
Τσάκισε τους Τ/Κ η ακρίβεια στα κατεχόμενα – Βρίσκουν καταφύγιο στις υπεραγορές των ελεύθερων περιοχών
Σε «ναρκοπέδιο» έχουν μετατραπεί υπεραγορές, λαϊκές αγορές και άλλα καταστήματα στα κατεχόμενα, με τις τιμές πολλών βασικών καταναλωτικών ειδών να βρίσκονται στα ύψη.
Ο εισαγόμενος από την τουρκική οικονομία πληθωρισμός, σπάει το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ. Μέχρι χθες η ισοτιμία ευρώ-τουρκικής λίρας ήταν 1 προς 48,62.
Με τον κατώτατο μισθό στα κατεχόμενα να κυμαίνεται στα 920 ευρώ καθαρά μηνιαίως, είναι λογικό οι Τ/Κ, που ανέκαθεν ψώνιζαν επιλεγμένα προϊόντα από τις ελεύθερες περιοχές, κυρίως γιατί έβρισκαν μεγαλύτερη ποικιλία και καλύτερο περιβάλλον, να αναζητούν πλέον καταφύγιο εδώ, καθότι βρίσκουν φθηνότερα προϊόντα για να καλύψουν τις καθημερινές τους ανάγκες. Εξ ου και οι ουρές στα οδοφράγματα, ειδικά τα Σαββατοκύριακα, από τις πρωινές ώρες.
Η αύξηση των τιμών δεν συναντάται, όμως, μόνο στα τρόφιμα. Σύμφωνα με τη Γενί Ντουζέν, τον τελευταίο χρόνο, το ηλεκτρικό ρεύμα αυξήθηκε 28%, το νερό 71%, η κινητή τηλεφωνία 28%, τα ενοίκια κατά περίπου 41%, τα δίδακτρα σε ιδιωτικά πανεπιστήμια 147% και τα χειρουργεία σε ιδιωτικά νοσοκομεία κατά 98%. Η οικονομική πίεση που δέχονται οι Τ/Κ είναι μεγάλη. Είναι γι’ αυτό που βλέπουμε ότι οι όροι αντιστράφηκαν σε σχέση με παλαιότερες εποχές όπου οι Ε/Κ έσπευδαν για ψώνια στα κατεχόμενα λόγω της μεγάλης διαφοράς των τιμών.
Τι αγοράζουν
Σύμφωνα με δηλώσεις Τ/Κ στον «Π», μεγάλες είναι οι αυξήσεις σε φρούτα και λαχανικά που διατίθενται στις λαϊκές αγορές στα κατεχόμενα. Σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, τα προϊόντα που βρίσκουν εκεί είναι πολύ ακριβότερα. Μάλιστα οι τιμές φρούτων και λαχανικών είναι ίδιες με αυτές σε ορισμένες υπεραγορές. Σε ερώτημα του «Π» για το τι επιλέγουν να αγοράζουν, υποστήριξαν ότι κάποια από τα κύρια αγαθά που προμηθεύονται από τις ελεύθερες περιοχές είναι το κρέας, λόγω τιμής αλλά και ποιότητας, ο καφές, τα είδη βρεφικής φροντίδας και διάφορες κατηγορίες τροφίμων. «Η μη διενέργεια ελέγχων στα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στα κατεχόμενα μας αναγκάζει πολλές φορές να μην εμπιστευόμαστε την αγορά. Γι’ αυτό σε πολλές περιπτώσεις επιλέγουμε φρούτα και λαχανικά από τις ελεύθερες περιοχές», μας λένε.
Υψηλά στις προτιμήσεις τους βρίσκονται όμως και τα ρούχα. Επιλέγουν πολυκαταστήματα και malls, ενώ άλλες δημοφιλείς επιλογές τους είναι τα καταστήματα παιχνιδιών. Ένας ακόμη λόγος πέρα από την τιμή, όπως εξηγούν, που περνούν τα οδοφράγματα για να ψωνίσουν, είναι η ποικιλία των προϊόντων στις ελεύθερες περιοχές και η ποικιλία σε επώνυμα αυθεντικά προϊόντα που δεν βρίσκουν στα κατεχόμενα.
Εξωφρενικές τιμές στην εστίαση
Οι Τ/Κ που περνούν τα οδοφράγματα επιλέγουν και τις μεγάλες αλυσίδες πρόχειρου φαγητού. Όπως μας είπαν, εξωφρενικές είναι οι τιμές και στα καφέ. Σε πολλές περιπτώσεις και αναλόγως του είδους ο καφές κυμαίνεται από τα 5 έως και τα 9 ευρώ σε κατεχόμενη Λευκωσία και Κερύνεια.
Επίσης, «πανάκριβες» θεωρούνται και οι ταβέρνες στα κατεχόμενα, με την τιμή του κρεατομεζέ ανά άτομο να ξεκινά από τα 30 ευρώ το άτομο και να ξεπερνά σε άλλες περιπτώσεις τα 40 ή τα 50 ευρώ. Μάλιστα, πρακτική των καταστημάτων είναι να σερβίρουν μικρές ποσότητες κρέατος σε σχέση με τις ελεύθερες περιοχές. «Η ακρίβεια μείωσε και την ποιότητα αλλά και την ποσότητα του φαγητού που σερβίρεται», όπως μας λέχθηκε χαρακτηριστικά. «Όποτε επιλέγω να πάω σε ταβέρνα θα επιλέξω να πάω μόνο στις ελεύθερες περιοχές», μας λέει ο Χασάν από τη Λευκωσία.
