Η Κύπρος είναι ένας ελκυστικός εταίρος με αυξημένη σταθερότητα και υψηλή γεωπολιτική αξία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, δήλωσε ο Υπουργός Άμυνας Μιχάλης Γιωργάλλας σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ΚΥΠΕ.
Ο κ. Γιωργάλλας μίλησε επίσης για τις προσπάθειες της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, ανέλυσε τις προτεραιότητες της αμυντικής πολιτικής της Κύπρου, ενώ σχολίασε και τις πρόσφατες εξαγγελίες της Τουρκίας περί αλλαγής πλεύσης αναφορικά με τις σχέσεις της με την Ευρώπη και τη Δύση και το τι θα μπορούσε να σημαίνει μια τέτοια εξέλιξη για το Κυπριακό.
Ερωτηθείς από το ΚΥΠΕ σχετικά με την πρόσφατη επίσκεψή του στις Ηνωμένες Πολιτείες και τις επαφές που πραγματοποίησε κατά την παραμονή του στη χώρα, ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι η επίσκεψη έγινε στο πλαίσιο της συμμετοχής της Κύπρου στο State Partnership Program, το οποίο έχει θεσμοθετηθεί και με την υπογραφή της σχετικής συμφωνίας.
Πρόκειται, όπως είπε, για ένα πρόγραμμα του αμερικανικού στρατού, το οποίο υλοποιούν οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ με ακόμη σχεδόν 100 χώρες, με την Κύπρο να συγκαταλέγεται στις πιο πρόσφατες προσθήκες, όπου οι πολιτείες των ΗΠΑ προσπαθούν σε επίπεδο εθνοφρουράς να ανταλλάξουν τεχνογνωσία με ξένες ένοπλες δυνάμεις, να χρησιμοποιήσουν τεχνολογίες και να μεταφέρουν γνώσεις και εμπειρίες, διαμορφώνοντας μια δυνατότητα στενότερης επαφής των τοπικών ενόπλων δυνάμεων με τις ένοπλες δυνάμεις των συνεργατών τους.
Η Κύπρος έχει επιλέξει να συνεργαστεί με την εθνοφρουρά του Νιου Τζέρσεϋ, την πολιτεία του γνωστού γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ, συνέχισε ο κ. Γιωργάλλας, προσθέτοντας πως η επιλογή αυτή είχε να κάνει πρωτίστως με την απόδοση ευχαριστιών και τιμής προς τον κ. Μενέντεζ και την πολιτεία του.
Συμπλήρωσε ότι στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, η Εθνική Φρουρά της Κύπρου θα έχει τη δυνατότητα πρόσβασης σε εκπαιδευτικά προγράμματα, μέσα, διαδικασίες και ό,τι άλλο μπορεί να φανεί χρήσιμο στις κυπριακές ένοπλες δυνάμεις, αφενός για την περαιτέρω ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού, αφετέρου για την αξιοποίηση δοκιμασμένων τεχνολογιών και διαδικασιών που θα επιτρέψουν την περαιτέρω ανάπτυξη των δυνατοτήτων του κυπριακού στρατεύματος.
Σε ερώτηση πότε αναμένονται πρακτικές εφαρμογές αυτής της συνεργασίας, ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι η συνεργασία έχει ξεκινήσει να υλοποιείται από τα τέλη Μαρτίου, όταν και υπεγράφη η πρώτη φάση της συμφωνίας στη Λευκωσία με την επίσκεψη της αμερικανικής αντιπροσωπείας.
Πρόσθεσε πως ήδη από την αρχή του έτους έχουν βρεθεί στις ΗΠΑ πέραν των 40 στελεχών για συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα του αμερικανικού στρατού, ενώ σταδιακά εισέρχονται και σε πιο σύνθετα αντικείμενα, τα οποία έχουν να κάνουν κυρίως με τη δυνατότητα της Εθνικής Φρουράς να έρθει σε επαφή με τεχνολογίες σύγχρονης στρατιωτικής πρακτικής.
Σημείωσε πως την ίδια ώρα, οι αμερικανικές δυνάμεις αποκτούν έναν ικανό και σταθερό συνεργάτη στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και χρησιμοποιώντας τις διαδικασίες της Κύπρου μπορούν να λαμβάνουν διευκολύνσεις για το προσωπικό και τα μέσα που έχουν στην περιοχή, είτε για στρατιωτικούς, είτε για ενεργειακούς λόγους, υπενθυμίζοντας τη συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών στην εκμετάλλευσης των πλουτοπαραγωγικών ενεργειακών πόρων της Κύπρου.
