Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας αποφάσισε, μετά από αίτημα της Αστυνομίας, την ανανέωση για άλλες οκτώ ημέρες του διατάγματος προσωποκράτησης του εν αργία Αρχιμανδρίτη και Ηγούμενου της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ, Νεκταρίου, ο οποίος συνελήφθη το πρωί της Τρίτης 18 Ιουνίου, σε σχέση με την υπόθεση του χρηματοκιβωτίου, που εντοπίστηκε στους χώρους του Μοναστηριού και περιείχε το χρηματικό ποσό των €807.000.
Η Δικαστής Νικόλ Γρηγορίου, στην απόφασή της, ανέφερε ότι «υπάρχει ορατός κίνδυνος επηρεασμού μαρτυρίας, ο οποίος ενισχύεται από τον ισχυρισμό του μάρτυρα ότι ο ύποπτος προσπάθησε να επηρεάσει μάρτυρες».
Υπάρχει μαρτυρία, πρόσθεσε η Δικαστής, «που δημιουργεί εύλογη υπόνοια ότι ο ύποπτος ενέχεται στα υπό διερεύνηση αδικήματα».
Σημείωσε επίσης ότι υπάρχει ανακριτικό έργο που δεν έχει συμπληρωθεί, πρέπει να ληφθούν πέραν των 45 καταθέσεων εκ των οποίων οι 21 είναι ανακριτικές και οι οποίες είναι χρονοβόρες.
Το αιτούμενο διάταγμα για τις 8 ημέρες είναι δικαιολογημένο, οι ανακρίσεις είναι σε εξέλιξη, η υπόθεση παρουσιάζει μεγάλο βαθμό πολυπλοκότητας, κατέληξε.
Ο εν Αργία Αρχιμανδρίτης είναι ύποπτος για 11 αδικήματα, μεταξύ των οποίων αδικήματα που έχουν σχέση με συνωμοσία για καταδολίευση, κλοπή από αντιπρόσωπο, φορολογικά αδικήματα, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, εξασφάλιση χρημάτων με ψευδείς παραστάσεις, πλαστογραφία, κλοπή, παράνομη κατοχή περιουσίας και παρέμβαση σε δικαστική διαδικασία. Τα αδικήματα φέρονται να διαπράχθηκαν μεταξύ 2020 – 2024.
Η εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής, Αντιγόνη Μιχαήλ, κατά την αγόρευσή της, είπε ότι το Δικαστήριο καλείται να εξετάσει αν ο χρόνος της προσωποκράτησης που παρήλθε αξιοποιήθηκε αρκούντος από την Αστυνομία και αν υπάρχει υπολειπόμενο έργο που εκκρεμεί να υλοποιηθεί.
Πρόσθεσε ότι αυτές τις 8 μέρες η Αστυνομία έλαβε αρκετά μεγάλο αριθμό καταθέσεων, με κάποιες από αυτές, ειδικά του υπόπτου, να είναι πολύωρες. «Φαίνεται ότι ο χρόνος της Αστυνομίας αξιοποιήθηκε στο έπακρο», είπε.
Επιπλέον, έκανε αναφορά σε μεγάλο αριθμό καταθέσεων που ακόμη εκκρεμούν, ενώ σημείωσε ότι εκτός από τις καταθέσεις που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει η Αστυνομία, πρέπει να γίνουν κι άλλες ενέργειες, που προέκυψαν από τις καταθέσεις των μαρτύρων.
Πρόσθεσε ότι το έργο που υπολείπεται είναι τεράστιο. «Δεν είναι απλή η φύση της υπόθεσης», είπε, σημειώνοντας ότι έχει εμπλακεί και άλλη Αρχή, αφού οι ανακρίσεις γίνονται με βοήθεια και από το Τμήμα Φορολογίας.
«Ο χρόνος που ζητείται θεωρείται δικαιολογημένος εν όψει του έργου που υπολείπεται», ανέφερε.
Ο δικηγόρος υπεράσπισης, Ευστάθιος Ευσταθίου, στην αγόρευσή του, είπε ότι η Αστυνομία πρέπει να αποδείξει ότι ο χρόνος της προσωποκράτησης που παρήλθε χρησιμοποιήθηκε σωστά και για τον λόγο που εκδόθηκε το διάταγμα.
Ανέφερε ότι όσον αφορά τα αδικήματα του ΦΠΑ, ο μάρτυρας, Αστυφύλακας Παναγιώτης Παναγιώτου, δεν αποκάλυψε αν υπάρχουν λογιστικά βιβλία, χειρόγραφα ή ηλεκτρονικά, κάτι το οποίο επηρεάζει, όπως είπε, τον χρόνο που χρειάζεται για την ανάκριση.
Επιπλέον, για τα αδικήματα του ΦΠΑ και για το αδίκημα της πλαστογραφίας, για το οποίο η Αστυνομία έχει ήδη συλλέξει δείγμα γραφής και υπογραφής του υπόπτου, υποστήριξε ότι δεν είναι απαραίτητο να παραμείνει υπό κράτηση ο ύποπτος.
