Αντισυνταγματική η απόλυση των συνεργατιδών Αναστασιάδη
Παράνομη και αντισυνταγματική έκρινε με απόφασή του το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, την απόλυση των τεσσάρων συνεργατιδών του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη.
Η απόλυσή τους είχε γίνει με βάση ειδική επιφύλαξη του νόμου του Προϋπολογισμού, που ψήφισε η Βουλή, με βάση την οποία προβλέπεται ότι η απασχόληση των αιτητριών ως εργοδοτούμενες αορίστου χρόνου θα τερματιστεί το αργότερο μετά τη λήξη της θητείας της Κυβέρνησης ή την αποχώρηση του τέως Προέδρου Νίκου Αναστασιάδη.
Στην απόφαση του δικαστηρίου επισημαίνεται επίσης ότι η απόφαση της Βουλής, λήφθηκε χωρίς εξουσία και αρμοδιότητα καθ’ υπέρβαση της αρχή της διάκρισης εξουσιών και κατά παράβαση του Συντάγματος και του Ευρωπαϊκού Δικαίου.
Όπως ανέφερε στο ΚΥΠΕ, ο δικηγόρος των αιτητριών Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, ως επακόλουθο της απόφασης οι τέσσερεις συνεργάτιδες παραμένουν κανονικά στην εργασία τους ως εργαζόμενες αορίστου χρόνου και διέπονται από τη σχετική νομοθεσία, που απαγορεύει την απόλυσή τους. Ανέφερε επίσης ότι η απόφαση του δικαστηρίου είναι ξεκάθαρη και υιοθετεί τις θέσεις του περί αντισυνταγματικότητας του νόμου.
Μεταξύ άλλων στην απόφαση του δικαστηρίου αναφέρεται ότι η νομοθετική εξουσία μπορεί μεν να επιβάλλει κριτήρια και προϋποθέσεις για τερματισμό απασχόλησης, ωστόσο, δεν νομιμοποιείται η ίδια να αποφασίζει τερματισμό απασχόλησης συγκεκριμένων προσώπων, υποκαθιστώντας την εκτελεστική εξουσία, αλλά ούτε και να αναιρεί αποφάσεις της εκτελεστικής εξουσίας που ασκήθηκαν εντός του πεδίου δράσης της. Πρόσθετα η Βουλή των Αντιπροσώπων, όπως αναφέρεται, δεν έχει εξουσία να επιβάλλει δια νόμου σε εργοδότη την απόλυση φωτογραφικά προσώπων και δη στην εκτελεστική εξουσία. Για τους λόγους αυτούς θεωρήθηκε ότι η Βουλή παραβίασε την αρχή της διάκρισης των εξουσιών σε αντίθεση με τις διατάξεις των άρθρων 54 και 58 του Συντάγματος.
Κρίθηκε επίσης ότι υπάρχει αντίθεση προς τα άρθρα 25 και 26 του Συντάγματος και το άρθρο 15 της Χάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, αφού υπήρξε ανεπίτρεπτη παρέμβαση από τη Βουλή στο δικαίωμα περί ελευθερίας του συμβάλλεσθαι. Η Βουλή, όπως αναφέρεται, επέβαλε περιορισμούς στο δικαίωμα των αιτητριών που δεν συμβιβάζονται καταρχήν με την ελευθερία των συμβάσεων.
Το δικαστήριο έκρινε επίσης ότι υπάρχει αντίθεση με το άρθρο 28 του Συντάγματος καθώς και με άρθρα της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Χάρτας Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και ευρωπαϊκών οδηγιών σε σχέση με την αρχή της ισότητας και της μη ύπαρξης διακρίσεων.