
Ανδρόνικος Κατσιαντώνης: Ως λαϊκός ποιητής πρέπει να αντιπροσωπεύκεις τζιήνον που γράφεις στα ποιήματα σου
Γράφει η Ρέα Κουμπαρή
Ο Ανδρόνικος Κατσιαντώνης είναι μια εξέχουσα μορφή της σύγχρονης κυπριακής λαϊκής ποίησης, γνωστός για την απαράμιλλη ικανότητά του να ζωντανεύει την παράδοση και την καθημερινότητα μέσα από τους στίχους του.
Με καταγωγή από τα πανέμορφο χωριό της Κύπρου την κατεχόμενη Μακράσυκα, ο Κατσιαντώνης αντλεί έμπνευση από τη φύση, την ιστορία και τον πολιτισμό του νησιού, αποτυπώνοντας τις ανθρώπινες εμπειρίες με βαθιά συναίσθηση και ευαισθησία.
Καθώς συνομιλούμε μαζί του, θα έχουμε την ευκαιρία να ανακαλύψουμε τη δύναμη και τη μαγεία των λέξεων του, αλλά και να εξερευνήσουμε τις ρίζες και τις αξίες που διαμόρφωσαν τον ίδιο και το έργο του.
Ο Ανδρόνικος Κατσιαντώνης δεν είναι μόνο ποιητής, είναι φορέας της λαϊκής κληρονομιάς, ένας αφηγητής που συνδέει το παρελθόν με το παρόν, εμπνέοντας γενιές να δουν τη ζωή μέσα από ένα πρίσμα ποίησης και τέχνης.
Μέσα από αυτήν τη συνέντευξη, έχουμε τη μοναδική δυνατότητα να αποκαλύψουμε όχι μόνο τον καλλιτέχνη, αλλά και τον άνθρωπο Ανδρόνικο Κατσιαντώνη.
Ανδρόνικε μου, είναι μεγάλη η χαρά μου να σ’ έχω ξανά απέναντι μου, γιατί γνωρίζεις την εκτίμηση που σου έχω.
Αμοιβαία τα αισθήματα Ρέα μου σας ευχαριστώ που με καλέσατε τζιαι για την εκτίμηση που δείχνετε στο άτομο μου. Η βιβλιοθήκη της Αραδίππου μου πρόσφερε πολλές γνώσεις στη μελέτη μου για την λαϊκή ποίηση αφού δεν έμεινε βιβλίο σας να μην το δανειστώ και να το διαβάσω.
Υπάρχει κάποιος άλλος στην οικογένεια σου Ανδρόνικε, που ασχολήθηκε με την λαϊκή ποίηση, και αν ναι, πια επιρροή είχε στη δουλειά σου;
Ρέα μου, σχεδόν όλα τα αδέρφια μου και οι γονείς γράφουν. Τούντο πράμα εζήσαμεν το που μωρά , το τσιάτισμαν, τα τραούδκιατζιαι τα ποιήματα. Η μάνα του πατέρα μου η στετέ μας η Κακού πολλές φορές ετσιάταντζιαι λάλε μας τραούδκιατζιαι ποιήματα.
Ο Καρνέρας , εν παππούς μας τζιαι ο Κόκος του Μηνά θκειός μας. Αθυμούμαι περιπτώσεις που κάθουνταν παρέες γύρω που έναν τραπέζι, να τραουδούν, να τσιατούν, να πειράζει ο ένας τον άλλον. Τζιαι μες΄ τον καφενέ ο πατέρα μου με τον θκειό μου τον Πέτρο, να λαλεί ο ένας που τη μιανμερκάν του καφενέ τζιαι να απαντά ο άλλος που την αλλην. Είχαμεντούντοπράμαν εμείς στα χωρκά μας στα Κοτσιηνοχώρκα. Σε κάθε γλέντι πάντα ήσιεν έναν ποιητάρη τζιαι έναν φκιολάρην να παιζει, τζιαι να τραουδούν. Στα χαρτώματα μου ήρτεν ο Πιερέτης με το βκιολί του τζιαιετραούησεν μας.
