Η πρωινή ενημέρωση της ημέρας από τη Σκαλιώτισσα
Εν ώρα καθήκοντος έχασε τη ζωή του χθες το βράδυ αστυνομικός στη Λάρνακα. Πρόκειται για τον Σωτήρη Κωνσταντίνου 48 χρονών, ο οποίος υπηρετούσε στον Ουλαμό Άμεσης Επέμβασης.
Συγκεκριμένα γύρω στις 9 το βράδυ, ενώ οδηγούσε υπηρεσιακό όχημα στην Λεωφόρο Μακαρίου στην Λάρνακα με κατεύθυνση από το Λιμάνι προς το Κέντρο της Πόλης, έχοντας και συνάδελφο συνοδηγό αισθάνθηκε έντονη αδιαθεσία στο στήθος. Τότε σταμάτησε το όχημα στην αριστερή λωρίδα, με τον δεύτερο αστυνομικό να προτρέχει στην πλευρά του οδηγού για να παρέχει τις πρώτες βοήθειες. Ωστόσο, προτού τον προσεγγίσει, το αστυνομικό όχημα εκκίνησε και αφού προσέκρουσε σε σταθμευμένο αυτοκίνητο, ακινητοποιήθηκε σε πάσσαλο.
Στην σκηνή κλήθηκε ασθενοφόρο που μετέφερε τον 48χρονο στο νοσοκομείο, ωστόσο επιβεβαιώθηκε ο θάνατος του, όπου εκ πρώτης όψεως διαπιστώθηκε πως υπέστη ανακοπή καρδίας. Παρά τις προσπάθειες των ιατρών να τον επαναφέρουν, ο αστυνομικός δεν τα κατάφερε.
Πανδημοτική συγκέντρωση συγκαλεί ο Δήμαρχος Λάρνακας στις 28 Ιανουαρίου, με στόχο την ενημέρωση των δημοτών για όλα τα θέματα που αφορούν το έργο του λιμανιού, της μαρίνας και του χερσαίου χώρου της πόλης, δηλώντας ικανοποιημένος από τις αποφάσεις που λήφθηκαν στη χθεσινή συνεδρία στο Προεδρικό Μέγαρο.
Σημειώνεται πως δεδομένων όλων όσων διαδραματίστηκαν στη συνάντηση στο Προεδρικό Μέγαρο «η προγραμματισμένη εξαγγελθείσα εκδήλωση διαμαρτυρίας για τις 11 Ιανουαρίου, ακυρώνεται».
Ο Δήμαρχος Λάρνακας «θα εισηγηθεί σε συνεδρία του Δημοτικού Συμβουλίου, πανδημοτική συνάντηση για τις 4.00 το απόγευμα της 28ης Ιανουαρίου που θα πραγματοποιηθεί στο Δημοτικό Θέατρο της πόλης, με σκοπό την ενημέρωση για όλα τα θέματα που αφορούν το έργο του λιμανιού, της μαρίνας και του χερσαίου χώρου της Λάρνακας». Λάρνακας για τις εξελίξεις».
«Πονοκέφαλο» για την Αστυνομία και τις τοπικές αρχές αποτελούν οι αυξημένοι αριθμοί κλοπών που συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα στην πόλη και τα περίχωρα της Λάρνακας. Είναι γι’ αυτό το λόγο που σήμερα στις 11 το πρωί, ορίστηκε έκτακτη σύσκεψη του Δημάρχου Λάρνακας με τον αστυνομικό διευθυντή της πόλης, στην οποία κλήθηκαν να παραστούν ο Δήμαρχος Δρομολαξιάς – Μενεού και ο αντιδήμαρχος Λιβαδιών, καθότι και σ’ αυτές τις περιοχές παρατηρούνται αυξημένα κρούσματα κλοπών. Η σύσκεψη θα πραγματοποιηθεί στα γραφεία του Δήμου Λάρνακας.
Ο εκπρόσωπος τύπου της Α.Δ. Λάρνακας Σπύρος Χρυσοστόμου μας δήλωσε ότι διαρρήξεις και κλοπές γίνονται σε διάφορες περιοχές της Λάρνακας και όχι μόνο στην περιοχή της Δροσιάς, για την οποία έγινε ειδική αναφορά τα τελευταία 24ωρα, με τους κατοίκους της να παρουσιάζονται ανάστατοι και να ζητούν την λήψη αυστηρότερων μέτρων. Εξού κι έχουν δημιουργήσει κοινότητα στο WhatsApp, σε μια προσπάθεια να εντοπίζουν τις εστίες των κλοπών κι αν είναι εφικτό και τους δράστες.
Σύμφωνα πάντα με τον κ.Χρυσοστόμου, οι δράστες στοχεύουν κυρίως σταθμευμένα αυτοκίνητα και κατοικίες με σκοπό την κλοπή χρημάτων ή άλλης περιουσίας. Είναι γεγονός πως το τελευταίο διάστημα η Αστυνομία προχώρησε στη σύλληψη κάποιων ύποπτων προσώπων σχετικά με υποθέσεις κλοπών οι οποίες έχουν καταχωρισθεί στο δικαστήριο, ωστόσο το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει οξύ.
