Σύγχυση στους βουλευτές και αντικρουόμενες απόψεις μεταξύ Ελεγκτικής Υπηρεσίας από τη μια και Νομικής Υπηρεσίας και Υπουργείου Οικονομικών από την άλλη, επικράτησε τη Δευτέρα στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών σε σχέση με το γιατί δεν εφαρμόζεται ο νόμος του 1980 για αναστολή των πολλαπλών συντάξεων πολιτειακών αξιωματούχων και τι θα πρέπει να ισχύσει από εδώ και πέρα για το θέμα για να διορθωθούν οι στρεβλώσεις που υπάρχουν στις υφιστάμενες νομοθεσίες.
Το θέμα προέκυψε στο πλαίσιο συζήτησης τεσσάρων προτάσεων νόμου που κατατέθηκαν στην Επιτροπή και οι οποίες έχουν σκοπό την τροποποίηση και θέσπιση ενός νέου νομοθετικού πλαισίου για την καταβολή συντάξεων σε κυβερνητικούς και πολιτειακούς αξιωματούχους και για διόρθωση των στρεβλώσεων που υπάρχουν στις υφιστάμενες νομοθεσίες.
Όπως αναφέρεται σε σημείωμα προς την Επιτροπή Οικονομικών του Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας Οδυσσέα Μιχαηλίδη, με βάση τη νομοθεσία του 1980, αναστέλλονται οι συντάξεις του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου της Βουλής, των Υπουργών, των Υφυπουργών και των βουλευτών σε όλη τη διάρκεια της θητείας τους αν αναλάβουν «οιονδήποτε έτερον λειτούργημα ή αξίωμα στη Δημοκρατία».
Όπως αναφέρθηκε στην Επιτροπή, το 2011 με αφορμή την οικονομική κρίση, ψηφίστηκε νομοθεσία με την οποία απαγορεύονταν οι πολλαπλές συντάξεις για όλους τους πολιτειακούς αξιωματούχους, πέραν του καταλόγου των αξιωματούχων που περιλαμβάνονταν στη νομοθεσία του 1980, και αυτών των ευρωβουλευτών και τοπικών αρχόντων αλλά και των δημοσίων υπαλλήλων στην περίπτωση που αναλάμβαναν πολιτειακό αξίωμα.
Ωστόσο, η νομοθεσία του 2011 κρίθηκε αντισυνταγματική από το Ανώτατο Δικαστήριο λόγω το ότι το δικαστήριο θεώρησε ότι η σύνταξη είναι θεμελιωμένη και αποτελεί περιουσιακό στοιχείο με αποτέλεσμα να τερματιστεί η εφαρμογή του συγκεκριμένου νόμου, αλλά με γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα το 2014 σταμάτησε να εφαρμόζεται και η νομοθεσία του 1980 καθώς θεωρήθηκε ότι η συγκεκριμένη νομοθεσία είχε τα ίδια χαρακτηριστικά στοιχεία με τη νομοθεσία του 2011 η οποία κρίθηκε αντισυνταγματική.
Ο κ. Μιχαηλίδης αφού σημείωσε ότι ο νόμος του 2011 κρίθηκε αντισυνταγματικός, πρόσθεσε ότι «δεν συμπαρασύρονται σε ακυρότητα νόμοι, οι οποίοι δεν έχουν κριθεί ενώπιον δικαστηρίου», αναφέροντας παράλληλα ότι υπάρχει για το θέμα των πολλαπλών συντάξεων «νόμος του 1980 που είναι σε ισχύ», ακόμη, με βουλευτές να αναφέρουν ότι πρώτη φορά ακούνε τέτοιο πράγμα.
Η εκπρόσωπος του ΥΠΟΙΚ είπε ότι ο νόμος του 1980 ήταν σε ισχύ και αναστέλλετο η καταβολή των συντάξεων σε περίπτωση που αναλάβει κάποιος πολιτειακό αξίωμα και πρόσθεσε πως με το νόμο του 2011 επεκτάθηκε σε όλες τις συντάξεις.
