Λάρνακα: Το έργο της Δέσποινας Πυρκεττή «Αναισθησία» ανεβαίνει το Σάββατο 15 Οκτωβρίου από την Κύρια Σκηνή του Θεάτρου Σκάλα. Η Κύπρια συγγραφέας εμπιστεύεται και πάλι το θέατρο της Λάρνακας και τη σκηνοθέτιδα Μόνικα Μελέκη για το νέο της έργο, όπως είχε συμβεί 2,5 χρόνια πριν με το «Sommerfugl- Η Πεταλούδα» και στην περίπτωση αυτή την απασχολεί και πάλι το ζήτημα των οικογενειακών σχέσεων.
Η «Αναισθησία» περιστρέφεται γύρω από την τιμωρία που σιωπηρά και επίμονα επιβάλλεται στον ιδιωτικό μικρόκοσμο.
Η παραγωγή εγκαινιάζει τη νέα θεατρική σεζόν για την Κύρια Σκηνή του Σκάλα από το ερχόμενο Σάββατο 15 Οκτωβρίου και μέχρι τις 13 Νοεμβρίου, στο Παττίχειο Θέατρο Σκάλα στη Λάρνακα.
Τετάρτη (εκτός 26/10), Σάββατο, 8.30μ.μ. Κυριακή 6.30μ.μ. 24652800
Το έργο
Μια παρ’ ολίγον τραγωδία αφήνει ανεξίτηλα σημάδια στα μέλη μιας οικογένειας, ενώ το πέρασμα του χρόνου θολώνει τα όρια ανάμεσα σε θύτες και θύματα. Μέσα σε αυτό το νοσηρό κλίμα αποξένωσης και αντεγκλήσεων, οι τρεις απ’ τους τέσσερις καθίστανται ανίκανοι, κυριολεκτικά, να βαδίσουν προς το μέλλον. Η επιστροφή του μικρότερου γιου θα οξύνει τις αισθήσεις όλων ώστε να δουν, ξανά, να παριστάνεται μπροστά στα μάτια τους το ίδιο εκείνο συμβάν που τους καθόρισε.
Η «Αναισθησία» ανακαλεί την απώλεια των αισθήσεων αλλά και την έλλειψη ευαισθησίας, την επιμονή στην αποκλειστική ορθότητα της θέσης μας, την αδυναμία μας να συγχωρέσουμε εκείνον που μας έβλαψε. Παράλληλα, αποτίνει φόρο τιμής σε εκείνους – τους λίγους – που πιστεύουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους στη δεύτερη ευκαιρία.
Τέσσερεις άνθρωποι κι ένα ενυδρείο. Το γεγονός που καθόρισε τις μεταξύ τους σχέσεις αλλά και την πορεία του καθενός ξεχωριστά έχει άμεση συνάφεια με το υδάτινο στοιχείο. Παρά την ισχυρή εξαγνιστική του ιδιότητα, το νερό εδώ προσλαμβάνει μια έντονη νοσηρότητα. Η βία που ασκήθηκε ανάμεσα σε ομόαιμους με επίκεντρο το ενυδρείο δεν έληξε με το πέρας του συμβάντος, αλλά εξαπλώθηκε επιδημικά σε όλα τα μέλη της οικογένειας.
Ο πατέρας ξέρει ότι έχει απωλέσει την ιδιότητα του συζύγου. Η μόνη περίπτωση που του προσπορίζει κύρος είναι η συνύπαρξη με άτομα εκτός του οικογενειακού κύκλου. Εντός τα περιθώρια είναι πολύ στενά.
Ακριβώς απέναντι του στέκεται ο μεγαλύτερος γιος, κυριολεκτικά ανίκανος να βαδίσει προς το μέλλον. Ο Παναγιώτης δεν μπόρεσε ποτέ να απογαλακτιστεί. Παραμένει αγκιστρωμένος στις συμβάσεις της παιδικής ηλικίας. Απόλυτα αφοσιωμένη σ’ αυτόν είναι μονάχα η μητέρα. Απ’ τη στιγμή όμως, που η ίδια δεν αναγνωρίζει την ενοχή που την κατατρέχει, δεν μπορεί παρά να δίνει τροφή σε μια τυφλή οργή που ξεσπά πάνω σε ένα πλάσμα ανήμπορο, το οποίο την καλεί σε βοήθεια κι αυτή άσπλαχνα κωφεύει.
