Στα κρατητήρια Μεννόγιας Σύρος αιτητής ασύλου, λόγω ISIS
Σύρος αιτητής ασύλου, θα παραμείνει υπό κράτηση στα κρατητήρια Μεννόγιας με απόφαση δικαστηρίου, επειδή κρίθηκε ότι βάσει στοιχείων που κατατέθηκαν, συνιστά κίνδυνο για την κυπριακή κοινωνία ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας.
Ο Σύρος ζητούσε με αίτησή του από το Ανώτατο Δικαστήριο, έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με το οποίο να κηρύσσεται η διάρκεια της κράτησής του υπό την ιδιότητά του ως αιτητή ασύλου από τις 21/8/2019 έως σήμερα, παράνομη.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, ο Σύρος αφίχθηκε στην Κύπρο από την Τουρκία μέσω των κατεχομένων στις 7/5/2019 και την επομένη πέρασε στις ελεγχόμενες από τη Δημοκρατία περιοχές.
Συνελήφθη την ίδια ημέρα από την Αστυνομία και διαπιστώθηκε ότι τα στοιχεία του ήταν καταχωρημένα στον κατάλογο Stop-list για λόγους τρομοκρατίας από 22/12/2014. Αυθημερόν εκδόθηκε εναντίον του διάταγμα κράτησης για λόγους εθνικής ασφάλειας.
Στις 10/5/2019, ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για χορήγηση καθεστώτος διεθνούς προστασίας. Επίσης, στις 3/7/2019 ο αιτητής προσέφυγε, στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας, επιδιώκοντας την ακύρωση του διατάγματος κράτησής του. Η προσφυγή του απορρίφθηκε την 31/7/2019. Σημειωτέον αυτή είναι η τρίτη προσπάθεια που κάνει για ν’ αφεθεί ελεύθερος.
Στο δικαστήριο παρουσιάστηκε επιστολή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Αστυνομίας, ημερ. 19/5/2020, στην οποία αναφέρεται ότι σε σχέση με τον αιτητή διαπιστώνεται ότι ο βαθμός επικινδυνότητας για την εθνική ασφάλεια της Δημοκρατίας εξακολουθεί να υφίσταται και ως εκ τούτου, η περαιτέρω κράτησή του κρίνεται αναγκαία και επιβεβλημένη.
Επίσης, σύμφωνα με πολυσέλιδη έκθεση της Υπηρεσίας Ασύλου, ο αιτητής δεν δικαιούται το καθεστώς του πρόσφυγα, ενώ, παρά τη διαπίστωση ότι θα δικαιούτο σε συμπληρωματική προστασία, έχει αποκλειστεί από το καθεστώς αυτό, εφόσον διαπιστώθηκε ότι «έχει διαπράξει έγκλημα κατά της ειρήνης, έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, όπως τα εγκλήματα αυτά ορίζονται στις διεθνείς συμβάσεις που έχουν καταρτιστεί με σκοπό την αντιμετώπισή τους …» και ότι «συνιστά κίνδυνο για την κυπριακή κοινωνία ή την ασφάλεια της Δημοκρατίας».
Στην απόφαση του Ανωτάτου αναφέρεται επίσης ότι η μαρτυρία που εμπλέκει τον αιτητή ως μέλος τρομοκρατικής οργάνωσης έχει ουσιαστικά αποκαλυφθεί. Αφορά κατάθεση του αδελφού του αιτητή προς την Αστυνομία που δόθηκε την 11/9/2014.
Στην έκθεση της αρμόδιας λειτουργού της Υπηρεσίας Ασύλου, ημερ. 19/5/2020 που αποκαλύπτεται με την ένσταση, καταγράφεται ότι ο αδελφός του, τον οποίο κατονομάζει και που διαμένει μόνιμα στη Κύπρο, εμπλέκει τον αιτητή σε ενέργειες που τείνουν να τον χαρακτηρίσουν ως υποστηριχτή της τρομοκρατικής οργάνωσης DAESH (ISIS). Ο αιτητής που βρισκόταν ξανά στην Κύπρο την περίοδο 2007-2014, είχε το 2014 αναχωρήσει για τη Συρία.
Ο αδελφός του στην κατάθεσή του ανάφερε ότι όταν ο αιτητής πήγε στη Συρία, έγινε μέλος της οργάνωσης DAESH. Αναφερόταν ακόμα στη κατάθεση του αδελφού του ότι ο αιτητής είχε αναρτήσει στο Facebook φωτογραφία μαχητών της DAESH.
Ο αιτητής δεν παραδέχεται ότι έχει σχέση με την DAESH, έχει όμως σε γραπτή του κατάθεση σε ανάκριση παραδεχτεί ότι είχε εμπλοκή με την οργάνωση Ahrar al Sham, η οποία αν και δεν έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Ηνωμένα Έθνη ή τις ΗΠΑ, συνεργάζεται με τρομοκρατικές οργανώσεις και πράξεις που διενήργησε θεωρούνται εγκλήματα πολέμου.
Ο αιτητής έδωσε άλλη εκδοχή για τη μετάβασή του στη Συρία το 2014 και δικαιολόγησε την ανάρτηση της φωτογραφίας αναφέροντας πως δεν απεικόνιζε τρομοκράτες αλλά ενόπλους που αντιτίθενται στο καθεστώς στη Συρία.
Το Δικαστήριο, αναφέρεται στην απόφαση, δεν αξιολογεί τα στοιχεία για να αποφανθεί κατά πόσο η απόφαση της διοίκησης ήταν ορθή ή έστω η ενδεδειγμένη.
Κατά τη διαδικασία αίτησης για Habeas Corpus το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσιαστική εκτίμηση των πληροφοριών, όμως ελέγχει τις πληροφορίες και την όλη διαδικασία ως προς το νόμιμο αυτής. Προκύπτει, αναφέρει, ότι υπάρχουν τα στοιχεία που παρέχουν επαρκώς πραγματικό έρεισμα και θα δικαιολογούσαν τη διοίκηση, εκτιμώντας τα και ασκώντας την ευρεία ευχέρειά της, νόμιμα να καταλήξει ότι η κράτηση του αιτητή εξακολουθεί να είναι επιβεβλημένη καθότι αυτός συνιστά πραγματική, ενεστώσα και σοβαρή απειλή για την εθνική ασφάλεια.
Επιβεβλημένη η κράτησή του
Το Ανώτατο καταλήγει στην απόφασή του σημειώνοντας ότι εφόσον δεν έχει ακόμα εκπνεύσει ο χρόνος για την καταχώριση προσφυγής κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, ο αιτητής εξακολουθεί να θεωρείται αιτητής διεθνούς προστασίας και εφόσον καταχωρήσει προσφυγή μέχρι την αποπεράτωσή της.
Στο μεσοδιάστημα και εφόσον συνιστά κίνδυνο για την ασφάλεια της Δημοκρατίας η κράτησή του θα είναι επιβεβλημένη, εκτός και αν τυχόν άλλες διαδικασίες καθυστερήσουν σε βαθμό που η παράταση της κράτησης του αιτητή να καθίσταται αδικαιολόγητη ή και καταχρηστική και ως εκ τούτου παράνομη.
Πηγή: «Ο Φιλελεύθερος»