«Μετά που ακυρώθηκε (ο νόμος του 2011) είχαμε γνωμική γνωμάτευση ότι ακυρώνονται παντελώς όλες οι πρόνοιες για αναστολή των συντάξεων», πρόσθεσε.
Απαντώντας ο Γενικός Ελεγκτής είπε ότι «το δικαστήριο όταν έκρινε την πρόνοια 88 του νόμου του 2011 είπε ότι ήρθατε παράνομα σαν Βουλή και σαν πολιτεία και αναστείλατε τη σύνταξη κάποιου την οποία είχε θεμελιώσει» και διερωτήθηκε κατά πόσον το συγκρίνουμε αυτό με κάποιον «που βγήκε βουλευτής το 2011 – ενώ ο νόμος ίσχυε για 40 χρόνια προηγουμένως – και γνώριζε ότι η σύνταξη του αναστέλλεται», ενώ το θέμα «δεν ήταν καν επίδικο στο δικαστήριο».
Το θέμα των πολλαπλών συντάξεων είναι λυμένο για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Πρόεδρο της Βουλής, Υπουργούς, Υφυπουργούς και βουλευτές, υπογράμμισε.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος συνάδελφος (βουλευτής) που δεν ένιωσε τουλάχιστον άβολα με τις διαφορετικές απόψεις/ερμηνείες, ισχύ ή μη ισχύ διαφόρων νόμων που ακούσαμε σήμερα», δήλωσε μετά τη συνεδρία, η Πρόεδρος της Επιτροπής Χριστιάνα Ερωτοκρίτου, προσθέτοντας ότι «με αυτά που ακούσαμε σήμερα μάλλον περισσότερη σύγχυση μου προκάλεσαν παρά διαλεύκανση και απάντηση των ερωτημάτων που είχαμε».
Όσον αφορά τις προτάσεις νόμου, μία πρόταση κατέθεσε ο Πρόεδρος του ΔΗΚΟ Νικόλας Παπαδόπουλος εκ μέρους της κοινοβουλευτικής ομάδας του Κόμματος για θέσπιση νέου νομοθετικού πλαισίου για την καταβολή συντάξεων σε κυβερνητικούς αξιωματούχους, πρώην και εν ενεργεία, για σκοπούς συμμόρφωσης με αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου και διόρθωσης ορισμένων στρεβλώσεων στον ισχύοντα νόμο.
Επίσης κατατέθηκαν δύο προτάσεις νόμου από τον βουλευτή του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου εκ μέρους της κοινοβουλευτικής ομάδας του κόμματος. Η μία πρόταση αφορά την επέκταση του ορίου συνταξιοδότησης των βουλευτών και των υπουργών στο εξηκοστό πέμπτο (65ο ) έτος και εισαγωγή πρόνοιας, ώστε η καταβολή σύνταξης βουλευτή και υπουργού σε πρόσωπο που έχει αναλάβει το αξίωμα του ευρωβουλευτή να αρχίζει μετά την αποχώρησή του από το εν λόγω αξίωμα, όπως ισχύει και στην περίπτωση του βουλευτή και του υπουργού.
Η άλλη πρόταση αφορά την ρύθμιση της ταυτόχρονης καταβολής σύνταξης και μισθού σε κρατικούς αξιωματούχους, ώστε να αποφευχθούν κοινωνικές και οικονομικές στρεβλώσεις και να επιτευχθεί συμμόρφωση με σχετική απόφαση του Δικαστηρίου.
Επίσης, πρόταση νόμου κατέθεσε και ο βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Σταύρος Παπαδούρης εκ μέρους του Κινήματος που αφορά όπως η σύνταξη σε βουλευτή να καταβάλλεται με τη συμπλήρωση του εξηκοστού τρίτου (63ου) έτους της ηλικίας του, αντί με τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ού) έτους, που ισχύει σήμερα.
