Άρθρο μαθήτριας για τα Θρησκευτικά άνοιξε τον ασκό του Αιόλου
Η άποψη μίας μαθήτριας του Λυκείου Αρχιεπισκόπου Γ’ Δασούπολης, στην εφημερίδα του σχολείου της «Δασουπολίτης» για το μάθημα των Θρησκευτικών, ήταν αρκετή για να δημιουργήσει έντονες συζητήσεις κυρίως στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, καθώς καθηγητές Θεολόγοι, εξέφρασαν την ενόχληση και την αντίδρασή τους για το περιεχόμενο του άρθρου αλλά και για το πράσινο φως που έλαβε από τους υπεύθυνους εκπαιδευτικούς για να δημοσιευθεί.
Η συζήτηση που εκτυλίχθηκε στο διαδίκτυο έλαβε τόσο μεγάλες διαστάσεις, που απασχόλησε χθες το σχολείο και το Υπουργείο Παιδείας και οδήγησε την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού να παρέμβει με αυστηρή τοποθέτησή της.
Τίτλος του άρθρου είναι «Θρησκευτικά στο σχολείο: Επιλογή ή υποχρέωση;», με τη μαθήτρια να θέτει επί τάπητος τη δική της θέση για το μάθημα αλλά και να επιχειρεί να προβληματίσει κατά πόσο όπως είναι σήμερα το μάθημα ανταποκρίνεται ή όχι στο σημερινό πολυπολιτισμικό σχολείο.
Στο πλαίσιο της δημόσιας αντιπαράθεσης λέχθηκαν πολλά, ακόμα και για «υποβολιμαίο κείμενο» ενώ από την άλλη πλευρά, εκτοξεύθηκαν πυρά για το μάθημα και τους εκπαιδευτικούς της ειδικότητας γενικά. Πηγές του «Φ» αναφέρουν πως με το ζήτημα ασχολήθηκε και το Υπουργείο Παιδείας το οποίο φαίνεται να συλλέγει υλικό και πληροφορίες.
Ο «Φ» επικοινώνησε με τη διευθύντρια του Λυκείου Αρχιεπισκόπου Γ’ Δασούπολης, Μαρία Γεωργίου, για το ζήτημα, με την ίδια να δηλώνει πως είναι παράδοση για τον «Δασουπολίτη» να δίνει βήμα σε όλα τα παιδιά για να εκφράζονται ελεύθερα, ακόμα κι εάν οι απόψεις τους δεν τους βρίσκουν όλους σύμφωνους.
Η κ. Γεωργίου ανέφερε πως έγινε συζήτηση στο σχολείο και με τη μαθήτρια αλλά και τον πατέρα της και τόνισε πως το πιο σημαντικό είναι η προστασία της μαθήτριας από κάθε κανιβαλισμό και στοχοποίηση αλλά και κάθε άλλου παιδιού που επιθυμεί να εκφραστεί. Η διευθύντρια του σχολείου σημείωσε πως η γραμμή της σχολικής εφημερίδας είναι μία και θα παραμείνει: Ελευθερία έκφρασης και δικαίωμα στη συμμετοχή.
Επιπρόσθετα, η κ. Γεωργίου ανέφερε ότι στην ίδια σελίδα της εφημερίδας υπήρχε και άρθρο μαθητή με κριτική στο μάθημα των Μαθηματικών διατυπώνοντας την άποψή του, χωρίς όμως να προκύψει οποιοδήποτε θέμα.
Σε δηλώσεις του στον «Φ» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Θεολόγων, Χριστάκης Ευσταθίου, ανέφερε ότι είναι σεβαστή η οποιαδήποτε άποψη εκφέρεται καλόπιστα και ιδιαίτερα όταν αυτή προέρχεται από μαθητές.
«Βέβαια, σε τέτοιες περιπτώσεις επειδή αγγίζουν θέματα ευρύτερης ευαισθησίας είναι καλό να υπάρχει και ο αντίλογος», σημείωσε ο κ. Ευσταθίου λέγοντας ότι «πολλοί γονείς και παιδιά επικοινώνησαν μαζί μας και εκφράστηκαν κολακευτικά για το μάθημα και τη χρησιμότητά του, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή όπου οι υπαρξιακές αναζητήσεις των νέων μας είναι έντονες».
