
Συμπληρώνονται δυόμισι χρόνια αφότου ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ανέλαβε τα καθήκοντα του ως Γενικός Ελεγκτής. Τάραξε τα λιμνάζοντα νερά σε τομείς που ποτέ προηγουμένως δεν διεξήχθησαν έρευνες σε τόσο βάθος και με τόση επιμονή.
Στα πρώτα στάδια έτυχε στήριξης από κόμματα, πολιτικούς αλλά κυρίως από τους πολίτες όλων των αποχρώσεων, αν και πολλοί ανέμεναν να δουν πού το πάει. Αν δηλαδή θα «έριχνε μερικές ντουφεκιές για την τιμή των όπλων» ή αν θα συνέχιζε στο ίδιο μοτίβο. Συνέχισε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να έρθει σε ρήξη ακόμη και με αυτούς που τον διόρισαν. Υπουργοί και βουλευτές «του κρατούν μούτρα» ενώ άλλοι τον στηρίζουν.
Εξακολουθεί να αναμειγνύεται «εκεί που δεν τον σπέρνουν», κάνει δηλώσεις στα ΜΜΕ, απαντά σε όσους τον επικρίνουν (είτε μέσω των ΜΜΕ είτε μέσω του facebook) και δηλώνει ότι έτσι θα συνεχίσει.
Έχασε φίλους, υπό την έννοια ότι κάποιοι τον είδαν να ασχολείται με θέματα του τομέα τους και μάλιστα να τους ασκεί κριτική. Από την έως τώρα ενασχόλησή του με το δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα διαπιστώνει ότι η κατάσταση ήταν χειρότερη από ό,τι και ο ίδιος ανέμενε, σε θέματα διαφθοράς.
Δέχτηκε απειλές κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του; Ευθέως όχι, εμμέσως ναι. Υπουργοί του τηλεφωνούν και κάνουν παράπονα, κάτι το οποίο θεωρεί θεμιτό. Ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης ανοίγει τα χαρτιά του στον «Φ». (σ.σ. το β΄μέρος της συνέντευξης του κ. Μιχαηλίδη θα δημοσιευθεί αύριο Δευτέρα)
Για το κεντρικό κράτος, η διάκριση αυτή μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της διοικητικής λειτουργίας σε θέματα δημοσίων συμβάσεων υφίσταται τουλάχιστον από το 1997. Εκτός κεντρικού κράτους βλέπουμε δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους να κατακυρώνουν συμβάσεις και να αποφασίζουν για απαιτήσεις εργολάβων. Πρόσφατα, το τελευταίο άλλαξε με τους Κανονισμούς που ψήφισε η Βουλή πριν τις εκλογές.
Δυστυχώς, από την εμπλοκή αιρετών στη λήψη τέτοιων αποφάσεων, έχουν εντοπιστεί σοβαρά προβλήματα διαφθοράς, που είναι αυξημένα σε σχέση με τις περιπτώσεις στις οποίες καθοριστικός στη λήψη αποφάσεων ήταν ο ρόλος υπηρεσιακών. Αυτό δεν πρέπει να μας ξενίζει, ούτε και πρέπει να προσβάλλονται οι πολιτικοί όταν μιλάμε για πολιτική διαφθορά. Υπάρχουν εκθέσεις στην ΕΕ που καταγράφουν τον αυξημένο κίνδυνο διαφθοράς στην πολιτική. Οι ίδιοι οι πολιτικοί οφείλουν για προστασία τους να απαιτούν απαλλαγή τους από την εμπλοκή σε τέτοια θέματα.
Τώρα, όσον αφορά στους εργολάβους στις υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια, μπορεί να απέφυγαν τη λογοδοσία ενώπιον της Δικαιοσύνης αλλά, ανάλογα με την έκβαση των ερευνών του Συμβουλίου Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών, ίσως κάποιοι να υποστούν πειθαρχικού τύπου κυρώσεις ή και να αποκλειστούν από έργα του Δημοσίου αφού πλέον, από τον Απρίλιο του 2016 που ψηφίστηκε η νέα νομοθεσία, θα μπορούν να αποκλείονται ακόμη και όταν παραδεχτούν ότι έχουν εμπλακεί σε υποθέσεις δωροδοκίας, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε προηγουμένως που έπρεπε να καταδικαστούν από δικαστήριο.
