Η χορωδιακή κουλτούρα στη Λάρνακα
Γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας*
Η Ιστορία της Χορωδίας στην Λάρνακα είναι μακρά. Δεν θα σταθούμε όμως στην ανάλυσή της αλλά στην εικόνα που παρουσιάζουν στα τοπικά κλειστά και ανοικτά θέατρα οι παραστάσεις των πλείστων χορωδιών της περιοχής,τα τελευταία 15 χρόνια. Προσδιορίζω το χρονικό όριο, γιατί έχω πράγματι την τιμή (και είναι τιμή) να καλούμαι συχνά – πυκνά να παρακολουθήσω παραστάσεις τους, όπως και ήταν τιμή να συμμετάσχω ενεργά γράφοντας τα κείμενα μιας μουσικοχορευτικής παράστασης με τίτλο «Αυλαία και πάμε» με την χορωδία του Φωνητικού Συνόλου του Δήμου Λάρνακας, υπό την εποπτεία του έμπειρου και αξιολογότατου μαέστρου Ανδρέα Γερολέμου.
Οι Παραστάσεις των Χορωδιών της Λάρνακας έχουν έναν κοινό παρονομαστή. Την «θεατροποίηση» τους. Δεν αρκούνται δηλαδή στην παρουσίαση των τραγουδιών αλλά χρησιμοποιούν ποικίλες μορφές παρουσίασή τους, όπως χορό, κίνηση, βουβό θέατρο κτλ. Εν ολίγοις δεν είναι απλές χορωδιακές παραστάσεις αλλά μουσικοχορευτικές, με θεατρικό μανδύα. Πολλές φορές μάλιστα διαπιστώνεται ότι η βαρύτητα πέφτει στο χορευτικό μέρος ή στην θεατρικότητα του κομματιού και όχι στην ποιοτική παρουσίαση, στην χορωδιακή παρουσίαση ενός τραγουδιού. Δεν είναι λίγες οι φορές που για τις ανάγκες μιας παράστασης επιστρατεύονται σημαντικοί εγχώριοι τραγουδιστές που όμως με αυτό τον τρόπο οδηγούμαστε από τον χορωδιακό στίβο σε «συναυλιακά» μοτίβα. Και τις τελικές εντυπώσεις κερδίζει ο σολίστας τραγουδιστής, ενώ έμμεσα υποβιβάζεται σε ρόλο κομπάρσου η ίδια η χορωδία. Τέτοιες παραστάσεις με κορυφαίες σολίστες και αξιέπαινες φωνές έχουμε δει κατά κόρον στην πόλη μας.
Ορισμένοι από εσάς θα υποστηρίξετε ότι αυτό αρέσει στον κόσμο, ο οποίος είναι γεγονός ότι στηρίζει με την παρουσία του κάθε χορωδιακή παράσταση, αυτό προσφέρεται. Συμφωνώ. Αλλά μήπως είναι και θέμα συνήθειας; Μήπως οη ίδια μουσικοχορευτική κουλτούρα που διέπει τον χορωδιακό κύκλο δεν μπορεί να αλλάξει λόγω ελλείψεων ιδεών ή λόγω αδυναμίας στήριξης του «αυτού καθ αυτού» σκοπού της υπάρξεώς τους; Είναι σίγουρο ότι οι μαέστροι των χορωδιών που γνωρίζουν είναι σημαντικότατοι και από την διασκευή των τραγουδιών, την παρουσίαση καταλαβαίνει κανείς ότι υπηρετούν εξαίρετα την έννοια του χορωδιακού τραγουδιού. Αλλά και μπροστά στις χορωδίες που δημιούργησαν αυτοί οι μαέστροι και τις διευθύνουν δεν μπορείς παρά να μείνεις παρά μόνο με σεβασμό και να χειροκροτείς κάθε εμφάνισή τους. Χορωδίες όπως αυτές των Λιβαδιών [Αγγίζει το άριστο]του Φωνητικού Συνόλου Λάρνακας [ Επίσημη αγαπημένη της πόλης] αλλά και της Προοδευτικής Κίνησης [ ξεχωρίζει για την σχέση της με το κοινό] έχουν κάνει παραστάσεις που σίγουρα έμειναν στην μνήμη μας, ενώ και η παρουσία τους έξω από την Κύπρο δεν περνά καθόλου απαρατήρητη. Μένει όμως το ερώτημα; Τι συμβαίνει τότε και οι πολλές παραστάσεις καταλήγουν να είναι ως φτηνή εκδοχή μιας συναυλίας έντεχνου ή λαϊκού ρεπερτορίου;
Αν δεν φταίει το διοικητικό τμήμα ενός φωνητικού συνόλου, που προφανώς μαζί με τους μαέστρους συνθέτουν το πρόγραμμα, αν δεν φταίνε κάποιες πιθανές απαιτήσεις χορηγών, αν δεν φταίει ο αυθορμητισμός και το κλίμα «πάμε να τραγουδήσουμε και απλώς να περάσουμε καλά» τότε φταίνε οι λιμνάζουσες καλλιτεχνικές απαιτήσεις ενός άτεχνου κοινού.
Αυτές λοιπόν τις «απαιτήσεις» του κοινού ή τις «συνήθειες» του θα πρέπει σταδιακά να αλλάξουν οι μαέστροι και τα επιτελεία των Χορωδιών. Και είναι σίγουρο ότι μπορούν.
*Ποιητής – Συγγραφέας