Αν υπήρχε θεσμός τον οποίο η Ελεγκτική Υπηρεσία αντιμετώπιζε με περισσό σεβασμό είναι αυτός του Γενικού Εισαγγελέα, ανέφερε ο Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης, κατά την τελευταία μέρα της αντεξέτασής του ενώπιον του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου την Τρίτη, σχετικά με την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα Γιώργου Σαββίδη για απόλυσή του.
Προσέθεσε ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία ήταν πάντοτε πολύ προσεκτική και επιδείκνυε τον δέοντα σεβασμό τόσο προς τον θεσμό, όσο και το πρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα, συμπληρώνοντας ότι ο ίδιος ουδέποτε θεώρησε ότι υπήρχε προσωπική διαφορά και σημείωσε ότι με την καταχώρηση της αίτησης παύσης ο Γενικός Εισαγγελέας έχει αναγάγει τη θεσμική σε προσωπική διαφορά.
Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία μέρα της αντεξέτασης είχε αναβληθεί δύο φορές λόγω κωλύματος από πλευράς μελών του Συμβουλίου.
Η διαδικασία θα συνεχιστεί την Παρασκευή 19 Ιουλίου και ώρα 9 π.μ. με τις προφορικές αγορεύσεις των δικηγόρων των δύο πλευρών και την παράλληλη υποβολή των γραπτών αγορεύσεων στο Συμβούλιο, με την πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα να διατηρεί το δικαίωμα προφορικής απαντητικής αγόρευσης.
Πρότυπα INTOSAI και ευρωπαϊκό κεκτημένο
Ξεκινώντας από το σημείο όπου είχε διακοπεί η προηγούμενη συνεδρία, ο συνήγορος του Γενικού Εισαγγελέα Ντίνος Καλλής ζήτησε από τον κ. Μιχαηλίδη να του υποδείξει σε ποιο σημείο της επίσημης εφημερίδας της ΕΕ ή της ΚΔ είναι δημοσιευμένα τα πρότυπα του INTOSAI.
Απαντώντας, ο Γενικός Ελεγκτής είπε ότι είναι υποχρέωση των κρατών μελών της ΕΕ να δημιουργήσουν ελεγκτική υπηρεσία που θα ευθυγραμμίζεται με τα πρότυπα του INTOSAI, η οποία περιλαμβάνεται σε υποκεφάλαιο ιστοσελίδας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη διεύρυνση. Προσέθεσε πως η απαίτηση αυτή εγείρεται στα υπό ένταξη κράτη μέλη και αναφέρθηκε σε εντοπισθείσες αντίστοιχες απαιτήσεις και απαντήσεις υποψηφίων προς ένταξη κρατών ότι θα λάβουν μέτρα συμμόρφωσης.
Συμπλήρωσε ότι τα πρότυπα του INTOSAI δεν τροποποιούν το Σύνταγμα της ΚΔ αλλά η μη διασφάλιση των αρχών τους από νομικό πλαίσιο ενός κράτους μέλους αναγκάζει την Επιτροπή να πιέσει για μέτρα συμμόρφωσης.
Έναντι της τοποθέτησης αυτής, ο κ. Καλής υπέβαλε ότι τα πρότυπα δεν έχουν δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα της ΕΕ, συνεπώς δεν αποτελούν μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου, αλλά ούτε και στην επίσημη εφημερίδα της ΚΔ.
Επιπλέον, σε ερώτηση αν είναι μέλος του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου, ο κ. Μιχαηλίδης απάντησε πως δεν είναι, ούτε και απαιτείται κάτι τέτοιο. Συμπλήρωσε πως από έρευνα της ΕΥ σχετικά με τα προσόντα Γενικών Ελεγκτών σε άλλα κράτη της ΕΕ προέκυψε ότι ο μόνος Γενικός Ελεγκτής που διέθετε επαγγελματική πιστοποίηση ήταν αυτός της Ιρλανδίας.
Έλεγχος κριτηρίων για πολιτογραφήσεις από ΕΥ
Ακολούθως, ερωτηθείς από τον κ. Καλλή για τους ελέγχους της ΕΥ στο πρόγραμμα πολιτογραφήσεων κατά την περίοδο 2014-2020, ο Γενικός Ελεγκτής είπε ότι τον Οκτώβριο 2016 στο πλαίσιο γενικού ελέγχου στο Υπουργείο Εσωτερικών σε μια περίοδο που δεν εφαρμόζονταν πλήρως τα ελεγκτικά πρότυπα, μέλος της ΕΥ είχε επισκοπήσει φακέλους πολιτογραφήσεων και είχε θεωρήσει για εκείνη τη χρονική στιγμή ότι δεν υπήρχε θέμα για περαιτέρω διερεύνηση.