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου είπε ότι «από την στιγμή που η Νομική Υπηρεσία και το ΥΠΟΙΚ θεωρούν ότι πρέπει να διορθώσουμε αυτό το ζήτημα», ο ίδιος ποτέ δεν είχε «το σύνδρομο του συγγραφέα» και να επιμένει ότι η δική του πρόταση θα επιλύσει το πρόβλημα και πρόσθεσε πως «καλούμαστε ως πολιτεία να βρούμε λύση».
Αναφέροντας το δικό του παράδειγμα σε σχέση με το θέμα των πολλαπλών συντάξεων, ο κ. Νεοφύτου είπε ότι είναι εν ενεργεία βουλευτής, απολαμβάνει «πλήρως όλα τα ωφελήματα του βουλευτή και παράλληλα είμαι δικαιούχος δύο άλλων συντάξεων, της σύνταξης που διετέλεσα ως Υπουργός και της σύνταξης που διετέλεσε ως δήμαρχος», προσθέτοντας ότι «αυτό είναι πρόκληση». Είπε ακόμη ότι αν ήταν και δημόσιος λειτουργός θα λάμβανε «και τρίτη σύνταξη που θα έτρεχε παράλληλα με την αντιμισθία του βουλευτή» και «γύρω στα 65 θα τρέχει και η σύνταξη από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων».
Μιλώντας ενώπιον της Επιτροπής, η εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών ανέφερε ότι «το ΥΠΟΙΚ αντικρίζει θετικά τυχόν ρυθμίσεις που αποσκοπούν στην αναδιαμόρφωση και στον εκσυγχρονισμό του θεσμικού πλαισίου που διέπουν στην καταβολή συνταξιοδοτικών ωφελημάτων στους αξιωματούχους και θα επανέλθει με συγκεκριμένη πρόταση με ολιστική προσέγγιση του όλου θέματος και για κάθε κατηγορία αξιωματούχων ξεχωριστά, λαμβάνοντας υπόψη και τα δεδομένα και τις ιδιαιτερότητες της κάθε κατηγορίας» και η οποία δεν θα έχει αντισυνταγματικά κολλήματα.
Η εκπρόσωπος της Νομικής Υπηρεσίας είπε ότι η Νομική Υπηρεσία αντικρίζει τις προτάσεις νόμου ή όποια πρωτοβουλία από την Κυβέρνηση σε συνάρτηση με τη νομολογία όπως έχει εξελιχθεί τα τελευταία 10 χρόνια, η οποία είναι η απόφαση «Μαρία – Κουτσελίνη και Αυξέντη Αυξεντίου» που ήταν αποφάσεις που καθόρισαν ως δικαίωμα στη σύνταξη κάθε αξιωματούχου ο οποίος διανύει τα χρόνια και τις προϋποθέσεις που επέβαλαν ο νόμος για να είναι δικαιούχος σε αυτή την σύνταξη και «οποιαδήποτε ενέργεια που αποστερεί στην ολότητα της σύνταξης αυτής ή σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της που να επηρεάζει τον πυρήνα του ίδιου του δικαιώματος της σύνταξης θεωρείται αντισυνταγματική».
Ανέφερε ότι στις προτάσεις νόμου «υπάρχουν κάποια στοιχεία που προκαλούν προβληματισμό» και τα οποία είναι το ότι «στην προσπάθεια να εξαιρεθούν οι συντάξεις που είναι επαγγελματικές σε δημόσια υπηρεσία ή εκπαιδευτική υπηρεσία ή σε άλλα νομικά πρόσωπα θεωρώντας με αυτό τον τρόπο θα ξεφύγουμε από το πρόβλημα της αντισυνταγματικότητας δημιουργείται άλλο θέμα αντισυνταγματικότητας από την άποψη ότι και αυτές οι συντάξεις σε άλλες υπηρεσίες που δεν είναι μέσα σε αυτή την εξαίρεση που προβλέπουν οι νομοθεσίες, πάλι δεν παύουν να είναι περιουσιακό, ιδιοκτησιακό δικαίωμα που αποκτήθηκε σε κάποιες υπηρεσίες οι οποίες δεν περιλαμβάνονται εδώ».
