Μαρία Χατζηαυξέντη: «Η μουσική είναι το ηρεμιστικό των περισσότερων ανθρώπων»
Γράφει η Ειρήνη Αντωνίου
Η ποιήτρια – στιχουργός Μαρία Χατζηαυξέντη έχει γράψει πολλές επιτυχίες. Η ίδια όπως αναφέρει η μουσική είναι το «ηρεμιστικό» των περισσότερων ανθρώπων, όπως και για την ίδια. Μουσική παιδεία, πιάνα και θεωρίες δεν ξέρω όμως να ταξιδεύω μέσα στα γονίδια του ήχου, να ταυτίζομαι με τον στίχο και να βιώνω τις μουσικές πλάνες των κομματιών που μ’ αρέσουν. Δε θέλω να γράφω απλά για να γράφω, θέλω να γράφω ζώντας τη λυτρωτική ιεροτελεστία κάθε στιγμής έμπνευσης.
Ας την γνωρίσουμε όμως και εμείς που δεν την ξέρουμε;
«H Μαρία Χατζηαυξέντη είναι μέλος πολύτεκνης οικογένειας, παντρεμένη και μητέρα 3 παιδιών. Κατάγεται και διαμένει μόνιμα στους Τρούλλους της πόλης Λάρνακας, στην Κύπρο. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Κύπρου και υπηρετεί σε σχολείο της Λάρνακας. Είναι μεταπτυχιακή απόφοιτος του Πανεπιστημίου Κύπρου, του τμήματος Επιστημών της Αγωγής, με κατευθύνσεις τη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση και τη Μαθηματική Παιδεία και κάτοχος του μεταπτυχιακού προγράμματος MBA (EDP) του Cyprus International Institute of Management (CIIM): Executive Development Programme.
Γράφει ποιήματα και στίχους. Τον Μάρτιο του 2004 παρουσίασε την 1η της ποιητικής συλλογής της με τίτλο «Παλίρροια» ενώ τον Σεπτέμβριο του 2006 βραβεύθηκε από τη βασίλισσα της Αγγλίας, γιατί συνέβαλε με αγγλικούς στίχους στη δημιουργία ενός δίσκου. Το Μάιο του 2008 παρουσίασε την δεύτερη της ποιητική συλλογή, με τίτλο «Μεταίχμιο» και τραγουδιών για τις χώρες της Κοινοπολιτείας. Το ανθολόγιο τραγουδιών (cd) «Goodenough Voices of the Commonwealth» κυκλοφόρησε στο Λονδίνο, το Σεπτέμβριο του 2006. Το 2018 παρουσίασε την 3η της ποιητική συλλογή με τίτλο “Ενοικιάζεται – Πωλείται”.
Πρόσφατα παρουσιάστηκε στην Κύπρο η συναυλία με τίτλο Με Αναστεναγμό», με την Γλυκερία τον Θαλασσινό και τον Γιάννη Κατσιγιάννη και είχε μεγάλη απήχηση.
«Με αναστεναγμό ψυχής, ξεκίνησα να γράφω όλα αυτά που πλημμύριζαν τα ενδόμυχα μου. Θυμάμαι, αντίκρυσα μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του ’22 στον τοίχο της γιαγιάς Κατίνας, …μια ιστορία καμουφλαρισμένη σε μια ξύλινη κορνίζα. Η άλλη μέρα δεν τελειώνει ποτέ, μου είπε με ένα βαθύ αναστεναγμό.
Στη ζωή μου κυριαρχεί η αλχημεία της μοίρας γι’ αυτό και η συνάντηση με τον καταξιωμένο και αγαπημένο συνθέτη, Ανδρέα Κατσιγιάννη άναψε τη σπίθα της δημιουργίας, ένωσε τις ψυχές μας, μέσα από τον στίχο και τη μουσική. Ο Ανδρέας, είναι ο άνθρωπος που έσπειρε την ιδέα και όλο το έργο «γεννήθηκε» μέσα από τις μοναδικές φωνές της Γλυκερίας και του Γιάννη Κότσιρα…»
Η Μαρία Χατζηαυξέντη απόγονος μίας από τις χιλιάδες οικογένειες που βίωσαν στη διάρκεια μισού μόλις αιώνα δύο φορές τον πόνο του ξεριζωμού, αποτυπώνει στους στίχους της τη μνήμη, το σιωπηλό πόνο και την ελπίδα ενός λαού, που κόντρα στις θύελλες της ιστορίας, εξακολουθεί να επιμένει.
