Περίπου 190 χιλιάδες τόνοι αποβλήτων Λάρνακας, Αμμοχώστου και Λευκωσίας μεταφέρονται κάθε χρόνο στο ΧΥΤΥ Κόσιης, δήλωσε σε συνέντευξη στο ΚΥΠΕ ο Χάρης Ελευθεριάδης, Διευθυντής Εγκατάστασης, Εγκαταστάσεις Διαχείρισης Αποβλήτων Λάρνακας-Αμμοχώστου.
«Η μεγάλη ροή απορριμμάτων είναι τα σύμμεικτα απόβλητα, τα οποία πετάνε οι δημότες στους πράσινους κάδους. Από το 2010 παραλαμβάνουμε απόβλητα από τις επαρχίες Λάρνακας και Αμμοχώστου, ωστόσο από το 2018 παίρνουμε και από την επαρχία Λευκωσίας, ούτως ώστε να κλείσει ο παράνομος σκυβαλότοπος του Κοτσιάτη», είπε. Σημείωσε ότι προκειμένου η Κύπρος να αποφύγει να πληρώσει πρόστιμο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, κάτι που ήταν προ των πυλών, επιτεύχθηκε συμφωνία για να παραλαμβάνονται και ορισμένα απόβλητα από την επαρχία Λευκωσίας.
Το εργοστάσιο στη Κόσιη, συνέχισε, έχει δυναμικότητα γύρω στους 190 χιλιάδες τόνους ετησίως. «Τα απόβλητα των πράσινων κάδων των επαρχιών Λάρνακας και Αμμοχώστου είναι περίπου 120 χιλιάδες τόνοι ετησίως με αποτέλεσμα να υπάρχει ένα πλεόνασμα 70 χιλιάδων τόνων για τη Λευκωσία, η οποία παράγει περίπου 140 χιλιάδες τόνους το χρόνο», είπε.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο κ. Ελευθεριάδης είπε πως «190 χιλιάδες τόνοι από τις τρεις επαρχίες Λάρνακας, Αμμοχώστου και Λευκωσίας μεταφέρονται εδώ, ενώ γύρω στις 70 – 80 χιλιάδες τόνοι πάνε απευθείας για υγειονομική ταφή, αφού το εργοστάσιο δεν έχει τη δυνατότητα να τους επεξεργαστεί. Η ταφή γίνεται στη βάση Κανονισμών και όχι όπως γινόταν στον Κοτσιάτη όπου δεν υπήρχε προστασία για τα υγρά απόβλητα και δεν γινόταν διαχείριση του βιοαερίου».
Εξήγησε ακόμα ότι «το 2020 που η Κύπρος δεν είχε αρκετό τουρισμό λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, το εργοστάσιο δεν είχε πολλά απόβλητα να διαχειριστεί και έτσι για υγειονομική ταφή κατέληξαν μόνο 50 – 60 χιλιάδες τόνοι. Ωστόσο το 2019 που ήταν μια κανονική για τον τουρισμό χρονιά, η συνολική ποσότητα αποβλήτων ανήλθε στις 275 χιλιάδες τόνους με αποτέλεσμα γύρω στις 75 χιλιάδες τόνοι να πάνε για υγειονομική ταφή».
Σε άλλη ερώτηση απάντησε πως «τα απορρίμματα για ταφή, πάνε στο ζυγιστήριο του ΧΥΤΥ, ενώ όσα οδηγούνται προς επεξεργασία μεταφέρονται σε άλλο ζυγιστήριο. Ακολούθως τα απόβλητα αδειάζονται σε ειδικό κτίριο, στο οποίο υπάρχουν μεγάλες δεξαμενές, από όπου ο χειριστής που δουλεύει την αρπάγη, πιάνει τα απορρίμματα και τροφοδοτεί το εργοστάσιο επεξεργασίας».