Σε δηλώσεις μετά τη συνεδρία, η Πρόεδρος της Επιτροπής, βουλευτής του ΔΗΚΟ, Χριστιάνα Ερωτοκρίτου είπε ότι συζητήθηκε η ανάγκη τερματισμού της υφιστάμενης και στρεβλής κατάστασης που οδηγεί στην καταβολή διπλών, τριπλών και τετραπλών συντάξεων στους αξιωματούχους του κράτους.
Ανέφερε ότι πρόκειται για μια προσπάθεια στην οποία συνέβαλε και το ΔΗΚΟ με την κατάθεση νόμου το 2016 για «άρση μιας κατάστασης που αναντίλεκτα συνιστά μία πρόκληση για την κοινωνία η οποία καθημερινά αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες διαχείρισης των συνεπειών της ακρίβειας, του πληθωρισμού, της ενεργειακής και ευρύτερα της οικονομικής κρίσης».
Η κ. Ερωτοκρίτου είπε ότι «σήμερα υπάρχει μια πολύ στρεβλή κατάσταση καταβολής διαφόρων συντάξεων σε πολιτειακούς αξιωματούχους σε ηλικίες που δεν δικαιολογούν αυτή την καταβολή» και πρόσθεσε πως επειδή υπήρξαν προτάσεις νόμου και από το ΔΗΚΟ και από το ΔΗΣΥ και από τους Οικολόγους, «το ΥΠΟΙΚ, πολύ ορθά δήλωσε ότι σε συνεννόηση με τη Νομική και Ελεγκτική Υπηρεσία θα παρουσιάσει εντός συντόμου χρονικού διαστήματος νομοσχέδιο το οποίο θα ρυθμίζει αυτή την κατάσταση για να έχουμε μία διαφανή, ξεκάθαρη, δίκαια και με πνεύμα ισονομίας κατάσταση που αφορά τις συντάξεις των πολιτειακών αξιωματούχων, για να μην έχουμε το σημερινό φαινόμενο που προκαλεί την κοινωνία».
Ανέφερε ότι το ΔΗΚΟ αναμένει το νομοσχέδιο και θα συμβάλει με δικές του εισηγήσεις και επεξεργασία άρθρων και προτάσεων και πρόσθεσε πως μόλις κατατεθεί το νομοσχέδιο στην Επιτροπή θα συζητηθεί αμέσως.
Απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσον θα επιστραφούν χρήματα σε αυτούς που δίδονται πολλαπλές συντάξεις, η κ. Ερωτοκρίτου είπε ότι αυτό δεν μπορεί να το γνωρίζει, προσθέτοντας ότι δεν μπορεί κανένα νομοθέτημα να έχει την οποιαδήποτε αναδρομική ισχύ.
Ανέφερε επίσης ότι στην Επιτροπή σήμερα «υπήρχε μια διαφωνία ανάμεσα σε διάφορους θεσμούς του κράτους αναφορικά με την ισχύ κάποιων νόμων, την εφαρμογή αποφάσεων του Ανώτατου Δικαστηρίου τόσο στο πνεύμα τους όσο και στο γράμμα τους» και πρόσθεσε εξαιτίας αυτής της διαπίστωσης το ΥΠΟΙΚ δήλωσε ότι η Κυβέρνηση θα καταθέσει νομοσχέδιο για να συμπτύξει το πνεύμα των προτάσεων νόμου που είναι ότι δεν μπορούμε να έχουμε ούτε την καταβολή πολλών συντάξεων στο ίδιο άτομο επειδή διετέλεσε σε διάφορα πολιτειακά αξιώματα αλλά ταυτόχρονα δεν μπορούμε να έχουμε και την καταβολή συντάξεων σε εν ενεργεία πολιτειακούς αξιωματούχους που λαμβάνουν είτε μισθό είτε αντιμισθία συνεπεία του αξιώματος που κατέχουν».
