Έλλειψη εξορθολογισμού στον τομέα της δημόσιας παιδείας, με αποτέλεσμα τη μη αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των δημόσιων πόρων, διαπιστώνει η Ελεγκτική Υπηρεσία σε έκθεσή της με θέμα με θέμα «Εξορθολογισμός των δαπανών της δημόσιας εκπαίδευσης»
Στην έκθεση αναφέρεται πως «παρά τις εξαγγελίες για λήψη μέτρων προς άρση των όποιων στρεβλώσεων, στην πράξη, όχι μόνο δεν υπήρξε περιορισμός στις δαπάνες μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών, αλλά αντίθετα συνεχίζει κάθε χρόνο η ανάγκη για πρόσληψη πρόσθετου προσωπικού, ιδίως στη μέση εκπαίδευση».
Ακόμη σημειώνεται πως δεν υπήρξε νομοθετική ρύθμιση του καθεστώτος των απαλλαγών εκπαιδευτικών από διδακτικό χρόνο και διαπιστώνεται αδυναμία στη λήψη αποφάσεων και ενεργειών για εξορθολογισμό, κάθετη μείωση των αποσπάσεων εκπαιδευτικών και βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού στο ΥΠΑΝ.
Η Ελεγκτική Υπηρεσία αναφέρει πως το θέμα των παραχωρήσεων και αποσπάσεων χρήζει νομοθετικής ρύθμισης, ούτως ώστε να αποσαφηνιστεί ξεκάθαρα σε ποιες περιπτώσεις δύναται να παραχωρούνται εκπαιδευτικοί, αλλά και για πόση χρονική διάρκεια.
Συστήνεται όπως το ΥΠΑΝ να προχωρήσει σε εκ βάθρων επαναξιολόγηση και λήψη δραστικών μέτρων, για εξορθολογισμό στον τομέα της δημόσιας δημοτικής και μέσης εκπαίδευσης, με σκοπό την αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση των δημοσίων πόρων και άρση των στρεβλώσεων που οδηγούν στην ετήσια ανάγκη για πρόσληψη πρόσθετου εκπαιδευτικού προσωπικού, κυρίως στη μέση εκπαίδευση.
Άλλη σύσταση που γίνεται είναι όπως το ΥΠΑΝ λάβει αποφάσεις για εκ βάθρων, με τη βοήθεια ειδικών, επαναξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας και διοίκησής του, ώστε να υπάρξει εξορθολογισμός, κάθετη μείωση των αποσπάσεων και συνολικά του αριθμού των εργαζομένων στη διοίκηση, βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και εκσυγχρονισμός του τρόπου λειτουργίας και διοίκησής του. Παράλληλα το ΥΠΑΝ να εξεύρει τρόπους που θα οδηγήσουν στη βελτίωση των μαθησιακών επιδόσεων των μαθητών της Κύπρου.
Στην έκθεση αναφέρεται, μεταξύ άλλων, πως «σε σύγκριση με το μέγεθος άλλων ευρωπαϊκών Υπουργείων Παιδείας, το Υπουργείο της Κύπρου φαίνεται να έχει μεγάλο αριθμό προσωπικού.
Σημειώνεται πως το σύστημα διοίκησης της εκπαίδευσης είναι πολύ συγκεντρωτικό, με ένα μεγάλο κεντρικό Υπουργείο, με 717 άτομα προσωπικό που διοικούν ένα τομέα με 12.065 εκπαιδευτικούς (αναλογία 1 προς 17) και 144.000 μαθητές (αναλογία 1 προς 201). «Αυτές οι αναλογίες είναι πολύ υψηλές, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες και μπορεί να δείχνουν ανεπάρκεια στο σύστημα”.
Όπως αναφέρεται, το Υπουργείο έχει 14 τμήματα (μερικά εκ των οποίων περιλαμβάνουν διάφορες υπηρεσίες), τα οποία λογοδοτούν άμεσα στον Γενικό Διευθυντή, ο οποίος είναι ο ελέγχων λειτουργός.
“Αυτό εναποθέτει μεγάλο διοικητικό βάρος στο γραφείο του Γενικού Διευθυντή και επομένως περιορίζει τον διαθέσιμο χρόνο για την υλοποίηση της πολιτικής, το στρατηγικό σχεδιασμό, την ανάπτυξη προγραμμάτων και την αξιολόγηση. Ένας αριθμός τμημάτων φαίνεται να έχει ένα μεγάλο αριθμό προσωπικού για τις σχετικά λίγες λειτουργίες που τους έχουν ανατεθεί, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα τμήματα σε άλλες χώρες. Το Υπουργείο έχει ένα πολύ συγκεντρωτικό σύστημα και μια από πάνω προς τα κάτω προσέγγιση στη διοίκηση (Top-Down Approach). Έγινε εισήγηση για τη μείωση του αριθμού των τμημάτων και υπηρεσιών που λογοδοτούν άμεσα στον Γενικό Διευθυντή, για να μπορέσει αυτός να παίξει πιο δυνατά τον ρόλο του, όσον αφορά στη στρατηγική ηγεσία και να μειωθεί το διοικητικό φορτίο του”, σημειώνει η ΕΥ.