Ο μικρότερος γιος επιστρέφει στην οικογενειακή σφαίρα ενισχυμένος με πίστη και αισιοδοξία. Δεν ήρθε εδώ για να προσάψει ευθύνες, ούτε για να δικάσει τους φταίχτες. Ο Άρης γύρισε στο πατρικό του για να αποτινάξει τα βάρη. «Στο κάτω-κάτω, αυτό που έγινε δεν ήταν το τέλος του κόσμου. Έχουν γίνει πολύ χειρότερα πράγματα μέσα σε οικογένειες και οι άνθρωποι βρίσκουν τη δύναμη να τα ξεπεράσουν» τους λέει, πιστεύοντας ακράδαντα στην αξία της συγχώρεσης.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία: Μόνικα Μελέκη
Σκηνικά/ κοστούμια: Σόσε Εσκιτζιάν
Μουσική: Χρίστος Ανδρέου
Ηθοποιοί: Σοφοκλής Κασκαούνιας, Μόνικα Μελέκη, Μιχάλης Χρίστου, Γιώργος Αναγιωτός
Σημείωμα της συγγραφέως
Λίγους μήνες πριν γράψω την «Αναισθησία», είχα πέσει τυχαία σε μια πολύ παλιά φωτογραφία που απεικόνιζε δυο παιδιά. Το ένα ήταν στα πρόθυρα αχνού χαμόγελου. το άλλο, το μικρότερο, έμοιαζε σαστισμένο έτσι όπως καθόταν πάνω σε μια παράξενη πολυθρόνα, ασύμμετρη. Η λεζάντα κάτω απ’ τη φωτογραφία έλεγε «Η Ζωντανή Κουβέρτα».
Φωτογραφία: Μάρλεν Κωνσταντίνου.
Η ζωντανή κουβέρτα είναι μια έννοια με πολλαπλές ερμηνείες. Συμβολίζει κατ’ αρχήν όποιον ή ό,τι σε ηρεμεί ώστε, αν είσαι παιδάκι τον 19ο αιώνα και πρέπει να πετύχει η φωτογραφία μακράς εκφώτισης, να μπορέσεις να μείνεις ασάλευτο για μερικά λεπτά. Την ίδια στιγμή, η ζωντανή κουβέρτα μπορεί να είναι το δίχτυ ασφαλείας που παρέχουν οι γονείς, αόρατο μα πανταχού παρόν. μπορεί να είναι η ασφάλεια της πατρικής αγκαλιάς ή η στοργή της μητρικής. Μπορεί, τέλος, να είναι και η βαριά σκιά της οικογένειας, το βάρος που κουβαλά ο καθένας μας εν τη γενέσει του. Είναι εκεί, το αγγίζεις, το αισθάνεσαι, αλλά δεν το βλέπουν οι άλλοι – πόσο μάλλον όταν φροντίζεις επιμελώς να το κρύβεις.
Οι γονείς στην «Αναισθησία» αγαπήθηκαν, παντρεύτηκαν, απέκτησαν δύο παιδιά κι έπειτα μισήθηκαν με ζήλο. Το ρήγμα ανάμεσά τους αποτελεί ενθύμιο, για τους ενήλικους πια γιους τους, ενός νοσηρού παρελθόντος που κατά καιρούς αλλάζει ανάλογα με το ποιος το αναδιηγείται. Ο μεγάλος γιος ουσιαστικά δεν φεύγει ποτέ απ’ το πατρικό σπίτι. Ο μικρός αναζητά αλλού τη στήριξη που δεν βρήκε στους δικούς του και, χρόνια μετά, επιστρέφει ενδυναμωμένος και αμερόληπτος. Κατά το πρότυπο της σεισάχθειας, δεν διαγράφει τα άχθη, μα τα σείει, τα ελαφραίνει ώστε να μπορέσουν κάποια στιγμή να εξοφληθούν. Πιστεύει ακράδαντα στην αξία της συγχώρεσης, της συν-χώρεσης, της ικανότητας να βρίσκεσαι στον ίδιο χώρο με τον άλλον, να συνυπάρχεις. Όπως μέσα σε μια οικογένεια.
Με αυτή την έννοια, λοιπόν, η ζωντανή κουβέρτα μπορεί να παραπέμπει και στην αυτήκοη μαρτυρία, σ’ αυτά που δεν προορίζονται για τ’ αυτιά σου, μα εσύ τ’ ακούς. Κι αν η συγχώρεση είναι πέρα απ’ τις δυνάμεις σου, τότε μπορείς απλώς να προσποιηθείς ότι δεν ειπώθηκαν ποτέ ή ότι παράκουσες, έτσι όπως ήσουν σκεπασμένος κάτω απ’ την κουβέρτα.
Η συγγραφέας
Η Δέσποινα Πυρκεττή γεννήθηκε το 1973. Σπούδασε Μετάφραση στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο Κέρκυρας και στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Συνέχισε με μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, στον κλάδο Αγγλικής Λογοτεχνίας και Συγκριτικών Πολιτισμικών Σπουδών.
Έχει γράψει το μυθιστόρημα «Αίαντα ήθελε να τον λένε» (Εκδόσεις Εξάντα, Αθήνα, 1999) και το θεατρικό έργο «Sommerfugl- Η Πεταλούδα» που ανέβηκε τον Φεβρουάριο του 2014 από το Θέατρο Σκάλα, σε σκηνοθεσία Μόνικας Μελέκη.
Πηγή: philenews