[ad_1]
Ο ίδιος ο γαμπρός του Καρλ Μαρξ, ο ανατρεπτικός Πολ Λαφάργκ, έγραφε στο σκανδαλιστικό πόνημά του «Το δικαίωμα στην τεμπελιά»: «Μια αλλόκοτη τρέλα διακατέχει τις εργατικές τάξεις των εθνών στα οποία βασιλεύει ο καπιταλιστικός πολιτισμός. Η τρέλα αυτή είναι ο έρωτας για τη δουλειά, το θανατηφόρο πάθος για τη δουλειά, που φτάνει μέχρι την εξάντληση των ζωτικών δυνάμεων του ατόμου και των απογόνων του».
O Λαφάργκ συνόψισε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ανθρώπινη προδιάθεση για ραχάτι και ανεμελιά δηλαδή, ως ο άλλος εαυτός του καθενός μας!
Γιατί όλοι ξέρουμε ότι οι δουλειές στο σπίτι πρέπει να γίνουν άμεσα, όλοι ωστόσο επιλέγουν να κάνουν κάτι άλλο (ή ακόμα και τίποτα) στη θέση τους. Όλοι έχουμε κάποια προθεσμία να προλάβουμε, αν και πιθανότατα θα μας πάρει ο ύπνος στον καναπέ με τα πατατάκια αγκαλιά. Τέτοια ωραία πράγματα!
Βέβαια, είναι άλλο να εμπιστεύεσαι την τεμπελιά σου και να την κάνεις σλόγκαν ζωής και άλλο να φτάνεις το πράγμα στα ακρότατα όριά του, όπως οι παρακάτω κύριοι δηλαδή, που έκαναν το πράγμα σωστή επιστήμη και σχολείο φυσικά για όλους…
Ο Ρίτσαρντ Σέρινταν και ο επανακαθορισμός του όρου «χαμένες προθεσμίες»
Στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα, ο Σέρινταν ήταν ο κωμωδός του Λονδίνου, καθώς οι ανάλαφρες κωμωδίες του ιρλανδικής καταγωγής βρετανού δραματουργού σκανδάλιζαν πιπεράτα τα ήθη της μεγαλούπολης. Εξίσου γνωστός ήταν βέβαια και για την τεμπελιά του, καθώς ο τύπος μετέτρεψε τις προθεσμίες σε ό,τι πιο κοντά υπήρχε σε extreme sport!
Με αυτό δεν εννοούμε απλώς ότι παρέδιδε τα χειρόγραφά του όσο πιο αργά έπαιρνε, μόλις στο τελευταίο δευτερόλεπτο δηλαδή, αλλά κάτι ακόμα καλύτερο: οι ηθοποιοί του λάμβαναν για πρώτη φορά τα τελικά κείμενα κατά τη διάρκεια της πρεμιέρας! Όχι πριν από την πρεμιέρα, αλλά την ώρα που οι ηθοποιοί ήταν επί σκηνής.
Στο περίφημο «Σχολείο Σκανδάλων» του, ο Σέρινταν είχε ολοκληρώσει τις πρώτες δύο πράξεις και είχε ορκιστεί να μην ξανακάνει τέτοιο χουνέρι στον θίασό του. Συνέχισε βέβαια να κωλυσιεργεί, παρά τις αντίθετες διακηρύξεις, και φτάσαμε έτσι μέχρι την πρεμιέρα της παράστασης.
Όταν άνοιξε η αυλαία, όλοι οι ηθοποιοί κατάλαβαν ότι κείμενο δεν θα είχαν στα χέρια τους, κι έτσι έπρεπε να αυτοσχεδιάσουν: ο Σέρινταν έγραφε το έργο στα παρασκήνια και οι ηθοποιοί περνούσαν από το καμαρίνι του για να πληροφορηθούν τις ατάκες τους. Όσο προλάβαινε να ήταν μπροστά από το έργο που παιζόταν στο σανίδι, τότε κανείς δεν θα καταλάβαινε τη διαφορά!
Εντελώς αναπάντεχα, το «Σχολείο Σκανδάλων» έγινε τρελή επιτυχία και έσωσε την παρτίδα για τον τεμπελχανά και αναβλητικό δραματουργό…
Ο πιο τεμπέλης πρωθυπουργός της Βρετανίας
Στη βικτοριανή Βρετανία, η κοινωνική τάξη ήταν τα πάντα. Ακόμα κι αν δεν είχες καμία ικανότητα ως άνθρωπος, αν γεννιόσουν στην τάξη των ευγενών η ζωή θα σου φερόταν με το γάντι και πουθενά δεν ήταν πιο ευδιάκριτο αυτό από την περίπτωση του πρωθυπουργού Ουίλιαμ Λαμπ, 2ου Υποκόμη του Μέλμπουρν. Πιθανότατα ο πιο τεμπέλης πολιτικός της Ιστορίας, ο ηγέτης του κόμματος των Ουίγων ανέβηκε στον θώκο από σπόντα και πέρασε τα επόμενα εφτά χρόνια στο τιμόνι της χώρας σε κατάσταση ύπνωσης!