Ερωτηθείσα κατά πόσον τίθεται και συνταγματικό ζήτημα όταν ένας νόμος του 1980 που κρίθηκε συνταγματικός από το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν εφαρμόζεται με γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, η κ. Ερωτοκρίτου είπε ότι «ο μόνος που μπορεί να ανατρέψει μια νομοθεσία είναι το Ανώτατο Δικαστήριο» και πρόσθεσε ότι το θέμα αφορά μια γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσία για την οποία «και εμείς σήμερα το πρωί ενημερωθήκαμε ότι υπήρχε μια τέτοια γνωμάτευση», την οποία «ζητήσαμε να λάβουμε».
Ο βουλευτής του ΔΗΣΥ Ονούφριος Κουλλάς είπε ότι «μας ικανοποιεί που η Κυβέρνηση αναγνωρίζει τις στρεβλώσεις και προτίθεται να καταθέσει μια ολιστική προσέγγιση» και πρόσθεσε πως «ζητούμενο για τη Νομική Υπηρεσία και το Τμήμα Προσωπικού του ΥΠΟΙΚ καθώς και για τον Γενικό Ελεγκτή, ο οποίος θα καταθέσει δικές του εισηγήσεις, είναι όπως σύντομα εξευρεθούν συνολικές λύσεις που συνταγματικές να είναι ορθές έτσι ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος να καταπέσουν στα δικαστήρια».
Ο βουλευτής του ΑΚΕΛ Αντρέας Καυκαλιάς είπε ότι συζητήθηκε τροποποίηση της νομοθεσίας «ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν στρεβλώσεις που αφορούν στην καταβολή πολλαπλών συντάξεων και στην ταυτόχρονη καταβολή συντάξεων και μισθών σε ενεργεία κρατικών αξιωματούχων», προσθέτοντας ότι συμφωνούν όλοι ότι αυτή η κατάσταση είναι απαράδεκτη, συνιστά πρόκληση για την κοινωνία και πρέπει να αλλάξει».
Ανέφερε ότι διαφάνηκε ότι η εμπλοκή της Κυβέρνησης και της νομικής υπηρεσίας είναι επιβεβλημένη για να υπάρξει ένα πλαίσιο που να είναι συνταγματικά σωστό και να επιλύει το πρόβλημα χωρίς παλινδρομήσεις, λάθος ερμηνείες του νόμου, όπως ακούσαμε σήμερα, χωρίς να υπάρχει ο κίνδυνος νομοθετικές ρυθμίσεις που θα γίνουν να κριθούν αντισυνταγματικές».
Το ΑΚΕΛ συμφωνεί με την τοποθέτηση του ΥΠΟΙΚ ότι «η Κυβέρνηση πρέπει να προχωρήσει να καταθέσει νομοσχέδιο για ολιστική αντιμετώπιση του προβλήματος», πρόσθεσε.
Ο βουλευτής του ΕΛΑΜ Σωτήρης Ιωάννου είπε ότι «όλο αυτό το μπάχαλο και η στρέβλωση η οποία επικρατεί όσον αφορά τις συντάξεις και το όριο συνταξιοδότησης των κρατικών αξιωματούχων αποκαλεί πρόκληση απέναντι στους πολίτες ειδικότερα σε αυτή την περίοδο της ακρίβειας όπου δύσκολα περνούν και προσπαθούν να επιβιώσουν».