Επιπρόσθετα, ο κ. Ευσταθίου τόνισε: «Θέλουμε να διαβεβαιώσουμε ότι καταβάλλεται μεγάλη προσπάθεια και στο κομμάτι του τρόπου διδασκαλίας του μαθήματος ώστε αυτό να συνάδει με απαντήσεις στις ανησυχίες των νέων μας. Οι διαστάσεις που πήρε το θέμα ιδιαίτερα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, αφήνουν εκτεθειμένη τόσο τη μαθήτρια, όσοι και το μάθημα το οποίο εξευτελίζεται και διασύρεται. Όλα αυτά μας στεναχωρούν πάρα πολύ, ιδιαίτερα στην περίπτωση εκμετάλλευσης του όλου ζητήματος και για να χτυπηθεί το μάθημα». Αυτό που ζητούμε, είπε ο κ. Ευσταθίου, είναι να γίνεται ένας παραγωγικός διάλογος στα πλαίσια των καλών προθέσεων των πλευρών.
Επίτροπος Παιδιού: Οι εκπαιδευτικοί δεν ασκούν λογοκρισία
Η κριτική που δέχθηκε το άρθρο που δημοσίευσε η μαθήτρια οδήγησε την Επίτροπο Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, Δέσπω Μιχαηλίδου, να τοποθετηθεί, κάνοντας λόγο για στοχοποίηση του παιδιού-μαθήτριας, κάτι που δεν μπορεί να την αφήσει αδιάφορη.
Η αρμόδια Επίτροπος σημειώνει πως «η επίθεση με απαράδεκτους και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς προς το πρόσωπο της μαθήτριας και της ομάδας των εκπαιδευτικών, υπευθύνων της έκδοσης, ως προσπάθεια στέρησης του δικαιώματος του παιδιού στην ελευθερία έκφρασης και συμμετοχής, προσπάθεια χειραγώγησης και περιορισμού της ανάπτυξης της κριτικής του σκέψης. Εκφράσεις που χρησιμοποιήθηκαν, όπως “ντροπή” και “αίσχος”, αποτελούν στοιχεία προσωπικής επίθεσης και όχι προσπάθεια για δημόσιο διάλογο ή κριτική των θέσεων της μαθήτριας. Καλώ λοιπόν όσους έχουν εκφραστεί με μισαλλοδοξία και με προσωπικούς, απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς να τερματίσουν άμεσα τις παρεμβάσεις τους».
Επιπρόσθετα, η κ. Μιχαηλίδου αναφέρει πως «η ελευθερία της έκφρασης δεν υπόκειται στις επιλογές και τις επιθυμίες ισχυρών κοινωνικών ομάδων, τις οποίες επιχειρούν να επιβάλουν απορρίπτοντας παράλληλα διαφορετικές απόψεις», καλώντας όλους να «ενδυναμώσουμε τη φωνή των παιδιών αντί να επιχειρούμε να τα φιμώσουμε».
Αναφερόμενη σε σχετικές Συμβάσεις για την ελευθερία της έκφρασης αλλά και για το δικαίωμα στη συμμετοχή, η κ. Μιχαηλίδου αναφέρει ότι «οι μαθητικές εφημερίδες αποτελούν ένα από τα κυριότερα εργαλεία, ίσως το κυριότερο μέσο έκφρασης, μέσα από τις οποίες το δικαίωμα στη συμμετοχή εφαρμόζεται στο σχολικό περιβάλλον. Ετοιμάζονται και εκδίδονται από τα σχολεία, αποτελούν μέσο έκφρασης των παιδιών, όπου μπορούν να αποτυπώσουν τους προβληματισμούς τους, να σχολιάσουν κριτικά την επικαιρότητα, αλλά και θέματα που άπτονται της κοινωνικής, οικονομικής, εθνικής και σχολικής πτυχής της ζωής παιδιών και ενηλίκων και να παρουσιάσουν τις δράσεις της σχολικής κοινότητας».
Για τους εκπαιδευτικούς-υπεύθυνους έκδοσης σημειώνεται πως αποτελούν σημείο στήριξης στις προσπάθειες των παιδιών, αλλά σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζουν τα παιδιά ως αντικείμενα με κατευθυνόμενη σκέψη και δεν ασκούν λογοκρισία επί του περιεχομένου των άρθρων των παιδιών, εκτός εάν θίγεται η υπόληψη άλλων ατόμων ή προσβάλλονται.
