Μιλάμε για μια πανδημία που μεταβαίνει σε άλλη φάση, ο δρόμος προφανώς θα θέλαμε να είναι προς την ενδημικότητα, αλλά είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται και προσαρμοζόμαστε με αυτό, δήλωσε στο ΚΥΠΕ, το μέλος της Συμβουλευτικής Επιστημονικής Επιτροπής, Λέκτορας του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου, Δρ Ζωή-Δωροθέα Πανά.
Κληθείσα να σχολιάσει την εβδομαδιαία ενημέρωση για τα νέα περιστατικά, θανάτους και νοσηλείες, που καταγράφηκαν μεταξύ 22-28 Απριλίου, 2022 και έδωσε στην δημοσιότητα το Υπουργείο Υγείας, η Δρ Πανά εξέφρασε την ελπίδα, η εποχικότητα και η ανοσία του πληθυσμού να βοηθήσουν να κρατήσουμε αυτή την καλή κατάσταση.
«Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει στο τι θα γίνει περαιτέρω. Είμαστε όμως, λόγω εποχικότητας, υψηλής ανοσίας, εμπειρίας και γνώσεων σε μια πολύ καλύτερη φάση από ό,τι είμασταν τα προηγούμενα δύο χρόνια», επεσήμανε.
Αυτό που είχαμε δει τόσο στην Κύπρο όσο και στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνέχισε, ήταν ότι το προηγούμενο διάστημα είχε ανοίξει η ψαλίδα μεταξύ του αριθμού των μολύνσεων στην κοινότητα και των ατόμων που νοσούν σοβαρά και μπαίνουν σε μονάδες εντατικής θεραπείας.
Επίσης, πρόσθεσε, ένα ποσοστό ανθρώπων που εισάγονται στα νοσοκομεία είναι με COVID κι όχι λόγω COVID.
«Άρα, λοιπόν αξιολογώντας αυτά τα δεδομένα, όπως επίσης και τη φάση της πανδημίας στην οποία βρισκόμαστε, το υψηλό ποσοστό της ανοσίας, η υψηλή εμβολιαστική κάλυψη και η εποχικότητα, επέτρεψαν στα κράτη μέλη να μπουν σε μια διαφορετική φάση της πανδημίας, η οποία μεν δεν αναιρεί την ύπαρξη της πανδημίας αλλά επιβάλλει την προσαρμογή στην μεταβατική φάση», σημείωσε.
Ανέφερε ότι αξιολόγηση των δεδομένων διαφοροποιείται χωρίς να σημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχει. Τόνισε ότι το ποσοστό θετικότητας είναι κάτι το οποίο οφείλουμε να επιτηρούμε, όπως και για άλλα λοιμώδη νοσήματα και κυρίως τους νοσοκομειακούς μας δείκτες που αντιπροσωπεύουν το κομμάτι της σοβαρής νόσησης από κορωνοϊό που είναι και το ζητούμενο από την αρχή της πανδημίας.
«Άρα, ναι μεν βλέπουμε την πορεία και την επιτηρούμε με τον τρόπο, όπως μας συστήνεται από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, προσαρμοζόμαστε στις νέες συνθήκες συνύπαρξης σε αυτή τη φάση με τον κορωνοϊό με ασφάλεια και με μια στοχοποίηση προς τα άτομα που και για άλλες λοιμώξεις είναι υψηλού κινδύνου. Η άρση της υποχρεωτικότητας των μέτρων δεν σημαίνει ότι έχουμε και άρση της σημασίας των μέτρων ατομικής προστασίας αλλά κυρίως για τις ομάδες υψηλού κινδύνου, τους ανοσοκατασταλμένους και τους υπερήλικες», πρόσθεσε.
Η Δρ Πανά ανέφερε ότι ακόμα και στο τελευταίο report της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συστήνεται ότι είναι μια περίοδος προετοιμασίας των κρατών μελών, ορθής επιτήρησης των λοιμωδών νοσημάτων για να δούμε αν κάτι αποκλίνει από τον δρόμο που είναι μια εφαρμογή και μια νέα κανονικότητα συνύπαρξης με τον κορωνοϊό.
Επεσήμανε ότι «πρέπει να πατάξουμε την παραπληροφόρηση γιατί η πανδημία δεν έχει τελειώσει, αποτελεί ένα φυσικό φαινόμενο που εξελίσσεται, έχουμε ακόμα κάποια ποσοστά αβεβαιότητας κι ευελπιστούμε ότι θα διατηρήσουμε την κατάσταση και θα δούμε ποια είναι η στρατηγική των χωρών μετά το Φθινόπωρο που πρέπει να δούμε πώς θα ακολουθήσουμε τις διάφορες οδηγίες είτε αυτές αφορούν εμβολιασμό ή μέτρα ατομικής προστασίας ή εργαστηριακό έλεγχο, επιτήρηση των νοσημάτων κ.ο.κ.».
Σε ερώτηση αν είμαστε προς το τέλος της πανδημίας απάντησε ότι δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν μπορεί κανείς να το επιβεβαιώσει. «Αυτό που είναι συνετό είναι ότι βαίνουμε, όπως λέγαμε και από την αρχή της πανδημίας, βήμα με βήμα. Μπήκαμε σε αυτή την περίοδο σε μια διαφορετική φάση χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η εικόνα αυτή δεν μπορεί να ανατραπεί», επεσήμανε.
Ευελπιστούμε και προσπαθούμε, συνέχισε, προς μια κανονικότητα χωρίς να σημαίνει ότι ο κορωνοϊός μπορεί να εξαλειφθεί. «Η συνύπαρξη με τον κορωνοϊό με ασφάλεια, χρησιμοποιώντας τα όπλα που έχουμε στη διάθεση μας με εμπειρία και επενδύοντας στα συστήματα υγείας, είναι αυτό που επιδεικνύεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι πρέπει να κάνουμε και από εκεί και πέρα να υπάρχει συνεχής επαγρύπνηση και επιτήρηση ώστε να μπορούμε να λειτουργούμε έγκαιρα και αποτελεσματικά σε ότι συμβεί στο μέλλον», τόνισε, τέλος.