Μεγάλη Παρασκευή: Η μέρα της υπέρτατης θυσίας – «Ω, γλυκύ μου έαρ»
Η Αγία και Μεγάλη Παρασκευή είναι η ημέρα του Πάθους, η ημέρα της υπέρτατης θυσίας, η ημέρα της «άκρας ταπεινώσεως» του Κυρίου.
Την ημέρα αυτή επιτελούμε τα σωτήρια και φρικτά Πάθη του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τις ύβρεις, τους γέλωτας, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην και προπάντων τον Σταυρόν και τον Θάνατον, τα οποία για χάρη μας εκουσίως καταδέχτηκε να πάθει ο Κύριος.
Ακόμη, θυμόμαστε και τη σωτήρια πάνω στον σταυρό ομολογία του ευγνώμονα ληστή, που σταυρώθηκε μαζί με τον Κύριο. «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔρθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου», ομολόγησε βαθιά μετανιωμένος, την ώρα που όλοι Τον περιγελούσαν ή Τον αρνούνταν και ο Κύριος τον βεβαίωσε ότι θα ήταν σε λίγο μαζί Του πρώτος στον Παράδεισο!
Σε μας μένει να δεχτούμε τη θυσία Του, να Τον αγαπήσουμε, να βαδίσουμε μαζί Του τον δρόμο που βάδισε Εκείνος τηρώντας τις εντολές που μας άφησε, για να φτάσουμε κι εμείς στο τέλος να απολαύσουμε τα πλούσια δώρα που μας χαρίζει η αγάπη και η θυσία Του.
Στην εκκλησία δεν γίνεται Θεία Λειτουργία. Το πρωί, στον Εσπερινό, γίνεται η Αποκαθήλωση (κατεβαίνει το σώμα του Χριστού από τον Σταυρό) και βγαίνει ο Επιτάφιος. Οι πιστοί προσκυνούν το Ευαγγέλιο πρώτα και τον Επιτάφιο. (Ο Επιτάφιος είναι ειδικό ύφασμα, πάνω στο οποίο είναι κεντημένο ή ζωγραφισμένο το άχραντο Σώμα του Χριστού και τα πρόσωπα που φρόντισαν για την Αποκαθήλωση και την Ταφή Του).
Το βράδυ γίνεται περιφορά του Επιταφίου (η κηδεία και η ταφή, σαν να λέμε, του Χριστού) και ψάλλονται τα Εγκώμια του Επιταφίου Θρήνου σε τρεις στάσεις: (« Ἡ Ζωή ἐν τάφῳ…», «Αἱ γεννεαί πᾶσαι…» , «Ἀξιον ἐστί…»). Επιστρέφοντας και μπαίνοντας στον ναό, περνούμε όλοι κάτω από τον Επιτάφιο, για να ευλογηθούμε.
Τα γεγονότα της Μεγάλης Παρασκευής
O Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο, αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.
Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή. Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, πρίν από 1043 χρόνια.
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτή αίμα και νερό.
Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.