Σημείωσε πως «στόχος του πρώτου σταδίου επεξεργασίας είναι να ξεχωρίσει τα σκύβαλα σε οργανικό κλάσμα, δηλαδή τα υπολείμματα από τα φαγητά και τα ανακυκλώσιμα υλικά όπως πλαστικά μπουκάλια, σακούλες, σίδηρο, χαρτί και άλλα, τα οποία αποθηκεύονται δεματοποιημένα σε μπάλες και ακολούθως στέλνονται στο εξωτερικό. Στην Κύπρο δεν υπάρχουν μονάδες δευτερογενούς επεξεργασίας των ανακυκλώσιμων όπου γίνεται περαιτέρω καθαρισμός ώστε να γίνει π.χ. το ανακυκλωμένο χαρτί, γυαλί ή οτιδήποτε άλλο προϊόν».
Ο κ. Ελευθεριάδης δήλωσε, επίσης, στο ΚΥΠΕ, πως «το 15% επί των 190 χιλιάδων τόνων που ανακτώνται εδώ στο ΧΥΤΥ, αποστέλλονται στο εξωτερικό ως ανακυκλώσιμο υλικό. Τα υπολείμματα τροφών και τα υπόλοιπα απόβλητα, τα οποία είναι βιοαποδομήσιμα υλικά, βιοαποδομούνται στην κομποστοποίηση και παράγεται το compost like output, δηλαδή ένα υλικό που προσομοιάζει στο compost διότι διαθέτει και μικρές προσμίξεις από πλαστικό και γυαλί».
Εξήγησε επίσης ότι «δέκα μεγάλοι βιοαντιδραστήρες ζυμώνουν το υλικό για κομποστοποίηση σε μικρότερο χρονικό διάστημα από όσο χρειάζεται να γίνει από τη φύση. Οι βιοαντιδραστήρες περνάνε αέρα και ζυμώνουν τα υλικά, τα οποία μετά από 12 μέρες μεταφέρονται σε ειδικά στέγαστρα όπου γίνεται η ωρίμανση και ακολούθως γίνεται «κοσκίνισμα» για να παραληφθεί το compost και υλικά τα οποία δεν έχουν βιοαποδομηθεί και δεν χρειάζονται».
Αυτό σημαίνει, συνέχισε πως «αυτά τα υλικά αδρανοποιούνται για να μην παράγουν αέριο του θερμοκηπίου και δεν βλάπτουν την ατμόσφαιρα. Το συγκεκριμένο υλικό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως λίπασμα για φυτά, αλλά χρησιμοποιείται για να κλείσουν μεταξύ άλλων λατομεία και χωματερές». Εξήγησε πως «όταν η χωματερή στην Τερσεφάνου έκλεισε και αποκαταστάθηκε, καλύφθηκε με αυτό το compost που είναι αδρανοποιημένο υλικό».
Σημείωσε ακόμα ότι «το Υπουργείο δρομολογεί επέκταση της μονάδας για να μπορεί να παραλαμβάνει όλη τη ποσότητα των απορριμμάτων προς επεξεργασία, δηλαδή και τους περίπου 270 χιλιάδες τόνους ετησίως. Δηλαδή θα γίνει μια νέα γραμμή με μοντέρνα μηχανήματα, αφού οι συγκεκριμένες εγκαταστάσεις του ΧΥΤΥ είναι πλέον 11 ετών και όταν έγιναν οι μελέτες για κατασκευή του εργοστασίου υπήρχε πρόβλεψη για νέο ΧΥΤΥ στο χώρο».
Ερωτηθείς για τα υγρά απόβλητα, ο κ. Ελευθεριάδης απάντησε πως «τα στραγγίσματα, δηλαδή τα υγρά από την ταφή και την αυτοσυμπίεση των απορριμμάτων στο ΧΥΤΥ, συλλέγονται και μεταφέρονται προς επεξεργασία με αντίστροφη ώσμωση, προκειμένου να παραχθεί καθαρό νερό που χρησιμοποιείται για πότισμα της εγκατάστασης αλλά και για την κομποστοποίηση».