Όταν επήεν ο πατέρας μου στις Αραβικές χώρες να δουλέψει να μας νεώσει, η αλληλογραφία με την μάνα μου εγίνετουν με τσιατιστά. Έξερεν ότι η μάνα μου ποδά μόνη της νεώνει εννιά μωρά. Τζιαιέγραφεν ο πατέρας μου τσιατιστά σε στυλ σατιράς για να μας κάμει να γελάσουμεν, να τον νοιώσουμεν παραπάνω κοντά μας, νάσιη η μάνα μου νάκον χαρά. Τζιαιαπάνταν του τζιαιτζιήνει πίσω με τσιατιστά. Έσιει τα φυλάμενα ούλα η μάνα μου. Αλοίμονο να τα πετάξει, εν κομμάτιν της ζωής της.
Εσύ πέταξες ποιήματα σου;
Τα πρώτα μου ποιήματα η αλήθκεια εν τα φύλαξα. Έγραφα τα αλλά δεν υπολόγιζα ότι κάποτε θα μπορούσα να κάμω βιβλίο να τα βάλω μέσα.
Μετά το 2006 έχω αρκετά λόγω των κινητών τηλεφώνων που τα έστελνα ως μήνυμα τζιαι μετά τα έγραφα σε τετράδια.
Κάποιος λαϊκός ποιητής που σε επρέασε στο γράψιμον;
Πολλοί με επηρέασαν άλλοι θετικά άλλοι αρνητικά.
Που τους ποιητές που εθαύμαζατζιαιέθελα να τους μοιάσω, ήταν ο Αντώνης Κατσαντώνη. Εν που τους ανθρώπους που εγώ εχαραχτήρισα , «ο ποιητής της Ειρήνης». Πολλές φορές άκουσα ποιήματα του τζιαι έκλαψα. Πολλές φορές είπα μακάρι να καταφέρω να γράψω έναν ποίημα σαν τα δικά του. Εθκιάβασα πολλούς τζιαιαρέσκουν μου πολλοί αλλά ο Αντώνης είναι το πρότυπο μου.
Επίσης θαυμάζω αυτούς που με βοηθήσαν εις την αρκήν της καριέρας μου ως ποιητής, εάν μπορώ να λέγομαι ποιητής. Είχα τούντους καλούς ανθρώπους τον Χαμπήν Αχνιώτη, τον Αντώνη Κατσαντώνη, τον Παντελήν Κακολήν που το Λιοπέτριν τζιαι είμαι που τους τυχερούς διότι με κάλεσαν έσσω τους να με γνωρίσουν τζιαι να μου δώκουν τες συμβουλές τους. Δασκάλους όμως θεωρώ ούλλους του ποιητές που εθκιάβασα τα βιβλία τους. Που ούλλους έσιης να πκιάσεις κάτι.
Κρύβεται κάποια ιστορία πίσω που το πρώτο σου ποίημα;
Πίσω που πολλά ποιήματα μου υπάρχουν ιστορίες. Ερωτικά, γνωμικά, ποιήματα, όλα υπάρχει κάποιος λόγος για να γραφτούν. Τζιαι πολλές φορές που κάποιος μπορεί να κλέψει κάποιον ερωτικόν ας πούμε που έχει μιαν ιστορία για να γραφτεί θυμώνω. Όσα τζιαι να κλέψουν όμως δεν μπορούν να μας κλέψουν και τα αισθήματα που νιώσαμε η τις αναμνήσεις μας που ήταν η αιτία να γράψουμε.
Το ποίημα με την πιο ωραία ιστορία το έβαλα στο πρώτο μου βιβλίο, που όσα ποιήματα τζιαι να γράψω θα είμαι περήφανος πάντα για τζιήντο πρώτον, «Το ποίημαν την ποίησης». Που άκουσεν τα πιο ωραία σχόλια που τον Αντώνη τον Κατσαντώνη τον μακαρίτη.
