Το ατύχημα και ο ακρωτηριασμός σε δύο δόσεις
Ο Κώστας ήταν αρτιμελής μέχρι τα 34 του χρόνια. Έπειτα η ιστορία είναι λίγο πολύ πανομοιότυπη με άλλες περιπτώσεις συνανθρώπων μας που είχαν την ατυχία να χάσουν ένα μέλος του σώματός τους. Οδηγός που του έκοψε το δρόμο, μαζί και το πόδι, όχι όμως τη διάθεση για ζωή.
Το ατύχημα σημειώθηκε με μοτοσικλέτα το 2002 στο δρόμο Φαρμακά – Τροόδους. Το δικαστήριο αποφάνθηκε τότε πως για το ατύχημα ευθυνόταν σε ποσοστό 40% η κακοτεχνία του δρόμου, σε αντίστοιχο ποσοστό ο οδηγός που του έκοψε το δρόμο και σε ποσοστό 20% ο ίδιος. Το ατύχημα του Κώστα, αλλά και άλλα που είχαν προηγηθεί στο ίδιο σημείο, αποτέλεσαν την αφορμή για τη διαπλάτυνση του δρόμου στην περιοχή.
Ο ακρωτηριασμός του ποδιού του διενεργήθηκε σε δύο φάσεις. Στην πρώτη εγχείρηση, στην οποία υποβλήθηκε στην Κύπρο οι γιατροί του απέκοψαν το πόδι κάτω από το γόνατο. Υποτροπίασε όμως στις τέσσερις μέρες και έπαθε γάγγραινα. Με πρωτοβουλία συγγενών και φίλων μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο Ισραήλ, όπου υποβλήθηκε σε δεύτερη χειρουργική επέμβαση και παρά τις προσπάθειες των γιατρών δεν κατέστη δυνατό να σωθεί το υπόλοιπο πόδι, το οποίο αποκόπηκε πλέον πάνω από το γόνατο.
Μου εξηγεί πως το γόνατο είναι ένας πολύπλοκος μηχανισμός και πως όσο πιο ψηλά γίνει η αποκοπή του ποδιού τόσο πιο δύσκολη γίνεται η ζωή του ασθενή. Με το κόψιμο του ποδιού κάτω από το γόνατο ο ασθενής μπορεί να περπατά με ασφάλεια ή ακόμα και να τρέχει. Πάνω από το γόνατο όμως τα πράγματα γίνονται εξαιρετικά δύσκολα και πολύπλοκα…
Οι πρώτες σκέψεις και τα πρώτα συναισθήματα
Ο Κώστας αποτελεί πραγματικά παράδειγμα προς μίμηση. Η αγάπη του για τη ζωή, η θέληση και το πείσμα του, αλλά και η διάθεση για νέες προκλήσεις, ήταν αυτά που τον κράτησαν τις πρώτες δύσκολες στιγμές. Σε αναπηρικό αμαξίδιο δεν κάθισε ποτέ παρά μόνο τις πρώτες μέρες στο Ισραήλ.
«Ξύπνησα στο κρεβάτι του νοσοκομείου και διαπίστωσα πως είχα χάσει το ένα μου πόδι. Σε πρώτη φάση γκρεμίζεται ο κόσμος γύρω σου, στεναχωριέσαι, μαραζώνεις, νιώθεις ψυχοπλάκωμα, όμως από σένα τον ίδιο εξαρτάται το πώς θα το αντιμετωπίσεις. Δεν ήθελα να στεναχωρήσω τους γονείς και τους φίλους μου. Είπα μέσα μου πως ό,τι έγινε, έγινε και δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Έπρεπε να πάω παρακάτω. Έπρεπε να φανώ δυνατός για να κρατηθούν και οι υπόλοιποι. Το πάλεψα με τον εαυτό μου και μου πήρε έξι χρόνια να επανέλθω στην ψυχολογική κατάσταση που ήμουν προηγουμένως, να νιώσω ξανά δυνατός. Σωματικά η ανάρρωση ήταν πολύ πιο γρήγορη διαδικασία. Είχα αποφασίσει όμως από την πρώτη στιγμή πως τίποτα δεν θα αλλάξει στη ζωή μου».