Υποστήριξε, ακόμα, ότι αν κριθεί απαραίτητο να συνεχιστεί η προσωποκράτηση, οι 8 μέρες που ζητούνται από την Αστυνομία δεν δικαιολογούνται από το έργο που υπολείπεται. Πρόσθεσε ότι η Αστυνομία έχει καθήκον να διερευνήσει με τρόπο άμεσο και χωρίς καθυστέρηση και προέταξε τη θέση ότι το πρόγραμμα της Αστυνομίας πρέπει να προσαρμόζεται στο δικαίωμα της ελευθερίας του πολίτη και όχι το αντίθετο.
Υποστήριξε ότι δεν έχει αποδειχθεί ότι η Αστυνομία αξιοποίησε 100% του χρόνου και ότι η παράταση που ζητείται για 8 μέρες δεν είναι λογικά αναγκαία.
Ο μάρτυρας είχε υποβάλει γραπτή ένορκο δήλωση 45 σελίδων, στην οποία αναφερόταν στο έργο που έχει υλοποιηθεί και στο έργο που εκκρεμεί. Επιπλέον, υπέβαλε σχετικό κατάλογο με τα παραπάνω στο Δικαστήριο.
Από την εξέταση του μάρτυρα, προέκυψε ότι ο ύποπτος ανακρίθηκε από την Αστυνομία 4 φορές κατά τη διάρκεια προσωποκράτησής του, στις 19, 20, 21 και 25 Ιουνίου. Οι πρώτες δύο ανακρίσεις διήρκησαν 5.30 και 8.30 ώρες αντίστοιχα. Στην τρίτη ανάκριση ο ύποπτος ζήτησε να αλλάξει δικηγόρο και αρνήθηκε να απαντήσει άλλες ερωτήσεις. Στην τελευταία ανάκριση, που διήρκησε 4.30 ώρες, ο ύποπτος άσκησε το συνταγματικό του δικαίωμα στη σιωπή.
Ο αστυφύλακας υποστήριξε ότι η ανάκριση δεν έχει ολοκληρωθεί. «Πρέπει να του υποβάλουμε κι άλλες ερωτήσεις», είπε.
Όσον αφορά τις καταθέσεις που εκκρεμούν, ο μάρτυρας είπε ότι από τους ισχυρισμούς του υπόπτου θα κληθούν για ανάκριση 6 άτομα. Θα ανακριθούν επίσης άλλα 10 άτομα του στενού κύκλου του υπόπτου.
Ο δικηγόρος υπεράσπισης υπέβαλε σειρά ερωτήσεων αναφορικά με τα πρόσωπα που θα κληθούν για ανάκριση, με την κατηγορούσα αρχή να προβάλλει ένσταση που έγινε αποδεκτή από το Δικαστήριο, προκειμένου να μη σκιαγραφηθούν τα άτομα που θα κληθούν για κατάθεση.
Ο κ. Ευσταθίου έκανε αναφορά σε επιστολή που έστειλαν την Τρίτη άτομα του στενού κύκλου του υπόπτου ζητώντας από την Αστυνομία να ανακριθούν, και υποστήριξε ότι η Αστυνομία δεν έκανε δεκτό το αίτημά τους. Ο μάρτυρας απάντησε ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Σημείωσε ότι χθες λήφθηκαν καταθέσεις από τέσσερα πρόσωπα και δεν ήταν εφικτό να ανακριθούν περισσότεροι. Είπε ότι σήμερα αναμένεται να ανακριθεί ακόμα ένα πρόσωπο και εντός της ημέρας θα κληθούν και οι υπόλοιποι.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, είπε ότι και τα τέσσερα πρόσωπα άσκησαν το δικαίωμά τους στη σιωπή.
Ο μάρτυρας ρωτήθηκε επίσης για το πόσα άτομα αποτελούν την ανακριτική ομάδα και τον τρόπο που εργάζονται. Απάντησε ότι η ανακριτική ομάδα αποτελείται από 6 άτομα που εργάζονται με σύστημα 12ωρης βάρδιας, αναφέροντας ότι αν χρειάζεται μένουν και περισσότερο.
Ερωτηθείς κατά πόσο η Αστυνομία έχει διασφαλίσει λογιστικά αρχεία, απάντησε ότι έχουν ληφθεί οικονομικά έγγραφα, τα οποία αξιολογούνται.
Ο δικηγόρος υπεράσπισης ρώτησε, επίσης, τον μάρτυρα, κατά πόσο η σημερινή συνάντηση της Νομικής Υπηρεσίας σχετίζεται με την παρούσα διαδικασία, με τον μάρτυρα να απαντά ότι δεν γνωρίζει και ο ίδιος διερευνά την υπόθεση, για την οποία υπολείπεται ακόμη ανακριτικό έργο και γι’ αυτό ζητείται παράταση του διατάγματος προσωποκράτησης.
ΚΥΠΕ