Συμπλήρωσε ότι μεταξύ τέλους 2018 και αρχών 2019 υπήρξαν δημοσιεύματα στον διεθνή Τύπο για πτυχές του προγράμματος, ενώ στις αρχές 2019 ο τότε Πρόεδρος του Κινήματος Οικολόγων έστειλε ερωτήματα στην ΕΥ, η οποία αποφάσισε τον Ιούλιο 2019 να ελέγξει το πρόγραμμα σε βάθος, ζητώντας από το ΥΠΕΣ πλήρη κατάλογο όλων των γραφείων παρόχων και των πολιτογραφήσεων που διεκπεραίωσε κάθε γραφείο.
Συμπλήρωσε ότι τον Νοέμβριο του 2019 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε τον διορισμό της επιτροπής Καλογήρου και η ΕΥ ξεκίνησε τον έλεγχο των μετακινήσεων του τότε ΠτΔ και μεγάλου αριθμού πολιτογραφήσεων. Υπήρξε αντίδραση από τον τότε ΠτΔ αλλά εν τέλει επέτρεψε τον έλεγχο 42 πολιτογραφήσεων, προσέθεσε.
Ερωτηθείς πώς διαπίστωσε ότι το πρόγραμμα δεν ήταν σημαντικό για τα έσοδα της ΚΔ, ο κ. Μιχαηλίδης είπε ότι αρχικά το αντικείμενο του προγράμματος ως έσοδο ήταν μικρό, κατέστη όμως σημαντικό όταν διεφάνη ότι περίκλειε πρακτικές που παρέπεμπαν σε κατάχρηση εξουσίας ή διαφθορά.
Σε παρατήρηση του κ. Καλλή ότι η Επιτροπή Νικολάτου μιλά για παραλείψεις και αμέλεια από πλευράς ΕΥ, ο Γενικός Ελεγκτής είπε ότι με ανακοίνωσή της η ΕΥ σημείωσε τεράστιο θέμα σύγκρουσης συμφέροντος, καθώς μέλος της επιτροπής Νικολάτου ήταν ο Βοηθός Γενικού Ελεγκτή, ο οποίος, όπως είπε, παρατύπως επικοινωνούσε με το μέλος της ΕΥ που είχε κάνει τον έλεγχο το 2016, αλλά δεν κλητεύθηκε ως μάρτυρας, και είχε ενεργό ρόλο στις ενέργειες της ΕΥ έως το 2015.
Στον ισχυρισμό του κ. Καλλή ότι από την ανακοίνωση της σύστασης της επιτροπής ο Γενικός Ελεγκτής ήθελε να την απαξιώσει παρά τις δηλώσεις του περί σεβασμού, ο κ. Μιχαηλίδης απάντησε ότι τον απορρίπτει κατηγορηματικά και χαρακτήρισε ως υποβοηθητική την παρουσία του στην επιτροπή Νικολατου σύμφωνα και με τα όσα εισέπραξε από τα μέλη της, συμπληρώνοντας ότι τα θέματα που υιοθέτησε η επιτροπή ήταν απόρροια των πορισμάτων της ΕΥ.
Καταγγελίες για ανάρμοστη συμπεριφορά
Εν συνεχεία, ο κ. Καλλής υπέβαλε στον κ. Μιχαηλίδη ότι η ανάρμοστη συμπεριφορά του προκύπτει από δηλώσεις του κατά την προώθηση των καταγγελιών και την έκδοση του πορίσματος της Αρχής κατά της Διαφθοράς.
Απαντώντας, ο Γενικός Ελεγκτής ανέφερε πως από τις 7 δηλώσεις που προσκομίστηκαν ως τεκμήρια οι 5 αφορούν απαντήσεις σε απειλές από πλευράς Γενικού και Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα για διαβίβαση καταγγελιών, προσθέτοντας ότι όσα ζούμε τώρα είναι συνέχεια αυτών των απειλών.
Προσέθεσε ότι οι άλλες δύο αφορούσαν συνεντεύξεις του στο ΡΙΚ εφ’ όλης της ύλης, στις οποίες, όπως είπε, δεν υπάρχει τίποτα μεμπτό και οποιαδήποτε κατηγορία.
Είπε επίσης ότι υπάρχει ρητή αναφορά στο πόρισμα της Αρχής κατά της Διαφθοράς για καλή πίστη από πλευράς του Γενικού Ελεγκτή, προσθέτοντας ότι στη συνέχεια η ΕΥ εξέδωσε ανακοίνωση χωρίς καμία υπόνοια για διαφθορά έναντι του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα. Θέση μου ήταν ότι η υπόθεση ανέδειξε τη σύγκρουση συμφέροντος στην περίπτωση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και θα ανέμενα από τον Γενικό Εισαγγελέα δήλωση για χειρισμό της σύγκρουσης συμφέροντος, σημείωσε σχετικά.