Το πρώτο σοκ διαδέχονται οι απορίες και ένα βουνό ερωτήματα που αναζητούν απαντήσεις: Μπορώ να δουλέψω; Μπορώ να κάνω οικογένεια, θα είμαι σε θέση να την συντηρώ; Θα μπορώ να τρέχω όπως έτρεχα πριν; Μπορώ να έχω μια φυσιολογική ερωτική σχέση; Μήπως το μωρό μου θα τρομοκρατηθεί στη θέα του ψεύτικου ποδιού μου; Θα μπορώ να κάνω ποδήλατο; Όλα αυτά τα βασανιστικά ερωτήματα και η αγωνία αν θα μπορέσει ξανά να έχει την ποιότητα ζωής που είχε πριν ταλαιπωρούσαν το μυαλό νύχτα – μέρα.
Η απόρριψη που δεν ένιωσε ποτέ
Ο Κώστας σπούδασε κινηματογράφο και δούλευε πριν το ατύχημα σε εταιρεία παραγωγής διαφημίσεων. Εξακολουθεί να το κάνει και σήμερα ως μερική απασχόληση, ενώ παράλληλα εργάζεται περιστασιακά ως μπάρμαν.
Ρατσισμό και απόρριψη στον επαγγελματικό του περίγυρο δεν βίωσε ποτέ και γι’ αυτό είναι ευγνώμων και νιώθει τυχερός. Αυτό που ένιωσε και εισέπραξε ήταν περισσή αγάπη και στήριξη. Κάποια περίεργα βλέμματα να τον καρφώνουν με αμηχανία αισθάνεται, αλλά κι αυτά τα προσπερνά με χαμόγελο. Διασκεδάζει μάλιστα με τις αθώες αντιδράσεις και τις αφελείς ερωτήσεις των παιδιών.
Ούτε στις προσωπικές – ερωτικές του σχέσεις γνώρισε ποτέ την απόρριψη. Ωστόσο αυτό, όπως μου εξηγεί, σχετίζεται άμεσα με το κατά πόσο ο ίδιος ο ακρωτηριασμένος έχει αποδεχθεί την ιδιαιτερότητά του, αφού όπως λέει αν εσύ ο ίδιος δεν τα βρεις με τον εαυτό σου, δεν μπορείς να έχεις την απαίτηση να σε αποδεχθούν οι άλλοι.
Χώρα φτιαγμένη για αρτιμελείς
Σεβασμός από την κοινωνία υπάρχει και δεν υπάρχει, λέει ο Κώστας. «Στην Κύπρο υπάρχουν περίπου 30.000 ανάπηροι, αλλά δεν τους βλέπεις και σπάνια επιδιώκεται η επαφή και η συναναστροφή μαζί τους. Μικρά βήματα προόδου έχουν γίνει, κυρίως σε ό,τι αφορά τους χώρους στάθμευσης αναπήρων, αλλά και πάλι υποδομές για άτομα με κινητικά προβλήματα σε δημόσια κτήρια δεν υπάρχουν, ενώ στα πεζοδρόμια βλέπεις περισσότερα αυτοκίνητα παρά πεζούς».
Ο Κώστας, λόγω και της ενασχόλησής του με διάφορες αθλητικές δραστηριότητες, ταξιδεύει πολύ και έρχεται σε επαφή με πολύ κόσμο. «Οι άνθρωποι στο εξωτερικό είναι πολύ πιο εξοικειωμένοι με τις αναπηρίες και υπάρχει πολύ μεγαλύτερος σεβασμός στη διαφορετικότητα απ’ ότι στη χώρα μας. Στο εξωτερικό όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι μεταξύ τους και το γεγονός ότι μερικοί αντιμετωπίζουν κάποιου είδους αναπηρία δεν αποτελεί πρόβλημα στην καθημερινή συναναστροφή μαζί τους», εξηγεί, τονίζοντας πως όλα είναι θέμα διαπαιδαγώγησης.
