Πανηγυρικός λόγος για την Ελληνική Παλιγγενεσία του 1821 στην Αγία Νάπα από τον Βουλευτή του Δημοκρατικού Κόμματος Αμμοχώστου κύριο Χρίστο Σενέκη:
Ελληνίδες, Έλληνες,
«Εγώ μετά των αδελφών και συγγενών μου κινώ απόψε διά το Γιάσι, όπου θεία συνάρσει θέλωμεν κάμει την αρχήν [..] παρακινήσατε άπαντας μικρούς τε και μεγάλους να τρέξωσιν όλοι», γράφει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στον εκ των ιδρυτών της Φιλικής Εταιρείας Εμμανουήλ Ξάνθο.
Ήταν το απόγευμα της 22ας Φεβρουαρίου του 1821, όταν ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διέβη τον Προύθο, ξεκινώντας ουσιαστικά την Ελληνική Επανάσταση.
Στις 24 Φεβρουαρίου ο Έλληνας ευπατρίδης μαζί με τα στελέχη του φτάνει στο Ιάσιο, όπου του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή, και υψώθηκε η σημαία των επαναστατών.
Την ίδια ημέρα, ο Υψηλάντης εξέδωσε την περίφημη Προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», ενώ συγκροτεί τον περίφημο Ιερό Λόχο.
Τα νέα από τη δράση του Υψηλάντη έφτασαν γρήγορα στην Πύλη.
Ο Σουλτάνος Μαχμούτ ο Β’ ζητάει εξηγήσεις από τον ρώσο πρεσβευτή.
Συγκεντρώνει ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις προκειμένου να καταστείλουν την ανταρσία.
Πετυχαίνει τον αφορισμό του Υψηλάντη από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’, που τον χαρακτηρίζει «αγνώμονα» και τους συντρόφους του «απονενοημένους, αλαζόνες, δοξομανείς και ματαιόφρονες».
Πετυχαίνει την καταδίκη του Υψηλάντη από τον Τσάρο Αλέξανδρο Α’ και τη διαγραφή του από τους στρατιωτικούς καταλόγους της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Το άγγελμα του κινήματος του Υψηλάντη στη Μολδαβία βρήκε τους αντιπροσώπους των απολυταρχικών Μεγάλων Δυνάμεων συγκεντρωμένους στο Λάυμπαχ, να υπερασπίζονται με αποφασιστικότητα και όλα τα μέσα την παλινόρθωση και την αρχή της νομιμότητας.
Το οιονεί ευρωπαϊκό διευθυντήριο των Μεγάλων Δυνάμεων, που προέβλεπαν τα θεσμικά υποστυλώματα του συστήματος της Ευρωπαϊκής Συμφωνίας -η Τελική Πράξη της Βιέννης, η Ιερή Συμμαχία και η Τετραρχία-, καθιστούσε την πολιτική συγκυρία εξαιρετικά δυσχερή για τις προοπτικές της εθνεγερσίας.
Αυτή τη δυσχέρεια αντιλαμβάνεται και κατανοεί περισσότερο από όλους ο Ιωάννης Καποδίστριας, υπουργός Εξωτερικών στην υπηρεσία του Τσάρου Αλέξανδρου Α’, και για τον λόγο αυτό αρνείται την ανάληψη της ηγεσίας της Φιλικής Εταιρείας.
Όμως, το κίνημα του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, σε συνδυασμό με την αποστασία του Αλή πασά των Ιωαννίνων, κατέστησαν την πορεία προς την Επανάσταση αναπόδραστη.
Τη σκυτάλη παίρνουν ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ο Παπαφλέσσας, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και ξεσηκώνουν τον Μοριά.
Αμέσως μετά επαναστατεί η ανατολική Στερεά με επιφανέστερους τους Πανουγριά και Αθανάσιο Διάκο.
Ακολουθούν τα νησιά του Αιγαίου, οι Σπέτσες, η Ύδρα, τα Ψαρά.
Και σιγά – σιγά η επαναστατική φλόγα εξαπλώνεται σε όλες τις υπόδουλες ελληνικές ιστορικές χώρες, που ανταποκρίνονται στο κάλεσμα της εθνεγερσίας και στασιάζουν κατά του Οθωμανού επικυρίαρχου.
