Η Νέα Σαλαμίνα κράτησε τη φλόγα της επιστροφής αναμμένη
Η Νέα Σαλαμίνα κράτησε τη φλόγα της επιστροφής αναμμένη, μετά τα τραγικά γεγονότα του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, παρά το γεγονός ότι οι συνέπειες για την ποδοσφαιρική ομάδα ήταν τεράστιες και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, αναφέρουν στο ΚΥΠΕ οι Θουκής Θουκυδίκης και Πασχάλης Φωκκής.
Ο Θουκής Θουκυδίδης, ποδοσφαιριστής στη Νέα Σαλαμίνα και Πρόεδρος της ομάδας μέχρι πρόσφατα, ανέφερε ότι το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή του 1974 τον βρήκαν στο σπίτι του στο Βαρώσι και παρά το γεγονός ότι ήταν τότε 16 ετών, αντιλαμβανόταν πως «αυτό ήταν ένα κακό που θα είχε και συνέχεια. Πράγματι στις 13 του Αυγούστου πήραμε τον δρόμο της προσφυγιάς που ακόμα συνεχίζεται σαν αποτέλεσμα κακών εκτιμήσεων κρίσης και οικονομικών συμφερόντων» είπε και σημείωσε πως «οι μνήμες είναι έντονα χαραγμένες και θυμάμαι έντονα όλη την πορεία των τελευταίων 48 χρόνων».
Ερωτηθείς για τις συνέπειες για τη Σαλαμίνα από τα δύο τραγικά γεγονότα στην ιστορία της Κύπρου απάντησε πως «ήταν τεράστιες και συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Χάσαμε την φυσική μας έδρα αλλά το κυριότερο διασκορπίστηκε ο κόσμος μας σε όλη την ελεύθερη Κύπρο και αυτό προσωπικά θεωρώ πως είναι το πιο σοβαρό πρόβλημα που έχουμε».
Πρόσθεσε ότι «οι φίλοι του Σωματείου που βρίσκονται εκτός Λάρνακας χάνουν την επαφή με την ομάδα και τα παιδιά μας σιγά σιγά αφομοιώνονται στις πόλεις που ζουν, ενώ η προσπάθεια για την διατήρηση της επαφής με την ομάδα που εδρεύει στην Λάρνακα, είναι τεράστια. Ευτυχώς στην Λεμεσό διατηρούμε παρόλες τις δυσκολίες την πετοσφαιρική ομάδα και διατηρούμε κάποια επαφή με αρκετό από τον κόσμο μας».
Οσον αφορά τους ποδοσφαιριστές που έπαιζαν τότε στη Νέα Σαλαμίνα ο κ. Θουκυδίκης είπε ότι «αυτοί διασκορπίστηκαν σε όλα τα μέρη της Κύπρου. Δυστυχώς είχαμε τρεις νεκρούς τους Κυριάκο Χριστοφή ( Κκελλο), Κωστάκη Λαμπρία και Λοίζο Χρήστου».
Ερωτηθείς για την πορεία του Σωματείου μετά την εισβολή απάντησε πως «τότε σε συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου που έγινε στο οίκημα του Άρη στη Λεμεσό, αποφασίστηκε παρόλες τις δυσκολίες, η επαναδραστηριοποίηση της ποδοσφαιρικής ομάδας στη Λάρνακα. Ο κύριος λόγος ήταν ότι στη περιοχή της Λάρνακας βρίσκονταν οι περισσότεροι ποδοσφαιριστές του σωματείου ενώ η ΚΟΠ προκήρυξε ένα ειδικό πρωτάθλημα χωρίς διαβάθμιση, το οποίο ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1974».
Τότε συνέχισε «κάναμε τρεις προπονήσεις την βδομάδα σε διάφορα γήπεδα στην Λάρνακα, τη Δεκέλεια και όπου υπήρχε διαθέσιμο γήπεδο. Οι ποδοσφαιριστές έρχονταν στις προπονήσεις από τη Λεμεσό, την Λευκωσία και την ελεύθερη επαρχία Αμμοχώστου και προσωρινή μας τότε έδρα ήταν το παλιό ΓΣΖ».
Ωστόσο σημείωσε «παρά τις πάρα πολλές δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε, η αγάπη για την ομάδα, την πόλη και την ιστορία μας υπερπηδούσε όλα τα εμπόδια. Θέλω να απευθύνω θερμές ευχαριστίες στους ανθρώπους που αποτελούσαν τότε το Διοικητικό Συμβούλιο της Σαλαμίνας, οι οποίοι παρόλα τα προσωπικά, οικογενειακά και οικονομικά προβλήματα, έθεσαν τους εαυτούς τους στη διάθεση του Σωματείου και στην προσπάθεια ανασύστασης της ομάδας».
Ο κ. Θουκυδίδης απηύθυνε ένα “ξεχωριστό μεγάλο ευχαριστώ και στους ποδοσφαιριστές της τότε εποχής οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, διατηρώντας τη φλόγα της Νέας Σαλαμίνας, της Αμμοχώστου και της επιστροφής στα κατεχόμενα εδάφη και στην φυσική μας έδρα».