Ο Κώστας είναι πάρα πολύ δραστήριο και θετικό άτομο και όποτε κληθεί με χαρά επισκέπτεται σχολεία για διαλέξεις σε μαθητές, αλλά και νέους ασθενείς για στήριξη. Το μήνυμα που θέλει να στείλει στους πρώτους είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα και στους δεύτερους πως η ζωή συνεχίζεται αρκεί να υπάρχει θέληση…
Η εμπειρία του Άουσβιτς και η σύγκριση με την Κύπρο
Πριν κάποια χρόνια ο Κώστας επισκέφθηκε το Άουσβιτς και είχε την ευκαιρία να περιηγηθεί στο μουσειακό χώρο, όπου φυλάγονται όλα τα προσθετικά μέλη. «Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν πόσο τυχερός είμαι που δεν γεννήθηκα 40 χρόνια πριν. Η τεχνολογία ήταν πανάρχαια και οι άνθρωποι αναγκάζονταν να ζουν με δυο ξύλινα κομμάτια ενωμένα μεταξύ τους που χρησιμοποιούνταν ως πόδι».
Και στην Κύπρο όμως το Κέντρο Προσθετικών Μελών που υποτυπωδώς λειτουργεί δεν φαίνεται να απέχει και πολύ από τις συνθήκες του Άουσβιτς, αφού κατά γενική παραδοχή δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες των ακρωτηριασμένων. Πρόκειται για ένα Κέντρο τόσο απαρχαιωμένο, που όπως εξηγεί ο Κώστας, θα έπρεπε να λειτουργεί την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Και οι αρμόδιοι οργανισμοί όμως στους οποίους υπάγονται ανάπηροι και ακρωτηριασμένοι έχουν τα χάλια τους. Τα λόγια του Κώστα είναι γροθιά στο στομάχι: «Αυτοί οι οργανισμοί είναι ακρωτηριασμένοι χειρότερα από τους ακρωτηριασμένους». Δεν υπάρχει χρηματοδότηση, δεν υπάρχουν κονδύλια για προγράμματα, δεν γίνονται έρευνες και δεν υπάρχουν προτάσεις. Αυτό που υπάρχει είναι η απουσία σωστών τρόπων αξιολόγησης της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά και η έλλειψη μιας ορθής διαδικασίας λήψης αποφάσεων που σε συνδυασμό με τη γραφειοκρατία και την άγνοια καθιστούν τις διαδικασίες πάρα πολύ δύσκολες και χρονοβόρες για τους περίπου 170 ακρωτηριασμένους που ζουν στην Κύπρο.
Υπό αυτές τις συνθήκες αντιλαμβάνεται κανείς πως αν δεν έχει θέληση και πείσμα ο ίδιος ο ασθενής για να παλέψει και να διεκδικήσει αυτό που δικαιωματικά του ανήκει, ανοίγεται μπροστά του ένας τεράστιος γκρεμός.
Η σύγκριση δε με τις συνθήκες που επικρατούν σε άλλες προηγμένες χώρες της Δύσης σε σχέση με την αντιμετώπιση του ασθενή από τις αρμόδιες υπηρεσίες είναι άκρως απογοητευτική. «Στο εξωτερικό σου κόβουν το πόδι και το πρώτο πράγμα που σε ρωτούν είναι τι έκανες πριν στην καθημερινότητά σου, τι θέλεις να κάνεις, ποιες είναι οι ανάγκες σου. Στην Κύπρο αυτό που κάνουν είναι να παζαρεύουν ένα φθηνότερο πόδι, το οποίο όμως στις πλείστες των περιπτώσεων δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες του ακρωτηριασμένου ατόμου».
