Home ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΚΥΠΡΟΣ Καταδικασθείς για βιασμό στην Αγ.Νάπα ζήτησε να αφεθεί ελεύθερος- Όχι Εφετείου
Καταδικασθείς για βιασμό στην Αγ.Νάπα ζήτησε να αφεθεί ελεύθερος- Όχι Εφετείου

Καταδικασθείς για βιασμό στην Αγ.Νάπα ζήτησε να αφεθεί ελεύθερος- Όχι Εφετείου

Το Εφετείο απέρριψε στο σύνολό της την έφεση κατηγορούμενου, ο οποίος παραπέμφθηκε σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου Αμμοχώστου για σειρά εξαιρετικά σοβαρών σεξουαλικών αδικημάτων, επικυρώνοντας την πρωτόδικη απόφαση για κράτησή του μέχρι την έναρξη της δίκης.

Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει κατηγορίες για βιασμό, σεξουαλική κακοποίηση, εξαναγκασμό σε διάπραξη συνουσίας, απαγωγή, άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας, σεξουαλική παρενόχληση και στέρηση της ελευθερίας με σκοπό την υποβολή προσώπου σε σεξουαλική κακοποίηση, αδικήματα τα οποία φέρονται να διαπράχθηκαν στις 26 Οκτωβρίου 2025 με θύμα γυναίκα από τη Σουηδία. Ως ημερομηνία εμφάνισής του ενώπιον του Κακουργιοδικείου έχει οριστεί η 12η Ιανουαρίου 2026.

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου, εξετάζοντας αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, είχε διατάξει την κράτηση του κατηγορούμενου, παρά την ένσταση της υπεράσπισης, κρίνοντας ότι υφίσταται κίνδυνος φυγοδικίας. Η απόφαση αυτή προσβλήθηκε με έφεση, στηριγμένη σε τρεις λόγους. Με τον πρώτο, η υπεράσπιση υποστήριξε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε επαρκώς υπόψη ούτε αξιολόγησε σωστά τους δεσμούς του κατηγορούμενου με την Κυπριακή Δημοκρατία, καταλήγοντας εσφαλμένα στο συμπέρασμα περί κινδύνου φυγοδικίας. Με τον δεύτερο λόγο, προβαλλόταν ότι το Δικαστήριο αγνόησε ή δεν αξιολόγησε ορθά τους προτεινόμενους όρους εγγύησης για διασφάλιση της παρουσίας του στη δίκη και δεν στάθμισε επαρκώς τις συνέπειες της κράτησης για τον ίδιο και την οικογένειά του. Με τον τρίτο λόγο, υποστηρίχθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο βασίστηκε λανθασμένα στη σοβαρότητα των κατηγοριών, στην πιθανότητα καταδίκης και στις ποινές που αυτές επισύρουν.

Η υπεράσπιση τόνισε ότι ο κατηγορούμενος διαμένει στην Κύπρο σχεδόν δέκα χρόνια, κατέχει άδεια παραμονής μέχρι τον Ιούλιο του 2026, είναι παντρεμένος και πατέρας ενός παιδιού. Εργάζεται μαζί με τη σύζυγό του και είναι μεταπτυχιακός φοιτητής. Παράλληλα, υποστηρίχθηκε ότι οι προτεινόμενοι όροι εγγύησης, όπως η κατάθεση χρηματικού ποσού ύψους 10.000 ευρώ, η παράδοση ταξιδιωτικών εγγράφων και η τακτική, ακόμη και καθημερινή, παρουσίαση σε αστυνομικό σταθμό, ήταν επαρκείς για να διασφαλίσουν την παρουσία του στο Δικαστήριο. Επιπλέον, υπογραμμίστηκε ότι η κράτησή του θα είχε σοβαρές δυσμενείς συνέπειες για την οικογένειά του, δεδομένου ότι αποτελεί τον βασικό οικονομικό της στυλοβάτη.

Το Εφετείο, αφού άκουσε και εξέτασε με προσοχή τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών, υπενθύμισε ότι αντικείμενο εξέτασής του δεν είναι η ουσία της υπόθεσης, αλλά η ορθότητα της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Όπως επισημάνθηκε, η κράτηση υποδίκου αποτελεί κατ’ εξαίρεση μέτρο και το Εφετείο επεμβαίνει μόνο εάν διαπιστωθεί ότι η σχετική εξουσία δεν ασκήθηκε δικαστικά ή παραγνωρίστηκαν ουσιώδη νομολογιακά κριτήρια.

Το Δικαστήριο έκρινε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε ορθά τις νομολογιακές αρχές για τον κίνδυνο φυγοδικίας, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα των αδικημάτων, την πιθανότητα καταδίκης και το ενδεχόμενο επιβολής αυστηρών ποινών, σε συνδυασμό με τις προσωπικές περιστάσεις και τους δεσμούς του κατηγορούμενου με τη Δημοκρατία. Υπογράμμισε, επίσης, ότι στο παρόν στάδιο η μαρτυρία εξετάζεται μόνο «στην όψη της», αποκλειστικά για τη διαπίστωση πιθανότητας καταδίκης, χωρίς αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων ή κρίση επί της ενοχής.

Το Εφετείο δεν εντόπισε οποιοδήποτε σφάλμα ούτε στον τρόπο αξιολόγησης του μαρτυρικού υλικού ούτε στη στάθμιση των προσωπικών συνθηκών του κατηγορούμενου, των συνεπειών της κράτησης στην οικογένειά του ή της επάρκειας των προτεινόμενων όρων εγγύησης. Αντίθετα, έκρινε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αιτιολόγησε επαρκώς γιατί οι δεσμοί που επικαλέστηκε η υπεράσπιση δεν ήταν τόσο ισχυροί ώστε να αποτρέπουν το ενδεχόμενο διαφυγής, ιδίως ενόψει της σοβαρότητας των κατηγοριών και της πιθανότητας επιβολής πολυετούς ποινής φυλάκισης. Παράλληλα, σημείωσε ότι οι συνέπειες της κράτησης, όσο δυσμενείς και αν είναι για τον κατηγορούμενο και την οικογένειά του, δεν μπορούν να υπερκεράσουν το γενικότερο δημόσιο συμφέρον για απονομή της δικαιοσύνης.

Ιδιαίτερη αναφορά έγινε και στη νομολογία που ξεκαθαρίζει ότι ακόμη και η ύπαρξη δεσμών με την Κυπριακή Δημοκρατία δεν οδηγεί αυτομάτως στην επιβολή όρων εγγύησης, καθώς το κρίσιμο ζήτημα παραμένει πάντοτε ο κίνδυνος μη προσέλευσης του κατηγορούμενου στο Δικαστήριο.

Υπό τα δεδομένα αυτά, το Εφετείο κατέληξε ότι οι τρεις λόγοι έφεσης στερούνται ερείσματος, έκρινε ότι η πρωτόδικη απόφαση ήταν ισορροπημένη, σφαιρική και ακριβοδίκαιη και απέρριψε την έφεση στο σύνολό της, επικυρώνοντας την κράτηση του κατηγορούμενου.

Send this to a friend