Δέκα χρόνια πέρασαν από το μαύρο πρωινό της 11ης Ιουλίου 2011, όταν πολεμικό υλικό αποθηκευμένο σε 98 κοντέινερ, εξερράγη στη ναυτική βάση «Ευάγγελος Φλωράκης» με αποτέλεσμα τον θάνατο δεκατριών παλικαριών και τον τραυματισμό ακόμη 63 ατόμων.
Δέκα χρόνια και ακόμη δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη για τον άδικο χαμό των δεκατριών παλικαριών της Κύπρου.
Η κατάσχεση του φορτίου από το πλοίο Monchegorsk
Στις 9 Ιανουαρίου 2009, το υπό κυπριακή σημαία εμπορικό πλοίο Monchegorsk, φόρτωσε στο λιμάνι Μπαντάρ Αμπάς του Ιράν, και αναχώρησε για το ταξίδι του προς την Λαττάκεια της Συρίας. Το φορτίο περιλάμβανε 98 εμπορευματοκιβώτια και 231 πακέτα. Στις 20 Ιανουαρίου, πλοίο των ΗΠΑ σταμάτησε το Monchegorsk στην Ερυθρά Θάλασσα και αφού έλεγξε το φορτίο, διαπίστωσε παραβιάσεις των αποφάσεων του ΟΗΕ που επέβαλαν κυρώσεις κατά του Ιράν.
Στις 23 Ιανουαρίου, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ ενημέρωσε τον τότε πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Δημήτρη Χριστόφια και πως σύμφωνα με τις συμφωνίες που είχε υπογράψει η Κύπρος, ήταν υποχρεωμένη να εμποδίσει το πλοίο να συνεχίσει προς την Συρία Η Κύπρος ζήτησε από το πλοίο να προσαράξει στο λιμάνι της Λεμεσού για επιθεώρηση. Το πλοίο κατέφθασε στην Λεμεσό στις 29 Ιανουαρίου όπου σε ελέγχους όντως διαπιστώθηκε η ύπαρξη παράνομου πολεμικού υλικού.
Μετά από διαπραγματεύσεις ο πρόεδρος της Δημοκρατίας αποφάσισε να κρατήσει το υλικό στην Κύπρο, καθώς σε τέτοια περίπτωση θα ικανοποιούσε τόσο την πλευρά των ΗΠΑ και του ΟΗΕ, όσο και την πλευρά της Συρίας και του Ιράν.
Η φύλαξη του φορτίου
Μεταξύ 6 και 12 Μαρτίου το φορτίο μεταφέρθηκε στην Ναυτική Βάση στο Μαρί. Συνολικά ζύγιζε 1400 έως 1500 τόνους, και έτσι είχε κτιστεί τσιμεντένια βάση για να μην υποχωρήσει το έδαφος. Η βάση σχεδιάστηκε από υψηλόβαθμο αξιωματούχο της Εθνικής Φρουράς. Τα εμπορευματοκιβώτια τοποθετήθηκαν με τέτοιο τρόπο ώστε η πόρτα τους να μην είναι προσβάσιμη, ενώ τοποθετήθηκε και συρματόπλεγμα. Ωστόσο αυτά τα μέτρα απείχαν από τα κατάλληλα μέτρα φύλαξης πυρομαχικών για μακρό χρονικό διάστημα όπου απαιτούν συνεχή αερισμό, χαμηλή θερμοκρασία, έλεγχος υγρασίας, ελάχιστη επαφή με έδαφος και εύκολη πρόσβαση για επιθεωρήσεις.
Στις 19 Ιουνίου 2009, το τμήμα τελωνείων της Κυπριακής Δημοκρατίας ενημέρωσε τα Υπουργεία Αμύνης, Εξωτερικής Πολιτικής και Οικονομικών ότι το εκρηκτικό υλικό είχε περάσει στην κυριότητα της Δημοκρατίας, μιας και κανένας δεν το διεκδίκησε. Σύμφωνα με τον νόμο, που ρύθμιζε το θέμα, υπήρχαν τρεις επιλογές: καταστροφή του υλικού, να δοθεί στο κοινό ή να το πουλήσει. Ωστόσο, εξ αιτίας των διπλωματικών προβλημάτων που δημιουργούσε η υπόθεση, αποφασίστηκε η συνέχιση της φύλαξης του από την Εθνική Φρουρά.
