Home ΛΑΡΝΑΚΑ Μια πλούσια κυπριακή κοινωνία μαρτυρούν ευρήματα 15ου και 14ου αιώνα στη θέση Δρομολαξιά-Βυζακιά
Μια πλούσια κυπριακή κοινωνία μαρτυρούν ευρήματα 15ου και 14ου αιώνα στη θέση Δρομολαξιά-Βυζακιά

Μια πλούσια κυπριακή κοινωνία μαρτυρούν ευρήματα 15ου και 14ου αιώνα στη θέση Δρομολαξιά-Βυζακιά

Την ύπαρξη μιας πλούσιας κυπριακής κοινωνίας, η οποία είχε εγκαθιδρύσει σχέσεις με πολιτισμούς σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και πέρα από αυτή, μαρτυρούν ευρήματα που χρονολογούνται μεταξύ του τέλους του 15ου και του 14ου αιώνα π.Χ., στη θέση Δρομολαξιά-Βυζακιά, κοντά στο τέμενος Χαλά Σουλτάν, αναφέρει το Τμήμα Αρχαιοτήτων την Παρασκευή σε ανακοίνωση για τη λήξη της ανασκαφικής περιόδου Μαΐου-Ιουνίου 2022, στο συγκεκριμένο σημείο.

Η ανασκαφή στην πόλη-λιμάνι της Ύστερης Εποχής του Χαλκού διεξάγεται από ομάδα του Πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, υπό την διεύθυνση του καθηγητή Πίτερ M. Φίσερ, αναφέρεται.

Αυτή η πόλη της Ύστερης Εποχής του Χαλκού, προστίθεται, η οποία άνθησε περίπου μεταξύ 1630 και 1150 π.Χ., βρίσκεται στην ακτή της Αλυκής Λάρνακας, πλησίον του τεμένους Χαλά Σουλτάν, σε μικρή απόσταση από τον Διεθνή Αερολιμένα Λάρνακας.

Αναφέρεται, ότι, «το είδος των ευρημάτων μαρτυρούν την ύπαρξη μιας πλούσιας κυπριακής κοινωνίας, η οποία είχε εγκαθιδρύσει σχέσεις με πολιτισμούς σε ολόκληρη τη Μεσόγειο και πέρα από αυτή». Ο δε πλούτος των κατοίκων στον οικισμό στη θέση Δρομολαξιά-Βυζακιά, σύμφωνα με την ανακοίνωση, βασιζόταν στην παραγωγή και εξαγωγή του χαλκού και στο εμπόριο μακρινών αποστάσεων. «Αυτό αποδεικνύεται από τους τόνους σκωρίας χαλκού και μεταλλεύματος, το οποίο τύγχανε επεξεργασίας σε εργαστήρια εντός του οικισμού», προστίθεται.

Το Τμήμα Αρχαιοτήτων αναφέρει ότι παράλληλα με τη διεξαγωγή των ανασκαφών, μια δεύτερη ομάδα της Σουηδικής αποστολής, υπό την διεύθυνση της δρος Τερέζα Μπούργκε, μελέτησε τα ευρήματα από προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους, τα οποία φυλάσσονται στις αποθήκες του Αρχαιολογικού Μουσείου Επαρχίας Λάρνακας. Οι καθηγητές Κίρσι Λορέντζ και Σόριν Χέρμον, και διδακτορικοί φοιτητές του Ινστιτούτου Κύπρου συνέδραμαν στο έργο της Σουηδικής αποστολής.

«Η ομάδα του Ινστιτούτου Κύπρου προσέφερε την εμπειρία της στην ανασκαφή και καταγραφή των ανθρωπολογικών καταλοίπων και ετοίμασε δισδιάστατες και τρισδιάστατες απεικονίσεις αντικειμένων και συνευρημάτων, μαζί με αναλύσεις του υλικού», αναφέρεται.

Οι ανασκαφές, σύμφωνα με την ανακοίνωση, επικεντρώθηκαν στην Περιοχή Α, δηλαδή στο νεκροταφείο της πόλης. Δύο τάφοι που είχαν εντοπιστεί, ο ένας εκ των οποίων, μερικώς διαταραγμένος από την καλλιέργεια της γης, ασφαλίστηκαν και ανασκάφηκαν επιστημονικά.

