Μεγάλα ποσά αποζημιώσεων επιδίκασε την Πέμπτη το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, τα οποία η Κυπριακή Δημοκρατία πρέπει να καταβάλει στον πρώην Αρχιδεσμοφύλακα του Τμήματος Φυλακών στις Κεντρικές Φυλακές, Κωνσταντίνο Μούζουρο.
Σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου, η Κυπριακή Δημοκρατία, εκπροσωπούμενη από τον Γενικό Εισαγγελέα μέσω των υπαλλήλων της, διέπραξε το αστικό αδίκημα της κακόβουλής δίωξης πολίτη.
Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο επιδίκασε υπέρ του Ενάγοντα το ποσό των 80 χιλιάδων ευρώ ως γενικές αποζημιώσεις, των 7 χιλιάδων ευρώ ως ειδικές αποζημιώσεις, καθώς και το ποσό των 10 χιλιάδων ευρώ ως τιμωρητικές αποζημιώσεις.
Σημειώνεται ότι η εν λόγω υπόθεση αφορά μαρτυρία, σε σχέση με εισαγωγή κινητών τηλεφώνων στις Κεντρικές Φυλακές και συγκεκριμένα ότι με τις ενέργειες τους πρώην Αναπληρωτής Διευθυντής των Κεντρικών φυλακών, Υπεύθυνος Ασφαλείας των Φυλακών και Ανακριτής της διερευνώμενης υπόθεσης, προσήγαγαν ενώπιον Δικαστηρίου, εξέδωσαν διάταγμα προσωποκράτησης έξι ημερών και καταχώρησαν ποινική υπόθεση εναντίον δεσμοφύλακα με κακόβουλο και αλλότριο κίνητρο.
Η συγκεκριμένη υπόθεση καταχωρήθηκε το 2011 στο Επαρχιακό Δικαστήριο, με τον τότε εναγόμενο και νυν ενάγοντα Κωνσταντίνο Μούζουρο να απαλλάσσεται το 2013 από όλες τις κατηγορίες που αντιμετώπιζε από το εκ πρώτης όψεως στάδιο.
Ο πρώην Αρχιδεσμοφύλακας αντιμετώπισε τον επίδικο χρόνο κατηγορίες εισαγωγής απαγορευμένων αντικειμένων στις Κεντρικές Φυλακές, κατάχρηση εξουσίας, απείθεια κατά νόμιμων διαταγών και παραμέληση υπηρεσιακού καθήκοντος.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, μεταξύ άλλων, όλα συνηγορούν υπέρ του ότι υπήρξε κακοπιστία, από τον τότε Αν. Διευθυντή των φυλακών εναντίον του Ενάγοντα, παρά υπέρ του ότι δεν υπήρξε κακοπιστία.
Δηλαδή, προστίθεται, ο Τρυφωνίδης, έχοντας ήδη προσωπική κόντρα με τον Ενάγοντα, ο οποίος τον είχε καταγγείλει στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως πριν τον επίδικο χρόνο και όντας ειδικός στις ανακρίσεις και ιεραρχικά ανώτερος της Ανακριτικής Ομάδας καθώς και μέλος του πειθαρχικού συμβουλίου των αστυνομικών, μπορούσε να επηρεάσει και είναι πιο πιθανόν παρά όχι να επηρέασε την ανακριτική διαδικασία, τόσο εγγενώς και πλημμελώς, που το αποτέλεσμα αυτής ήταν εξ αντικειμένου μολυσμένο αφού στοχοποίησε εξαρχής τον Ενάγοντα. Μόνο σε αυτό το συμπέρασμα μπορώ να καταλήξω, αναφέρει το Δικαστήριο «εάν συνυπολογίσω και το ότι η Ανακριτική Ομάδα ουδέποτε πήρε κατάθεση είτε από τον Τρυφωνίδη, είτε από τον Λαζάρου, ενώ ήταν οι πλέον αρμόδιοι να δώσουν τέτοια μαρτυρία ως εκ της θέσεως τους».
Το Δικαστήριο, κατέληξε, λοιπόν, ότι «το κίνητρο ή ελατήριο του Τρυφωνίδη σε σχέση με τον Ενάγοντα ήταν άλλο από την προσαγωγή των πραγματικών υπόπτων και ενόχων ενώπιον της δικαιοσύνης. Ήταν, δηλαδή, να τον στοχοποιήσει και ή να τον φιμώσει και ή να τον καταστήσει παράδειγμα προς αποφυγήν. Ήταν επίσης να δείξει ότι υπό τη διεύθυνσή του οι Κεντρικές Φυλακές δεν νοσούσαν, αλλά ανθούσαν».