Η έκρηξη της 11ης Ιουλίου
Στις 11 Ιουλίου, ενώ οι καιρικές συνθήκες ήταν δυσμενείς, στις 03:40 το πρωί, εργαζόμενοι στο γειτονικό ηλεκτροπαραγωγό εργοστάσιο παρατήρησαν «μερικά φώτα στον ουρανό», τα οποία προέρχονταν από την μεριά της ναυτικής βάσης και σήμαναν συναγερμό. Μετά από μερικά λεπτά, ο επικεφαλής αξιωματούχος της ναυτικής βάσης είδε λάμψη, και μετά ότι μερικά από τα εμπορευματοκιβώτια είχαν αρπάξει φωτιά. Το προσωπικό της βάσης κινητοποιήθηκε για να σβήσει την φωτιά. Ο αστυνομικός σταθμός και η πυροσβεστική ενημερώθηκαν και δύο πυροσβεστικά οχήματα και έξι πυροσβέστες έφτασαν στο χώρο. Στις 5:00, ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, ο Διοικητής της πυροσβεστικής και άλλοι αξιωματούχοι ενημερώθηκαν για την φωτιά και τις εκρήξεις. Στις 5:17, ο Διοικητής του Ναυτικού έφτασε στην ναυτική βάση και διέταξε να εκκενώσουν τον χώρο. Ζήτησε επίσης τη συνδρομή από την Εθνική Φρουρά ελικοπτέρων ώστε να βοηθήσουν την κατάσβεση της φωτιάς. Περίπου στις 5:50 το πρωί, μια μεγάλη έκρηξη που προκάλεσε ωστικό κύμα, προκάλεσε τον θάνατο 13 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 62. Καταστράφηκε ο γειτονικός σταθμός, ενώ υπήρχαν ζημίες σε υποδομές στην ναυτική βάση, στα γύρω χωριά και στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας Λεμεσού.
Τα όσα ακολούθησαν
Μετά την έκρηξη στο Μαρί, ο υπουργός Αμύνης Κώστας Παπακώστας, ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκος Κυπριανού (προερχόμενος από το ΔΗΚΟ) και ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς Πέτρος Τσαλικίδης παραιτήθηκαν. Την ίδια ημέρα, στις 13:30, συγκλήθηκε έκτακτη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Μετά τη συνεδρίαση, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφανος Στεφάνου δήλωσε ότι όλα τα θύματα «είναι Κύπριοι» και ότι «αμφισβητούμε το γεγονός ότι κάποιος σκόπιμα προκάλεσε την έκρηξη. Οι κηδείες των θυμάτων θα γίνουν με δημόσια δαπάνη».
Η κοινή γνώμη και τα κόμματα της αντιπολίτευσης ζητούσαν την παραίτηση της κυβέρνησης. Ο πρόεδρος ανέθεσε σε ανεξάρτητη επιτροπή να μελετήσει τα γεγονότα που οδήγησαν στην έκρηξη και στις 3 Οκτωβρίου παρέδωσαν πόρισμα με το οποίο επέρριπταν ευθύνες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος απέρριψε το πόρισμα.
Τον Ιούλιο του 2013, ο Κώστας Παπακώστας βρέθηκε ένοχος για ανθρωποκτονία, με το δικαστήριο να δηλώνει πως «έκλεισε τα μάτια του στον κίνδυνο» σχετικά με την φύλαξη εκρηκτικών. Καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση. Απεβίωσε καθώς εξέτιε την ποινή του.
Ο αρχηγός της Εθνικής Φρουράς Πέτρος Τσαλικίδης αντιμετώπισε το στρατοδικείο στην Ελλάδα, αφού διακρατικές συμφωνίες Ελλάδας-Κύπρου παρείχαν ασυλία στον Έλληνα στρατιωτικό. Τελικά καταδικάστηκε για ανθρωποκτονία από αμέλεια σε εφτά χρόνια φυλάκιση, άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος χωρίς περιοριστικά μέτρα.
Πηγή: Sigmalive