Home ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΚΥΠΡΟΣ «Όχι» στην απελευθέρωση Ιρανού – Συνελήφθη για σχέδιο χτυπήματος κατά Ισραηλινών
«Όχι» στην απελευθέρωση Ιρανού – Συνελήφθη για σχέδιο χτυπήματος κατά Ισραηλινών

«Όχι» στην απελευθέρωση Ιρανού – Συνελήφθη για σχέδιο χτυπήματος κατά Ισραηλινών

Απορρίφθηκε η αίτηση Ιρανού, ο οποίος ζητούσε από το δικαστήριο την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus. Αντίθετα, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η κράτηση του αιτητή παραμένει νόμιμη, αναλογική και εύλογη υπό τις περιστάσεις, καθώς οι αρμόδιες αρχές επέδειξαν τη δέουσα επιμέλεια για την προώθηση της απέλασής του και δεν παρέμειναν αδρανείς.

Ο αιτητής, υπήκοος Ιράν, είχε εισέλθει νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία στις αρχές του 2002 και αναγνωρίστηκε ως πρόσφυγας δύο χρόνια αργότερα, μαζί με τη σύζυγο και το παιδί του. Έκτοτε ζούσε νόμιμα στη χώρα, εργάζονταν και διατηρούσαν την άδεια παραμονής τους. Το 2009 αιτήθηκε πολιτογράφηση, όμως το αίτημά του απορρίφθηκε το 2014 ύστερα από αρνητική εισήγηση της ΚΥΠ, η οποία ανέφερε πληροφορίες ότι ο αιτητής εμπλεκόταν σε διακίνηση πλαστών διαβατηρίων. Αν και δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη, το Υπουργείο Εσωτερικών απέρριψε την αίτηση πολιτογράφησης με το σκεπτικό ότι ο αιτητής δεν πληρούσε τα ουσιαστικά κριτήρια. Η προσφυγή του κατά της απόφασης απορρίφθηκε το 2019.

Σύμφωνα με την απόφαση, το φθινόπωρο του 2023 ο αιτητής συνελήφθη δυνάμει δικαστικού εντάλματος για σκοπούς διερεύνησης ποινικής υπόθεσης που σχετιζόταν με πληροφορίες πως δρούσε προς όφελος ιρανικών τρομοκρατικών στοιχείων, με στόχο τη διάπραξη εγκληματικής ενέργειας στην Κύπρο εναντίον Ισραηλινών υπηκόων. Λίγες μέρες αργότερα, στις 19 Νοεμβρίου 2023, εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης του, βάσει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου και του περί Προσφύγων Νόμου. Από τότε παραμένει υπό διοικητική κράτηση.

Ακολούθησε μια μακρά αλληλουχία δικαστικών προσφυγών. Το Διοικητικό Δικαστήριο, εξετάζοντας την πρώτη προσφυγή του, έκρινε ότι το διάταγμα κράτησης ήταν νόμιμο, ενώ επισήμανε ότι η αρμοδιότητα για εξέταση της νομιμότητας της απέλασης ανήκει στο Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας. Στη συνέχεια, ο αιτητής υπέβαλε δύο αιτήσεις Habeas Corpus, οι οποίες απορρίφθηκαν με αποφάσεις του Ιουλίου και του Οκτωβρίου 2024. Το Δικαστήριο είχε τότε σημειώσει ότι οι κυπριακές αρχές είχαν προσπαθήσει να εκτελέσουν την απέλαση σε διάφορες χώρες, αλλά εκείνος αρνήθηκε όλες τις προτάσεις, δηλώνοντας πως ήθελε να σταλεί στο Ισραήλ. Όταν το Ισραήλ αρνήθηκε να τον δεχθεί, οι αρχές αναζήτησαν εναλλακτικές, χωρίς όμως επιτυχία. Μάλιστα, το Νοέμβριο του 2024, οι αεροπορικές εταιρείες ενημέρωσαν γραπτώς ότι δεν θα μετέφεραν τον αιτητή με κυπριακό βιομετρικό διαβατήριο, καθιστώντας έτσι αδύνατη την πρακτική εκτέλεση της απέλασης. Η έφεση που κατέθεσε κατά της δεύτερης απορριπτικής απόφασης απορρίφθηκε οριστικά τον Μάρτιο του 2025.

Στην τρέχουσα αίτηση Habeas Corpus, ο αιτητής υποστήριξε ότι η συνεχιζόμενη κράτηση του, η οποία είχε ξεπεράσει τους είκοσι μήνες, ήταν παράνομη, καθώς δεν υπήρχε ρεαλιστική προοπτική απέλασης και οι αρχές δεν προέβαιναν σε ουσιαστικές ενέργειες για την απομάκρυνσή του. Η Δημοκρατία, μέσω του Γενικού Εισαγγελέα, υποστήριξε ότι η αίτηση ήταν πρόωρη και καταχρηστική, ότι υπήρχε εύλογη προοπτική απέλασης, ότι η διοίκηση προέβαινε σε επανεξετάσεις ανά δίμηνο και ότι ο αιτητής δεν συνεργαζόταν στην έκδοση των αναγκαίων ταξιδιωτικών εγγράφων.

Η δικαστής Εφραίμ, παραπέμποντας σε κλασική νομολογία για το Habeas Corpus, υπογράμμισε ότι το προνομιακό αυτό ένταλμα σκοπό έχει τη διασφάλιση της ελευθερίας του ατόμου, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ο αιτητής αποδεικνύει το παράνομο της κράτησης. Το Δικαστήριο τόνισε ότι, μολονότι η κράτηση για σκοπούς απέλασης δεν μπορεί να είναι απεριόριστη, ο εύλογος χρόνος πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με τις πραγματικές δυνατότητες εκτέλεσης της απέλασης και τις ενέργειες των αρχών.

Στην παρούσα περίπτωση, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι αρχές επέδειξαν συνέπεια και επιμέλεια. Προσπάθησαν επανειλημμένα να εντοπίσουν χώρα που θα δεχόταν τον αιτητή, εξέδωσαν βιομετρικό διαβατήριο, απευθύνθηκαν σε αεροπορικές εταιρείες, ενώ πραγματοποιήθηκαν τρεις διαδοχικές επαναξιολογήσεις της κράτησης μέσα στο 2025. Παράλληλα, σε απόρρητα έγγραφα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, η Αστυνομία χαρακτήριζε τον αιτητή ως εν ενεργεία και πραγματική απειλή για τη δημόσια ασφάλεια και κίνδυνο για την κυπριακή κοινωνία, γεγονός που δικαιολογούσε, σύμφωνα με την απόφαση, τη συνέχιση της κράτησης του.

Το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να αντικαταστήσει την κρίση της διοίκησης ως προς το ζήτημα της επικινδυνότητας του αιτητή, αλλά περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της διαδικασίας. Διαπίστωσε ότι η διοίκηση δεν ενήργησε κακόπιστα ούτε παρέμεινε αδρανής, αλλά αντιθέτως προώθησε με συνέπεια τις διαδικασίες απέλασης. Κατέληξε ότι ο αιτητής δεν κατάφερε να αποδείξει πως η κράτησή του υπερέβη τον εύλογο χρόνο ή ότι έγινε παράνομα.

Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς διαταγή για έξοδα. Η απόφαση κλείνει με μια ανθρωπιστική νύξη: το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, λόγω των προβλημάτων υγείας που επικαλείται ο αιτητής, οι αρχές οφείλουν να του παρέχουν κάθε δυνατή φροντίδα και βοήθεια εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο.

Send this to a friend