Η αειφόρος ανάπτυξη δεν πρέπει να είναι απλά ένας στόχος αλλά η αποστολή μας, ανέφερε σήμερα η Επίτροπος περιβάλλοντος Δρ Μαρία Παναγιώτου, προσθέτοντας πως ανάπτυξη δεν μπορεί να νοείται μόνο ως οικοδομική και τίποτα που δεν συμβαδίζει με την περιβαλλοντική προστασία δεν μπορεί να θεωρηθεί ανάπτυξη.
Σε χαιρετισμό της στην ενημερωτική ημερίδα με θέμα «Παράκτιες αναπτύξεις και βιώσιμα προϊόντα κατασκευής», που διοργάνωσε σήμερα στη Λάρνακα το Γραφείο του Επιτρόπου Περιβάλλοντος, η κ. Παναγιώτου είπε ότι «στην Κύπρο η παράκτια ανάπτυξη έχει βαρύνουσα σημασία λόγω ακριβώς του νησιωτικού χαρακτήρα της χώρας» και σημείωσε πως «πλην της πρωτεύουσας όλες οι πόλεις του νησιού είναι παράκτιες, ενώ σημαντικό μέρος των εσόδων προέρχεται από τον παράκτιο τουρισμό».
Πρόσθεσε ότι «η ημερίδα διοργανώθηκε έχοντας επίγνωση της επιβεβλημένης ενσωμάτωσης της περιβαλλοντικής ισορροπίας και του σεβασμού του φυσικού μας πλούτου, καθώς και ότι σήμερα δεν μπορούμε πια να μιλάμε για ανάπτυξη αν αυτή δεν είναι αειφόρος».
«Στόχος μας είναι να ενημερώσουμε δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς για το τι προνοεί το ενωσιακό δίκαιο για τις παράκτιες αναπτύξεις, πώς συμμορφωνόμαστε με αυτό και τι συμβαίνει στην Κύπρο», είπε.
Απώτερος σκοπός, συνέχισε η Επίτροπος είναι «η συνεργασία όλων των αρμοδίων αρχών ώστε να επιτευχθεί η αειφόρος διαχείριση των παράκτιων περιοχών κατά τρόπο που να συνδυάζει αρμονικά τις δράσεις και ενέργειές μας με την προστασία του παράκτιου χώρου».
«Αποτελεί προτεραιότητα στο πρόγραμμα διακυβέρνησης η σωστή ενημέρωση των πολιτών για περιβαλλοντικά ζητήματα, η ενίσχυση της επικοινωνίας με την επιστημονική κοινότητα, η φιλική προς το περιβάλλον δόμηση και χωροταξία» είπε.
Θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό, ανέφερε η κ. Παναγιώτου «να γίνει αντιληπτός ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος που έχουν οι όποιου είδους αναπτύξεις στο περιβάλλον, καθώς εάν αυτές δεν σχεδιάστηκαν και δεν τοποθετήθηκαν μόνο εκεί και όπου επιτρέπεται, οι αρνητικές τους συνέπειες θα μετακυλήσουν και στην ίδια την ευημερία των Κοινοτήτων που εξαρτώνται από αυτές τις περιοχές».
«Έχουμε καθήκον να δράσουμε προληπτικά και να διασφαλίσουμε ότι οι πράξεις και οι ενέργειές μας συμμορφώνονται με τις αρχές της αειφορίας» είπε.
Θα πρέπει, ανέφερε «να προσεγγίσουμε τις παράκτιες περιοχές με βαθύ αίσθημα ευθύνης διασφαλίζοντας ότι τα έργα που αναπτύσσονται δεν υποβαθμίζουν το περιβάλλον και τα οικοσυστήματα, ούτε θέτουν σε κίνδυνο τη διατήρηση των προστατευόμενων ειδών».
Για να γίνει αυτό, σημείωσε, «απαιτείται βαθιά γνώση και κατανόηση των τοπικών οικοσυστημάτων, σωστός, μεθοδικός και μελετημένος σχεδιασμός αλλά και μια νέα διάσταση που θέτει η καινοτομία και η τεχνολογία στην υπηρεσία της αειφορίας, την ενσωμάτωση και χρήση στις οποιεσδήποτε αναπτύξεις βιώσιμων οικοδομικών υλικών που εναρμονίζονται με τον περιβάλλοντα χώρο».
Αφού είπε ότι «αναγνωρίζουμε πως η νομοθετική ρύθμιση είναι ο κεντρικός άξονας γύρω από τον οποίο θα επιτευχθούν οι προσπάθειες για αειφόρο παράκτια ανάπτυξη» σημείωσε πως «έχουν τεθεί σε εφαρμογή πολλές από τις πρόνοιες του 7ου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών, το οποίο διασφαλίζει την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος και των παράκτιων ζωνών, μέσα από αειφόρες πρακτικές ανάπτυξης».
Η Επίτροπος Περιβάλλοντος ανέφερε ακόμα ότι «η ανάπτυξη δεν είναι και δεν μπορεί να νοείται, μόνο, ως οικοδομική» πρόσθεσε πως «τίποτα που δεν συμβαδίζει με την περιβαλλοντική προστασία δεν μπορεί να θεωρηθεί ανάπτυξη» και σημείωσε ότι «η αειφόρος ανάπτυξη δεν πρέπει να είναι απλά ένας στόχος αλλά η αποστολή μας».