Στο μεταξύ, μέσα σ’ ένα 24ωρο, στο κέντρο της Λάρνακας και σε περιοχή της Δρομολαξιάς, άγνωστοι επιτέθηκαν και λήστεψαν δύο αλλοδαπούς διανομείς φαγητού. Η Αστυνομία διερευνά το ενδεχόμενο και στις δύο περιπτώσεις να πρόκειται για τους ίδιους δράστες. Ωστόσο, οι υποθέσεις αυτές δεν φαίνεται να σχετίζονται με παρόμοιες επιθέσεις που συνέβησαν στο πρόσφατο παρελθόν σε άλλες επαρχίες.
Για άλλες έξι μέρες ανανεώθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας το διάταγμα κράτησης της 54χρονης δικηγόρου και του 44χρονου αστυνομικού, οι οποίοι θεωρούνται ύποπτοι ότι συνέδραμαν στην απόδραση του 49χρονου Σουηδού καταζητούμενου στις 22 περασμένου Δεκεμβρίου από ιδιωτική κλινική στη Λάρνακα, όπου νοσηλευόταν υπό αστυνομική φρούρηση.
Όπως αναφέρθηκε στο δικαστήριο έχουν επιβεβαιωθεί κάποιοι από τους ισχυρισμούς του Σουηδού καταζητούμενου, ο οποίος σε ανακριτική του κατάθεση έχει εμπλέξει τους δύο υπόπτους.
Συγκεκριμένα, στην κατάθεσή του ο 49χρονος αναφέρει ότι η 54χρονη δικηγόρος, την οποία του σύστησε ο 44χρονος αστυνομικός, του πρότεινε να την παντρευτεί με πολιτικό γάμο ώστε να αποκτήσει δεσμούς με την Κυπριακή Δημοκρατία. Μάλιστα, προσθέτει στην κατάθεσή του, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του στην κλινική η δικηγόρος έφερε καθολικό ιερέα για να τελέσει τον γάμο τους, ωστόσο ο Σουηδός αρνήθηκε να γίνει κάτι τέτοιο. Ο ισχυρισμός αυτός επιβεβαιώθηκε από την Αστυνομία και με την εξασφάλιση σχετικής μαρτυρίας. Στην οικία της δικηγόρου εντοπίστηκαν σημειώματα με πληροφορίες για τον τρόπο τέλεσης ενός καθολικού γάμου και φωτογραφίες που απεικονίζουν τους δύο με βέρες στα δάκτυλα.
Σ’ ότι αφορά την συμμετοχή του αστυνομικού στην απόδραση φαίνεται να επιβεβαιώνεται ο ισχυρισμός ότι πρότεινε στον 49χρονο κρατούμενο να αγοράσει το σπίτι του επειδή αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα ως αντάλλαγμα για να τον βοηθήσει ν’ αποδράσει.
Η Αστυνομία επιβεβαίωσε και τον ισχυρισμό του Σουηδού πως ο αστυνομικός αγόρασε τις κάρτες τηλεφώνου που φαίνεται να παραδόθηκαν στον κρατούμενο από την δικηγόρο, καθώς και τα αθλητικά παπούτσια που φορούσε κατά την απόδραση. Τα παπούτσια ήταν αξίας 98 ευρώ και πληρώθηκαν με την τραπεζική κάρτα του αστυνομικού.
Εξάλλου, όπως διαπιστώθηκε από την αποκάλυψη των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων στο κινητό τηλέφωνο που κατείχε ο Σουηδός, ο αστυνομικός και η δικηγόρος είχαν συχνές επικοινωνίες με τον καταζητούμενο μέσω whatsApp και telegram.
Μεταξύ άλλων, σε γραπτό μήνυμα ο Σουηδός φέρεται να ενημερώνει τον αστυνομικό ότι κατέβαλε το ποσό των 10 χιλιάδων ευρώ στην δικηγόρο, ενώ προηγουμένως την είχε πληρώσει, μέσω του γιου της, με ακόμα πέντε χιλιάδες ευρώ και της είχε μεταβιβάσει ένα πολυτελές αυτοκίνητο.
Η Αστυνομία κατάσχε το συγκεκριμένο όχημα και διαπιστώθηκε ότι αγοράστηκε τον Αύγουστο του 2024 έναντι 75 χιλιάδων ευρώ από μάντρα στη Λεμεσό. Την δικαστική διαδικασία παρακολούθησαν και δημοσιογράφοι από τη Σουηδία, όπου το θέμα της απόδρασης παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθότι το υπό αναφορά πρόσωπο καταζητείται από τις αρχές της χώρας για σοβαρά αδικήματα οικονομικής φύσεως δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.