Είχε εξάλλου ένα κάρο αποτυχίες στο βιογραφικό του, όπως ο γάμος του με μια μέγαιρα αριστοκράτισσα, με την οποία πέρασε τη ζωή του γιατί ήταν σαν να είχε πέσει σε λήθαργο και δεν έλεγε να ξυπνήσει. Η κυρία ερωτοτροπούσε αριστερά και δεξιά και διατηρούσε φανερούς εξωσυζυγικούς δεσμούς με πολλούς (μεταξύ αυτών και ο Λόρδος Βύρωνας), αποκαλύπτοντας τα πάντα σε σκανδαλώδη βιβλία όπου κόμπαζε για τα ειδύλλιά της κάτω από τις μύτες του άντρα της, στον οποίο θα έπαιρνε 20 χρόνια να συνέλθει και να τη χωρίσει τελικά!
Αλλά και η άνοδός του στο υψηλότερο πολιτικό αξίωμα της χώρας δεν ήταν περισσότερο ευοίωνη: η Βουλή των Κοινοτήτων τον επέλεξε γιατί ήταν το μόνο πρόσωπο κοινής αποδοχής, μιας και ποτέ δεν είχε κάνει τίποτα για να συγκεντρώσει εχθρούς και πολεμική κριτική. Αναλαμβάνοντας τον πρωθυπουργικό θώκο, πέρασε όλες τις επίσημες συναντήσεις και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες κοιμώμενος. Συνήθιζε μάλιστα να ροχαλίζει τόσο δυνατά που ενοχλούσε τους άλλους που ήθελαν να κάνουν ό,τι ήταν να κάνουν!
Ο μόνος λόγος που έμεινε στα αξιώματά του για εφτά χρόνια ήταν ο σεβασμός και η αφοσίωση που του είχε η βασίλισσα Βικτωρία. Όταν αντικαταστάθηκε τελικά το 1841, όλη η χώρα έμοιαζε ανακουφισμένη, κάνοντας τον Μπέντζαμιν Ντισραέλι να σχολιάσει ότι ο τύπος θα μπορούσε να «κοιμηθεί και να χάσει μια αυτοκρατορία»…
Ο Τζορτζ Άκερλοφ μετέτρεψε την αναβλητικότητα σε γνωστικό αντικείμενο(!)
Πολλοί άνθρωποι μπορούν να αναβάλουν συνεχώς τις δουλειές τους, αν και χρειάζεται ιδιαίτερες ικανότητες και εκπληκτικά μυαλά για να μετατραπεί η τεμπελιά σε ακαδημαϊκή εργασία! Αυτό ακριβώς έκανε ο οικονομολόγος Τζορτζ Άκερλοφ, μετατρέποντας τη θεωρητική δουλειά του για την αναβλητικότητα σε κολοσσιαίο έργο που τιμήθηκε με Νόμπελ!
Το σκηνικό εκτυλίχθηκε στην Ινδία στις αρχές του 1990, όταν ο Άκερλοφ πέρασε ένα διάστημα στη χώρα και δέχτηκε κάποια στιγμή την επίσκεψη του καλού του φίλου και επίσης νομπελίστα οικονομολόγου Τζόζεφ Στίγκλιτζ. Όταν έφυγε ο Στίγκλιτζ, ξέχασε μερικά πουκάμισα στο σπίτι του Άκερλοφ, αν και ο τελευταίος παρά τις συχνές διαβεβαιώσεις, ξεχνούσε συνεχώς να του τα στείλει. Αφού το αμέλησε για οχτώ μήνες, κατέληξε κάποια στιγμή στην κολοσσιαία σκέψη: ή ο Στίγκλιτζ δεν θα του ξαναμιλούσε ποτέ ή η αναβλητικότητα ήταν κάτι που άξιζε μια αυστηρή ακαδημαϊκή μελέτη.
Γιατί βλέπετε ο Άκερλοφ είχε τις καλύτερες των προθέσεων και ήθελε πράγματι να του στείλει το δέμα, αν και δεν το έκανε. Η μεγάλη στιγμή ήρθε όταν αναγνώρισε ότι αυτή η περίεργη και παράλογη συμπεριφορά που λέμε αναβλητικότητα θα μπορούσε να εφαρμοστεί σε ένα πεδίο που ήξερε καλά, τη συμπεριφορική χρηματοοικονομική!