Εξάλλου ο Πασχάλης Φωκκής, 77 ετών σήμερα, ποδοσφαιριστής της Νέας Σαλαμίνας από το 1965 και αρχηγός της ομάδας από το 1968 μέχρι το 1977, ανέφερε στο ΚΥΠΕ ότι “τόσο το πραξικόπημα όσο και η τουρκική εισβολή ήταν πρωτόγνωρες καταστάσεις και εμπειρίες οι οποίες συνοδεύονταν από λύπη και ανάμεικτα συναισθήματα γιατί το να ξεριζώνεται κάποιος από τη μια στιγμή στην άλλη, επαγγελματικά, οικογενειακά και οικονομικά χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του».
Πρόσθεσε ότι παρά το γεγονός ότι η γενέτειρα του και η διαμονή του ήταν τότε στην Δερύνεια “εντούτοις οι επαγγελματικές μου δραστηριότητες βρίσκονταν στην Αμμόχωστο. Οι συνέπειες του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής ήταν τραγικές και ουσιαστικά διέλυσε κάθε ιστό της ύπαρξης του Σωματείου μας, αφού βρεθήκαμε εκτός Αμμοχώστου στη Λάρνακα έχοντας απολύτως τίποτε, ούτε έδρα, ούτε τόπο διαμονής με τα πράγματα να ήταν τότε πάρα πολύ δύσκολα».
Ανέφερε ακόμα ότι “το ξεκίνημα της ομάδας στην προσφυγιά ήταν πολύ δύσκολο αφού οι ποδοσφαιριστές είχαν διασπαρθεί σ’ ολόκληρη την ελεύθερη Κύπρο και η προσπάθεια με στόχο την ανασυγκρότηση του Σωματείου ήταν τεράστια, αφού ήταν δύσκολος ο εντοπισμός των παικτών της ομάδας. Ωστόσο με τις προσπάθειες φίλων, του Διοικητικού Συμβουλίου και υποστηρικτών της Σαλαμίνας, αρχίσαμε να οργανωνόμαστε με έδρα τη Λάρνακα” είπε και εξέφρασε ευχαριστίες προς την Αλκή “η οποία μας έκανε την τιμή και μας φιλοξένησε τότε ως προσφυγική ομάδα και μας έδωσε στέγη για να ξεκινήσουμε».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Φωκκής είπε πως «η επανεκκίνηση της ομάδας έγινε το 1975 όταν έγινε ειδικό πρωτάθλημα παγκύπρια προκειμένου να ξεκινήσει σιγά σιγά η δραστηριότητα της κάθε ποδοσφαιρικής ομάδας. Το πιο δύσκολο για όλους ήταν η μετακίνηση των ποδοσφαιριστών από την επαρχία όπου διέμεναν και να μεταφερθούν στη Λάρνακα για προπόνηση και τις υποχρεώσεις της ομάδας, τα προβλήματα ήταν ανυπέρβλητα και οι δυσκολίες τεράστιες, ωστόσο καταφέραμε σιγά-σιγά να ορθοποδήσουμε και να ανασυγκροτήσουμε την Νέα Σαλαμίνα».
Οσον αφορά τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε μετά την εισβολή ειδικά για τους ποδοσφαιριστές, ο κ. Φωκκής σημείωσε πως «ουσιαστικά το πρώτο μέλημα όλων ήταν η επιβίωση και η επανένωση με τις οικογένειες και στη συνέχεια, ως φυσικό επακόλουθο, η επαγγελματική αποκατάσταση. Ξεκινήσαμε όλοι μια νέα ζωή από το μηδέν για να αντιμετωπίσουμε πρωτόγνωρες καταστάσεις και το τελευταίο πράγμα που σκεφτόμασταν ήταν η ποδοσφαιρική ομάδα, την οποία τελικά ανασυγκροτήσαμε και συνεχίσαμε μπροστά, κρατώντας τη φλόγα της επιστροφής αναμμένη».
Σημείωσε επίσης ότι «μέσα από τον ξεσηκωμό, από τα τόσα προβλήματα, προσωπικά, οικογενειακά και οικονομικά αλλά και την έγνοια για το άγνωστο αύριο, ήταν κυριολεκτικά Γολγοθάς το να επιτύχουμε το στόχο μας για επανασύσταση και ασυγκρότηση της Σαλαμίνας, ώστε το ποδοσφαιρικό Σωματείο να αρχίσει και πάλι να ζει. Μετά τα τραγικά γεγονότα που περάσαμε και τον αγώνα επιβίωσης που έδωσε όλος ο κυπριακός λαός, καταφέραμε να συνεχίσουμε τη ζωή μας και να φτάσουμε μέχρι σήμερα, έχοντας όμως αγκάθι στο χέρι μας την απώλεια των κατεχομένων εδαφών μας και ειδικά για Νέα Σαλαμίνα της Αμμοχώστου, την οποία μια μέρα ευελπιστούμε να καταφέρουμε να παίξουμε και πάλι ποδόσφαιρο στα χώματα της».