Οι δύο δημιουργοί σημειώνουν μεταξύ άλλων στο ένθετο το του δίσκου: «Είμαστε πρόσφυγες, ακούω να λέει η Μαρία και σκέφτομαι τι σκληρό συναίσθημα να αισθάνεσαι πρόσφυγας στην ίδια σου τη χώρα. Το 1974 είναι πολύ κοντά και τα σημάδια είναι ακόμα νωπά.
Οι βιωματικοί στίχοι της Μαρίας Χατζηαυξέντη, αυτά τα σημάδια περιγράφουν. Μιλούν για τον ξεριζωμό μιας οικογένειας που το 1922, από το λιμάνι της Σμύρνης βρέθηκαν στην Κερύνεια της Κύπρου, που έγινε η νέα τους πατρίδα.
Μα ούτε εκεί ήταν γραφτό να ριζώσουν. Το 1974 και πάλι διωγμός, από τον ίδιο λαό!
Εδώ θα ήθελα να αναφερθούμε και σε ένα παλαιότερο σας έργο «Η Τριλογία Ψυχής».
«Η «Τριλογία Ψυχής» είναι ένα έργο σε στίχους εμπνευσμένους από τις προσωπικές ποιητικές συλλογές “Παλίρροια”, “Μεταίχμιο” και “ΕΝΟΙΚΙΑΖΕΤΑΙ/ΠΩΛΕΙΤΑΙ”, σε συνεργασία με τον Παγκύπριο Σύνδεσμο για παιδιά με καρκίνο και συναφείς παθήσεις, “Ένα όνειρο, μια ευχή”, ως πνευματική αφιέρωση στη μνήμη της αδελφής μου, Κυριακής Χατζηαυξέντη, η οποία εγκατέλειψε πρόωρα τα εγκόσμια. Δεν κρύβω ότι ήταν μια παρότρυνση, ένα «σκούντημα», του ευεργέτη φίλου μου, Λάκη Παπαδόπουλου με τα ψηλά Ρεβέρ, ο οποίος μελοποίησε ποιήματα της 3ης ποιητικής συλλογής μου, και αφιλοκερδώς τα παρουσίασε στην εκδήλωση. Στη συνέχεια, η γραμματέας του Παγκύπριου Συνδέσμου «Ένα όνειρο, μια ευχή», κ. Μάρω Χ. Χριστοφή, ως κινητήρια δύναμη, με ώθησε στην υλοποίηση της ιδέας του φίλου Λάκη. Έτσι, ο δρόμος της «Τριλογίας Ψυχής» με έφερε στο πλευρό του αξιόλογου συνεργάτη και υποστηρικτή της όλης προσπάθειας, κ. Μίλτου Καρατζά».
Πείτε μας λίγα λόγια για την αδελφή σας;
«Την έλεγαν Κυριακή. Εξ ου και το τραγούδι «Σαν να ‘ναι Κυριακή», που περιλαμβάνεται στην «Τριλογία Ψυχής». Ήταν γραμμένο σαν ποίημα για εκείνη, και μετά από χρόνια το χρησιμοποίησα, του έδωσα φτερά για να πετάξει, αγγίζοντας κάθε ανθρώπινη ψυχή που βιώνει μια απώλεια. Μιλά για την ημέρα Κυριακή, αλλά και για την αδερφή μου, ως ένας διφορούμενος παραλληλισμός λέξης. Η οδός Κυψέλης που αναφέρει το τραγούδι, είναι ο δρόμος που έμενε κάποτε, όντας φοιτήτρια στην ΑΣΟΕ».