Ποια είναι η τεχνική όταν γράφεις ένα καινούργιο ποίημα; Αρχίζεις με μια ιδέα, μια εικόνα ή ένα συναίσθημα;
Το 90% είναι η ιδέα, όπως έγραψα τζιαι στο ποίημαν μου, «Το ποίημαν της ποίησης». Πολλοί εν να κλέψουν ιδέα που κάποιον άλλον. Την ιδέα πρέπει να την γράψεις τόσον ωραία, που να μεν μπορεί να την πιάσει κάποιος άλλος τζιαι να την γράψει καλλύτερα. Σαν να χτίζεις ένα σπίτι. Σκελετωμα, χτίσμα, σουβά, τρίτο σιέρι, πογιάτισμα. Να το κάμεις όσον πιο καλόν μπορείς.
Ο καθένας θα γράψει τα δικά του βιώματα. Τζιαιτζίηνη η εικόνα που εν να σου έρτει μέσα στο μυαλό σου, να την γράψεις τόσον καλά, που να μεν πει ο άλλος, θα την πκιάσω να την κάμω καλύτερην. Πάλε ενν να συναφέρω τον Αντώνη Κατσαντώνη τζιαι το ποίημαν του «Η «μάντρα». Κανένας δεν μπορεί να γράψει έναν ποίημαν που να χαρακτηρίζει τις δύο κοινότητες της Κύπρου Ελληνοκύπριους τζιαι τουρκοκύπριους, σαν μιαν μάντρα που ενν τα αρνιά με τα ρίφκια χωριστά, τζιαι πάλε να μαλλώνουν, ώσπου ο βοσκός εχάλασεν την βραχτήν τζιαισμίξαντζιηταν αγαπημένοι όπως ήτουν πριν.
Τούντην ιδέαν που ήσιεν ο Κατσαντώνης για τούντο ποίημαν δεν μπορεί να το αντιγράψει κανένας τζιαι να το κάμει καλύτερον.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη δυσκολία που δοκίμασες ως λαϊκός ποιητής;
Να συγκρατώ λλίον τον εαυτό μου τζιαι τα αισθήματα μου.
Ως λαϊκός ποιητής πρέπει να αντιπροσωπεύκεις τζιήνον που γράφεις στα ποιήματα σου.
Ο λαϊκός ποιητής για μένα πρέπει πρώτα να είναι άδρωποςτζιαι μετά λαϊκός ποιητής. Εν μπορείς να γράφεις ποιήματα, να παραδειγματίζεις τον κόσμο τζιαι συ να είσαι κάτι άλλον που τζιήνον που γράφεις. Πρέπει να είσαι κύριος, αν πιάμεν τους πιο καλούς λαϊκούς ποιητές της Κύπρου, ήτουντζιαι καλοί ανθρώποιτζιαιτζιήνον που εγράφαν εστηρίζαν το τζιαιστες πράξεις τους όη μόνον στα λόγια.
Τι θεωρείς πιο σωστό: να γράφεις για τον εαυτό σου ή για τον κόσμο σου;
Να γράφεις τζιαι για τον κόσμον κάμνοντας τα προβλήματα τους δικά σου.