Αυτούσιο το άρθρο της μαθήτριας «Θρησκευτικά στο σχολείο: Επιλογή ή υποχρέωση;»
«Τα τελευταία χρόνια το θέμα της θέσης της Εκκλησίας στα σχολεία έχει απασχολήσει τα ΜΜΕ, τους φορείς της εκπαίδευσης και το κρότος. Έχει μάλιστα φέρει σε ρήξη τον Αρχιεπίσκοπο με τους παραπάνω. Τελικό, είναι τα σχολεία μας κοσμικά; Πόση επιρροή έχει η Εκκλησία στην καθημερινότητα των μαθητών; Είναι η πρωινή προσευχή ή ο κοινός εκκλησιασμός παρέμβαση της Εκκλησίας στην κοσμική εκπαίδευση; Το μάθημα των Θρησκευτικών συνάδει στη διαπολιτισμική εκπαίδευση που προωθεί το -ευρωπαϊκό- κράτος μας;
» Η προσευχή είναι μια πολύ προσωπική στιγμή για το κάθε άτομο, κατά την οποία επικοινωνεί με τον Θεό. Συνεπώς, είναι τουλάχιστον παράλογο να επιβάλλεται στους μαθητές κάθε πρωί. Κανείς ευσεβής πιστός, που νιώθει την ανάγκη της επικοινωνίας με τον Θεό, δεν αρκείται στην ουδέτερη πρωινή προσευχή. Σε τέτοιες συνθήκες η προσευχή είναι απλά μια απρόσωπη σειρά προτάσεων που οι μαθητές έμαθαν να επαναλαμβάνουν σαν μικρά ρομπότ. Έτσι, όποιος θεωρεί την προσευχή τόσο σημαντική ώστε να την επιβάλλει στα παιδιά τα πρώτα 18 χρόνια της ζωής τους, μπορεί να τους διδάξει να αφιερώνουν δύο λεπτά κάθε πρωί για να προσευχηθούν στο σπίτι τους.
» Ο θεσμός του εκκλησιασμού -οε σχολεία τόσο πολυπολιτισμικά- είναι μάλλον απώλεια διδακτικού χρόνου, αφού δεν προσφέρει τίποτα στην εκπαιδευτική διαδικασία ενώ η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών δεν κερδίζει ούτε σε πνευματικό επίπεδο. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει τους μαθητές να συζητούν μεταξύ τους την ώρα του εκκλησιασμού ή να βρίσκουν φτηνές δικαιολογίες για να παραμείνουν στο προαύλιο. Επομένως, όπως και η πρωινή προσευχή, έτσι και ο εκκλησιασμός γίνεται μια τυπική συνήθεια παρά πνευματική δραστηριότητα.
» Είναι γενικώς αποδεκτό ότι ειδικά στα δημόσια σχολεία, όπου η πλειονότητα των μαθητών είναι όντως χριστιανοί ορθόδοξοι, το μάθημα προσφέρεται για την κατήχηση των μαθητών. Το μάθημα των Θρησκευτικών διδάσκει και νουθετεί για δώδεκα συναπτά έτη τους νέους με μοναδικό σκοπό να γίνουν ενεργά μέλη της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας. Το ΥΠΠΑΝ. Στο ισχύον σύστημα, ο κάθε μαθητής οφείλει να παρακολουθεί το μάθημα των Θρησκευτικών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά πιστεύω ή οι προτεραιότητές του. Σε περίπτωση που ο μαθητής δεν είναι χριστιανός ορθόδοξος (είτε πιστεύει σε οποιαδήποτε άλλη θρησκεία ή και σε καμία) έχει μόνο δυο επιλογές: την απαλλαγή οπό το μάθημα ή την παρακολούθησή του παθητικά. Καμία επιλογή, όμως, δεν εξυπηρετεί τις εσωτερικές του αναζητήσεις.
» Το ζητούμενο δεν είναι σε καμία περίπτωση η στέρηση της ευκαιρίας για τους μαθητές να μορφώνονται όσον αφορά στη θρησκεία τους. Άλλωστε σε μια χώρα που η θρησκεία συν δέεται άρρηκτα με την εθνική ταυτότητα κάτι τέτοιο είναι ουτοπία. Αυτό που ζητάμε είναι η ορθότερη προσέγγιση του μαθήματος. Μια απλή λύση θα ήταν η μετατροπή του μαθήματος σε προαιρετικό, δίνοντας την επιλογή -μαζί με το συγκεκριμένο- άλλων μαθημάτων κριτικής σκέψης και ευρύτερων γνώσεων. Απλά παραδείγματα θα μπορούσαν να ήταν η πολιτική αγωγή, η θρησκειολογία -καλύπτοντας περισσότερες θρησκείες και χωρίς να επικεντρώνεται σε κάποια συγκεκριμένη- αλλά ακόμα και η σεξουαλική αγωγή, ένα μάθημα που αγνοείται στα κυπριακά σχολείο, ενώ η σημαντικότητά του αποδεικνύεται μεγάλη.
» Οι προβληματισμοί αυτοί πρέπει να αφορούν όλους μας σε μια προσπάθεια εκκοσμίκευσης και αναθεώρησης του εκπαιδευτικού συστήματος, ώστε να αποκρίνεται τις απαιτήσεις των σύγχρονων κοινωνιών».
Πηγή: Φιλελεύθερος