Κλείνει το μαγαζάκι της Λάρνακας μετά από 31 χρόνια πορείας – Σταματά να μαγειρεύει η «μάνα» πολλών Λαρνακέων
Γράφει η Ειρήνη Αντωνίου
Μετά από 31 χρονιά σκληρής δουλειάς, δυσκολιών, όμορφων αναμνήσεων και αγάπης, κλείνει το γνωστό καφενείο – ψητοπωλείο της Λάρνακας, “Σάββας Λυσσιώτης”.
Ο κ. Σάββας και κ. Αντρούλλα Λυσιώτη, γνωστοί και αγαπητοί στη Λάρνακα, για τα υπέροχα σπιτικά τους φαγητά, αποφάσισαν ότι ήρθε ο καιρός να ξεκουραστούν, προκαλώντας όμως και αντιδράσεις και λύπη από τους δεκάδες αγαπητούς και καθημερινούς τους πελάτες.
Δυο υπέροχοι και αξιοθαύμαστοι άνθρωποι που δούλευαν τόσα χρόνια μαζί αγαπημένοι προσφέροντας όχι μόνο στους Λαρνακείς, αλλά και σε τόσους ξένους επισκέπτες που κάθε χρόνο το είχαν καθιερώσει το καθημερινό τους στέκι για όσες μέρες βρίσκονταν στη Κύπρο.
Το LarnakaOnline βρέθηκε σήμερα εκεί, τελευταία μέρα. Η συγκίνηση ζωγραφισμένη στα πρόσωπα τους.
Τελευταία μέρα που μαγειρεύω για τον κόσμο μου, μας είπε χαρακτηριστικά η κ. Αντρούλλα με τρεμάμενη φωνή.
Πως νιώθεις κ. Αντρούλλα που φεύγεις από το δεύτερο σου σπίτι;
«Στεναχωριέμαι πολύ, τα αισθήματα ανάμικτα, αλλά μεγαλώνουμε κάποτε όλα τελειώνουν. Θέλουμε να ξεκουραστούμε». Νιώθω άσχημα όμως γιατί αφήνω το κόσμο μου χωρίς φαγητό. Είναι τρόπος ζωής. Αφήνω ανθρώπους αγαπητούς, γνωστούς Λαρνακείς οικογένειες, ποδοσφαιριστές και τόσους άλλους που δεν θέλω να αναφέρω μήπως ξεχάσω κάποιους, που ήταν καθημερινά εδώ και λυπάμαι πάρα πολύ. Όπως μου έλεγαν καθημερινά τα νεαρά παιδιά που έρχονταν να φάνε ή να πάρουν το φαγητό τους στο σπίτι κ. Αντρούλλα είσαι η μάνα μας. Έχω πελάτες από την 1η μέρα που ανοίξαμε μέχρι σήμερα. Τουρίστες από Σουηδία και Νορβηγία που όποτε έρχονταν στη Κύπρο έπρεπε να τρώνε από κοντά μας τα κυπριακά φαγητά.
Ο κ. Σάββας και αυτός αρκετά συγκινημένος, κάθεται σε μια καρέκλα με σκυφτό και κεφάλι και μας ακούει.
κ. Σάββα πες μας εσύ πως νιώθεις;
«Πως να νιώθω, νιώθω πολλά, συγκίνηση, νιώθουμε πολύ άσχημα».
Με το δίσκο, έτρεχε να εξυπηρετήσει τους πελάτες του. Όλοι στη Λάρνακα τον γνωρίζουμε. Δεν νομίζω να υπάρχει άνθρωπος που έστω μια φορά να μην τον βρήκε στο δρόμο.
κ. Σάββα πότε σκεφτήκατε να ανοίξετε αυτό το καφενείο – ψητοπωλείο;
Παλιά εργαζόμουν στη Λευκωσία ως γκαρσόνι σε ξενοδοχείο, μετά ήρθε η πρόταση από τον ξάδελφο της Αντρούλλας που είχε αυτό το καφενείο να μας το πουλήσει. Το σκεφτήκαμε και δεχθήκαμε. Από τότε έγινε τρόπος ζωής για μας.
κ. Σάββα έχεις να θυμάσαι πολλά από αυτό το μαγαζάκι και τη μοτορού σου όλη μέρα στους δρόμους να παίρνεις τις παραγγελίες.
«Δεν έχω κάτι συνταρακτικό να θυμάμαι εκτός από το ότι από όπου περνούσα με το δίσκο στο ένα χέρι πολλοίς κόσμος και ειδικά οι ξένοι τουρίστες με φωτογράφιζαν γιατί όπως φαίνεται ήταν κάτι πρωτόγνωρο γι’ αυτούς.
Περάσατε όμορφα χρόνια και δύσκολα όμως, αφού είχατε να μεγαλώσετε και δυο παιδιά δουλεύοντας όλη μέρα.
κ. Αντρούλλα πως ήταν τα χρόνια τότε που τα παιδιά σας ήταν μικρά;
«Θυμάμαι ένα περιστατικό όταν η μια μου κόρη ήταν 11 χρονών και έπρεπε να κάνει αναλύσεις και δεν μπορούσαμε να την πάρουμε στο χημείο που βρισκόταν στην οδό Ερμού και τελικά πήγε μόνη της.
Περάσαμε δύσκολα και εμείς και τα παιδιά μας. Οι μόνες μέρες που ξεκουραζόμασταν ήταν 10 μέρες τον Αύγουστο, όπου μπορούσαμε να πάμε κάπου διακοπές με τα παιδιά μας».
Τελευταία μέρα και η Λάρνακα βρέθηκε εκεί και αποχαιρέτισε τον Σάββα και την κ. Αντρούλα. Όλοι συγκινημένοι και μια αγκαλιά δώρα. Το μαγαζάκι γέμισε με αγάπη από τον κόσμο, λουλούδια και ευχαριστήριες κάρτες. Πολλοί οι παραπονεμένοι……αγαπητοί πελάτες…..