Η Κύπρος υιοθέτησε πολύ νωρίτερα από άλλες χώρες, αυστηρά μέτρα για να εμποδίσει τη διασπορά του ιού στο εσωτερικό της και να προστατεύσει τη Δημόσια Υγεία, ανέφερε απόψε ο Υπουργός Υγείας κ. Κωνσταντίνος Ιωάννου, μιλώντας σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Rotary Club Λευκωσίας-Λευκοθέας.
Σε ομιλία του στην εκδήλωση, ο κ. Ιωάννου έκανε εκτενή αναφορά στις ενέργειες που εφάρμοσε η Κύπρος από τον Ιανουάριο όταν το επίκεντρο της επιδημίας βρισκόταν στην Κίνα. «Από την αρχή της πανδημίας, η Κύπρος ακολούθησε πιστά τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Ευρωπαϊκού Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Λοιμώξεων (ECDC)», είπε ο Υπουργός Υγείας. Παρόλο που την περίοδο εκείνη, σημείωσε, τα δεδομένα έδειχναν ότι η επιδημία δεν αποτελούσε μεγάλη απειλή και ούτε ήταν δυνατό να προβλεφθεί ότι θα εξελισσόταν σε πανδημία, δόθηκαν οδηγίες για ενεργοποίηση της Μονάδας Επιδημιολογικής Επιτήρησης, με σαφείς οδηγίες για επαναξιολόγηση και επικαιροποίηση του πλάνου δράσης για τον Έμπολα που υπήρχε. Ταυτόχρονα, ζητήθηκε από τη Μονάδα να γίνει καταγραφή του διαθέσιμου Ατομικού Προστατευτικού Εξοπλισμού και να παραγγελθεί επαρκής ποσότητα αναλωσίμων και εξοπλισμού. Σε εβδομαδιαία βάση, γινόταν αξιολόγηση της κατάστασης, στη βάση της πληροφόρησης που λαμβάναμε από τον ΠΟΥ και το ECDC, εντοπίζονταν τα όποια εμπόδια στη στρατηγική της Κύπρου και λαμβάνονταν οι απαραίτητες ενέργειας για τη βελτίωση του πλάνου δράσης.
Την ίδια ώρα, ανέφερε ο κ. Υπουργός, συνεχής ήταν και η επικοινωνία με την Επικεφαλής του ECDC και την Ευρωπαία Επίτροπο για την Υγεία. Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες του ECDC και την εκτίμηση κινδύνου, η Κύπρος από νωρίς εφάρμοζε τα μέτρα εκείνα που ίσχυαν για τις περιπτώσεις των χωρών που είχαν ήδη κρούσματα της νόσου. «Στη βάση των 4 πυλώνων της στρατηγικής του ECDC, αναπροσαρμόσαμε το πλάνο δράσης μας και ετοιμαστήκαμε για το χειρότερο σενάριο. Δώσαμε έμφαση στην εκπαίδευση του κοινού για τον νέο κορωνοϊό. Αναπτύξαμε πολύ γρήγορα μηχανισμό και εξηγήσαμε στους πολίτες τα βήματα που έπρεπε να ακολουθούν σε περίπτωση που χρειάζονταν ιατρική βοήθεια. Με τη λειτουργία τηλεφωνικών γραμμών βοήθειας για τους πολίτες και μέσω επικοινωνιακής εκστρατείας, ενημερώσαμε το κοινό για τα συμπτώματα του ιού, με ποιον έπρεπε να επικοινωνήσουν αν εκδήλωναν αυτά τα συμπτώματα, γιατί έπρεπε να παραμείνουν σε αυτοπεριορισμό μετά από ταξίδι, κτλ», επεσήμανε ο κ. Ιωάννου.
