
Ηχητικό ντοκουμέντο: Αστυνομικός τάζει χρήματα σε αιτητές ασύλου για να φύγουν από την Κύπρο
Ένα συγκλονιστικό ηχητικό ντοκουμέντο φέρνει σήμερα στο φως το AlphaNews.Live με πρωταγωνιστές δύο αιτητές ασύλου και έναν αστυνομικό – μέλος της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, ο οποίος κάνοντας ουσιαστικά κατάχρηση της εξουσίας του, επιχείρησε να τους πείσει, υποσχόμενος ακόμη και χρήματα, να φύγουν από την Κύπρο οικειοθελώς.
Το περιστατικό έλαβε χώρα στους χώρους κράτησης του αεροδρομίου Λάρνακας τον περασμένο Δεκέμβριο και ενώ οι δύο αλλοδαποί βρίσκονταν υπό περιορισμό, έχοντας αιτηθεί άσυλο μετά που τους απαγορεύθηκε η είσοδος στη Δημοκρατία.
Πρόκειται για ζεύγος από το Κονγκό οι οποίοι έφτασαν στην Κύπρο στις 14 Σεπτεμβρίου 2024 και ύστερα από εξέταση των εγγράφων τους από την αστυνομία στο αεροδρόμιο Λάρνακας, τους απαγορεύθηκε η είσοδος και τέθηκαν υπό περιορισμό στους χώρους κράτησης του αεροδρομίου. Εκεί μάλιστα, όπως είχαμε δημοσιεύσει σε ρεπορτάζ μας πριν μερικές μέρες, οι δύο αλλοδαποί παρέμειναν κλεισμένοι για σχεδόν τρεις μήνες, παρά το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι χώροι κράτησης δεν ενδείκνυνται – σύμφωνα με αυστηρές συστάσεις της Επιτρόπου Διοικήσεως και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Κατά των Βασανιστηρίων (CPT) – για κράτηση προσώπων πέραν των 24 ωρών.
Ο αστυνομικός που ακούγεται στο ηχητικό ντοκουμέντο, σύμφωνα και με την καταγγελία που έγινε από τον δικηγόρο τους, επισκέφθηκε τους αλλοδαπούς στο δωμάτιο όπου κρατούνταν στο αεροδρόμιο στις 5 Δεκεμβρίου 2024, μία δηλαδή ημέρα μετά την απορριπτική απόφαση του δικαστηρίου στο αίτημα ασύλου που είχαν υποβάλλει, απόφαση που σε συνεννόηση με τον δικηγόρο τους, ετοιμάζονταν να εφεσιβάλλουν.
Το μέλος της αστυνομίας που προσπαθεί να πείσει τους αλλοδαπούς να επιστρέψουν οικειοθελώς στη Νότιο Αφρική απ’ όπου ήρθαν, ακούγεται στο ηχητικό να τους παροτρύνει να «λάβουν τη σωστή απόφαση» κατά τον ίδιο, υποσχόμενος ακόμη και χρήματα που κατάφερε, όπως λέει, να εξασφαλίσει γι’ αυτούς «κατ’ εξαίρεση». Οι αλλοδαποί στο μεταξύ, ακούγονται να έχουν ξεσπάσει σε κλάματα, με τον αστυνομικό να τους λέει να σταματήσουν.
Για το όλο συμβάν είναι ενήμερη η Αστυνομία, αφού ο δικηγόρος των δύο αιτητών ασύλου, προχώρησε σε επίσημη καταγγελία, καταθέτοντας μάλιστα ως τεκμήριο και το σχετικό ηχητικό ντοκουμέντο. Ενημέρωσε παράλληλα με επιστολές του, τόσο τον Υπουργό Δικαιοσύνης, όσο και την Επίτροπο Διοικήσεως και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Σε επικοινωνία μας με την Αστυνομία και ζητώντας κάποιο σχόλιο, μάς επιβεβαιώθηκε η καταγγελία για το περιστατικό, ενώ όπως μάς αναφέρθηκε, διατάχθηκε διοικητική έρευνα η οποία ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα και το πόρισμά της βρίσκεται ήδη στα χέρια του Υπαρχηγού Αστυνομίας, Πανίκου Σταύρου, ο οποίος θα αποφασίσει κατά πόσον προκύπτουν πειθαρχικά ή ποινικά αδικήματα για να προχωρήσει για τα περαιτέρω.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εν λόγω αλλοδαποί απελάθηκαν τελικά από την Κύπρο στις 8 Δεκεμβρίου 2024, πριν δηλαδή καν εκπνεύσει η 14ήμερη προθεσμία που είχαν για να ασκήσουν έφεση στην πρωτόδικη απόφαση του δικαστηρίου με την οποία είχε απορριφθεί το αίτημα ασύλου. Ο δικηγόρος του ζεύγους χαρακτήρισε το γεγονός απαράδεκτο και έξω από κάθε έννοια δικαίου, αφού ουσιαστικά με την απέλασή τους, οι δύο αυτοί άνθρωποι στερήθηκαν το έννομο δικαίωμα σε δευτεροβάθμια δίκη.
Η χώρα μας αυτή τη στιγμή σε ό,τι έχει να κάνει με το κεφάλαιο «Μεταναστευτικό» παρουσιάζει μια εικόνα απόλυτης επιτυχίας και ορθής διαχείρισης, με τους αριθμούς των αφίξεων να έχουν πέσει στο μηδέν και τις επιστροφές να έχουν εκτοξευθεί. Αρκετοί μάλιστα είναι εκείνοι που πλέον επιλέγουν να επιστρέψουν οικειοθελώς, και συγκεκριμένα Σύροι μετά την πτώση του καθεστώτος Άσσαντ.
Πάντως, η πιο πάνω περίπτωση των δύο αλλοδαπών, δεν μπορεί παρά να εγείρει ερωτήματα σε σχέση με την ελευθερία που δίνεται σε μετανάστες να αποφασίσουν για τη διεκδίκηση ασύλου ή οποιουδήποτε άλλου δικαιώματος έχουν, και για την παραμονή τους στην Κύπρο ή την οικειοθελή επιστροφή τους στις χώρες από τις οποίες ήρθαν.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που σημειώνουν και νομικοί κύκλοι, είναι ότι σε ό,τι αφορά τα προγράμματα οικειοθελών επιστροφών, το κράτος μπορεί να ενημερώνει επαρκώς τους αλλοδαπούς που βρίσκονται στη χώρα μας, δεν μπορεί όμως να ξεπερνά τα όρια φτάνοντας σε σημείο πειθούς ούτως ώστε αυτοί να εγκαταλείψουν τα όποια δικαιώματα ενδεχομένως έχουν εδώ ως πρόσφυγες ή άνθρωποι που βρίσκονται υπό το καθεστώς διεθνούς προστασίας, για να τους μεταπείσει να επιστρέψουν πίσω.