Σχετικά με διαδικασία μεταβίβασης της καταγγελίας και της επίκλησης ρόλου διαμεσολαβητή από την πλευρά του Γενικού Ελεγκτή, ο κ. Καλλής υπέβαλε ότι ο Γενικός Ελεγκτής είχε καθήκον βάσει νομοθεσίας να προστατεύσει τον αναφέροντα ή τον αναφερόμενο στην καταγγελία χωρίς να δίνονται πληροφορίες για την ταυτότητά τους ακόμα και όταν υπήρχε δημόσια αποκάλυψη και πως παρέβη τη νομοθεσία για διαχείριση καταγγελιών.
Απαντώντας, ο κ. Μιχαηλίδης είπε ότι απορρίπτει τον ισχυρισμό, προσθέτοντας πως η ΕΥ επιβεβαίωσε τις ονομαστικές καταγγελίες, οι οποίες διαβιβάστηκαν στην Αρχή κατά της Διαφθοράς και ο Γενικός Εισαγγελέας αποφάσισε να ξεκινήσει τη διαδικασία εκείνη την ημέρα.
Συμπλήρωσε πως η ΕΥ διαχειρίζεται τις καταγγελίες με υποδειγματικό τρόπο και τηρεί κάθε πτυχή των υποχρεώσεών της.
Στον ισχυρισμό του κ. Καλλή ότι ο Γενικός Ελεγκτής αποκάλυψε με ανακοίνωση πληροφορίες για υπόθεση που δεν είχε δημοσιευθεί ενώ είχε καθήκον τήρησης της εμπιστευτικότητας, ο κ. Μιχαηλίδης είπε ότι η συγκεκριμένη περίπτωση αποτελεί εύρημα της ΕΥ αναφορικά με απόφαση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα για αναστολή δίωξης πέντε φυσικών προσώπων-μετόχων εταιρείας η οποία είχε σύμβαση με το κράτος την περίοδο 2015-2020. Συμπλήρωσε πως η ΕΥ είχε καθήκον να ενημερώσει για αυτό το εύρημα και ότι αυτό δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως κατηγορία.
Σε ερώτηση του κ. Καλλή αν σε συγκεκριμένες δηλώσεις του υπαινίχθηκε ότι ο κ. Σαββίδης προβαίνει σε μη ακριβοδίκαιες γνωματεύσεις σε αντίθεση με τον προκάτοχό του Κώστα Κληρίδη, ο κ. Μιχαηλίδης είπε ότι με τις δηλώσεις του αυτές απαντούσε σε ισχυρισμούς για «υποταγή» στον κ. Κληρίδη, με τον οποίο, όπως είπε, είχε σχέσεις συνεργασίας και στην πράξη όταν η ΕΥ αντιμετώπισε απειλές και αμφισβήτηση εξουσιών και με γνωματεύσεις του είχε ενισχύσει τον ρόλο της ΕΥ, τις οποίες, όπως υποστήριξε, ανέτρεψε ο νυν Γενικός Εισαγγελέας.
Σε παρατήρηση του κ. Καλλή ότι δεν ήθελε να δεχτεί τις γνωματεύσεις του κ. Σαββίδη, ο Γενικός Εισαγγελέας απάντησε ότι οι γνωματεύσεις του Γενικού Εισαγγελέα είναι πολύ σημαντικές γιατί όλα τα μέλη της ΕΥ θέλουν να είναι επαγγελματίες, τις σέβονται και τους δίνουν προσοχή, δεν σημαίνει όμως ότι η ελεγκτική τους γνώμη θα ταυτιστεί μαζί του.
Σε ισχυρισμό του κ. Καλλή ότι ο Γενικός Ελεγκτής εξύβριζε τον Γενικό Εισαγγελέα κατηγορώντας τον για «ποινικά αδικήματα» και πως αυτό δεν είναι ελεγκτική γνώμη, ο κ. Μιχαηλίδης είπε ότι απορρίπτει τον ισχυρισμό και υποστήριξε ότι αντιθέτως Γενικός και Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας τον κατηγορούσαν ότι τους αποκαλούσε διεφθαρμένους, προσθέτοντας ότι ουδέποτε έχει προβεί σε τέτοιους ισχυρισμούς.
Στη συνέχεια, ο κ. Καλλής υπέβαλε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας δεν φέρει καμία ευθύνη σε σχέση με τη συμπεριφορά του Γενικού Ελεγκτή, ο οποίος, όπως είπε, ακόμα και αν ένιωθε αδικημένος θα έπρεπε να συμπεριφερθεί με ευθυκρισία, ευθυδικία και συναίσθηση της αποστολής και του ειδικού βάρους της θέσης του, ακόμα και αν θεωρούσε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας δεν ενήργησε σωστά, και να μην τον κατηγορεί.