Παράλληλα, πρόσθεσε, χρειαζόταν να ενημερώσουμε και να εκπαιδεύσουμε τους επαγγελματίες υγείας, ώστε να γνωρίζουν όσες περισσότερες πληροφορίες υπήρχαν διαθέσιμες, και έτσι να μπορούν να περιθάλπουν τους ασθενείς. Μέσω του Λογισμικού του ΓεΣΥ, στάλθηκε σε διάφορες περιπτώσεις ενημερωτικό υλικό, ενώ πραγματοποιήθηκαν και εκπαιδεύσεις του προσωπικού για επάνδρωση των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Δημιουργήθηκαν ακόμη τα Ιατρεία Δημόσιας Υγείας, όπου παραπέμπονταν για αξιολόγηση τα ύποπτα περιστατικά.
Περί τα τέλη Ιανουαρίου, εφαρμόστηκαν τα πρώτα μέτρα στα σημεία εισόδου μας, με τον έλεγχο επιβατών ανάλογα με τη χώρα προέλευσή τους. «Η Κύπρος ήταν από τις πρώτες χώρες που έλαβαν αυστηρά μέτρα στα αεροδρόμια, νωρίτερα από όσο χρειαζόταν, και πολύ πριν ο ΠΟΥ ανακηρύξει τον SARS-CoV-2 σε πανδημία», υπογράμμισε ο κ. Ιωάννου, κάνοντας, ακολούθως, αναφορά στη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, η οποία συνέβαλε στην παρακολούθηση της πορείας της πανδημίας παγκόσμια.
«Από όταν καταγράφηκαν τα δύο πρώτα εισαγόμενα κρούσματα COVID-19 στις 9 Μαρτίου, μέχρι σήμερα, ο αριθμός των κρουσμάτων ανήλθε στα 1,038. Περίπου το 85% αυτών των περιστατικών έχουν αναρρώσει, 19 θάνατοι προκλήθηκαν λόγω της νόσου COVID-19, ενώ κανένας ασθενής δεν νοσηλεύεται σε ΜΕΘ για περισσότερο από έναν μήνα», είπε χαρακτηριστικά ο Υπουργός Υγείας.
Τα ενθαρρυντικά επιδημιολογικά αποτελέσματα που καταγράφονται στην Κύπρο είναι απόρροια συνδυασμού παραγόντων και ενεργειών. Αρχικά, η κήρυξη κατάστασης εκτάκτου ανάγκης στα μέσα Μαρτίου και η παραχώρηση 100 εκ. ευρώ για την ενδυνάμωση του Συστήματος Υγείας και τη διαχείριση της πανδημίας. Την ίδια ώρα, καθοριστικό ρόλο για τη συνέχεια έπαιξαν τα περιοριστικά μέτρα που λήφθηκαν, με τα οποία περιορίστηκαν οι μετακινήσεις των πολιτών. «Όπως ήταν αναμενόμενο, οι πολίτες αισθάνονταν θυμωμένοι εξαιτίας αυτών των απαγορεύσεων. Έπρεπε να είμαστε ειλικρινείς μαζί τους και επικεντρωθήκαμε ιδιαίτερα να τους εξηγήσουμε γιατί εφαρμόσαμε αυτά τα μέτρα και τους λόγους που έπρεπε να πειθαρχήσουν σε αυτά. Την ίδια ώρα, αλλάξαμε την επικοινωνιακή μας στρατηγική, έτσι ώστε να εξηγήσουμε στους πολίτες τους λόγους του lockdown, υπενθυμίζοντας συνεχώς τι έπρεπε να κάνουν εάν χρειάζονταν ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες ή πώς να εφαρμόζουν τα μέτρα ατομικής υγιεινής», είπε.
