Ανήμερα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου δόθηκε η μεγαλύτερη πρόκληση στον ελληνικό στρατό με τον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά να προσπαθεί πάση θυσία να αποσιωπήσει το γεγονός.
82 χρόνια πριν σαν σήμερα, οι Ιταλοί κάνουν τη μεγαλύτερη προσπάθεια τους να σπάσουν την ελληνική ουδετερότητα τορπιλίζοντας και βυθίζοντας το ελληνικό πολεμικό πλοίο «Έλλη» στη θάλασσα της Τήνου μαζί και τις προσπάθειες του Μεταξά να παραμείνει η Ελλάδα ουδέτερη στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι αποτελούσε πάγια θέση του Μεταξικού καθεστώτος η πολιτική των ειρηνικών σχέσεων µε όλα τα γειτονικά κράτη, η απόρριψη του επεκτατισµού και η αναγνώριση του συνοριακού καθεστώτος που είχε οριστικοποιηθεί µε τις συνθήκες του Νεϊγύ και της Λωζάννης. Συγκεκριμένα ο Μεταξάς επεδίωκε να αποτρέψει την εμπλοκή της Ελλάδας σε πόλεμο. Δεν ήταν μόνο ο φόβος της αιματοχυσίας και της καταστροφής της χώρας αλλά και η ανησυχία του για την τύχη του καθεστώτος του. Γνώριζε ότι σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής ήταν αναπότρεπτο η Ελλάδα να ταχθεί με την πλευρά της Αγγλίας κάτι που φοβόταν ότι θα οδηγούσε στην κατάλυση του καθεστώτος του και στο δικό του πολιτικό θάνατο.
Ο Μεταξάς επιβεβαίωνε τις θέσεις αυτές μέσα και από τις ίδιες τις ομιλίες του. Παρατηρούμε χαρακτηριστικά σε δημόσιο λόγο του σε «παναθηναϊκό» συλλαλητήριο στις 2 Οκτωβρίου 1936, να τονίζει ότι ο εξοπλισµός των ελληνικών ενόπλων δυνάµεων είχε ως σκοπό «ώστε αύται να είναι εις θέσιν να υπερασπίζωσι την ανεξαρτησίαν και την ακεραιότητα της χώρας». Και διευκρίνισε πως «η Ελλάς δεν ζητεί πολεµικάς περιπετείας. Θέλει την ειρήνην και δι’ αυτό συνηνώθη και θα µείνη πιστή εις την Βαλκανικήν συµφωνίαν» .
Εξάλλου, μέχρι την κρίση του Μονάχου το 1938, πρωταρχική ανησυχία του Μεταξά δεν ήταν ο ιταλικός αλλά ο βουλγαρικός κίνδυνος. Η αντιµετώπιση της βουλγαρικής απειλής κατέστη το κύριο δόγµα της πολιτικής ασφάλειας και άµυνας της χώρας µετά την 4η Αυγούστου. Αξίζει να σημειώσουμε μόνο ότι η Βουλγαρία και η Ελλάδα προχώρησαν µετά το 1936 σε έναν φρενήρη ανταγωνισµό εξοπλισµών, που βάρυνε δυσβάστακτα τις οικονοµίες τους .
Μόνο, το 1939, όταν η Αλβανία καταλήφθηκε από τα ιταλικά στρατεύµατα, το ΓΕΣ άρχισε αµέσως την επεξεργασία ενός Σχεδίου Επιχειρήσεων το οποίο θα αντιµετώπιζε την περίπτωση πολέµου εναντίον της Ιταλίας .
Η πρώτη αφορμή
Στις 15 Αυγούστου του 1940, όμως, και περί ώρα 08:25′, λίγο πριν τη λιτάνευση της ιερής εικόνας της Παναγίας Τήνου, και ενώ στη προκυμαία υπήρχε ήδη πολύς κόσμος, το ιταλικό υποβρύχιο Delfino “εν καταδύσει” πλησίασε τον θαλάσσιο χώρο εξαπολύοντας τρεις τορπίλες κατά του ΕΛΛΗ ενώ ήταν αγκυροβολημένο έξω από τον λιμένα της Τήνου όπου και συμμετείχε στις εκδηλώσεις του εορτασμού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Μία από τις τορπίλες έπληξε το ελληνικό, πολεμικό πλοίο προκαλώντας έκρηξη στο μηχανοστάσιο και πυρπόληση των δεξαμενών πετρελαίου, με 9 νεκρούς και 24 τραυματίες.
Οι δε άλλες δύο τορπίλες προορίζονταν να χτυπήσουν τα επιβατηγά Έλση και Έσπερος που βρίσκονταν μέσα στο λιμάνι της Τήνου. Όμως η απόπειρα απέτυχε και οι τορπίλες αστόχησαν και εξερράγησαν στη προκυμαία καταστρέφοντας μόνο ένα τμήμα του κρηπιδώματος του λιμένα, χωρίς ευτυχώς να προκαλέσουν θύματα.
Παρά τις προσπάθειες όμως που κατέβαλε το πλήρωμα με τη βοήθεια των επιβατικών πλοίων να το ρυμουλκήσει στα ρηχά τελικά το ΕΛΛΗ βυθίστηκε περίπου μία ώρα μετά στις 09:45΄ και το πλήρωμα αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει πηδώντας στη θάλασσα.
Για καλή τύχη των τραυματισμένων ναυαγών, στην περιοχή βρίσκονταν τα αλιευτικά σκάφη ΠΡΟΠΟΝΤΙΣ και ΕΛΕΝΗ, ιδιοκτησίας Μιχάλη Πετυχάκη. Αψηφώντας τον κίνδυνο της αναμενόμενης εκρήξεως της Έλλης, ο Καπετάν Μιχάλης Πετυχάκης έδωσε σήμα στα σκάφη του να προσεγγίσουν και να περισυλλέξουν 24 τραυματίες ναυαγούς προτού υπάρξουν περισσότερα θύματα. Για την ηρωική του πράξη τιμήθηκε μαζί με το πλήρωμα του από τον Βασιλιά Γεώργιο και την Ελληνική κυβέρνηση με Τιμητική Ευαρέσκεια.
Στη συνέχεια το Ιταλικό υποβρύχιο απομακρύνθηκε χωρίς να καταστεί γνωστή η ταυτότητά του. Από την έρευνα που διενεργήθηκε στη συνέχεια από πραγματογνώμονες αξιωματικούς του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού, επί των θραυσμάτων των τορπιλών που είχαν εκραγεί στη προκυμαία, διαπιστώθηκε αμέσως ότι επρόκειτο για ιταλικές τορπίλες.
Η τότε ελληνική κυβέρνηση του Ι. Μεταξά τήρησε απόλυτα μυστική την πραγματογνωμοσύνη εκείνη, (η οποία τελικά δημοσιεύτηκε με φωτογραφίες δύο ημέρες μετά την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, δηλαδή στις 30 Οκτωβρίου του 1940), αλλά και με ταυτόχρονη απαγόρευση στον τύπο για οποιοδήποτε υπαινιγμό εθνικότητας του υποβρυχίου. Παρά ταύτα όμως από την πρώτη στιγμή η ελληνική κοινή γνώμη ουδεμία αμφιβολία έτρεφε περί της εθνικότητας των υπευθύνων.
Η πρώτη αφορμή είχε δοθεί και ο Μεταξάς γνώριζε ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε πλέον να παραμείνει ουδέτερη…
Larnakaonline