Ερωτηθείς για ενδεχόμενα οφέλη από την έγκριση προταθείσας από τον κ. Μενέντεζ τροπολογίας για ανανέωση της άρσης του εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία ανά τριετία, ο κ. Γιωργάλλας είπε ότι από την ώρα που ήρθη αυτή η αδικία, όπως τη χαρακτήρισε, με την άρση του εμπάργκο όπλων κατά της Κύπρου, αποκαταστάθηκε αμέσως η εμπιστοσύνη προς την Κύπρο όχι μόνο της αμερικανικής αγοράς, αλλά γενικότερα των αγορών στρατιωτικού υλικού δυτικής προέλευσης.
«Σήμερα, σχεδόν έναν χρόνο μετά από αυτή την απόφαση, η Κυπριακή Δημοκρατία, το Υπουργείο Άμυνας, έχει τη δυνατότητα να αποταθεί για αγορές σχεδόν σε όλες τις χώρες του κόσμου», υπογράμμισε ο Υπουργός. Σημείωσε περαιτέρω ότι η καταλυτική αυτή δράση της άρσης του εμπάργκο λειτούργησε ως ψήφος εμπιστοσύνης προς την πλευρά της Κυπριακής Δημοκρατίας από όλους τους παραγωγούς της βιομηχανίας στρατιωτικού υλικού, με αποτέλεσμα η χώρα να έχει σήμερα τη δυνατότητα να επιλέγει αυτό που χρειάζεται, όχι όμως σε λογικές μονοπωλίου, και να μπορεί να διαχειρίζεται προσφορές και συμβάσεις, αναζητώντας πάντοτε την καλύτερη και πιο οικονομική επιλογή.
Συμπλήρωσε ότι ταυτόχρονα η άρση του εμπάργκο δίνει πρόσβαση στην αμερικανική αγορά όπλων, ενώ η επέκταση από το ένα στα τρία έτη θα δώσει τη δυνατότητα καλύτερου πολυετούς προγραμματισμού προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της Κύπρου για ενίσχυση και θωράκιση της άμυνάς της.
Ερωτηθείς κατά πόσο η εξέλιξη αυτή θα συμβάλει στην υλοποίηση της εξαγγελίας της κυβέρνησης για αντικατάσταση όλων των οπλικών συστημάτων ρωσικής κατασκευής και τις συνολικές προσπάθειες ανανέωσης και εκσυγχρονισμού των οπλικών συστημάτων της Κύπρου γενικότερα, ο κ. Γιωργάλλας είπε ότι στο οπλοστάσιο της Εθνικής Φρουράς υπάρχουν συστήματα διάφορων κατασκευαστών, συμπεριλαμβανομένου μεγάλου όγκου ρωσικής προέλευσης.
Είπε επίσης ότι η κυβέρνηση έχει εκπονήσει πενταετές σχέδιο εξοπλιστικής μεταρρύθμισης και εκσυγχρονισμού του οπλοστασίου της Εθνικής Φρουράς, στο πλαίσιο του οποίου εντάσσονται και τα οπλικά συστήματα ρωσικής προέλευσης, ως προς τα οποία παρατηρείται μια αυξημένη αδυναμία λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και της επιβολής κυρώσεων, απαγορεύσεων και περιορισμών, ιδιαίτερα από την ΕΕ προς τη Ρωσία, που με τη σειρά τους δημιουργούν προβλήματα πρόσβασης σε μέσα και υποστήριξη για τη συντήρηση των συστημάτων αυτών.
«Δεδομένου ότι ο πόλεμος αυτός δεν αναμένεται να τελειώσει εύκολα, ενώ ακόμα και αν τελειώσει θα συνεχίσουν να υπάρχουν προβλήματα στις σχέσεις της ΕΕ με τη Ρωσία, εμείς επιταχύνουμε τις διαδικασίες με τις οποίες θα καταφέρουμε να εκσυγχρονίσουμε όλα τα οπλικά συστήματα της Εθνικής Φρουράς, εστιάζοντας πρώτα στην κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών και δεύτερον στη χρήση τεχνολογικών μέσων και όπλων που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να καλύψουμε το αριθμητικό μας μειονέκτημα», τόνισε. Όπως είπε ο κ. Γιωργάλλας, σήμερα οπλικά συστήματα μπορούν «να πολεμούν από μόνα τους», σε σημείο που να μη χρειάζονται τις πολυμελείς ομάδες χειρισμού όπως τα συμβατικά όπλα του παρελθόντος.
«Αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα μπροστά μας στην παγκόσμια αγορά προσπαθούμε να κάνουμε το βέλτιστο για την κυπριακή άμυνα, αξιοποιώντας όλες τις δυνατότητες που μπορούν να μας δώσουν αυτό το επιχειρησιακό πλεονέκτημα που χρειαζόμαστε για να θωρακίσουμε την άμυνα, να ενισχύσουμε την αποτρεπτική ισχύ της πατρίδας μας και να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του κυπριακού λαού», συμπλήρωσε.
Σε ερώτηση αν εκτιμά ότι μπορεί να επιτευχθεί ο στόχος που έθεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας σχετικά με διοχέτευση του 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες, ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι ο Πρόεδρος αντιλήφθηκε ήδη από την προεκλογική του προσπάθεια ότι η άμυνα της χώρας χρειάζεται να ενισχυθεί και να φτάσει στο επίπεδο δαπανών άλλων χωρών, όπως η Ελλάδα, η οποία έχει φτάσει στο 3%, ευρισκόμενη επίσης σε μια διαδικασία εκσυγχρονισμού των ενόπλων δυνάμεών της.
Είπε επίσης ότι γίνεται προσπάθεια ο στόχος του 2% να υλοποιηθεί εντός της πενταετίας, προσθέτοντας πως η αγορά οπλικών συστημάτων είναι μια σύνθετη διεργασία, η οποία γίνεται ακόμα πιο σύνθετη εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο διεξάγεται στην Κύπρο, δηλαδή με τη συμμετοχή εκπροσώπων της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, της Νομικής Υπηρεσίας, του Γενικού Λογιστηρίου, όλων των εμπλεκόμενων τμημάτων του Υπουργείου Άμυνας και όλων των άλλων υπηρεσιών του κράτους σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, για την παρακολούθηση της καλής προετοιμασίας και υλοποίησης μίας σύμβασης και φυσικά το βέλτιστο αποτέλεσμα.
«Αποσκοπούμε στην υλοποίηση του στόχου του Προέδρου της Δημοκρατίας για 2% στο βάθος της πενταετίας, καθώς προσπαθούμε να υλοποιήσουμε τις πολυετείς συμβάσεις που έχουμε ή θα αποκτήσουμε, έχοντας πάντοτε κατά νου ότι αγοράζοντας οπλικά συστήματα χρειαζόμαστε χρόνο για την εκπαίδευση του προσωπικού και την ωρίμανση της συνύπαρξης συστήματος και χειριστών ούτως ώστε να είναι ετοιμοπόλεμοι», τόνισε, εκφράζοντας παράλληλα την εκτίμηση ότι είναι δυνατή η υλοποίηση της δέσμευσης του Προέδρου.
Ερωτηθείς για τον προγραμματισμό του Υπουργείου στον τομέα των διεθνών συνεργασιών, ο κ. Γιωργάλλας είπε ότι οι σχετικές δράσεις βασίζονται αφενός στον πυλώνα της εξωστρέφειας και της αμυντικής διπλωματίας, υπηρετώντας όλες τις συμβάσεις και τις συμφωνίες στρατιωτικής συνεργασίας με ξένες χώρες, αλλά και τις δυνατότητες κοινής εκπαίδευσης και πραγματοποίησης ασκήσεων.
Ο δεύτερος πυλώνας αφορά στο ερευνητικό έργο και τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος ερευνητών και εταιρειών που έχουν αρχίσει να παράγουν συστήματα στρατιωτικού χαρακτήρα κυρίως τεχνολογικής υφής, δίνοντας τη δυνατότητα στο Υπουργείο Άμυνας να αρχίσει σχεδιασμούς για το πώς οι δικοί μας ερευνητές και εταιρείες παραγωγής θα μπορούν να ικανοποιήσουν και τις εγχώριες στρατιωτικές ανάγκες.
«Αυτοί οι δύο πυλώνες μάς δίνουν τη δυνατότητα υπηρέτησης της εξωστρέφειας της Εθνικής Φρουράς και τη δυνατότητα να παίξουμε τον ρόλο που μας αρμόζει στην περιοχή. Είμαστε ένας ελκυστικός εταίρος, ένα σημείο με αυξημένη σταθερότητα και υψηλή γεωπολιτική αξία σε κοντινή απόσταση από αποσταθεροποιητικές εστίες και οικονομικά, ενεργειακά ή άλλα συμφέροντα, σε μια “αυλή” με στρατιωτικά και γεωπολιτικά συμφέροντα», τόνισε.
