Γιατί τα περισσότερα παιδιά γελάνε μπροστά σε ένα περιστατικό bullying; -Γροθιά στο στομάχι οι αριθμοί για την Κύπρο
«Κάνουμε ό,τι μπορούμε»
Ο υπουργός Παιδείας, Πρόδρομος Προδρόμου, αμέσως μετά το πρώτο συμβάν, απαντώντας σε ερώτηση αναφορικά με τον σχολικό εκφοβισμό, δήλωσε ότι «υπάρχουν περιστατικά και εκφοβισμού και βίαιης συμπεριφοράς, τα οποία αντιμετωπίζονται επιτόπου, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους. Υπήρξαν και άλλα περιστατικά που σημειώθηκαν την προηγούμενη σχολική χρονιά τα οποία αντιμετωπίστηκαν αμέσως με τον ενδεδειγμένο τρόπο. Το θέμα είναι ότι προσπαθούμε να κάνουμε μια αποτελεσματικότερη παρέμβαση και σε επίπεδο πρόληψης». Μάλιστα, διευκρίνισε ότι ειδικά για τον εκφοβισμό γίνονται και επιμορφωτικά σεμινάρια, από την περασμένη χρονιά, σε εκατοντάδες εκπαιδευτικούς, για να είναι καλύτερα προετοιμασμένοι, να γνωρίζουν πώς να αντιμετωπίσουν αυτά τα φαινόμενα και πώς να βοηθούν και όσα παιδιά καταλήγουν δυστυχώς να είναι θύματα τέτοιων ανεπίτρεπτων συμπεριφορών.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ο σχεδιασμός είναι ότι, από τούδε και στο εξής, οι υπεύθυνοι τμήματος -που είναι κατά κάποιο τρόπο και οι «αισθητήρες» του σχολείου και του υπουργείου μέσα στον μαθητικό πληθυσμό, είναι δηλαδή οι πρώτοι άνθρωποι που έχουν γνώση της ζωής στην τάξη και των όποιων κινδύνων ή παρατυπιών- θα επιμορφώνονται αναλόγως, θα εξοικειωθούν με τεχνικές και προσεγγίσεις, οι οποίες θα τους επιτρέψουν να συντείνουν στην πρόληψη και την αποτροπή, αλλά και να αντιμετωπίσουν κάποια κρούσματα που δυστυχώς πάντα μπορεί να υπάρχουν.
Επιπρόσθετα πλαισιώνονται τα σχολεία και με την Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, η οποία παρεμπιπτόντως σημειώνω ότι μέσα στον επόμενο μήνα ενισχύεται με περίπου 30 νέα στελέχη. Όπως ακόμα και από την Υπηρεσία Συμβουλευτικής Αγωγής του υπουργείου, με περισσότερους από 130 εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς.
Υψηλά τα ποσοστά
Σημειώνεται ότι έρευνες που έγιναν σε ευρωπαϊκό επίπεδο αναφέρουν ότι η Κύπρος χαρακτηρίζεται από τα πιο υψηλά ποσοστά σχολικής βίας. Σε πρόσφατη έρευνα στην Κύπρο (2020), βρέθηκε ότι σε δείγμα 900 εφήβων (11-15 ετών), το 14,1% ανέφεραν ότι εκφόβισαν άλλο άτομο, ενώ 22,2% ανέφεραν ότι υπέστησαν εκφοβισμό.
Το ποσοστό αυτό φαίνεται να αυξήθηκε σε διάστημα δέκα ετών -από το 2010 δηλαδή- από προηγούμενη επίσημη έρευνα, όπου καταγράφηκε ότι το 9,4% των μαθητών/μαθητριών ενεπλάκησαν σε σχολική βία ως θύτες και 11,3% ως θύματα.
Δύο διαχρονικές έρευνες με δείγματα Κυπρίων εφήβων (ηλικίας 11-14), που ξεπερνούσαν τα 1.000 άτομα, βρήκαν τρεις υπο-ομάδες παιδιών που εμπλέκονται σε σχολικό εκφοβισμό: 6,4%-6,5% ως θύτες, 10,6%-15,3% ως θύματα, και 8,7%-10% ως θύτες-θύματα. Διαχρονικές έρευνες από το Εργαστήριο Αναπτυξιακής Ψυχοπαθολογίας στον κυπριακό πληθυσμό αναφέρουν ότι το ποσοστό σχολικής βίας αυξήθηκε τουλάχιστον 5 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα δέκα ετών.
Επομένως, φαίνεται ότι υπάρχει μία αύξηση στα ποσοστά μαθητών που εμπλέκονται σε σχολική βία, κάτι που επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω έρευνας. Αυτά τα ευρήματα υπογραμμίζουν την άμεση ανάγκη ανάπτυξης αποτελεσματικών προληπτικών και θεραπευτικών προγραμμάτων.
Οι μάρτυρες που γελάνε
Η Μαρία Νικολάου, εγγεγραμμένη σχολική/εκπαιδευτική ψυχολόγος, μιλώντας στον «Π» αναλύει το φαινόμενο του bullying, και παράλληλα εξηγεί γιατί πολλά απ’ τα παιδιά που είναι παρόντα σε περιστατικά κακοποίησης προτιμάνε να γελάνε και να διασκεδάζουν και όχι να παρεμβαίνουν. Σύμφωνα με την ίδια, ο λόγος για τον οποίο πολλοί μάρτυρες επιλέγουν να γελάσουν, να διασκεδάσουν και να συμμετέχουν έμμεσα σε μία κατάσταση κακοποίησης ενός άλλου παιδιού, είναι είτε επειδή νιώθουν ότι είναι φίλοι του θύτη και δεν θα τους κάνει κακό, είτε γιατί δεν θέλουν να γίνουν «καρφί», είτε γιατί πιστεύουν ότι δεν θα αλλάξει κάτι. Ουσιαστικά οι παρατηρητές που γελάνε, είναι τα άτομα τα οποία βλέποντας ένα περιστατικό σχολικού εκφοβισμού, νιώθουν δυνατά, ατρόμητα και ότι δεν πρόκειται να πέσουν θύμα παρόμοιας κατάστασης.
