Επαναξιολόγηση στα αιτήματα εργαζόμενων γυναικών με παιδιά με αναπηρίες σε κρατικά νοσηλευτήρια ζητά από ΟΚΥπΥ η Επ. Διοικήσεως
Επαναξιολόγηση ζητά από τον ΟΚΥπΥ η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Μαρία Στυλιανού Λοττίδη, στα αιτήματα τεσσάρων παραπονούμενων νοσηλευτικών λειτουργών και μίας ιατρού, που εργάζονται σε κρατικά νοσηλευτήρια, για παραχώρηση διευκολύνσεων σε σχέση με το ωράριο ή τον χώρο εργασίας τους, ώστε να είναι σε θέση να φροντίζουν τα παιδιά τους, που είναι άτομα με αναπηρίες.
Στην τοποθέτησή της, η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υπό την ιδιότητα του Ανεξάρτητου Μηχανισμού Προώθησης, Προστασίας και Παρακολούθησης της Σύμβασης του ΟΗΕ, για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες και του Φορέα Ισότητας και Καταπολέμησης των Διακρίσεων, αναφορικά στην υποχρέωση παροχής διευκολύνσεων στην εργασία σε μητέρες παιδιών με αναπηρίες, αναφέρει ότι τα υπό εξέταση παράπονα έχουν ως κοινή συνισταμένη το γεγονός ότι οι τέσσερις παραπονούμενες εργαζόμενες είναι μητέρες παιδιών με σοβαρές αναπηρίες, που ζητούν διευθετήσεις που θα τους επιτρέπουν να ασκούν τις αυξημένες ευθύνες φροντίδας και επιμέλειας των παιδιών τους.
Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι αίτημα των τριών από αυτές αποτελεί η ένταξή τους σε πενθήμερη εργασία, ώστε να μπορούν να φροντίζουν τα παιδιά τους κατά την ημέρα του Σαββάτου, αλλά και κατά τις απογευματινές ώρες, ενώ η τέταρτη για παρόμοιους λόγους έχει ζητήσει την αλλαγή του χώρου εργασίας της, ώστε να εργάζεται πλησιέστερα στην οικία της και να βρίσκεται κοντά στο παιδί της σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
Σύμφωνα με την κ. Λοττίδη στα δύο πρώτα παράπονα, οι παραπονούμενες αντιμετώπιζαν, περαιτέρω, προσωπικούς λόγους υγείας, εξαιτίας των οποίων έλαβαν διευκολύνσεις, σε σχέση τόσο με τις συνθήκες, όσο και με το ωράριο εργασίας, στα κρατικά νοσοκομεία όπου εργάζονται σημειώνοντας ότι γι’ αυτό τον λόγο, αλλά και με την αιτιολογία ότι υπήρχαν σοβαρότερες περιπτώσεις υπαλλήλων, στους οποίους θα μπορούσαν να δοθούν διευκολύνσεις, τα αιτήματά τους απορρίφθηκαν από τα εμπλεκόμενα κρατικά νοσηλευτήρια.
«Χωρίς να αμφισβητώ τα πιο πάνω, είναι εμφανές ότι οι διευκολύνσεις που δόθηκαν, σχετίζονταν περισσότερο με τα προσωπικά ιατρικά προβλήματα των παραπονουμένων και λιγότερο με τις αυξημένες υποχρεώσεις φροντίδας των παιδιών τους, που είναι άτομα με αναπηρίες», αναφέρει η κ. Λοττίδη.
Εξάλλου, προσθέτει ότι «η εντύπωση, ευρύτερα, που δίδεται είναι ότι οι αυξημένες αυτές υποχρεώσεις φροντίδας, δεν αντιμετωπίζονται από τις διευθύνσεις των κρατικών νοσηλευτηρίων με την ίδια βαρύτητα που αντιμετωπίζονται οι ατομικές ανάγκες, με αποτέλεσμα να μην τους δίδεται η αναγκαία, διακριτή, σημασία και να μην οδηγούν στην παραχώρηση των διευθετήσεων που είναι κατάλληλες και απαραίτητες για τη φροντίδα των παιδιών με αναπηρίες».
Όπως προσθέτει «σε τέτοιες περιπτώσεις, και αν ακόμη, είτε οι πατέρες των παιδιών, είτε άλλα μέλη της στενής οικογένειας, αναλάβουν αυτή την ευθύνη φροντίδας, δύσκολα μπορεί να αναπληρωθεί η απουσία της μητέρας, ιδίως όταν πρόκειται για παιδιά μικρής ηλικίας ή παιδιά με ιδιάζουσες ή αυξημένες ανάγκες που απορρέουν από την αναπηρία τους».
Η Επίτροπος Διοικήσεων αναφέρει ακόμα πως αν και δεν παραγνωρίζει τις ανησυχίες των κρατικών νοσηλευτηρίων και την προσπάθειά τους για ισότιμη και δίκαιη μεταχείριση των μελών του προσωπικού, εντούτοις, σημειώνει πως οι ανησυχίες και οι προσπάθειες αυτές δεν θα πρέπει να ασκούνται εις βάρος, των δικαιωμάτων των υπαλλήλων, που έχουν πραγματικές ευθύνες φροντίδας ατόμων με αναπηρίες, για συμφιλίωση της οικογενειακής και της επαγγελματικής τους ζωής.
Συμπληρώνει, επίσης, πως δεν θα πρέπει να επηρεάζουν δυσμενώς την ποιότητα και την επάρκεια της φροντίδας και της υποστήριξης που δικαιούνται να λαμβάνουν τα ίδια τα άτομα και συγκεκριμένα παιδιά με αναπηρίες.
Σε αντίθετη περίπτωση, η Επίτροπος αναφέρει πως η προσπάθεια για ίση μεταχείριση ανόμοιων στην πραγματικότητα καταστάσεων, η οποία υποτιμά τεκμηριωμένες ανάγκες, που απορρέουν από την αναπηρία, ισοδυναμεί με διάκριση λόγω αναπηρίας και, ειδικότερα, δυσμενή μεταχείριση των παραπονουμένων λόγω αναπηρίας των παιδιών τους, δηλαδή για διάκριση λόγω συσχετισμού.
Εκφράζει την πεποίθηση ότι τα αιτήματα των παραπονουμένων, εφόσον συνεχίζουν να εκκρεμούν, θα πρέπει να τύχουν επαναξιολόγησης, στα πλαίσια της οποίας θα δοθεί η δέουσα βαρύτητα στο γεγονός ότι ως μητέρες παιδιών με αναπηρίες, κατά τεκμήριο διαδραματίζουν τον σημαντικότερο ρόλο στην φροντίδα των παιδιών τους και θα πρέπει να διευκολυνθούν προς τον σκοπό τούτο, μέσω της έγκρισης των αιτούμενων διευθετήσεων.
Εισηγείται, τέλος, όπως ο ΟΚΥπΥ, στον ιεραρχικό έλεγχο του οποίου υπάγεται όλο το νοσηλευτικό προσωπικό των κρατικών νοσηλευτηρίων αναπτύξει και εφαρμόσει ένα κώδικα πρακτικής ή κατευθυντήριες γραμμές, που θα κινείται στο πνεύμα των όσων αναφέρονται στην παρούσα Έκθεση, σε σχέση με τον χειρισμό αιτημάτων για παροχή διευθετήσεων προς γονείς ή φροντιστές/ριες παιδιών με αναπηρίες.