Πρώτον, θα πρέπει κάποιος λειτουργός να έχει την ευκαιρία να εμπλακεί σε διαφθορά, κάτι το οποίο προϋποθέτει μειωμένα συστήματα ελέγχου, ελλιπείς και αδιαφανείς διαδικασίες, συγκέντρωση εξουσιών σε λίγα πρόσωπα χωρίς να υπάρχουν διάφορα επίπεδα λήψης αποφάσεων, γραφειοκρατία, κ.λπ.
Δεύτερον, να υπάρχει η λεγόμενη οικονομική ή άλλη πίεση, δηλαδή να έχει κάποιος ανάγκη χρήματα ή να είναι άπληστος κ.λπ.
Ο τρίτος παράγοντας είναι να υπάρχει η απαραίτητη αιτιολόγηση, δηλαδή να πείσει κάποιος τον εαυτό του ότι αυτό που κάνει είναι αποδεκτό. Για παράδειγμα, κάποιος μπορεί να θεωρήσει ότι προσφέρει τόσα πολλά που «δεν τρέχει τίποτε» να πάρει κάποια χρήματα. Έχουμε ακούσει για παράδειγμα καταδικασθέντα πρώην κρατικό αξιωματούχο να λέει δημόσια ότι έχει προσφέρει στον τόπο πολύ περισσότερα από αυτά που έλαβε, εν είδει δικαιολογίας, ότι ήταν επιτρεπτό να καταχραστεί τη θέση του. Ντροπή.
Το θέμα της αιτιολόγησης είναι θέμα κουλτούρας της κοινωνίας. Πρέπει να δούμε πως μπορούμε να ανεβάσουμε την ηθική δεοντολογία στην κοινωνία και όποιος σκέφτεται να κάνει κάτι, να είναι απολύτως αντιληπτό σε αυτόν ότι είναι και παράνομο και ανήθικο. Δυστυχώς σήμερα η κοινωνία μας δεν έχει αναγάγει κάποιες πράξεις σε πράξεις διαφθοράς και ο μέσος πολίτης μπορεί να μην συνειδητοποιεί όλες τις προεκτάσεις μιας έκνομης πράξης.
Στην ηθική δεν πρέπει να επιτρέπονται εκπτώσεις από την κοινωνία και για κάθε ανήθικη πράξη από δημόσιο πρόσωπο η κοινωνία θα πρέπει με σαφήνεια να εκφράζει την αποδοκιμασία της. Αν δε η πράξη είναι έκνομη, θα πρέπει να υπάρχει πάντα λογοδοσία.
Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινίσω ότι από τα πιο πάνω δεν συνεπάγεται πως όποιος έχει διακριτική εξουσία να χειριστεί μια υπόθεση σημαίνει ότι θα εμπλακεί και σε διαφθορά. Απλώς, σε κάποια πόστα είναι πιο πρόσφορο το έδαφος.
Μπορούμε επίσης να πούμε πως είναι πιο αυξημένος ο κίνδυνος σοβαρού κρούσματος διαφθοράς όσον πιο μεγάλο είναι το ποσόν για το οποίο μπορεί να κληθεί να αποφασίσει κάποιος λειτουργός. Αν το όφελος του πολίτη είναι μικρό, δηλαδή αν πρόκειται να λαδώσει για να εξασφαλίσει μια άδεια οδήγησης, τότε προσφέρει σχετικά μικρό ποσό, ενώ αν από την απόφαση ενός λειτουργού διακυβεύονται εκατομμύρια, από την έγκριση π.χ. ενός μεγάλου συγκροτήματος επαύλεων, τότε ο επηρεαζόμενος μπορεί να προτείνει υπό μορφή λαδώματος σχετικά μεγάλο ποσό.
Ο ΣΑΠΑ ήδη προχωρεί στο να ανακτήσει χρήματα που θεωρείται ότι δόθηκαν παράνομα. Ομοίως, είμαστε σε συνεννόηση και με το ΤΕΠΑΚ ώστε να διεκδικήσει επιστροφή χρημάτων και απαγκίστρωση από αμαρτωλές ενοικιάσεις κτηρίων.