Η Κύπρος προσπαθεί, είπε, ακολουθώντας πάντα τη γραμμή της εξόδου από τη γεωπολιτική ομηρία στην οποία βρισκόταν πολλά χρόνια, να αξιοποιήσει όλα αυτά τα πλεονεκτήματα, να είναι ισότιμα χρήσιμη σε ισχυρούς παίκτες στην περιοχή, προσπαθώντας να ευθυγραμμίσει τα συμφέροντά της με τα δικά τους ισχυρά συμφέροντα, και να μπορέσει όλα αυτά να τα χρησιμοποιήσει, αφενός ενισχύοντας την πολιτική θέση στην προσπάθεια για επίλυση του Κυπριακού, αφετέρου ενισχύοντας την αμυντική θωράκιση και την αποτρεπτική ισχύ της Δημοκρατίας.
Σε ερώτηση κατά πόσο θα συμβάλει στις προσπάθειες χάραξης πολιτικής η σύσταση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι το Συμβούλιο ήταν αυτό που έλειπε από την Κύπρο. Η λειτουργία του αποσκοπεί, επεσήμανε, στον «εμβολιασμό» της πολιτικής και των πολιτικών με επιστημονική γνώση, με τα αποτελέσματα της ερευνητικής προσπάθειας και όλα όσα είναι χρήσιμα σήμερα σε ένα πολύπλοκο κόσμο, όπου η τεχνολογία, η ταχύτητα της πληροφορίας, ακόμα και η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, μπορούν να καλύψουν αδυναμίες μικρών κρατών όπως η Κύπρος.
Πρόσθεσε πως το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, έτσι όπως ανακοινώθηκε και με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία, όπως είπε, μελετήθηκε επισταμένα πριν ψηφιστεί, θα δώσει πλεονεκτήματα και εφόδια στην πολιτική ηγεσία για τη λήψη καλύτερων αποφάσεων.
Ερωτηθείς πώς αξιολογεί τη διαφαινόμενη στροφή της Τουρκίας προς τη Δύση έπειτα από την πρόσφατη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Λιθουανία και ενδεχόμενη επιδίωξη της Άγκυρας για βελτίωση του ελληνοτουρκικών σχέσεων, με πιθανές θετικές επιπτώσεις και στο Κυπριακό, ο Υπουργός Άμυνας είπε πως η Κύπρος εύχεται περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο να γίνει πραγματικότητα η εγκατάλειψη των αναθεωρητικών προσεγγίσεων της Τουρκίας και η συνειδητοποίηση της ανάγκης επίλυσης των διαφορών με τους γείτονές της, μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, με έναν πιο εποικοδομητικό τρόπο.
«Θέλω να δώσω πίστωση χρόνου, δεν θέλω να είμαι ισοπεδωτικός. Εύχομαι και προσεύχομαι πραγματικά να έχουν αλλάξει οι προτεραιότητες της Άγκυρας και της ηγεσίας της. Την ίδια ώρα όμως θα πρέπει εμείς, μακριά από ευσεβοποθισμούς, να δούμε και να ξαναμετρήσουμε τι είναι αυτό που θέλει να παρουσιάσει σήμερα η Τουρκία ή πιθανώς τι είναι αυτό που θα μεταλλάξει τη στάση της όταν θα αλλάξουν οι προτεραιότητές της σε ύστερο χρόνο», τόνισε. Πρόσθεσε πως θεωρεί ότι οι προγραμματισμοί και οι σχεδιασμοί του Προέδρου της Δημοκρατίας σε ό,τι αφορά την προσπάθειά του για επίλυση του Κυπριακού, λαμβάνουν υπόψη τις καινούργιες συμπεριφορές της Τουρκία. Χαρακτήρισε ως απόλυτα σωστό το αίτημα για αναβάθμιση της εμπλοκής της ΕΕ στις διαδικασίες επίλυσης του Κυπριακού, καθώς, όπως είπε, οι λειτουργίες, οι οδηγίες και οι κανονισμοί της Ένωσης έχουν πολλά να προσφέρουν στο περιεχόμενο της λύσης όπου θα συνυπάρξουν Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Μαρωνίτες, Αρμένιοι και Λατίνοι.
