω να παρουσιάσω στο δάπεδο, αντί στο τοίχο, δημιουργώντας γεωμετρικές συνθέσεις που καλούν το θεατή να τις επεξεργαστεί από ψηλά καθώς περιφέρεται γύρω τους».
«Δεν μπορώ να πω με σιγουριά ότι αυτό είναι κάτι το πρωτοποριακό, όμως σίγουρα για μένα είναι κάτι σημαντικό, αφού η επιλογή αυτή, του να παρουσιάσω στο δάπεδο έργα ανεικονικής ζωγραφικής, είναι αποτέλεσμα μιας μεγάλης αναζήτησης τόσο σε καλλιτεχνικό, όσο και προσωπικό επίπεδο», ανέφερε.
Σε ερώτηση για τα ερεθίσματα τα οποία των ώθησαν στην δημιουργία των έργων που περιλαμβάνονται στην έκθεση του στο Μουσείο Πιερίδη, απάντησε πως «τα ερεθίσματα μου για την δημιουργία των συγκεκριμένων έργων ήταν το κυπριακό τοπίο. Ήταν ίσως απλά ένας τρόπος να είναι τα έργα λίγο πιο βιωματικά, ωστόσο αυτό αποτελεί για μένα, ίσως τον πρώτο συνδετικό κρίκο της δουλειάς μου με τα εκθέματα του Μουσείου».
Πρωταρχικός στόχος στην επιμέλεια της έκθεσης, συνέχισε, «ήταν τα έργα να μην επιβάλλονται στον χώρο αλλά ούτε και να χάνονται σε αυτόν. Έτσι προσπάθησα, σεβόμενος την αρχιτεκτονική και την διαρρύθμιση των εκθεμάτων του Μουσείου να καλύψω κυρίως του κενούς χώρους, με τρόπο ώστε τα έργα να συνυπάρχουν με τα εκθέματα και το ένα να προσθέτει στο άλλο».
Όσον αφορά την καλλιτεχνική του διαδρομή ο κ. Αντωνίου είπε ότι ζωγράφιζα από μικρός, όπως οι περισσότεροι, ίσως με περίσσιο ενδιαφέρον. Μεγαλώνοντας είχα στο μυαλό μου ως κατεύθυνση, την αρχιτεκτονική και την ζωγραφική, ωστόσο στην πορεία με κέρδισε η ζωγραφική και έτσι αποφάσισα να δώσω εξετάσεις για την Σχολή Καλών Τεχνών όπου και πέρασα. Μέσα στα χρόνια της Σχολής γινόταν ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι η επιλογή αυτή ήταν η πιο σωστή».
Ο Νικόλας Αντωνίου σημείωσε ακόμα πως η ανθρώπινη φιγούρα με την οποία ασχολείται «δεν είναι δύσκολο θέμα, αφού η φιγούρα απασχολεί τους ζωγράφους διαχρονικά τόσο θεματολογικά όσο και τεχνικά. Για μένα η ανθρώπινη φιγούρα ήταν το στοιχείο που έψαχνα και παρατηρούσα πιο έντονα στα έργα άλλων ζωγράφων» είπε και σημείωσε πως «όταν ξεκίνησα την καλλιτεχνική μου διαδρομή, στόχος μου ήταν να καταφέρω και εγώ να την ζωγραφίσω και να την αποδώσω».
Ο καλλιτέχνης, που θεωρείται ένας από τους εκπροσώπους της μοντέρνας απεικόνισης της φιγούρας και η δουλειά του έχει μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό, ανέφερε ότι «όσο και να αγαπούσα την φιγούρα, ήξερα ότι ήταν ένα θέμα που εύκολα μπορούσε να θεωρηθεί ως ξεπερασμένο, ειδικά την περίοδο που ξεκινούσα τις σπουδές μου».
«Με το φόβο του να κατηγορηθεί η θεματολογία μου ως ξεπερασμένη, προσπαθούσα να βρω διάφορους τρόπος να καταστήσω την ζωγραφική μου σύγχρονη» ανέφερε και σημείωσε πως «τα νέα υλικά, τα έντονα χρώματα αλλά και η μελέτη μοντέρνων κινημάτων, με βοήθησαν στο να πετύχω το στόχο μου και ίσως η αποδοχή μου στο εξωτερικό να οφείλεται σε αυτό».