Στο πόνημά του «Αναβλητικότητα και Υπακοή» (1991) ο καθηγητής χρησιμοποίησε τη δική του αναβλητικότητα ως μοντέλο πρόγνωσης της συμπεριφοράς του γενικού πληθυσμού σε συγκεκριμένες περιστάσεις, κάνοντας τον ακαδημαϊκό κόσμο να συγκλονιστεί συθέμελα. Ο τομέας έρευνας του Άκερλοφ είναι σήμερα ένα από τα επαναστατικότερα αντικείμενα μελέτης της οικονομικής, εξασφαλίζοντας στον καθηγητή το Νόμπελ το 2001, από κοινού μάλιστα με τον Στίγκλιτζ, ο οποίος μέχρι τότε είχε πάρει τα πουκάμισά του πίσω…
Ο Ντάγκλας Άνταμς αναβάλει το δικαίωμα στην παραγωγικότητα
Ο περίφημος βρετανός συγγραφέας έχει τιμή και καμάρι την τεμπελιά του, αλλά και το εμβληματικό «Γυρίστε τον Γαλαξία με Οτοστόπ», το βαρύ πυροβολικό της βρετανικής sci-fi σκηνής. Ακόμα και στο έργο του εισέβαλλε βέβαια η τεμπελιά του, καθώς ο βρετανός γραφιάς δεν δίσταζε να δώσει απρόοπτα τέλη στα βιβλία του μόνο και μόνο γιατί βαριόταν να σκεφτεί και να γράψει άλλο! Ακόμα και τις παραγράφους άφηνε ημιτελείς, για τέτοια τεμπελιά μιλάμε.
Αν και το τρανότερο παράδειγμα της αναβλητικότητάς του ήρθε στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν είχε αναλάβει μια παραγγελία από τον εκδοτικό του να γράψει ένα βιβλίο, το οποίο ανέβαλλε φυσικά για χρόνια. Όταν κάποια στιγμή τα πράγματα έφτασαν στο απροχώρητο, ο τύπος έκατσε και έφτιαξε ένα videogame για τον υπολογιστή μόνο και μόνο για να μη γράψει το βιβλίο!
Μιλάμε βέβαια για τη δεκαετία του 1990 και το να φτιάξει κάποιος ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι με τον προσωπικό του υπολογιστή μόνο εύκολο δεν ήταν. Περιχαρής ο Άνταμς, έριξε πάνω στο γραφείο του εκδότη του όχι το ολοκληρωμένο χειρόγραφο αλλά μια δισκέτα. Ο εκδότης το καταχάρηκε, κυκλοφόρησε το παιχνίδι στην αγορά, του υπενθύμισε όμως με νόημα πως το θέμα με το βιβλίο δεν είχε ξεχαστεί!
Για να μην το γράψει τελικά ποτέ, ο Άνταμς ζήτησε από τον καλό του φίλο Τέρι Τζόουνς (ναι, των Monty Python) να το ολοκληρώσει και μάλιστα γρήγορα, καθώς η νέα διορία ήταν μόλις πέντε βδομάδες. Ο Τζόουνς το τέλειωσε και αργότερα είπε ότι το έγραψε ολόγυμνος…
Ο Ντα Βίντσι μετέτρεψε την αναβλητικότητα σε μεγαλοφυΐα
Η «Μόνα Λίζα» είναι ένα από τα πιο πολυτραγουδισμένα έργα τέχνης, τόσο που δεν χρειάζεται καμία περαιτέρω επεξήγηση. Είναι όμως και ιδιαιτέρως μικρή, με τις διαστάσεις του καμβά να είναι 76×53 εκατοστά. Ταυτοχρόνως, είναι ένα από τα αριστουργήματα της ζωγραφικής και θα περίμενε κανείς να πήρε χρόνο για να φιλοτεχνηθεί, μιας και όλα μοιάζουν βαλμένα στην εντέλεια πάνω της, κάθε πινελιά έχει τον ρόλο της.
Πόσο πήρε λοιπόν για να ολοκληρωθεί; Έξι μήνες; Έναν χρόνο; Μπα, δοκιμάστε καλύτερα τα 15 χρόνια! Για μιάμιση δεκαετία (1503-1517), ο αναγεννησιακός δάσκαλος επέστρεφε και ξαναγύριζε στο πορτρέτο της Λίζα Τζεραρντίνι όχι γιατί είχε καλλιτεχνικές ανησυχίες, αλλά γιατί βαριόταν να το ολοκληρώσει!
Στο νεκροκρέβατό του μάλιστα, η αναγεννησιακή διάνοια ομολόγησε τη χρόνια αναβλητικότητά του και απολογήθηκε «ενώπιον Θεού και ανθρώπων που άφησα τόσα πολλά ημιτελή». Αν θέλουμε να το δούμε στην προοπτική του, ο Μιχαήλ Άγγελος χρειάστηκε 4 χρόνια για να ζωγραφίσει όλο το εσωτερικό της Καπέλα Σιξτίνα. Τι έκταση καλύπτει το κολοσσιαίο έργο; Κάπου 1.100 τετραγωνικά μέτρα!
Αν και η αλήθεια είναι ότι μια τεμπέλα διάνοια δεν παύει να είναι διάνοια και ο Ντα Βίντσι είναι εδώ ογκόλιθος. Παρά το γεγονός ότι για την «Παναγία των Βράχων» χρειάστηκε 25 χρόνια (παρά τους εφτά μήνες της διορίας του συμβολαίου του!), στον άπλετο χρόνο που βαριόταν να ζωγραφίσει γέμιζε τα σημειωματάριά του με απίστευτες εφευρέσεις και σχέδια που θα έγραφαν τις δικές του χρυσές σελίδες…
[ad_2]
Source link