Για τον εαυτό σου πόσα εν να γράψεις. Ο λαϊκός ποιητής πρέπει να νοιώσει τζιαι τον πόνον του άλλου, όπως το ποίημαν που έγραψα για τον Αραδιπιώτην νέον, τον Ζαχαρία του Καντή. Τζιήνον το παληκαριν που έσβησεν πάνω στη χαρά του. Έκαμα την ιστορίαν του δική μου, τζιαι μιλώ του Χάρου τζιαι λαλώ του:
Νεκρολούλλουδον στον Ζαχαρία Κκαντή…
Ήρτες κρυφά όπως τον κλέφτην μαθημένος,
Νεκατσιασμένε τρισκατάρατε φονιά,
Πας την χαράν του τζιαι σαν ήτουνποσταμένος
Έστησες ύπουλα καρτέρι στη γωνιά,
Αφού επήρες ‘πομονήν για να τελειώσει,
Στερνήνφιούραν σε λεβέντικονχορόν,
Γιατ’ εν εσκέφτεις πως εν κρίμαν να γλυτώσει,
Στα κοσιθκυό να ποϋρίσεις το μωρόν,
Είσιενκοσπέντετζιαι κοντά στο μεσονύχτιν,
Τέλη του Μάη λλίες μέρες πριν να φκεί,
Τζιέσβησεν όπως το πουλλούϊν μες το δύχτιν
Ο αετός που φτεροπέταν την αφκή,
Σαν τον αθθόν τον αννοιξιάτικον στο φούλιν,
Έμοιαζεν όπως τον Απόλλωνα γαμπρόν
Τες ομορκιές του ελυμπήστηκεςαζούλη,
Τζιέαψεςέσσω του ‘νανάσβεστονλαμπρόν,
Βάλλεις την μοίρα για προσγέλλειον ότι φταίει,
Σάμ’ που τζιέν κάρτα που τραβάς στο καζαντί,
Σκέφτου την μάναν τόσα γρόνια που τον κλαίει,
Τον Ζαχαρίαν τον λεβέντην του Κκαντή,
Χάρε που πιάνεις τες ψυσιές που αγαπούσιν,
Πριν να χορτάσουν που τον έρωτα χαράν,
Τζιαι όσα όσα να μου πουν ότι σε θκιούσιν
Εν σε γοράζω ούτε κάλπικονππαράν…
Με συνεπήρες. Πώς βλέπεις τη νέα γενιά να προσεγγίζει τη λαϊκή ποίηση Ανδρόνικε;
Η νέα γενιά με τον τρόπον της τζιαι αναλόγως της εποχής της αλλάζει. Όπως αλλάζει η γλώσσα μας αλλάζει τζιαι η ποίηση μας, αλλάζει τζιαι ο τρόπος που την προσεγγίζεις. Τώρα έν το fb, εν το Τικ Τοκ, η τηλεόραση, που έσιη πιο πολλήν προβολή, τζιαι κάποτε η προβολή μπορεί να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, διότι η ποίηση θέλει απομόνωση.
Αν δεν μείνεις μόνος σου, να το δουλέψεις τζιήνον που έσιης μες τον νού σου, να το σκεφτείς, όπως λαλούμεν να το σκελετώσεις το ποίημαν σου. Να το αφήκειςνάκον να ησυχάσει όπως λαλεί ο φίλος μου ο Πέτρος ο ράφτης.
Θέλω να πω τούντα πράματα πρέπει να τα βάλω σε μια σειρά, πρέπει να τα ομορφήσω. Πρέπει να σκεφτώ, τούτον να το πω η να μεν το πώ; Ενν να προσβάλω κάποιον; Εν σωστόν η εν λάθος; Δηλαδή, να δουλέψεις το νου σου πολλά πάνω σε έναν ποίημαν.