Ήθελε, προστίθεται, «να γίνει μία υποτυπώδης διερεύνηση από την αστυνομία για να αποφύγει τη δημόσια κριτική, να υποδειχθούν κάποιοι ύποπτοι και να τελειώσει το θέμα, που πήρε τόσες διαστάσεις μέσω του Τύπου, το συντομότερο δυνατόν. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση από αυτήν στο ότι ο Τρυφωνίδης κατέστρεφε κινητά τηλέφωνα που εισάγονταν στις Φυλακές από κατάδικους χωρίς να ζητεί αστυνομική διερεύνηση ή βοήθεια. Ήταν λοιπόν ο Τρυφωνίδης σε θέση να μολύνει το ανακριτικό έργο, έτσι που το αποτέλεσμα αυτού έπασχε εγγενώς. Παραπέμπω απλά στα συμπεράσματα του Πορίσματος των Π.Α.»
Η Κυπριακή Δημοκρατία λοιπόν, προστίθεται στην απόφαση, στην υπηρεσία της οποίας τα τρία αυτά πρόσωπα βρίσκονταν κατά τον επίδικο χρόνο είναι υπόλογη για την κακόβουλη δίωξη του Ενάγοντα, εάν πληρείται και το τελευταίο συστατικό στοιχείο του αδικήματος, δηλαδή η ζημιά
H πρόκληση ζημιάς (στη φήμη ή υπόληψη) ή πιθανής απώλειας της ελευθερίας
Σε σχέση με τη ζημιά του Ενάγοντα το Δικαστήριο σημείωσε εξαρχής πως, στον καθορισμό των αποζημιώσεων, θα λάβει πρωτίστως υπόψιν του την 6ήμερη προσωποκράτηση του για το διάστημα 22 – 27/10/2010. «Η ζωή είναι το ύψιστο αγαθό. Η ελευθερία είναι το επόμενο στην ιεραρχία των αγαθών. Ο Ενάγοντας θα θυμάται πάντοτε το συγκεκριμένο συμβάν. Η ντροπή και ο εξευτελισμός που βίωσε δεν ξεχνιέται εύκολα. Η χρηματική αποζημίωση, ποτέ δεν θα τον αποζημιώσει πραγματικά. Το ποσό το οποίο θα επιδικαστεί υπέρ του ως γενικές αποζημιώσεις, θα πρέπει όμως να είναι τέτοιο που να μετριάζει – με τον ατελή τρόπο που το χρήμα μπορεί – τη ζημιά του», αναφέρεται στην απόφαση.
Η απόφαση δόθηκε στην παρουσία του Εναγόμενου, μελών της οικογένειας του και των δικηγόρων του κας Ιωάννας Νεοφύτου και κας Λουίζας Μούζουρου για Μούζουρου & Νεοφύτου ΔΕΠΕ και Ευστάθιος Κ. Ευσταθίου ΔΕΠΕ. Το Δικαστήριο επιδίκασε μεγάλα ποσά αποζημιώσεων που πρέπει να καταβάλει η Κυπριακή Δημοκρατία στον Εναγόμενο τονίζοντας ότι, ενώ ο Εναγόμενος – δεσμοφύλακας που φρουρούσε επί σειρά ετών τους κρατούμενος έγινε ξαφνικά ένας από αυτούς, άδικα και συνεπεία κακόβουλων ενεργειών υπαλλήλων της Κυπριακής Δημοκρατίας και μεταπήδησε από την εξωτερική πλευρά του κελιού στην εσωτερική – το γνωστό σε όλους όσους ασχολούνται με το ποινικό δίκαιο «clang of the prison gate» (σελ. 83 απόφασης).
Το Δικαστήριο στο τέλος της απόφασης του ανέφερε ότι κάθε πολίτης σε ένα κράτος δικαίου πρέπει να κοιμάται ήσυχος ότι η υπόθεση του θα διερευνηθεί από την Αστυνομία δίκαια και αμερόληπτα και ότι οι θεσμοί της Δημοκρατίας θα λειτουργήσουν όχι για να τον πλήξουν αλλά για να λάμψει η αλήθεια και να υπερισχύσει το Δίκαιο. Αυτά τα ουσιώδη αποστερήθηκε ο Ενάγοντας σε αυτή την υπόθεση.