Ο Γολγοθάς για την αντικατάσταση του ποδιού, η Φεράρι και το Μίνι
Ο Κώστας έπρεπε να είχε αλλάξει το πόδι του από τον περασμένο Μάιο κι ακόμη βρίσκεται στο περίμενε. Το πόδι που χρησιμοποιεί τώρα είναι ηλεκτρονικό και έχει υψηλό κόστος. Αυτό που ζητά αυτή τη στιγμή από το κράτος είναι ακόμα πιο ακριβό, όμως το έχει απόλυτη ανάγκη γιατί είναι αθλητής και άτομο που επιδίδεται σε πολλές δραστηριότητες. Έχει δοκιμάσει όλη την γκάμα ποδιών και γνωρίζει εκ των προτέρων πως αν του δώσουν ένα υποδεέστερο πόδι δεν θα μπορεί να αυτοεξυπηρετείται, δεν θα έχει ασφάλεια και θα φοβάται ακόμη και να περπατήσει. Ο Κώστας δεν εκλιπαρεί και δεν θέλει τον οίκτο κανενός. Παλεύει απλά για τα αυτονόητα, τα οποία προφανώς στη χώρα μας δεν είναι και τόσο αυτονόητα.
Στο υπουργείο Υγείας όπου απευθύνθηκε, αρμόδιος στο τμήμα επιδοτήσεων του είπε με περισσό θράσος «γιατί να δώσω σε εσένα Φεράρι και να δώσω σε άλλους Μίνι». Ο Κώστας όμως δεν ζητά αυτοκίνητο για να πηγαίνει στις καφετέριες να κάνει επίδειξη. Ζητά το πόδι που εξυπηρετεί τον ίδιο σαν άνθρωπο και είναι απόλυτα προσαρμοσμένο στις βασικές καθημερινές του ανάγκες.
«Το πρόβλημα μου δεν είναι το κομμένο μου πόδι, αλλά τα προσκόμματα που παρεμβάλλει το κράτος στην αντικατάσταση του βιονικού μου ποδιού», εξηγεί ο Κώστας. Μπορεί μέχρι τώρα η πολιτεία να έχει καλύψει στο έπακρο τα έξοδα για τα δύο πόδια του Κώστα (το βιονικό που χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του και το πόδι που χρησιμοποιεί στη θάλασσα), ωστόσο ο ίδιος νιώθει πως αποτελεί ένα πρόσθετο βάρος για το κράτος και έναν… οικονομικό «πονοκέφαλο» για το υπουργείο Υγείας. Και πώς να μην νιώθει έτσι αφού κάθε πέντε χρόνια που πρέπει να αντικαταστήσει το βιονικό του πόδι υποβάλλεται σε απίστευτη ταλαιπωρία;
Ήδη από τον Ιανουάριο έχει υποβάλει αίτημα για επιχορήγηση καινούριου ηλεκτρονικού – βιονικού ποδιού, το οποίο θα έπρεπε να είχε αντικατασταθεί από τον Μάιο, ωστόσο το υπουργείο Υγείας στη δίνη της οικονομικής περισυλλογής και κρυμμένο στα γρανάζια της γραφειοκρατίας και της ευθυνοφοβίας κωλυσιεργεί, τον παραπέμπει σε ιατροσυμβούλια και σε αναθεωρητικά συμβούλια και καθυστερεί την έγκριση του αιτήματος του.
Το βιονικό πόδι έχει πέντε χρόνια ζωής. «Το πόδι είναι όπως το αυτοκίνητο», μου εξηγεί ο Κώστας. Το αγοράζεις και έχεις ένα σέρβις και τρία χρόνια εγγύηση. Από κει και πέρα αν χρειαστεί και δεύτερο σέρβις πριν την αντικατάσταση του, τότε ο ίδιος ο ακρωτηριασμένος αναγκάζεται να επωμισθεί το κόστος, το οποίο ανέρχεται στις 6 με 7 χιλιάδες ευρώ.