Που προτιμάτε να δουλεύετε Κύπρο ή Ελλάδα. Πως είναι τα πράγματα;
«Η άποψη μου είναι ξεκάθαρη, όπου υπάρχει θετική σκέψη και πίστη, όλα μπορούν να συμβούν. Τα όνειρα υπάρχουν για να ταΐζουν τις ψυχές μας, να γίνονται αλήθεια, ακόμα κι αν πιστεύουμε σε άλλα παραμύθια».
Λόγω του κορωνοϊού τα πράγματα έχουν επηρεαστεί και στο δικό σας χώρο
«Η νέα τάξη πραγμάτων λόγω του κορονοϊού έχει ήδη δώσει σημάδια για την μελλοντική πορεία του ανθρώπινου είδους. Ο άνθρωπος χαλιναγωγείται πιο εύκολα κι από ένα σκύλο. Άγχος, φόβος, πανικός, η ισορροπία του καθενός μας, κρέμεται από μια κλωστή. Εύχομαι να μη χρειαστούμε καινούρια καρούλια».
Έχετε κάποιο τραγούδι αγαπημένο που σας αγγίζει;
«Η «Φάμπρικα» είναι ένα τραγούδι που με κάνει να δακρύζω, γιατί ενώ γράφτηκε το 1974, οι στίχοι του διαπερνούν το αίμα μου, κάθε φορά που το ακούω και συνειδητοποιώ τη διαχρονικότητα των νοημάτων του σήμερα, όπου καμία φάμπρικα δε σταματά, δουλεύουν νύχτα μέρα … κι όλοι εμείς ούτε αέρα δεν παίρνουμε, ούτε μιλιά δεν έχουμε, παρά μόνο κρατάμε στο χέρι μας ένα χαρτάκι με το νούμερο μας, περιμένοντας να έρθει κι η δική μας σειρά».
Το να γράφεις τι είναι για σένα;
«Νιώθω ότι είναι μια ενέργεια σκέψης που μεταφέρεται παντού. Αν δεν συμβαίνει αυτό, καλύτερα να μη γράφει κανείς. Πρέπει να γράφεις για κάτι που σε αγγίζει…με έμπνευση. Φυσικά, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδήμονα. Γράφω μόνο όταν κάτι με “τσιγκλάει”, χωρίς να το πιέσω να βγει. Θα βγει όταν έρθει η ώρα του. Έλεγα πάντα πως ο στίχος, η ποίηση, είναι όπως η κυοφορία. Τον έχεις, τον σκέφτεσαι, τον μεγαλώνεις μέσα σου, τον αγκαλιάζεις, τον τρέφεις, τον γεννάς και λυτρώνεσαι. Αφού τον φέρεις στον κόσμο, πρέπει να το δεχτείς έτσι όπως ήρθε. Δεν πετάμε κάτι αν δεν μας ικανοποιήσει, είναι «παιδί» μας. Όπως ο καθένας έχει τον χώρο του στην κοινωνία, στην οικογένεια, στον κόσμο, έτσι συμβαίνει και με αυτά που δημιουργούμε. Ακούω συχνά τους ανθρώπους να απορρίπτουν πράγματα που έχουν κάνει. Δεν πρέπει. Εσύ τα γέννησες, κι έχουν τη θέση τους. Μπορεί απλά να μην τη έχουν βρει ακόμη. Κι εμείς, τώρα ήρθαμε σε αυτόν τον κόσμο. Προϋπήρχαν άλλοι, όπως για τους επόμενους θα προϋπάρχουμε εμείς».
Κλείνοντας θα θέλατε να πείτε κάτι στους αναγνώστες μας;
«Να υπάρχει υγεία, κανένα παιδάκι να μην υποφέρει να έχουμε όλοι μια αγκαλιά να κρύψουμε το πρόσωπό μας κι ένα χαμόγελο χωρίς μάσκες και περιορισμούς.