Έτυχε να δεις νεαρούς να τσιατίζουν με άππομαν; Και πως τους καρτζιηλατίζεις;
Είδα πολλούς να παίρνουν πάνω τους γιατί ξέρουν να ταιρκάσουνθκυό γραμμές τζιαι να βαφτήζουνται λαϊκοί ποιητές. Όπως είπα στην ομιλία μου στην Ελλάδα στην παρουσίαση του φίλου μου του Φλουρή όπου ήταν παρών και ο Ηλιάκος, ένας σπουδαίος ποιητής, που δεν επρόσθεσεν τον τίτλον του λαϊκού ποιητή στο όνομαν του, όπως κάμνουν πολλοί, τζιαι ο Ηλιάκος εν 65 χρονών. Πως μπορώ εγιώ να λαλώ πως είμαι ποιητής; Δεν μπορεί οποιοσδήποτε που μόνος του να λαλεί εν ποιητής. Όπως είπεντζιαι ο Κατσαντώνης όταν επρολόγισεν στο δεύτερον βιβλίο μου: «Τον τίτλο του Λαικου ποιητή θα σου τον δώσει ο κόσμος» μπορεί και μετά θάνατον. Όταν δει ο κόσμος ότι αντιπροσωπεύκεις τον, στις δυσκολίες του, στα προβλήματα του, τότε αυτός θα σε ονομάσει λαικόνποιητήν. Αλλα να βάλεις που μόνος σου την ταπέλα του λαϊκού ποιητή εν μπορεί να το κάμει κανένας. Είναι γελοίο.
Πως νοιώθεις που η νέα γενιά διαβάζει την ποίηση σου;
Εν η χαρά μου. Το κοινό μου δεν περιορίζεται μόνον στους νέους όμως. σκοπός του ποιητή είναι να γράψει κάτι που εν να μείνει στη μνήμη του κόσμου, τζιαι αν ούτε στη μνήμη σου εσένα εν μινήσκει, αν εσού εν τα θυμάσαι πως περιμένεις να τα θυμάται ο κόσμος. Η μεγάλη μου χαρά είναι όταν συναντώ κόσμο τζιαι λαλεί μου άρεσεν μου τζιήνον το ποίμαν που είπες τζιαμέ. Όπως όταν πήγα στους Τρούλους μια φορά τζιαι ήταν ένας ηλικιωμένος παππούς με την μουστάκα τζιαι λαλεί μου: «Άρεσεν μου τζιήνον το ποίημαν που είπες, τζιήνην την μέρα στην τάδε εκπομπή, τζιαι λαλεί μου θέλω να αγοράσω το βιβλίο σου», τζιαι λαλώ του για τούτον που μου είπες θα σου το κάμω δώρον . Τούτον σημαίνει ότι κάμνω κάτι καλά, αλλιώς πρέπει να σταματήσω.
Υπάρχουν ποιητικοί διαγωνισμοί στην Κύπρο που συμμετέχεις;
Εγώ επειδή είμαι στην Κριτική Επιτροπή του κατακλυσμού Λάρνακας, δεν δικαιούμαι να λαμβάνω μέρος σε διαγωνισμούς. Εν μπορω να διαγωνίζουμε με τζιήνους που κρίνω. Τζιαι για μένα η μεγαλύτερη τιμή που μου έγινεν είναι η συμμετοχή μου στη θέση του κριτή. Όταν μου πρότεινε ο Πολιτιστικός Λειτουργός της Λάρνακας, ο κ. Άκης Ιωάννου, ότι με θέλει στην κριτική επιτροπή, μου ξεκαθάρισε να αποφασίσω ή θα είμαι κριτής ή λαϊκός ποιητής.
Θεωρω όμως ότι το έργο όλων κρίνεται καθημερινά από τον κόσμο και τα βραβεία είναι κάτι που δεν με απασχολεί. Απεναντίας νιώθω πιο ελεύθερος να δημοσιεύω κάθε τι που γράφω αμέσως χωρίς να τα φυλάω για διαγωνισμούς.
Δεν είναι πολύ αγχωτικό αυτό. Νοιώθεις καλά με τον εαυτό σου ως κριτής;
Καθόλου άγχος αντίθετα είναι ακόμα ένα κίνητρο να θκιεβάζω περισσότερο για να ενημερώνομαι.
Τζιαι κρίνω πάντα με το σκεπτικό ότι επιλέγω τον καλύτερο γιατρό για την πιο κρίσιμη εγχείρηση.
Ναι. Νοιωθω καλά. Τζιήνος που νομίζει ότι αδικείται νάρτει να κάμει παράπονο εις τον πρόεδρο, στον Κώστα τον Κατσώνη. Να ξαναδούμεν το ποίημα του τζιαι να του πούμεν που ήταν λάθος.
