Βαρύ το πλήγμα στην ανθοκομία από τον κορωνοϊό
Η πανδημία του κορωνοϊού έπληξε σοβαρά τον κλάδο της ανθοκομίας, που ήταν και ο πρώτος τομέας πρωτογενούς παραγωγής που βίωσε άμεσα τις συνέπειες. Στον κλάδο της ανθοκομίας, η περίοδος από τον Φεβρουάριο μέχρι και τον Μάιο αποτελεί τη μεγαλύτερη διακίνηση ανθέων και καλύπτει μεγάλο ποσοστό του ετήσιου συνολικού κύκλου εργασιών. Λόγω του περιορισμού στις παντός είδους εκδηλώσεις, μένουν αδιάθετες τεράστιες ποσότητες κομμένων λουλουδιών και ανθοφόρων φυτών γλάστρας. Φυτά κηποτεχνίας έχουν μείνει επίσης αδιάθετα, λόγω αναστολής εργασιών στις διάφορες επιχειρήσεις και μεγάλα κυβερνητικά έργα.
Φέτος, η πτώση του τζίρου για τον Μάρτιο και τον Απρίλιο είναι της τάξεως του 97% σε σχέση με τις πωλήσεις την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Ο πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Ανθοκαλιέργειας, Αντώνης Κρητιώτης, μιλώντας στον «Φ» ανέφερε ότι επηρεάστηκε από τα μέτρα που λήφθηκαν την περίοδο του Πάσχα και της Πρωτομαγιάς όπου τα λουλούδια δεν είχαν κοπεί. Όπως εξηγεί, τα λουλούδια είναι ευαίσθητα, ευάλωτα προϊόντα, και οι ανθοκόμοι δεν έχουν την δυνατότητα να τα κρατήσουν ή να τα αποθηκεύσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και να πωληθούν σε άλλη περίοδο, αλλά πρέπει να καταστραφούν και μάλιστα, το τραγικό, από τους ίδιους τους παραγωγούς τους.
Όπως εξήγησε ο κ. Κρητιώτης, η πανδημία τούς πέτυχε στη χειρότερη στιγμή, διότι οι γιορτές που διατίθενται τα περισσότερα λουλούδια είναι αυτή την περίοδο. Επιπλέον, σοβαρός βραχνάς για τους ανθοκαλλιεργητές αποτελεί το γεγονός ότι σχεδόν όλοι οι γάμοι, βαφτίσεις και άλλες εκδηλώσεις έχουν μετατεθεί για το 2021, ενώ ελάχιστοι θα γίνουν τον φετινό Σεπτέμβριο και μετά.
Ο κ. Κρητιώτης ανέφερε ότι χωρίς στήριξη από το κράτος και μάλιστα σύντομα για να καλύψουν τις ζημιές και να μπορέσουν να προχωρήσουν σε παραγγελίες καινούργιων φυτών και βολβών για να συνεχίσουν την καλλιέργειά τους, οι επόμενοι μήνες θα είναι δύσκολοι και καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της κυπριακής ανθοκομίας.
Η κυβέρνηση αποφάσισε να στηρίξει τον κλάδο της ανθοκομίας με το ποσό των €500.000 ώστε να στηριχθούν οι καλλιεργητές, να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες ρευστότητας και να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους κατά τη διάρκεια αυτών των δύσκολων περιόδων.
Η ανθοκομία στην Κύπρο άρχισε να αναπτύσσεται στα μέσα της δεκαετίας του 1960 με την παραγωγή κυρίως γαρυφάλλων. Σύντομα ο τομέας σημείωσε ραγδαία εξέλιξη και ανάπτυξη, τόσο σε έκταση όσο και σε καλλιεργούμενη ποικιλία ειδών. Σχεδόν ολόκληρος ο όγκος παραγωγής των ανθοκομικών προϊόντων διατίθεται στην εγχώρια αγορά, ενώ πραγματοποιούνται περιορισμένες εξαγωγές στο Ηνωμένο Βασίλειο, και στις χώρες του αραβικού κόλπου, Ιράκ, Λίβανο και Ιράν.
Σήμερα, η εμπορική ανθοκομία αποτελεί εντατικό σύστημα γεωργικής παραγωγής. Οι περισσότερες ανθοκομικές μονάδες βρίσκονται κυρίως σε παραθαλάσσια μέρη λόγω του ηπιότερου κλίματος που επικρατεί στις περιοχές αυτές.
Στην Κύπρο ασχολούνται με την καλλιέργεια δρεπτών ανθέων 25 επιχειρήσεις, ενώ η καλλιεργούμενη έκταση ανέρχεται σε 300 περίπου δεκάρια, η οποία καλύπτει καλλιέργειες εντός θερμοκηπίων και υπαίθριες. Τα πιο συνηθισμένα είδη ανθέων που καλλιεργούνται είναι χρυσάνθεμα, τριαντάφυλλα, ζέρμπερα, λίλιουμ, γυψοφίλλη, σιερινιές, διάφορες πρασινάδες (ασπιτίστρα, ruscus κ.α.)
Ψηλό ΦΠΑ και εισαγωγές γονατίζουν τον κλάδο
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος της ανθοκομίας δεν διαφέρουν από αυτά που αντιμετωπίζουν και οι υπόλοιποι κλάδοι της γεωργίας, όπως είναι το υψηλό κόστος φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων, ηλεκτρικού ρεύματος, εργατικά κόστη, ακραίες καιρικές συνθήκες κ.α.
Περαιτέρω, ο τομέας αντιμετωπίζει επιμέρους ειδικά προβλήματα, όπως είναι ο συνεχώς αυξανόμενος όγκος εισαγωγών ανθέων κυρίως από Ολλανδία, αλλά και από Κεντρική Αφρική (Κένυα, Αιθιοπία), Λατινική Αμερική (Κολομβία, Εκουαδόρ), Ινδία κ.λπ.
Τον κλάδο απασχολεί και ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ που επιβάλλεται στα ανθοκομικά προϊόντα και ο οποίος ανέρχεται στο 19%, ενώ σε όλα τα υπόλοιπα κτηνοτροφικά και αγροτικά προϊόντα ο συντελεστής είναι 5%.
Από τις 27 συνολικά χώρες της ΕΕ, οι 22 από αυτές με βάση επίσημα στοιχεία της Υπηρεσίας ΦΠΑ, έχουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ, που κυμαίνεται από 6% έως 13%. Προσπάθεια του συνδέσμου είναι η μείωση του ΦΠΑ, χωρίς μέχρι στιγμής να πετύχει κανένα αποτέλεσμα παρά τις παραστάσεις προς υπουργείο Οικονομικών και Επιτροπή Γεωργίας της Βουλής.
Συνέπεια των παραπάνω και ιδιαίτερα της αδυναμίας ανταγωνισμού των εισαγωγών, πολλοί παραγωγοί έχουν στραφεί στην καλλιέργεια λαχανικών ή εγκαταλείπουν το επάγγελμα λόγω ηλικίας, ενώ παρατηρείται αδυναμία προσέλκυσης νέων στο επάγγελμα.
Πηγή:Φιλελεύθερος