Όσον αφορά τις τεχνικές και τα υλικά που χρησιμοποιεί στα έργα του, ο Νικόλας Αντωνίου είπε ότι «χρησιμοποιώ διάφορα υλικά, αλλά κυρίως λάδια, ακρυλικά και σπρέι. Κάθε υλικό έχει τα δικά του στοιχεία και χαρακτηριστικά και συνδυάζοντας τα προσπαθώ να δημιουργώ καινούριες δυναμικές» είπε και εξήγησε πως χρησιμοποιεί «τα καθαρά πλακάτα χρώματα του ακρυλικού τα οποία εμπλουτίζω με τη έντονη χρωστικότητα των λαδιών και την ιδιαίτερη υφή που αφήνουν, μέσα από τις διαφάνειες που σου επιτρέπει το υλικό να φτιάξεις».
Ζητήσαμε από τον καλλιτέχνη να μας εξηγήσει την στροφή στην τέχνη του από τα πορτραίτα με τα οποία ασχολείτο μέχρι σήμερα, στην ανεικονική ζωγραφική και παραδέχθηκε πως «η ανθρώπινη φιγούρα ήταν η κύρια θεματολογία μου. Αν ανατρέξουμε στα προηγούμενα έργα μου, θα παρατηρήσει κανείς ότι τόσο πίσω από τη φιγούρα, όσο και πάνω σε αυτήν, υπάρχουν έντονα εξπρεσιονιστικά στοιχεία αφηρημένης ζωγραφικής που όμως πάντα λειτουργούν ως φόντο».
Τον τελευταίο καιρό, ανέφερε, «καθώς ζωγράφιζα, έβρισκα όλο και περισσότερο ενδιαφέρον στο «φόντο» παρά στη φιγούρα που μέχρι στιγμής ήταν ο ήρωας των έργων». «Η απόφαση να αφαιρέσω την φιγούρα από τα έργα μου, ήταν δύσκολη, με έφερε σε αμηχανία και για καιρό τα έργα φαίνονταν ανολοκλήρωτα» είπε και πρόσθεσε ότι «γεννήθηκαν νέα ερωτηματικά, προβληματισμοί, που με τη σειρά τους έφεραν νέες ιδέες και άνοιξαν ένα νέο κεφάλαιο στη δουλειά μου».
Ο Νικόλας Αντωνίου συμμετείχε σε ομαδικές εκθέσεις σε Κύπρο, Γερμανία, Αυστραλία, Ουγγαρία, Ελλάδα, Ρουμανία, Ελβετία και Ιταλία κάτι που όπως ανέφερε «με ικανοποιεί, αφού ανταμείβεται η προσπάθεια μου και μου δίνει την ευκαιρία να επικοινωνήσω την δουλειά μου σε ευρύτερο κοινό, πράγμα σημαντικό και για την δική μου εξέλιξη. Η κατάσταση αυτή προϋποθέτει να είσαι πάντα σε εγρήγορση τόσο για να δημιουργήσεις καινούρια έργα, αλλά κυρίως να εμβαθύνεις σε αυτή την αναζήτηση που θα σε απαλλάξει από την επανάληψη» είπε.
Ερωτηθείς εάν σκέφτηκε να εργαστεί σε άλλες χώρες της Ευρώπης, ο κ. Αντωνίου εξέφρασε την πεποίθηση πως «όλοι οι καλλιτέχνες που ζουν και εργάζονται σε μικρές χώρες όπως η Κύπρος έρχονται πάντα αντιμέτωποι με την σκέψη του τι θα μπορούσε να σου προσφέρει μια άλλη χώρα. Προσωπικά, έχω σκεφτεί πολλές φορές να εργαστώ στο εξωτερικό, κάτι που έχω κάνει για μικρά χρονικά διαστήματα, ωστόσο πάντα επιστρέφω πίσω στην Κύπρο, η οποία μου προσφέρει άλλα πράγματα τα οποία με κρατούν παραγωγικό και δημιουργικό».
Όσον αφορά την το διαδίκτυο που μπήκε στη ζωή όλων, περιλαμβανομένων και των καλλιτεχνών, τα τρία περίπου χρόνια της πανδημίας του κορωνοϊού, ο κ. Αντωνίου είπε πως «το διαδίκτυο είναι ένα σημαντικό εργαλείο για ένα καλλιτέχνη στο να επικοινωνήσει τη δουλειά του, χωρίς όμως αυτό να μπορεί να αντικαταστήσει τους παραδοσιακούς τρόπους προώθησης της εργασίας του, όπως για παράδειγμα μια έκθεση σε ένα φυσικό χώρο, όπου πέρα από την αλληλεπίδραση του θεατή με τα έργα υπάρχει και η αλληλεπίδραση με τους άλλους ανθρώπους που είναι ένας από τους κύριους στόχους της τέχνης».