Ακούγονται κάποιοι ψίθυροι για κλίκες και κυκλώματα, εσύ τι έχεις να πεις γι’ αυτό;
Δεν μπορούν να ταιρκάζουν όλοι με όλους, κάποιοι θα κάμνουν παρέα περισσότερο κάποιοι λιγότερο. Χαίρομαι όμως που κάποιοι φίλοι ποιητές εκουμπαρέψαν τζιαι εβαφτησεν ο ένας του άλλου. Τούτον δείχνει ότι η φιλία είναι πάνω απ’ όλα. Εγώ προσωπικά δεν ανήκω κάπου συγκεκριμένα και με όποιον θέλει να πιούμε ένα καφέ να μιλήσουμε για τα ποιήματα μας να ανταλλάξουμε απόψεις είμαι θετικός.
Έσιη αδρώπους που με πλησιάζουν με πολλά καλή διάθεσην.
Πώς χειρίζεσαι την κριτική και τα σχόλια για το έργο σου;
Άηστον κόσμο να λαλεί. Εντζιαι μπορείς να μου πεις εσούήνταμπουένν να γράψω, αν θα αγοράσεις έναν βιβλίο μου. Εγωενν να γράψω τζιήνα που θέλω, τζιαι αν θέλεις αγόραστ’ το, αν δεν θέλεις μεν το αγοράσεις. Εν τζιαι γράφω για να πουλήσω βιβλία. Περισσότερα που 400 βιβλία μου εδωθήκαν για φιλανρωπικό σκοπό. Εντζιαι γράφω για να γίνω πλούσιος, γράφω για να βκάλωτζιήνα που έχω μεσ’ την ψυσιήν μου.
Τι θα συμβούλευες έναν νέο ποιητή που θέλει να ασχοληθεί με την λαϊκή ποίησην;
Ο νέος ποιητής εν’ όπως ένας νέος μουσικός, γιατρός, δάσκαλος. Πρώτα πρέπει να δκιαβάσεις. Δεν μπορείς να ξεκινήσεις στα τυφλά τζιαι να γράψεις έναν ποίημαν που δαμε ως τζιηπάνω. Πρώτα πρέπει να ξεκινήσεις με κάτι μικρό, να γράψεις μιανευτζιή, ένα δίστιχο, έναν γνωμικόν. Όπως κάποιος μιαν φοράν στη δουλειά που έφαεν μας τζιαι καλά που τη γλώσσα, τζιαι αναγκάστηκα να του πω τούντοπράμαν:
«Αναγκάζεσαι για κάποιους τούντοπράμαν να το πεις,
για τον φαφλατάν, τον πρίκτην,
προφανώς ανακαλύφτειν
τζιη αξία της σιωπής».
Τούντα μικρά εν τούτα που εν να ξεκινήσεις. Εν μπορείς να ξεκινήσεις με κάτι μεγάλο. Τζιαι κάτι που συμβουλέφκω, δκιάβασε να χωνέψεις το μέτρον, τις καταλήξεις, να δεις τι έγραψαν οι άλλοι, να βρεις το ρυθμό που σου πάει, ήνταλως μιλάς, τζιαι η απαγγελία σου να ταιρκάζει της συντυσιάς σου.
Όπως μιλάς απαγγέλλεις. Εν μιλώ σαν τον Σεφερλήτζιαιτραουδώ σαν την αλεξίου ας πούμεν. Μεν προσπαθείς να μιμηθείς κάποιον φτασμένο ποιητή. Γιατί, για να μιμηθείς τον φτασμένο πρέπει τα λόγια που εν να πεις τζιαι το ύφος που εν να το πεις να είναι ανάλογα τζιήνεις της ουσίας. Αν μιμηθείς κάποιον άλλον τζιαι τα λόγια σου έννεν της αξίας τζιήντου άλλου προσβάλεις τζιαι τον άλλον μειώνεις τζιαι τον εαυτό σου.
