Χρηματικές ποινές στους κατηγορούμενους για το NAVA
ΓΡΑΦΕΙ ο ΒΑΣΟΣ ΒΑΣΟΥ
Πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη υποχρεώθηκαν να βάλουν οι Δημήτρης Μασιάς, Αριστοτέλης Αριστείδη και η εταιρεία Semenal Investments Ltd για τη γνωστή υπόθεση του νυχτερινού κέντρου Nava Seaside στον Πρωταρά κατά το τριήμερο του Κατακλυσμού, τον περασμένο Ιούνιο, οπόταν είχαν παρατηρηθεί σωρεία παραβάσεων των πρωτοκόλλων για παρεμπόδιση της εξάπλωσης του κορωνοιού.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου επέβαλε χθες στον Μασιά πρόστιμο 4.800 ευρώ, στον Αριστείδη πρόστιμο 2.400, ενώ η εταιρεία καταδικάστηκε σε χρηματική ποινή 7.200 ευρώ. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο της υπόθεσης, ο Δ. Μασιάς ήταν ο διευθυντής της υπό αναφορά εταιρείας που διαχειριζόταν το Nava κατά τον επίδικο χρόνο, ενώ ο Α. Αριστείδης ήταν διευθυντής του υποστατικού. Και οι δύο κρίθηκαν ένοχοι σε αριθμό κατηγοριών που αφορούν λειτουργία κέντρου χωρίς τη σχετική άδεια από το Υφυπουργείο Τουρισμού και παραβίαση των μέτρων που τέθηκαν με σκοπό την παρεμπόδιση εξάπλωσης της πανδημίας.
Σύμφωνα με την καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου, οι κατηγορούμενοι, ενώ ήταν υπεύθυνοι του κέντρου Nava, εξυπηρετούσαν το κοινό εκτός τραπεζοκαθισμάτων, μη τηρώντας τις κατευθυντήριες οδηγίες του Υπουργείου Υγείας.
Πιο συγκεκριμένα, πλήθος κόσμου αφέθηκε ανεξέλεγκτο να διασκεδάζει, χορεύοντας και καταναλώνοντας ποτά, εφαπτόμενοι για ώρες ολόκληρες ο ένας πάνω στον άλλο, μη τηρώντας τις αποστάσεις και τα μέτρα ασφαλείας για τον Covid.
Οι καταγγελίες της Αστυνομίας έγιναν το διάστημα μεταξύ 5-8 περασμένου Ιουνίου.
Επιβάλλοντας τα τσουχτερά πρόστιμα, το δικαστήριο έκανε ιδιαίτερη αναφορά στα αδικήματα που αφορούν την παραβίαση των μέτρων για παρεμπόδιση εξάπλωσης του κορωνοιού, υπενθυμίζοντας ότι οι κατηγορούμενοι μέσα σε διάστημα τριών ημερών παραβίασαν πέντε φορές το σχετικό διάταγμα του Υπουργείου Υγείας, αδιαφορώντας για την διάπραξη των αδικημάτων.
«Το γεγονός ότι μετά την πρώτη καταγγελία που τους έγινε, συνέχισαν να τηρούν την ίδια στάση, αυτό δεν μπορεί παρά να επισημανθεί ως ενδεικτικό στοιχείο της αδιαφορίας τους και να χαρακτηρίσει την όλη συμπεριφορά τους ως απαράδεκτη. Η απάντηση των δικαστηρίων σε τέτοιες συμπεριφορές επιβάλλεται να είναι άμεση, δυνατή και κρυστάλλινη», τονίζεται στην απόφαση του δικαστηρίου.