Απαντώντας, ο κ. Μιχαηλίδης απέρριψε τον ισχυρισμό και εξέφρασε την πεποίθηση ότι αν υπήρχε θεσμός τον οποίο η Ελεγκτική Υπηρεσία αντιμετώπιζε με περισσό σεβασμό είναι αυτός του Γενικού Εισαγγελέα, προσθέτοντας ότι ακόμα και όταν εκείνος αυτοβούλως έβαζε τον εαυτό του ανάμεσα στην ΕΥ και την Κυβέρνηση (ως ελεγχόμενη), η έμπρακτη στάση της ΕΥ ήταν να κάνει ό,τι είναι δυνατόν ώστε ο Γενικός Εισαγγελέας να μείνει εκτός της διαφοράς.
Προσέθεσε ότι οι δηλώσεις της ΕΥ ήταν πάντα προσεκτικές ιδίως για τον Γενικό Εισαγγελέα και πως οι ανεξάρτητοι θεσμοί πρέπει να τυγχάνουν σεβασμού και δεν υπήρχε περίπτωση να ενεργήσει εναντίον του ακόμα και σε περίπτωση που ο Γενικός Εισαγγελέας απευθυνόταν προς τον ίδιο με τρόπο εξευτελιστικό και υποτιμητικό και τον καλούσε σε τάξη με δημόσιες δηλώσεις του ή τον απειλούσε.
Συμπλήρωσε ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία ήταν πάντοτε πολύ προσεκτική και επιδείκνυε τον δέοντα σεβασμό τόσο προς τον θεσμό, όσο και το πρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα, συμπληρώνοντας ότι ο ίδιος ουδέποτε θεώρησε ότι υπήρχε προσωπική διαφορά και σημείωσε ότι με την καταχώρηση της αίτησης παύσης ο Γενικός Εισαγγελέας έχει αναγάγει τη θεσμική σε προσωπική διαφορά.
Ο κ. Καλλής υπέβαλε επίσης ότι ακόμα και σε άμυνα ο Γενικός Ελεγκτής θα έπρεπε να επιδείξει αυτοσυγκράτηση όπως αναμένεται από κρατικό αξιωματούχο και ισχυρίστηκε ότι ο Γενικός Ελεγκτής προκάλεσε διάβρωση στον ίδιο του τον θεσμό και προσπάθησε να αποδομήσει και τον θεσμό του Γενικού Εισαγγελέα.
Απαντώντας, ο κ. Μιχαηλίδης απέρριψε τον ισχυρισμό ότι έχει διαβρώσει τον θεσμό του Γενικού Ελεγκτή, σημειώνοντας πως η ΕΥ έχει αναβαθμιστεί τόσο εντός όσο και εκτός της Κύπρου και μπορεί να νιώθει περήφανη ότι εφαρμόζει τα σύγχρονα ελεγκτικά πρότυπα, ούσα πλέον μια επαγγελματική υπηρεσία, όπως αντικατοπτρίζεται στην κοινωνία και μεταξύ των ομόλογων υπηρεσιών διεθνώς.
Απέρριψε επίσης και τον ισχυρισμό περί προσπάθειας αποδόμησης του θεσμού του Γενικού Εισαγγελέα, λέγοντας ότι ο Γενικός Εισαγγελέας είναι υπεύθυνος για την εικόνα της υπηρεσίας του και πως θεωρεί άδικο να κατηγορείται μια άλλη υπηρεσία η οποία κάνει τη δουλειά της και υπερασπίζεται την ανεξαρτησία της με βάση τα διεθνή πρότυπα.
Τέλος, απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η ΕΥ αμυνόμενη ξέφυγε του μέτρου, υποστηρίζοντας ότι δεν υπήρξε ούτε μία δήλωση όπου να κατηγορείται ο Γενικός Εισαγγελέας.
Κατά την ολοκλήρωση της συνεδρίας ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Αντώνης Λιάτσος ευχαρίστησε και τις δυο πλευρές για τη συνεργασία και τη συμβολή τους στη γρήγορη ολοκλήρωση της διαδικασίας, προσθέτοντας πως αναμένονται πλέον οι θέσεις τους στις αγορεύσεις υπό την αίρεση της διαφύλαξης των δικαιωμάτων όλων των πλευρών.
Η διαδικασία θα συνεχιστεί την Παρασκευή 19 Ιουλίου και ώρα 9 π.μ. με τις προφορικές αγορεύσεις των δικηγόρων των δύο πλευρών και την παράλληλη υποβολή των γραπτών αγορεύσεων στο Συμβούλιο, με την πλευρά του Γενικού Εισαγγελέα να διατηρεί το δικαίωμα προφορικής απαντητικής αγόρευσης.
ΚΥΠΕ