Είπε επίσης ότι η επόμενη μέρα του Κυπριακού θα εξαρτηθεί βεβαίως από τη συμπεριφορά της Τουρκίας και κατά πόσο εννοεί αυτά που παρουσιάζει σήμερα, όπως και από την πρόθεση των Ευρωπαίων να αναμιχθούν στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού και να αισθανθούν μετά τα όσα βιώνουν με τον πόλεμο στην Ουκρανία ότι δεν πρέπει να υπάρξει άλλος πόλεμος στην Ευρώπη, αλλά και να λυθεί σωστά το Κυπριακό, αφού μια κακή λύση θα δημιουργήσει ένα τεράστιο, ακανθώδες πρόβλημα στην καρδιά της ΕΕ.
«Θέλω να είμαι αισιόδοξος. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ήταν ένα οριακό σημείο που έχει αλλάξει νοοτροπίες και συμπεριφορές και επιτέλους μέσα σε αυτό το καινούργιο που γεννιέται από τις στάχτες του πολέμου να μπορέσουμε να δρομολογήσουμε τις σωστές διαδικασίες για την ασφαλή και σωστή επίλυση του κυπριακού προβλήματος», συμπλήρωσε.
Ερωτηθείς αν συζήτησε κατά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας της Ελλάδας Νίκο Δένδια την προεκλογική θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας για ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών και την αναβίωση του ενιαίου αμυντικού δόγματος, ο κ. Γιωργάλλας είπε ότι το σημαντικό είναι να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα με την ιδιότητά της ως εγγυήτρια δύναμη αντιλαμβάνεται τις υποχρεώσεις της στην Κύπρο, πως αν χαθεί η Κύπρος θα ανοίξει η «πύλη της κολάσεως» για τον υπόλοιπο ελληνισμό και ότι την ώρα της ανάγκης δεν θα χρειαστεί κανένα δόγμα να την υποχρεώσει να επέμβει στην Κύπρο.
Πρόσθεσε πως είχε μια διεξοδική και πολύ ουσιαστική συζήτηση με τον Έλληνα ομόλογό του, κατά την οποία τέθηκαν συγκεκριμένα πράγματα στο τραπέζι, ορισμένα εκ των οποίων έχουν αρχίσει να υλοποιούνται στη βάση μιας συνεχούς και καθημερινής επικοινωνίας, θέτοντας σε λειτουργία υφιστάμενους και νέους μηχανισμούς συντονισμού με σκοπό τη δημιουργία προϋποθέσεων, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ιδιότητας των δύο χωρών, διασφάλισης των συμφερόντων της Ευρώπης, της Ελλάδας και της Κύπρου στην περιοχή.
«Μπορώ να πω ότι είναι ίσως η στιγμή που οι σχέσεις Ελλάδας-Κύπρου είναι στο καλύτερο επίπεδο, και αυτό φάνηκε και με την πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Κύπρο», σημείωσε. «Η θέληση υπάρχει, η διάθεση να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για να αντιμετωπίσουμε τις απειλές και τους κινδύνους είναι εκεί. Συγχρονιζόμαστε και πλέον νομίζω ότι αυτό που σήμερα υπάρχει σιγά σιγά θα αρχίσει να φαίνεται πολύ αδρά και φανερά και θα σχηματοποιήσει αυτή την ενιαία αντιμετώπιση των κινδύνων στην περιοχή γιατί είναι υποχρέωσή μας», υπογράμμισε.
Κλείνοντας, και με αφορμή την περίοδο που διανύουμε, ο Υπουργός Άμυνας είπε ότι δυστυχώς ο Ιούλιος και ο Αύγουστος είναι μήνες οδύνης, περισυλλογής και σκέψης για όλα αυτά που πήγαν λάθος, για το πού θα μπορούσαμε να είχαμε βρεθεί αν πηγαίναμε πίσω στον χρόνο και αλλάζαμε τα δεδομένα και την πορεία.
«Την ίδια ώρα, είναι μια περίοδος όπου όλα αυτά τα μηνύματα στέλνονται εδώ και 50 χρόνια και μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τις πραγματικότητες, να προσδιορίσουμε το μέγεθος του δικού μας χρέους και του δικού μας καθήκοντος απέναντι σε όλα αυτά τα παιδιά που χάθηκαν μέσα στην κόλαση του πολέμου τις μαύρες μέρες του Ιουλίου και Αυγούστου του 1974 και να υποσχεθούμε ότι θα αγωνιστούμε μέχρι τέλους για να προστατεύσουμε ό,τι κινδυνεύει και να διεκδικήσουμε ό,τι μας αξίζει και μας ανήκει», κατέληξε ο κ. Γιωργάλλας.