Η θέση του πρώτου τάφου (Τάφος ΤΤ) υποδείχθηκε από γεωφυσική επισκόπηση με τη χρήση μαγνητόμετρου, η οποία διενεργήθηκε το 2017 από την ομάδα, μετά από την οποία ο χώρος περιφράχθηκε. Όστρακα κεραμικής και οστά αποκάλυψαν την ακριβή θέση του δεύτερου τάφου (Τάφος UU), ο οποίος επίσης ήταν διακριτός στο χάρτη της επισκόπησης με μαγνητόμετρο.

Και οι δύο τάφοι περιείχαν υλικό από το τέλος του 15ου και τον 14ο αιώνα π.Χ., που αντιστοιχούν στην Υστεροκυπριακή ΙΙΑ-Β περιόδο, την Υστεροελλαδική ΙΙΙΑ1-2 περίοδο και την περίφημη 18η Δυναστεία της Αιγύπτου, αναφέρεται.

Οι δύο, «προφανώς οικογενειακοί τάφοι» με μεγάλο αριθμό ενταφιασμένων ατόμων στον καθένα, ήταν λαξευμένοι στο χώμα. Η μελέτη των ανθρωπολογικών καταλοίπων δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, επομένως, ο υπολογισμός του αριθμού των ατόμων, το φύλο και η ηλικία θανάτου τους χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση, αναφέρεται.

«Είναι, ωστόσο, πεποίθησή μας ότι οι τάφοι ανήκαν σε δύο πλούσιες οικογένειες, κρίνοντας από το είδος των ευρημάτων», αναφέρει το Τμήμα Αρχαιοτήτων, προσθέτοντας ότι, νεογνά, βρέφη, νεαρά και ηλικιωμένα άτομα συνδέονταν με μεγάλο αριθμό κτερισμάτων. Επισημαίνεται ότι, ως «ηλικιωμένοι», αναφέρονται άτομα που σπάνια ξεπερνούσαν τα 40 έτη, καθώς το προσδόκιμο ζωής ήταν χαμηλό αυτή την περίοδο.

Όσον αφορά τα ευρήματα, αναφέρεται ότι η κεραμική είναι η κύρια κατηγορία κτερισμάτων και κυρίως πήλινα αγγεία υψηλής ποιότητας που κατασκευάζονταν στην Κύπρο αλλά και πολλές εισαγωγές.

«Οι πιο συνήθεις εισαγωγές έφταναν από το Αιγαίο, δηλαδή από το Μυκηναϊκό και Μινωικό κόσμο. Υπάρχουν, επίσης, εισαγωγές από την Ανατολία, τη Συροπαλαιστίνη και την Αίγυπτο. Ειδικότερα από την Αίγυπτο εισάγονταν εξεζητημένα αγγεία από αλάβαστρο και σκαραβαίοι», αναφέρει η ανακοίνωση.

Αξίζει να σημειωθεί, προστίθεται, ότι ένα από τα αλαβάστρινα αγγεία από την Αίγυπτο μιμείται κυπριακή κεραμική και συγκεκριμένα τα αγγεία του ρυθμού με Δακτυλιόσχημη Βάση Ι, τα οποία ήταν πολύ δημοφιλή στην Αίγυπτο κατά τη βασιλεία του Φαραώ Τούθμωση Γ΄ τον 15ο αιώνα π.Χ. Ορισμένοι από τους σκαραβαίους φέρουν ιερογλυφικές επιγραφές, οι οποίες θα διαβαστούν σύντομα, αναφέρεται.

Προστίθεται οτι υπάρχουν επίσης πολλά αντικείμενα από ελεφαντόδοντο, τα οποία παραδόθηκαν αμέσως μετά την ανεύρεσή τους στους συντηρητές του Τμήματος Αρχαιοτήτων για να συντηρηθεί αυτό το εξαιρετικά εύθραυστο υλικό.

Send this to a friend