Η τρίτη υπόθεση αφορά τα συμβούλια Αποχετεύσεων Λάρνακας και Λευκωσίας. Στην περίπτωση αυτή η υπηρεσία μας διαβίβασε τα ευρήματά μας στον Γενικό Εισαγγελέα ο οποίος, με τη σειρά του, αφού τα μελέτησε, τις διαβίβασε στην Αστυνομία και οι έρευνες βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο.
Θα πρέπει να πούμε, πως ακόμη και η περίπτωση του ΧΥΤΥ Κόσιης στο οποίο οι έρευνες κορυφώθηκαν ύστερα από τις καταγγελίες του δημάρχου Πάφου για το ΧΥΤΑ Πάφου, μεγάλο μέρος των πληροφοριών και των στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν στην πορεία, προέρχονταν από προγενέστερες έρευνες της Ελεγκτικής Υπηρεσίας που αποτέλεσαν το υπόβαθρο των ερευνών της αστυνομίας.
Δυστυχώς για την περίπτωση αυτή, το Συμβούλιο του ΧΥΤΥ Κόσιης, που αποτελείται από εκπροσώπους των διαφόρων Δήμων και κοινοτήτων, κωλυσιεργεί στον τερματισμό της αμαρτωλής σύμβασης. Κάθε λίγο θυμούνται και άλλο λόγο ώστε να εμποδίσουν την προκήρυξη διαγωνισμού που θα επιτρέψει την ανάθεση νέας σύμβασης με τιμή μικρότερη από 30 ευρώ τον τόνο, και τον τερματισμό μιας σύμβασης με κόστος πέραν των 65 ευρώ τον τόνο.
Πρόσφατα ζήτησα τη βοήθεια του Υπουργού Εσωτερικών. Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, ο κ. Νικολάου, ανταποκρίθηκε αμέσως, πλην όμως ακόμη κανένα αποτέλεσμα. Είναι απίστευτο αυτό που συμβαίνει. Ευκαιρία να ενημερωθούν και οι δημότες τους, για να ξέρουν ποιοι τους επιβαρύνουν με τέτοια δυσβάστακτα βάρη.
Αν ανατρέξετε στις ετήσιες εκθέσεις μας των τελευταίων χρόνων, μπορεί να δείτε χαρακτηριστικές αναφορές για πρόσωπα με περιουσία ασυμβίβαστη με τα εισοδήματα που δήλωναν στον φόρο εισοδήματος, χωρίς τα αρμόδια τμήματα να έχουν ασκήσει τις εξουσίες που τους παρέχει ο νόμος για να πάρουν το λαβείν τους, ή να μην τις έχουν ασκήσει έγκαιρα. Μόνος τρόπος για να ελέγξουμε αν το Τμήμα Φορολογίας ασκεί αποτελεσματικά τις αρμοδιότητές του είναι να ελέγξουμε συγκεκριμένες περιπτώσεις επιβολής φορολογίας.
Ορισμένες φορές οι έλεγχοί μας αυτοί αφορούσαν συγκεκριμένες ομάδες επαγγελματιών, άλλοτε ήταν στη βάση πληροφοριών ή καταγγελιών για φοροδιαφυγή, ειδικά για πρόσωπα που έδειχναν να διαβιούν με μεγάλες ανέσεις χωρίς να είναι προφανής η πηγή των εισοδημάτων τους. Οι έλεγχοί μας αυτοί είναι πάντοτε εκ των υστέρων, αφού εκ των πραγμάτων το Τμήμα Φορολογίας έχει ευχέρεια ελέγχου της ορθότητας μίας φορολογικής δήλωσης μετά την υποβολή της. Οπότε και εμείς που ελέγχουμε το Τμήμα, θα το ελέγξουμε μετά. Άλλωστε, αυτοί που φοροδιαφεύγουν το κάνουν συνήθως επί σειρά ετών.
Αυτός είναι και ο λόγος που εδώ και περίπου έναν μήνα αποφασίσαμε με τους συναδέλφους που είναι επιφορτισμένοι με τον έλεγχο του Τμήματος αυτού ότι στους επόμενους μήνες, περί τις αρχές του επόμενου χρόνου, θα διεξάγουμε για πρώτη φορά ευρύ διαχειριστικό έλεγχο σε θέματα φορολογίας.