Ποιο είναι το πρώτο βιβλίο ποίησης που εξέδωσες και τι σήμαινε για σένα;
Το πρώτο βιβλίο που έκδωσα ήταν το «Σκάσματατζιακαψάλια».
Ονοματίζει μια περιοχή πίσω από το σπίτι μου στην Μακράσυκα. Τζιαμαίεπηέναμεν μωρά τζιαιτζιηνηούσαμε κανέναν στρουθούιν, επαίζαμεμάππα, έβκαλεν το κοπάην του ο παππους μου ο Κατσιαντώνης, τζιαμαί εμεγάλωσα, τζιαμαίήτουν να ζήσω αν δεν εγινησκούμαστιν πρόσφυγες..
Μετάνιωσες που το εξέδωσες;
Όη ίσως να αρκισατζιόλας, όμως ποττέέννεν αργά. Έκδωσα το πρώτο μου βιβλίο στα πενηνταένα μου. Έντζιαιέσιη πολλούς ανθρωπους που ζιουνώσταπενηνταένα τους. (γέλια) Θωρούμε ήντα που γινήσκετε κάθε μέρα. Η μόνη μου έγνοια τώρα εκτός που να πιάσω αγκονούθκια, να φτάσω να εκδώσω τα ποιήματα μου.
Πως επιλέγεις τα ποιήματα που θέλεις να μπούνε σ’ ένα βιβλίο;
Όταν ήταν να κάμω το πρώτο μου βιβλίο εις τα πενήντα μου, βλέποντας τα ποιήματα που έγραψα που τον τζαιρό που ξεκίνησα να γράφω, έκαμα μια επιλογή που τα 2/3 έμειναν πόξω. Γιατί εν τα θεώρουν τόσης μεγάλης σημασίας που να τα βάλω σε έναν βιβλίο ή ήταν πολλά προσωπικά. Ούλλοιέχουμεν έναν κοντινόν άνθρωπο που θα μας πει την γνώμην του. Όπως ο φίλος μου ο Χαμπήςέσιει την Ελένη του, που εν καλός κριτής παρ’ όλο που εν γράφει. Εγιώ προτιμώ να ακούσω γνώμη που κάποιον κοντινό μου άτομο, αλλά αν θα μου πει μια γνώμη που εν να αλλάξει το χαρακτήρα του ποιήματος, προτιμώ να το αφήκω έτσι. Γιατί θέλω να βκάλω στον κόσμο τζιήνο που λαλεί η καρκιά μου εμένα, τζιαιόητζιήνο που φαντάζεται κάποιος άλλος.
Μετάνοιωσες καμιάν φορά για τις επιλογές σου;
Όη εν εμετάνιωσα για τις επιλογές μου. Μέσα που τα ποιήματα μου θέλω να στηρίζω τον κόσμο. Τον άνθρωπο που έχασεν τη δουλειάν του τζιαι χάνει το μεροκάμματον τζιαι το σπίτιν του, θα πάρω θέση για τα κοινωνικά θέματα όμως εν να φατσιήσωτζιήνου που εν να μου πείτζιαιννα με προσβάλει για τη δουλειά μου ή για τα πολιτικά μου ιδεώδη.
Ετοιμάζεις κάτι καινούργιο τωρά;
Γράφω το τέταρτο, ετοιμάζω το τρίτον . Το τρίτο μου βιβλίο θέλω να είναι μόνον ερωτικά τζιαι γνωμικά «ΕΡΩΤΟΛΟΓΙΟΝ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΚΑΤΣΙΑΝΤΩΝΗ». Αν συμπεριλάβω αλλά ποιήματα θα είναι ελάχιστα, όπως το «μάνα συγνώμη» που τραγουδήθηκε που τον Νίκο Βεζυράκη , τον Ευρω Αντωνίου τζιαι τον Γιώργο Παπασολωμόντος. Τζιαι ορισμένα ποιήματα που τους έχω πολλήν αδυναμία όπως «Η αναγέννηση του αετού», το «Για την Ελλάδα ».