Στην περίπτωση που ένας γονιός διαπιστώσει ότι το παιδί του έχει παραβατική συμπεριφορά, η κ. Νικολάου αναφέρει ότι υπάρχουν συγκεκριμένα βήματα που πρέπει να κάνει. Το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι ότι σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ασκήσει κριτική ή βία. Παράλληλα, όμως, δεν θα πρέπει να βιαστεί να αποδώσει ευθύνες και τιμωρίες. Θα πρέπει σε πρώτη φάση ο γονιός, πριν έρθει σε επαφή με το παιδί, να αναλογιστεί ο ίδιος τι έκανε λάθος. Να δει πρακτικά πίσω απ’ το αποτέλεσμα και να αναλάβει το μερίδιο ευθύνης που του αναλογεί. Μετά τον απολογισμό, θα πρέπει να χτίσει ένα δίχτυ ασφαλείας και να πείσει το παιδί ότι δεν θέλει να το κρίνει, αλλά να το ακούσει. Μόλις επιτευχθεί το στάδιο της ασφάλειας, θα πρέπει να συζητήσει με το παιδί με ήπιο αλλά αποφασιστικό τρόπο. Να βάλει όρια και να εντάξει στη συζήτηση το ζήτημα της ενσυναίσθησης. Για παράδειγμα να του πει: «Πώς θα ένιωθες αν σου έκαναν εσένα κάτι τέτοιο;». «Το bullying είναι ένα θέμα πολύπλοκο και πολυδιάστατο. Σχολείο, γονείς και τα ίδια τα παιδιά, έχουν ευθύνες. Πρέπει να υπάρχουν όρια, ενσυναίθηση και εμπιστοσύνη» αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Νικολάου.
Δύο προτάσεις νόμου
Τονίζεται ότι μέχρι σήμερα εκκρεμούν δύο προτάσεις νόμου, μία από το ΑΚΕΛ και μία από την πρόεδρο της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου, αναφορικά με την ποινικοποίηση του σχολικού εκφοβισμού. Συγκεκριμένα, η κ. Αννίτα Δημητρίου, στην πρόταση νόμου ζητά να καταστεί ιδιώνυμο-αυτοτελές ποινικό αδίκημα η πράξη εκφοβισμού (bullying) εντός των σχολικών χώρων. Αναφέρεται, παράλληλα, ότι η τιμωρία του αδικήματος του σχολικού εκφοβισμού θα πρέπει να είναι ποινή φυλάκισης μέχρι ενός έτους ή χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες ευρώ, ή και τις δύο αυτές ποινές.
Οι ποινές και τα αδικήματα
Οι δύο προτάσεις πρόταση νόμου που βρίσκονται ενώπιον της Βουλής προβλέπουν, μεταξύ άλλων, και τη συμπερίληψη των ακόλουθων νέων άρθρων στον Ποινικό Κώδικα:
– Πρόσωπο το οποίο επανειλημμένα προβαίνει σε συμπεριφορά που συνιστά παρενόχληση με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ή της υπόληψης του θύματος ή τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού, μειωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €5.000 ή σε αμφότερες τις ποινές, νοουμένου ότι η πράξη δεν τιμωρείται αυστηρότερα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου εν ισχύι νόμου.
– Σε περίπτωση που το πρόσωπο που προβαίνει στην πιο πάνω συμπεριφορά που συνιστά παρενόχληση είναι σε θέση ισχύος έναντι του θύματος, το πρόσωπο το οποίο προβαίνει στην τοιαύτη συμπεριφορά υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις €10.000 ή σε αμφότερες τις ποινές, νοουμένου ότι η πράξη δεν τιμωρείται αυστηρότερα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου εν ισχύι νόμου.
– Πρόσωπο που παραλείπει να καταγγείλει περίπτωση συμπεριφοράς που συνιστά παρενόχληση σε βάρος ανήλικου προσώπου ή προσώπου με σοβαρές διανοητικές ή ψυχικές ανεπάρκειες, που περιέρχεται σε γνώση του, διαπράττει αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα €1.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
– Κατά την επιμέτρηση της ποινής το δικαστήριο λαμβάνει ως επιβαρυντική περίσταση το γεγονός ότι το πρόσωπο που παραλείπει να καταγγείλει ή δεν προωθεί καταγγελία είναι εκπαιδευτικός, λειτουργός των Κοινωνικών Υπηρεσιών ή επαγγελματίας υγείας, όπως ψυχίατρος, ιατρός οποιασδήποτε άλλης ειδικότητας, νοσηλευτής, ψυχολόγος ή άλλος επαγγελματίας με συναφείς προς το αντικείμενο δραστηριότητες. Κατά την επιμέτρηση της ποινής δεν θα αποτελεί υπεράσπιση για τους πιο πάνω επαγγελματίες ότι παρέλειψαν να προβούν σε καταγγελία λόγω του επαγγελματικού τους απορρήτου.
Πηγή: Politis