Στον δικό του χαιρετισμό ο Κώστας Χατζηπαναγιώτου, Γενικός Διευθυντής Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, ανέφερε ότι «οι παράκτιες περιοχές αποτελούσαν ιστορικά σημείο ψηλού ενδιαφέροντος για την οικοδομική ανάπτυξη, με εκατομμύρια κόσμου να επιλέγουν την κατοικία κοντά στη θάλασσα, οδηγώντας έτσι στην έντονη κοινωνικο-οικονομική πίεση που χαρακτηρίζει πια την παράκτια ζώνη. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις, σήμερα περίπου 2.15 δισεκατομμυρίων πολιτών κατοικούν κοντά στις ακτές, με τον αριθμό αυτό να εκτοξεύεται στα 2.9 δις τα επόμενα χρόνια».
Ο κ. Χατζηπαναγιώτου αναφέρθηκε στο 7ο Πρωτόκολλο της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την «Ολοκληρωμένη Διαχείριση των Παράκτιων Ζωνών στη Μεσόγειο», που εφαρμόστηκε το 2011 και σημείωσε πως αυτό το πρωτόκολλο γεννήθηκε αναγνωρίζοντας τις ανησυχίες που προκύπτουν λόγω της αυξανόμενης ανθρωπογενούς πίεσης και πως αυτή δύναται να απειλήσει την ευαίσθητη φύση των παράκτιων ζωνών. Αποτελεί σημαντικό νομοθετικό εργαλείο που έχει ως στόχο την ανάσχεση και αντιστροφή της διαδικασίας υποβάθμισης τους και τον αισθητό περιορισμό της απώλειας βιοποικιλότητας των παράκτιων οικοσυστημάτων».
Πρόσθεσε ότι «μέσω του συγκεκριμένου Πρωτοκόλλου τα Συμβαλλόμενα Κράτη – και όχι μόνο – έχουν ενώπιον τους σημαντικές πρόνοιες κλειδιά για την επιτυχή ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών, επιτυγχάνοντας έτσι την αειφόρο ανάπτυξη. Οι προκλήσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε σήμερα και τα θεμέλια που απαιτείται να θέσουμε, ούτως ώστε οι μελλοντικές γενιές να μπορέσουν να αξιοποιήσουν αντίστοιχα τα ωφελήματα των παράκτιων ζωνών, είναι πολλές».
Κίνητρο μας στην επίτευξη των στόχων, συνέχισε «αποτελεί η ευθύνη και η αγάπη που έχουμε για τα παιδιά μας, δηλαδή το αύριο του τόπου μας. Έχουμε ενώπιον μας ένα μεγάλο αριθμό εργαλείων για να κάνουμε πράξη όλα όσα απαιτούνται και στο πλαίσιο εποικοδομητικής συνεργασίας, το όραμά μας μπορεί εύκολα να πραγματωθεί» σημείωσε.
Από την πλευρά του ο Αντιδήμαρχος Λάρνακας Ιάσωνας Ιασωνίδης ανέφερε ότι «η πόλη μας είναι παράκτια και υπάρχουν στην επικράτεια μας ζώνες προστασίας της παραλίας καθώς και το σύμπλεγμα των Αλυκών το οποίο προστατεύεται από πολλές διεθνείς συμβάσεις. Με τη συμπλεγματοποίηση των Δήμων, η έκταση της παράκτιας ζώνης θα μεγαλώσει ακόμη περισσότερο και θα ενταχθεί στον Δήμο ακόμη μεγαλύτερος αριθμός προστατευόμενων περιοχών».
Πρόσθεσε ότι «η πρόσφατη μετακίνηση των δεξαμενών καυσίμων από τη παραλιακή περιοχή της Λάρνακας επέστρεψε στον Δήμο μία πολύ μεγάλη έκταση την οποία θα πρέπει να απορρυπάνει και να αναπτύξει, με μία αειφόρο προσέγγιση, ενώ ο σχεδιασμός της νέας περιοχής θα πρέπει να προβλέπει την αντιμετώπιση των συνεπειών που θα έχει το νησί μας από την κλιματική αλλαγή».
Ο κ. Ιασωνίδης ανέφερε ακόμα ότι «στα πλαίσια της Στρατηγικής και Σχεδίου Δράσης για την ολοκληρωμένη διαχείριση παράκτιων περιοχών, προβλέφθηκε ότι η Κύπρος θα πληγεί πολλαπλά από την κλιματική αλλαγή. Για τη Λάρνακα χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι σε τσουνάμι ύψους 1 μέτρου, θα επηρεαστούν λίγες αλλά πολύ σημαντικές περιοχές της πόλης ενώ σε τσουνάμι ύψους 15 μέτρων, το νερό θα εισχωρήσει στο Αστικό Εμπορικό Κέντρο και ζημιές θα καταγραφούν μέχρι και τα δυτικά όρια του Δήμου».
Αφού ανέφερε ότι «βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο για τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη του Δήμου Λάρνακας» ο Αντιδήμαρχος σημείωσε πως «απαιτείται ολοκληρωμένος σχεδιασμός των έργων μας και λήψη περιβαλλοντικά ορθών αποφάσεων, για ένα πραγματικά αειφόρο μέλλον, για μας και τα παιδιά μας».