Επίσης αναφέρει πως “καθώς πρόσθετες ευθύνες έχουν παρουσιαστεί ή νέες δραστηριότητες ξεκινούν, οι υπάρχουσες δομές έχουν επεκταθεί για να περιλάβουν την πρόσθετη εργασία. Αυτό έχει οδηγήσει στον διπλασιασμό και κατακερματισμό των λειτουργιών, στην έλλειψη πολιτικής, στρατηγικής και διασφάλισης ποιότητας για εστίαση στις βασικές λειτουργίες του Υπουργείου και στη μεγάλη έμφαση στις διοικητικές και λειτουργικές υποθέσεις, πολλές από τις οποίες θα μπορούσαν να μεταβιβαστούν στα Επαρχιακά γραφεία και στα σχολεία”.
Η ΕΥ επίσης σημειώνει πως προς το παρόν, οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στη στελέχωση του Υπουργείου, αποτελώντας τους 257 από σύνολο 717 ατόμων του προσωπικού. Αυτές οι αποσπάσεις δίνουν την ευκαιρία στους εκπαιδευτικούς να μάθουν περισσότερα για τον τομέα και επιτρέπουν στο Υπουργείο να ωφεληθεί από τις πρακτικές γνώσεις που έχουν οι εκπαιδευτικοί.
Όμως, προσθέτει, ο μεγάλος αριθμός αποσπασμένων εκπαιδευτικών που προσλαμβάνονται με βραχυπρόθεσμα συμβόλαια, για να καλύψουν τα αναγκαία κενά στο Υπουργείο και χωρίς να έχουν τις βασικές δεξιότητες, την επιμόρφωση και/ή την εμπειρία της δημόσιας υπηρεσίας, δείχνει ότι είναι καιρός να επανεξεταστεί η χρησιμότητα αυτής της πρακτικής.
“Αν η δομή του Υπουργείου και ο ορισμός των λειτουργιών του αλλάξει, σύμφωνα με τις προτάσεις αυτής της έκθεσης, τότε θα είναι αναγκαίο να προσληφθούν περισσότεροι δημόσιοι υπάλληλοι με τα κατάλληλα προσόντα και πείρα. Με την πάροδο του χρόνου, ο αριθμός των αποσπασμένων εκπαιδευτικών στο Υπουργείο θα μειωθεί, αν και ένας συγκεκριμένος αριθμός θέσεων αποσπασμένων θα διατηρηθεί για να δίνει την ευκαιρία σε περιορισμένο αριθμό εκπαιδευτικών να βιώσουν την εμπειρία της εργασίας στο ΥΠΑΝ”, αναφέρεται στην έκθεση.
Η έκθεση εισηγείται ότι το προσωπικό του Υπουργείου θα πρέπει να αποτελείται από κατάλληλα καταρτισμένους δημόσιους υπαλλήλους, που θα προσλαμβάνονται με βάση τους όρους και τις προϋποθέσεις εργοδότησης της δημόσιας υπηρεσίας. Σημειώνει πως ο διορισμός των αποσπασμένων εκπαιδευτικών θα συνεχίσει να είναι σημαντικός, καθώς το Υπουργείο θα μεταβαίνει σε ένα νέο τρόπο εργασίας και μια νέα δομή και γίνεται εισήγηση όπως οι αποσπασμένοι και άλλοι εκπαιδευτικοί να μπορούν να αιτηθούν για τις κενές θέσεις.
Όπως αναφέρεται, το Υπουργείο εξακολουθεί να εργοδοτεί σημαντικό αριθμό αποσπασμένων εκπαιδευτικών, παρά τη μείωση που υπήρξε κατά το έτος 2021/22, λόγω της πρόσληψης 44 μόνιμων Δημοσίων Υπαλλήλων ως Λειτουργών Εκπαιδευτικού Προγραμματισμού (ΛΕΠ). Επίσης, το Υπουργείο με απόφαση ΥΣ, αρ. 81.604, ημερ. 15.11.2016, προχώρησε στην υιοθέτηση νέας διοικητικής δομής και στελέχωσής του, στην οποία επήλθαν περαιτέρω αλλαγές εντός του 2020, η οποία όμως δεν έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στην ανάγκη για εργοδότηση αποσπασμένων εκπαιδευτικών.
Η ΕΥ αναφέρει πως “θα πρέπει χωρίς άλλη καθυστέρηση το ΥΠΑΝ, να λάβει απόφαση για εκ βάθρων, με τη βοήθεια ειδικών, επαναξιολόγηση του τρόπου λειτουργίας και διοίκησής του, στη βάση και των επισημάνσεων και συστάσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας, ώστε να υπάρξει εξορθολογισμός, κάθετη μείωση των αποσπάσεων και συνολικά του αριθμού των εργαζομένων στη διοίκηση του ΥΠΑΝ, βέλτιστη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και εκσυγχρονισμός του τρόπου λειτουργίας και διοίκησης του ΥΠΑΝ”.