Το «παράκαιρον» και το «πρόωρον» μετατρέπονται στο «Ημείς, το ελληνικόν έθνος των Χριστιανών απεφασίσαμεν σταθερώς ή ν’ αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν», όπως έγραφε η προκήρυξη, που συνόδευε την ύψωση της σημαίας της επανάστασης από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου στην Πάτρα, σαν σήμερα το 1821, ανήμερα της μεγάλης εορτής του Χριστιανισμού, του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Ο Σουλτάνος αντιδρά βιαίως. Διατάσσει τον απαγχονισμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ και επιτρέπει τη σφαγή πολλών επιφανών ελλήνων της Κωνσταντινούπολης.
Βαρύ το τίμημα και για την Κύπρο, με τον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και την καρατόμηση των μητροπολιτών Κιτίου Μελέτιο, Κυρηνείας Λαυρέντιο και Πάφου Χρύσανθο, στις 9 Ιουλίου 1821. Ενώ, μέχρι το τέλος του ίδιου μήνα, είχαν θανατωθεί πέραν των 450 κληρικών και λαϊκών.
Όμως, η βαρβαρότητα του Σουλτάνου θεμελίωσε την επανάσταση και προκάλεσε την ανάπτυξη ισχυρού φιλελληνικού κινήματος στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, που άρχισε να πιέζει τα ανακτοβούλια για αλλαγή στάσης απέναντι στους επαναστατημένους Έλληνες.
Κλασικότερη φράση της εκδήλωσης του φιλελληνισμού ήταν το «Είμαστε όλοι Έλληνες», ενώ ο Άγγλος ρομαντικός ποιητής Πέρσι Σέλλεϋ συμπληρώνει: «Οι νόμοι μας, η λογοτεχνία μας, η τέχνη μας έχουν τις ρίζες τους στην Ελλάδα.»
Η σφαγή της Χίου γίνεται έμπνευση για ένα από τα σπουδαιότερα έργα του γάλλου ζωγράφου Ευγένιου Ντελακρουά, ενώ ο Βίκτωρ Ουγκώ θα εμπνευστεί το ποίημα του «Το Ελληνόπουλο», όπου ερωτά:
- Φτωχό παιδί, που κάθεσαι ξυπόλυτο στις ράχες
για να μην κλαις λυπητερά, τ’ ήθελες τάχα να ‘χες
Για να του απαντήσει: - Βόλια, μπαρούτι θέλω, να!
Αποκορύφωμα της έμπρακτης στήριξης του ευρωπαϊκού ρομαντικού εθνικού κινήματος προς τους επαναστατημένους Έλληνες ήταν η ηρωική φυσική παρουσία του μεγάλου Άγγλου ποιητή Λόρδου Μπάιρον στο Μεσολόγγι.
Στο διπλωματικό επίπεδο, τα επιχειρήματα των Ελλήνων για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού ήταν ακαταμάχητα και κέρδιζαν συνεχώς έδαφος στη χριστιανική Ευρώπη:
α) Οι Έλληνες, ως γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, ήταν έθνος διαφορετικό και ξεχωριστό από τους Τούρκους, είχαν υποδουλωθεί με τη βία και δεν είχαν υπογράψει καμία συνθήκη με τους επικυρίαρχούς τους και συνεπώς η σουλτανική εξουσία ήταν παράνομη και αυθαίρετη.
β) Οι Τούρκοι ήταν ξένοι στις περιοχές της Ευρώπης που εξουσίαζαν και έπρεπε να εξαναγκαστούν να εγκαταλείψουν τα ευρωπαϊκά εδάφη.
Στο στρατιωτικό επίπεδο, η σχεδόν δεκάχρονη Επανάσταση πέρασε από πολλές διακυμάνσεις, καταγράφοντας άφταστες στιγμές ηρωισμού και αυτοθυσίας.
Συμβολικότερη εξ αυτών και έκτοτε φάρος ελπίδας και ανιδιοτελούς θυσίας αποτέλεσε η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο του 1826.
«Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι», γράφει στους Ελεύθερους Πολιορκημένους ο εθνικός ποιητής Διονύσιος Σολωμός.
Ο δε Σπυρίδωνας Τρικούπης, στον πανηγυρικό λόγο που εκφώνησε κατά την επανάκτηση του Μεσολογγίου, τον Μάιο του 1829, θα πει μεταξύ άλλων: «Ανέστη η ελληνική Σιών [..] σκιρτά και αγάλλεται η Ελλάς [..] συσκιρτά και συναγάλλεται όλη η Ευρώπη, όλη η Αμερική. Το Μεσολόγγι δεν ανήκει πλέον εις σας, Έλληνες μόνον. Το υιοθέτησε όλος ο παλαιός και ο νέος κόσμος.»