Το βιονικό πόδι λειτουργεί και ελέγχεται από έναν μικροεπεξεργαστή που καθορίζει και αντιλαμβάνεται τις κινήσεις. Έχει αισθητήρες και κάνει χίλιους υπολογισμούς το δευτερόλεπτο. Ωστόσο αυτό από μόνο του δεν αρκεί, καθώς πρόκειται για μια διαδικασία που σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται και από τον ίδιο τον χρήστη. Προσαρμόζοντας το προσθετικό μέλος, το κολόβωμα αλλοιώνεται, οι μυς διαφοροποιούνται και ο ασθενής δεν δύναται να βάλει ή να χάσει πέραν των 1-3 κιλών γιατί αν αλλάξει το βάρος, το πόδι δεν θα εφαρμόζει σωστά στο κόκαλο της λεκάνης και στους μυς του ποδιού. Εδώ είναι που χρειάζεται η συνεχής επαφή με ένα καλό προσθετικό για διορθώσεις. Ο Κώστας κολυμπά, κάνει γυμναστική και παλεύει καθημερινά να συντηρεί το κολόβωμα και να το κρατά διαμορφωμένο σωστά, ώστε να μην αναγκάζεται να ενοχλεί το κράτος. Είναι όμως υλικά και μηχανήματα και έχουν ημερομηνία λήξης.
Αξίζει να αναφερθεί ότι το πόδι που έχει για τρέξιμο (αντίστοιχο με του παραολυμπιονίκη Όσκαρ Πιστόριους) αποτελεί ευγενή χορηγία της κατασκευάστριας εταιρείας του ηλεκτρονικού του ποδιού και του προσθετικού του, οι οποίοι πίστεψαν στον Κώστα και θέλησαν να συμβάλουν στην πραγματοποίηση του ονείρου του να ξανατρέξει.
Μότο ζωής: «Δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω»
«Ό,τι δεν συνέβη ποτέ είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά», έγραψε κάποτε ο Καζαντζάκης και ο Κώστας φαίνεται να αποτελεί την τρανή απόδειξη. Άνθρωπος αισιόδοξος, με θέληση και θετική σκέψη, ο Κώστας δεν τα βάζει κάτω ούτε αφήνει το φόβο να τον κυριεύσει. «Δεν σκέφτομαι ποτέ ότι μπορεί να σκοντάψω και να πέσω. Έπεσα πολλές φορές στη ζωή μου, όμως ξανασηκώνομαι και παλεύω».
«Αν δεις ακόμα έναν άνθρωπο στον πλανήτη που έχει το ίδιο πρόβλημα με σένα και κάνει κάτι που κι εσύ θέλεις να κάνεις, δεν υπάρχει περίπτωση να μην το πετύχεις», είναι το μότο ζωής του Κώστα και το μήνυμα που θέλει να στείλει σε συνανθρώπους μας που ξαφνικά βρίσκονται στην ίδια κατάσταση μαζί του.
Κάπως έτσι του καρφώθηκε στο μυαλό και η ιδέα για τη μηχανή. Είχε δει ένα βιντεάκι στο διαδίκτυο με έναν παραπληγικό άνδρα στη Βρετανία που είχε πάθος με τις μηχανές και δίδασκε άλλους παραπληγικούς πώς να οδηγούν σε πίστα τροποποιημένες μοτοσικλέτες. Αμέσως σκέφτηκε ότι εφόσον μπορεί ο συγκεκριμένος άνθρωπος να οδηγεί μηχανή, τότε μπορεί και ο ίδιος. Όπερ και έγινε!
Μπορεί ο ακρωτηριασμός να είναι το πρόβλημα, όμως ένα πρόσθετο μέλος αποτελεί τη λύση. Για να μπορούν να ζουν αξιοπρεπώς, για να μπορούν να αυτοεξυπηρετούνται. Μα πάνω απ’ όλα για να νιώθουν χρήσιμα μέλη μιας κοινωνίας που δεν κατάφερε ποτέ να ξεπεράσει το στίγμα των διακρίσεων εις βάρος μιας ομάδας συνανθρώπων μας που είχαν την ατυχία να υποβληθούν σε ακρωτηριασμό. Η τεχνολογία δίνει την ευκαιρία στα ακρωτηριασμένα άτομα να ζήσουν στο μέτρο του δυνατού μια φυσιολογική ζωή, ας μην τους τη στερήσει το κράτος!