Μια άλλη πρακτική που εφάρμοσε εξ αρχής η Κύπρος ήταν ο έγκαιρος εργαστηριακός έλεγχος, η ιχνηλάτηση των επαφών και η απομόνωση των θετικών περιστατικών. Εξ ου και η Κύπρος βρίσκεται στις πρώτες θέσεις σε ό,τι αφορά στη διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων, με πέραν των 20,000 τεστ ανά 100,000 άτομα. Για τον έγκαιρο και γρήγορο έλεγχο και την ιχνηλάτηση, την περίοδο του lockdown, υιοθετήσαμε μια «επιθετική» στρατηγική εργαστηριακού ελέγχου μεγάλων ομάδων του πληθυσμού. Πραγματοποιήσαμε, με έξοδα του Κράτους, τυχαίους δειγματοληπτικούς ελέγχους του πληθυσμού, των επαγγελματιών υγείας για των ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού. Με τα προγράμματα αυτά, εξετάστηκαν πέραν των 80,000 πολιτών. Ο κ. Ιωάννου αναφέρθηκε επίσης στον έλεγχο που διενεργείται σε πολίτες που εμπίπτουν σε ειδικές ομάδες, όπως έγκυες γυναίκες, άτομα για προεγχειρητικό έλεγχο, συλληφθέντες ή μετανάστες πριν την ένταξη τους σε δομές, κοκ. Στόχος αυτής της διαδικασίας, εξήγησε ο κ. Υπουργός, είναι η ελαχιστοποίηση των πιθανοτήτων μετάδοσης του ιού στα νοσηλευτήρια, τις φυλακές και άλλες δομές, και κατ’ επέκταση η εκρίζωση του ιού από την κοινότητα.
Στη συνέχεια και όταν οι επιδημιολογικοί δείκτες το επέτρεψαν, σε συνεργασία με τα Υπουργεία Οικονομικών και Εργασίας, σχεδιάστηκε η στρατηγική για τη σταδιακή άρση των περιορισμών. Στη βάση του γενικότερου πλάνου άρσης των απαγορεύσεων και επανεκκίνησης των οικονομιών του ECDC και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κάθε κράτος προχώρησε στην εφαρμογή εθνικής πολιτικής για τη βαθμιαία επάνοδο στην καθημερινότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, η Κύπρος συνεχίζει την επιτυχή πολιτική της για μαζικούς ελέγχους του γενικού πληθυσμού, με σταδιακό άνοιγμα κλάδων της οικονομίας και στοχευμένο άνοιγμα των συνόρων της χώρας, με τρόπο που να μπορεί να γίνεται καλύτερη παρακολούθηση των επιδημιολογικών δεικτών και αναπροσαρμογή της στρατηγικής εάν χρειάζεται. «Προτιμούμε να επανεκκινήσουμε την οικονομία μας με πιο αργό ρυθμό, παρά να κάνουμε μεγάλα βήματα και να χάσουμε τον έλεγχο της κατάστασης», τόνισε στην ομιλία του ο Υπουργός Υγείας.
Μέσα από τους περιορισμούς που εφαρμόσαμε, μπορέσαμε να ετοιμάσουμε το Σύστημα Υγείας για να αντιμετωπίσει χειρότερα σενάρια. Η έγκαιρη διάγνωση των περιστατικών και η απομόνωσή τους απέτρεψαν τη διασπορά του ιού στην κοινότητα, σημείωσε, συμπληρώνοντας ότι σίγουρα σε ορισμένα ζητήματα θα μπορούσε να γίνει καλύτερος χειρισμός, ωστόσο πρέπει πάντοτε να λαμβάνεται υπόψη ότι καμία χώρα παγκόσμια δεν διέθετε ούτε τα μέσα ούτε τις γνώσεις για να αντιμετωπίσει την πανδημία ειδικότερα στα αρχικά της στάδια.
Τέλος, ο Υπουργός Υγείας επανέλαβε πως, παρά την εξαιρετική επιδημιολογική εικόνα στη χώρα μας, δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός. Ο ιός, τόνισε, βρίσκεται ακόμα ανάμεσά μας και η υπερβολική χαλάρωση μπορεί να ανατρέψει την καλή πορεία. Μέχρι να υπάρξει εμβόλιο ή/και φαρμακευτική θεραπεία, χρειάζεται όλοι να παραμένουμε σε εγρήγορση, να τηρούμε τα μέτρα προσωπικής υγιεινής και κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Σημειώνεται ότι κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, το Rotary Club Λευκωσίας-Λευκοθέας τίμησε τον Υπουργό Υγείας με το Βραβείο “Paul Harris Fellowship”.