Συνεργάζεσαι με εκδότες;
Τα βιβλία μου είναι αυτοεκδόσεις, που είναι πιο χαμηλό το κόστος. Εγιώ τα στήνω τα βιβλία μου, εγιώ τα γράφω εγιώ είμαι τζιαι ο εκδότης. Έτσι μπορώ να τα πουλώ φτήνα να μπορει να τα αγοράζει ούλλος ο κόσμος, τζιαι να μπορώ να δίνω σε φιαλνθρωπικούς σκοπούς. Έχω χορηγούς που χρηματοδοτούν τις εκδόσεις μου, αλλά όταν εκδωθεί το βιβλίο, τους δίνω πίσω την χορηγία σε βιβλία να τα δώσουν σε συνεργάτες και φίλους.
Βρίσκεις ώρα να ασχοληθείς για τον Ανδρόνικο;
Είναι ο σκοπός της ζωής μου εδώ και χρόνια. Αφιερώνω μου πολλές ώρες… Αρέσκει μου να ταξιδεύω, να διαβάζω απέναντι στην θάλασσα ακούωντας μουσική, να πίνω τον καφέ μου τζιαι να σκέφτουμαι χωρίς να με ενοχλούν.
Απολαμβάνω τη μοναξιά πολλές φορές τζιαι να έχω ποιοτικό χρόνο με τον εαυτό μου. Προτιμώ την παρέα με λίγα άτομα έμπιστα τζιαι δοκιμασμένα.
Νοιώθεις χορτασμένος Ανδρόνικε;
Νοιώθω χορτασμένος, αλλά διψώ να ζήσω πολλά ακόμα. Με γεμίζει η αγάπη του κόσμου τζιαι η χαρά ότι προσφέρω κάτι που τους αρέσει.
Ποιο κομμάτι της ζωής σου θεωρείς ότι είναι ανεκπλήρωτο ακόμα και θέλεις να προλάβεις να το ολοκληρώσεις;
Θέλω να προλάβω να γράψω για την Κύπρον ενωμένη τζιαι ελεύθερη.
Για τον λαό της που θα ζει ειρηνικά τζιαι αγαπημένα.
Για έναν πλανήτη όπου οι πολέμοι δεν θα είναι πρώτο θέμα στις ειδήσεις και αν γίνεται να μην είναι καν θέμα.
Για ένα κόσμο φιλίας και πολιτισμού. Αγάπης και ειρήνης.
Ανδρόνικε μου ευκαριστώ σε που την ψυσιή μου. Για μένα είναι μεγάλη τιμή και χαρά που συνομίλησα μαζί σου.
Ήταν μεγάλη μου τιμή τζιεμέν να σου μιλήσω.
Τζιαι θέλω με ερωτικόν στο τέλος να το κλείσω…
Τα ζόρκα μου…
Μες τα δεσμά του έρωτα αν τύχει τζιαιμπερτέψεις,
Μέτρα σωστά τα βήματα,
με της καρκιάς τα τζύμματα
που έσιεις να παλέψεις,
Αν αρνηθείς τον έρωταν στο κάλεσμαν της φύσης,
Εν ζοφερόν το μέλλον σου,
αν του μυαλού τα θέλω σου
μπαρκάσεις να τα σβήσεις,
Τζιαι αν αξίζει τελικά η μάχη πουν να δώσεις,
Που κάθε πάνταν να το δεις,
μες την πορεία της ζωής
να μεν το μετανιώσεις,
Πολλοί που δοτζιημάσασιν τον πόνον εν αντέξαν,
Έντζιαι υπάρχουν νικητές,
κάποιοι εγίναν ποιητές
τζιαι άλλοι εσαλέψαν…