Home ΥΠΟΛΟΙΠΗ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΚΥΠΡΟΣ Έθαψε άλλον αντί τον γιο της στην Άσσια
Έθαψε άλλον αντί τον γιο της στην Άσσια

Έθαψε άλλον αντί τον γιο της στην Άσσια

Η μάνα πήγε από το χωριό Άσσια στον Κοντεμένο και αφού ξέθαψε έναν από τους νεκρούς-θύματα των βομβαρδισμών της τουρκικής αεροπορίας που έπληξε μονάδες της Εθνικής Φρουράς, τον οδήγησε στην πατρώα γη και τον έθαψε. Απεδόθησαν τιμές και τα χρόνια πέρασαν, η μάνα έφυγε από τη ζωή όπως και άλλοι στενοί συγγενείς και πρόσφατα τα οστά του νεκρού ταυτοποιήθηκαν ύστερα από τον εντοπισμό τους στον Κοντεμένο.

Τι είχε συμβεί: Η μάνα στον καημό της, και με την αλλοίωση που προφανώς είχαν οι νεκροί, ξέθαψε λάθος άνθρωπο. Ευτυχώς δεν ζει για να κλάψει ξανά το παιδί της. Να κλάψει που έθαψε και έκλαψε και κράτησε συντροφιά αμέτρητες φορές νοερά σε έναν νεκρό που δεν της ανήκε. Τον πήρε στο χωριό μη υπολογίζοντας πως η Άσσια θα καταλαμβανόταν στη συνέχεια από τους Τούρκους εισβολείς, όπως άλλωστε και ο Κοντεμένος, όπου είχε ταφεί αρχικά ο γιος της. Ο Σάββας Αλεξάνδρου ο οποίος θα ταφεί το προσεχές Σάββατο με όλες τις πρέπουσες τιμές.

Το ερώτημα «ποιος θάφτηκε στην Άσσια» είναι ένα θέμα που θα απασχολήσει και τη ΔΕΑ, αφού ακόμη και αν ψάξει θα ψάξει στα τυφλά για τον εντοπισμό του συγκεκριμένου αγνοούμενου. Η κατάσταση περιπλέκεται αν ληφθεί υπόψη πως ο νεκρός ετάφη όχι οπουδήποτε αλλού αλλά σε ένα κοιμητήριο το οποίο καταστράφηκε από τους Τούρκους, όπως φαίνεται και από τις σχετικές φωτογραφίες, οπόταν όποιος ξεθαφτεί θα πρέπει να ταυτοποιηθεί και σε ένα κοιμητήριο τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά, λαμβανομένου υπόψη πως οι παλαιότεροι που έζησαν τα γεγονότα έφυγαν ή φεύγουν και οι πληροφορίες, ως προς το πού θάφτηκε ποιος, θάβονται μαζί τους.

 

 

Χαρακτηριστική της κατάστασης που επικράτησε την τότε εποχή είναι η περιγραφή του τότε κοινοτάρχη Κοντεμένου Κώστα Παύλου, ο οποίος το 2013 είχε περιγράψει στον «Φ» και τα εξής: «Δεκαέξι μέρες μετά την ταφή ήρθε η μάνα του στρατιώτη από την Αφάνεια (το σωστό είναι Άσσια) και ξεθάψαμε τον γιο της τον οποίο αναγνώρισε μάλλον από τα ρούχα. Τον τύλιξαν σε ένα σεντόνι και τον πήραν. Την επομένη, ήρθε η μάνα του Μενέλαου Μενελάου και τον ξεθάψαμε κι αυτόν. Αναγνωρίστηκε από τη στολή του επειδή ήταν ανθυπολοχαγός. Πέρασαν λίγες μέρες και ήρθε ο πατέρας του Αντρέα Μιχαήλ από τη Μακράσυκα και του έδειξα πού ήταν θαμμένος ο γιος του. Τον πήρα και στη Μύρτου, όπου ήταν η Αστυνομία και παρέλαβε το ρολόι του και τα υπόλοιπα στοιχεία του παιδιού του. Ύστερα ήρθε η μητέρα του Μάριου Φραγκέσκου με την αδελφή της και τον γαμβρό της. Πήγαν στη Μύρτου και πήραν τα προσωπικά είδη του Μάριου Φραγκέσκου. Με ρωτούσαν πώς ήταν δυνατόν να είναι άθιχτη η φωτογραφία του. Τους εξήγησα τι έγινε και ύστερα έφυγαν».

Ο τότε κοινοτάρχης είχε αναφέρει επίσης, πως ο ένας λάκκος στον οποίο έθαψαν νεκρούς είχε βάθος 30 μέτρα και δημιουργήθηκε από την πτώση βόμβας αεροπλάνου. «Ήταν σταθερό σημάδι η στροφή του γεφυριού ο χώρος που θάψαμε τους νεκρούς. Το χώρο της ταφής υπέδειξα εγώ και ο Ντίνος που οδηγούσε το τρακτέρ που τους θάψαμε. Ο τόπος εκεί έπαθε καθίζηση ίσως από το νερό της βροχής».

Για τον βομβαρδισμό στον Κοντεμένο

Για το βομβαρδισμό στον Κοντεμένο ο αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου Πέτρος Παπαπολυβίου έγραψε σχετικά στις 17.7.2020:

Δύο τάγματα που διατάχθηκαν βεβιασμένα να κινηθούν σε φάλαγγα από τη Λευκωσία προς τις βόρειες ακτές, χρησιμοποιώντας το βασικό οδικό άξονα Λευκωσίας – Κερύνειας στο φως της ημέρας και χωρίς αντιαεροπορική κάλυψη, το 281 ΤΠ και στο 286 ΜΤΠ (το μοναδικό μηχανοκίνητο τάγμα της Εθνικής Φρουράς), αποτέλεσαν εύκολη λεία για την τουρκική αεροπορία και ουσιαστικά το δεύτερο εξουδετερώθηκε, έχοντας βαριές απώλειες, σε αξιωματικούς και οπλίτες. Το 286 ΜΤΠ, θρήνησε από την αεροπορική επιδρομή στον Κοντεμένο επτά νεκρούς αξιωματικούς και οπλίτες και είχε και 25 τραυματίες (ανάμεσά τους και ο διοικητής του, αν/χης Γ. Μπούτος, που απεβίωσε στις 3 Αυγούστου 1974). Ήταν ένα τραγικό περιστατικό που επιβεβαίωσε από τις πρώτες ώρες την επαγγελματική ανεπάρκεια της στρατιωτικής ηγεσίας η οποία είχε επωμισθεί την ευθύνη για την άμυνα της Κύπρου εκείνες τις κρίσιμες ώρες.

Την ανικανότητα της ηγεσίας του ΓΕΕΦ τεκμηριώνουν, με ανείπωτη οδύνη για το σημερινό αναγνώστη, οι διάλογοι μεταξύ στρατιωτικών επιτελείων Λευκωσίας και Αθήνας, τις πρωινές ώρες της 20ής Ιουλίου 1974: Το ΓΕΕΦ, την ώρα που δεχόταν τους τουρκικούς βομβαρδισμούς και παρακολουθούσε τη ρίψη των Τούρκων αλεξιπτωτιστών ζητούσε εναγωνίως διαταγές από την Αθήνα, η οποία συνιστούσε αυτοσυγκράτηση, επιμένοντας ότι οι «Τούρκοι έκαναν απλώς επίδειξη δύναμης».

Πηγή: Philenews

Send this to a friend