63 ευρώ διαφορά
Για να διαπιστώσουμε την απόκλιση των τιμών ανάμεσα σε κατεχόμενα και ελεύθερες περιοχές, συγκρίναμε 20 βασικά καταναλωτικά είδη. Τα αθροίσαμε για να διαπιστώσουμε το σύνολο του ποσού που θα πληρώσει για το συγκεκριμένο καλάθι ο καταναλωτής στις δύο πλευρές της Πράσινης Γραμμής. Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν όσα μας είπαν οι ίδιοι οι Τ/Κ που επιλέγουν να ψωνίζουν από τις ελεύθερες περιοχές.
Όπως φαίνεται και στον πίνακα, συνολικά το καλάθι μας ανέρχεται στα 196,77 ευρώ στα κατεχόμενα, ενώ το αντίστοιχο ποσό στις ελεύθερες περιοχές περιορίζεται στα 133,46 ευρώ. Δηλαδή, η συνολική δαπάνη στα κατεχόμενα είναι κατά περίπου 47% υψηλότερη. Αυτό σημαίνει ότι η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών εκεί επιβαρύνεται σημαντικά, καθώς η συνολική διαφορά στο κόστος για το ίδιο πακέτο προϊόντων ξεπερνά τα 63 ευρώ.
Όσον αφορά το κρέας, η διαφορά είναι εντυπωσιακή. Ο μοσχαρίσιος κιμάς, οι χοιρινές μπριζόλες, το αρνί και το βοδινό πωλούνται στα κατεχόμενα από 59% έως και 97% ακριβότερα, με το αρνί να κοστίζει σχεδόν τα διπλά! Το ελαιόλαδο και τα δημητριακά είναι πολύ πιο ακριβά στα κατεχόμενα, με τις τιμές να είναι έως και διπλάσιες.
Η διαφορά στις τιμές του καφέ είναι μεγάλη, με την ψαλίδα να ανοίγει ακόμη περισσότερο. Είτε πρόκειται για στιγμιαίο καφέ είτε για κυπριακό, οι τιμές στα κατεχόμενα είναι σχεδόν διπλάσιες. Στα βρεφικά προϊόντα, όπως οι πάνες, η διαφορά είναι επίσης σημαντική, με την τιμή στα κατεχόμενα να είναι περίπου 73% πιο υψηλή από ό,τι στις ελεύθερες περιοχές. Η ανάγκη να εξασφαλίσουν αυτά τα προϊόντα σε χαμηλότερες τιμές στέλνει τους Τ/Κ στις ελεύθερες περιοχές.
Αντίθετα, το χαλλούμι είναι πιο φθηνό στα κατεχόμενα, ενώ και οι τιμές στις κατηγορίες του γάλακτος, του γιαουρτιού και των αβγών είναι ελάχιστα χαμηλότερες από ό,τι στις ελεύθερες περιοχές. Πουργούρι και ηλιέλαιο πωλούνται σε τιμές ελαφρώς χαμηλότερες στα κατεχόμενα, ενώ οι διαφορές στην τιμή ζάχαρης και ρυζιού είναι αμελητέες.
Τα μοναδικά είδη των οποίων αδιαμφισβήτητα η τιμή διάθεσης είναι χαμηλότερη στα κατεχόμενα, είναι η βενζίνη και τα τσιγάρα. Αυτά για τα οποία πολλοί Ε/Κ εδώ και δύο δεκαετίες προμηθεύονται ανελλιπώς από τα κατεχόμενα.
Ακρίβεια: Πληθωρισμός κι άλλα αίτια
Σύμφωνα με τον Τ/κ Τύπο, η θύελλα αυξήσεων στα κατεχόμενα διαμορφώνεται από την Τουρκία λόγω της χρήσης της τουρκικής λίρας και της σύμφυσης των οικονομιών τους. Επιπροσθέτως, οι οικονομολόγοι, πέρα από τα υψηλά περιθώρια κέρδους, αποδίδουν τις ανατιμήσεις σε αιτίες όπως:
– Η κυριαρχία των μεγάλων αλυσίδων σουπερμάρκετ που ανεβάζουν τις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων.
– Η άνοδος των συναλλαγματικών ισοτιμιών, η οποία μεταφέρεται άμεσα στο κόστος των εισαγωγών.
– Η αύξηση του κόστους των αγροτικών εισροών (λιπάσματα, καύσιμα), που επιβαρύνει τα προϊόντα που παράγονται στα κατεχόμενα.
– Η εγκατάλειψη της παραγωγής από αγρότες που δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την καλλιέργειά τους οδηγώντας σε μείωση της προσφοράς.
– Οι μεσάζοντες και οι λιανέμποροι, οι οποίοι διαμορφώνουν μια υπερβολική διαφορά τιμής ανάμεσα στο χωράφι και στο ράφι που ξεπερνά το 200%.
– Η υπερβολική αύξηση του πληθυσμού, που κάνει τη ζήτηση να ξεπερνά την προσφορά, ασκώντας ακόμη μεγαλύτερη πίεση στις τιμές.