Ο έλεγχος θα περιστραφεί κυρίως στον τρόπο με τον οποίο τα τελευταία χρόνια, αλλά και πρόσφατα, οι εκάστοτε υπεύθυνοι του Τμήματος Φορολογίας εφαρμόζουν τη σχετική νομοθεσία για καθορισμό του επιβαλλόμενου φόρου, ειδικά στα πλαίσια συμβιβασμών με φορολογούμενους που υποβάλλουν ενστάσεις. Δηλαδή, αν μια εταιρεία ειδοποιηθεί ότι οφείλει π.χ. €5 εκατ. και υποβάλει ένσταση υποστηρίζοντας ότι οφείλει €1 εκατ. και στο τέλος επέρχεται κάποιος συμβιβασμός και καλείται να πληρώσει €2εκατ. θα εξετάσουμε αν αυτό ήταν εύλογο και αν δικαιολογείται από τα στοιχεία της ελεγχόμενης εταιρείας.
Θα ασκήσουμε τον έλεγχο λόγω των ευρύτατων εξουσιών που περιβάλλουν τον Έφορο Φορολογίας αλλά και λόγω του ότι η πρακτική των συμβιβασμών ισχύει για πολλά χρόνια. Ο έλεγχος αυτός θα είναι εκτενής, αλλά πάντοτε δειγματοληπτικός.
Έχω την αίσθηση πως κάποιες φορές, κάποια μηνύματα στόχο έχουν να μου προκαλέσουν το αίσθημα του φόβου και συνεπώς αποτελούν απειλή. Όπως φυσικά και ο πόλεμος που συγκεκριμένα έντυπα μου ασκούν εσχάτως. Είναι πόλεμος εκφοβισμού, αφού θεωρούν ότι θα δειλιάσω μπροστά στον κίνδυνο να υποστώ τη λασπολογία τους. Δυστυχώς για αυτούς, δεν νιώθω ευάλωτος σε κανένα εκφοβισμό και σε καμία λασπολογία.
Αν είναι καλόπιστη θα πρέπει να απαντήσεις ώστε αυτός που την ασκεί να αντιληφθεί ότι την έχεις λάβει υπόψη, υιοθετώντας την ή όχι. Αλλιώς δείχνεις περιφρόνηση.
Αν από την άλλη η κριτική είναι κακόπιστη, τότε η απάντηση είναι επιβεβλημένη στις περιπτώσεις που, αν δεν απαντήσεις, επιτρέπεις στους διαστρεβλωτές της αλήθειας να παραπλανήσουν. Ειδικά αν κατέχεις ένα δημόσιο αξίωμα του οποίου το κύρος οφείλεις να διαφυλάξεις ως κόρη οφθαλμού.
Γενικά πάντως, ναι, είμαι της άποψης ότι δεν είναι ορθό να θεωρεί κάποιος ότι μπορεί ο ίδιος να ασκεί κριτική αλλά όχι να ακούει τον αντίλογο. Στο πλαίσιο ενός δημοκρατικού διαλόγου ο καθένας έχει δικαίωμα να εκφράζει την άποψη του αλλά αυτό δεν είναι μονοσήμαντο. Και οι κρίνοντες, κρίνονται, αυτό δεν λέμε;
Δεν είμαι πολιτικός και δεν μπορεί για μένα να είναι κριτήριο αν κάτι που θα κάνω και το οποίο θεωρώ ορθό, αν θα προκαλέσει ή όχι τον έπαινο των πολιτών. Προσβλέπω όμως ότι από τη στιγμή που στόχος της Ελεγκτικής Υπηρεσίας είναι η διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος και κατ΄επέκταση το συμφέρον των πολιτών, οι πολίτες θα επικροτούν τις πράξεις που οδηγούν προς αυτή την κατεύθυνση.
Ναι, θεωρώ ότι οι πολίτες εξακολουθούν να στηρίζουν την Ελεγκτική Υπηρεσία διαβλέποντας ότι ενεργεί προς εξυπηρέτηση του δικού τους συμφέροντος. Μπορεί να υπάρχουν αντιδράσεις, αλλά αυτές προέρχονται κυρίως από ελεγχόμενους ή από ευρισκόμενους στον ευρύτερο κύκλο κάποιων ελεγχομένων, οι οποίοι θεωρούν ότι η Ελεγκτική Υπηρεσία αποτελεί εμπόδιο στις δικές τους επιδιώξεις. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και πολίτες οι οποίοι καλοπροαίρετα ασκούν κριτική για κάτι με το οποίο διαφωνούν.
Πηγή: philenews.com