Ανέφερε ότι το ΕΛΑΜ συμφωνεί «και θέλει να ρυθμιστεί νομοθετικά αυτό το ζήτημα για να βρεθεί η επίλυση αυτού του προβλήματος» και πρόσθεσε ότι «δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να βάλουμε νερό στο μήλο του λαϊκισμού και της προσπάθειας εξυπηρέτησης πολιτικών συμφερόντων».
«Οποιαδήποτε απόφαση και ρύθμιση δεν θα πρέπει να κινδυνεύει να απορριφθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο», ανέφερε και πρόσθεσε πως αυτό θα συνιστά από μέρος της πολιτείας ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση προς το λαό και μία μεγάλη κοροϊδία».
Ο κ. Ιωάννου είπε ότι «οι συγκεκριμένες πρόνοιες δεν επηρεάζουν σε καμία περίπτωση το ΕΛΑΜ γιατί στο κόμμα μας δεν έχουμε κανένα πολυσυνταξιούχο».
Ο βουλευτής της ΔΗΠΑ – Συνεργασία Αλέκος Τρυφωνίδης εξέφρασε ικανοποίηση για την πρόθεση της Κυβέρνησης να επεξεργαστεί και να καταθέσει νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες, όπως είπε, «να επιλύουν όλες τις πτυχές του θέματος και να επέλθει μια ολιστική λύση του προβλήματος».
Ανέφερε ότι μέσα σε αυτές τις παραμέτρους θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η Πρόταση Νόμου που κατέθεσε η ΔΗΠΑ για το θέμα του ασυμβίβαστου το οποίο θα πρέπει να συμπεριληφθεί στην υπό επεξεργασία νομοθεσία.
Όπως έχει διαφανεί στη σημερινή συνεδρίαση, πρόσθεσε, «το ζήτημα είναι πολύ δύσκολο και ιδιαίτερα πολύπλοκο, υπάρχουν αρκετά νομοθετικά προβλήματα και έτσι χρειάζεται η συμβολή της Εκτελεστικής Εξουσίας, της Νομοθετικής Εξουσίας, της Νομικής Υπηρεσίας και του Γενικού Ελεγκτή για να πετύχουμε κάτι ορθό και ολοκληρωμένο».
Ο κ. Τρυφωνίδης είπε ότι «οι προτάσεις νόμου που είναι ενώπιον μας αποτελούν μια πολύ καλή αρχή» και κάλεσε την Κυβέρνηση να ετοιμάσει «το συντομότερο δυνατόν, τις κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες να ξεκαθαρίζουν το πεδίο, να είναι δίκαιες, να επιλύουν οποιεσδήποτε οικονομικές και κοινωνικές στρεβλώσεις, να ικανοποιούν τις δικαιολογημένες αντιδράσεις του κόσμου, να είμαστε συνεπείς με τους θεσμούς και ταυτόχρονα να επιτευχθεί συμμόρφωση με την σχετική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου».
Ο βουλευτής της ΕΔΕΚ Ηλίας Μυριάνθους είπε ότι υπήρξε μια ενημέρωση από τον Γενικό Ελεγκτή, το ΥΠΟΙΚ και τη Νομική Υπηρεσία για «το τι ισχύει σήμερα μετά και από την εξέλιξη των νομοθεσιών και την τύχη τους που είχαν στο Ανώτατο Δικαστήριο και πρόσθεσε πως σήμερα στην Επιτροπή υπήρχε μια σύγχυση για το τι νομοθεσίες υπάρχουν και πως επηρεάζουν τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα των κρατικών αξιωματούχων».
Ανέφερε ότι «αναμένουμε από Γενικό Ελεγκτή, ΥΠΟΙΚ και Νομική Υπηρεσία να ετοιμάσουν προτάσεις για να δούμε πως θα ρυθμιστεί το όλο θέμα» και χαιρέτισε την προσέγγιση της Κυβέρνησης, μέσω του ΥΠΟΙΚ, ότι είναι υπέρ της ολικής ρύθμισης του συγκεκριμένου ζητήματος όλων των αξιωματούχων».