Ελληνίδες, Έλληνες,
Σε αυτή την ύψιστη στιγμή της τρισχιλιετούς πορείας του Έθνους για την απαλλαγή από τον οθωμανικό ζυγό και τη δημιουργία ανεξάρτητης εθνικής εστίας, η συμβολή της Κύπρου ήταν σημαντική, με πολλούς επώνυμους και ανώνυμους να εντάσσονται σε διάφορες επαναστατικές ομάδες. Επιφανέστεροι ήσαν οι αδελφοί Νικόλαος και Θεοφύλακτος Θησεύς, ο Μιχαήλ Κυπραίος, ο Ιωάννης Φραγκούδης, ο Γεώργιος Φιλίππου και ο Χαράλαμπος Μάλης.
Ενώ λίγα χρόνια νωρίτερα ο κύπριος λόγιος Ιωάννης Καρατζάς ήταν ανάμεσα στους επτά συντρόφους του εθνεγέρτη Ρήγα Βελεστινλή, που θανατώθηκαν μαζί του.
Ιδιαίτερη οφειλόμενη μνεία στη μάχη που έγινε εδώ, στην Αγία Νάπα, μεταξύ Ελλήνων Επαναστατών και Τούρκων στρατιωτών, στις 17 Μαρτίου 1826, η οποία δικαίως τιμάται με λαμπρότητα από τον δήμο Αγίας Νάπας.
Σημαντική ήταν, επίσης, η συνεισφορά της ελληνίδας στην εθνεγερσία του 1821, παρόλο που τα στερεότυπα της εποχής δεν επέτρεψαν την καταγραφή της πολυσχιδούς προσφοράς και δράσης της.
Εμβληματικότερες μορφές αποτέλεσαν η Μπουμπουλίνα και η Μαντώ Μαυρογένους.
Ελληνίδες, Έλληνες,
Από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας, το 1814, στην εμπόλεμη σήμερα Οδησσό, μέχρι την επαναστατική διακήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», της 24ης Φεβρουαρίου 1821, και το επαναστατικό κίνημα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες με μπροστάρη τον περίφημο Ιερό Λόχο, αλλά και τις θρυλικές μάχες του Αθανάσιου Διάκου στην Αλαμάνα, του Οδυσσέα Ανδρούτσου στο Χάνι της Γραβιάς, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στα Δερβενάκια, του Μάρκου Μπότσαρη στο Κεφαλόβρυσο και του πυρπολητή Κωνσταντίνου Κανάρη στα στενά του Τσεσμέ, το μεγαλείο της Ελληνικής Παλιγγενεσίας του 1821 δεν χώρεσε στα στενά όρια του ελληνικού γεωγραφικού χώρου.
Αντίθετα, εμφύσησε νέα πνοή στα εθνικά και φιλελεύθερα κινήματα και τα παλιρροϊκά κύματά της κατέκλυσαν ολόκληρη την Ευρώπη και έγινε η απαρχή των εθνικών εξεγέρσεων στην Ιταλία, την Πολωνία, τη Βοημία και την Ιρλανδία, αποσαρθρώνοντας το αυταρχικό σύστημα του Μέττερνιχ.
Γράφει, σχετικά, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, αποδίδοντας την πραγματική διάσταση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821:
«Οι Έλληνες δεν απετίναξαν μόνον τον ζυγόν υπό τον οποίον οι ίδιοι ετέλουν, αλλά κατήργησαν εμμέσως την έννοια παντός ζυγού εις την Ευρώπην ολόκληρον, δημιουργήσαντες τας ηθικάς και πολιτικάς προϋποθέσεις διά την εκδήλωσιν των διαφόρων εθνικών εξεγέρσεων, αι οποίαι έδωσαν εις τον 19ον αιώνα το χρώμα του και το μέγα ιστορικόν του νόημα.»
Αλλά, και ο διπλωματικός επίλογος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 και η δημιουργία του πρώτου μικροσκοπικού κράτους, το οποίο απείχε πολύ από τις εσχατιές του Έθνους, συνέγειρε εκ νέου την ψυχή του ελληνικού λαού και σήμανε την αφετηρία για την επιδίωξη της εθνικής ολοκλήρωσης, το νέο εθνικό όραμα της Μεγάλης Ιδέας.
Σας ευχαριστώ!
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!