Η εμπορική κίνηση δεν ήλθε, τα μηχανήματα σκούριασαν: Φθείρεται αχρησιμοποίητος ο εξοπλισμός των αχθοφόρων στο λιμάνι Λάρνακας!
Σιωπηροί μάρτυρες της πορείας μαρασμού που ακολούθησε για δυο σχεδόν δεκαετίες, αποτελούν τα μηχανήματα και άλλος εξοπλισμός του Σωματείου των Αχθοφόρων στο λιμάνι της Λάρνακας. Εξοπλισμός που αγοράστηκε με την προοπτική, βάση υποσχέσεων που δίνονταν κατά καιρούς από διάφορες πλευρές, ότι θα λαμβάνονταν πολιτικές ανάκαμψης της εμπορικής κίνησης του λιμανιού. Κάτι, που συμφωνά με τον πρώην γραμματέα του Σωματείου των Αχθοφόρων Λιμανιού Λάρνακας, Σταύρο Χαϊλή, δεν έγινε ποτέ.
Τα τελευταία 18 χρόνια, ανέφερε στον «Φ», το λιμάνι Λάρνακας, εν μέσω πάμπολλων υποσχέσεων για το αντίθετο, ακολούθησε μια φθίνουσα πορεία. Η κίνηση εμπορικών πλοίων σταδιακά εξαφανίζεται, καθώς ακόμα και οι προτάσεις ξένων εταιρειών να δραστηριοποιηθούν σε αυτό απορρίπτονταν για διάφορους λόγους. Και ειδικά τα τελευταία χρόνια, απορρίπτονται με τη δικαιολογία της έλευσης του στρατηγικού επενδυτή, που θα το μετέτρεπε από εμπορικό σε τουριστικό. «Ούτε και αυτό έγινε και φτάσαμε στην τελευταία γνωστή συμφωνία, με την οποία οι εν ενεργεία αχθοφόροι του λιμανιού της Λάρνακας, μαζί με τον εξοπλισμό τους, πέρασαν υπό την κυριότητα της Αρχής Λιμένων».
Σύμφωνα με αυτή τη συμφωνία, οι εν ενεργεία 22 αχθοφόροι του λιμανιού της Λάρνακας έλαβαν αποζημίωση €30.000 έκαστος και θα συνεχίσουν να απασχολούνται μέχρι το τέλος του 2016 στο λιμάνι, έναντι της συμβολικής αντιμισθίας των €400 τον μήνα, μέχρι που στο τέλος του έτους, ανάλογα μετά μέχρι τότε δεδομένα με το θέμα του στρατηγικού επενδυτή, να αποφασίσει η Αρχή Λιμένων για το τι μέλλει γίνεσθε με την περίπτωση τους. Η συνολική αξία του μηχανοκίνητου εξοπλισμού των αχθοφόρων του λιμανιού της Λάρνακας κοστολογείται από τους ίδιους πέριξ του €ι,5 εκατ. Πρόκειται κυρίως για φορτοεκφορτικά μηχανήματα μικρής, μεσαίας και μεγάλης δυναμικότητας, για όλες τις φάσεις φορτοεκφόρτωσης και τύπους/μεγέθη εμπορικών πλοίων.
Τα πλείστα εξ αυτών αγοράστηκαν σε διάφορα διαστήματα κατά τις δυο τελευταίες δεκαετίες, με δαπάνες των ιδίων των αχθοφόρων, ως μελών του Σωματείου Αχθοφόρων. Κάποια γιατί ήταν αναγκαία σε προηγούμενα χρόνια που ο φόρτος εργασίας στο λιμάνι ήταν περισσότερος και κάποια γιατί, σύμφωνα με τον κ. Χαϊλή, ως προετοιμασία των αχθοφόρων σε σχέση με υποσχέσεις για επικείμενη αναγέννηση της κίνησης του λιμανιού. Η αναγέννηση, συνέχισε την αφήγηση του, δεν ήρθε ποτέ. Και αντίθετα, όσο η εμπορική κίνηση πλοίων μειωνόταν, περισσότερα μηχανήματα έμπαιναν στο γκαράζ των αχθοφόρων. Το γνωστό μεγάλο γκαράζ νότια του λιμανιού και έξω από αυτό. Στα χρόνια που κύλησαν, ειδικά τα πιο πρόσφατα, ο χώρος κατέληξε ουσιαστικά ένα νεκροταφείο μηχανοκίνητων φορτοεκφόρτωσης, τόνισε ο κ. Χαιλής, επισημαίνοντας ότι αυτή την πραγματικότητα καθιστά ακόμη πιο τραγική το ότι όλος αυτός ο εξοπλισμός αφέθηκε σε αυτή την κατάσταση να φθείρεται αχρησιμοποίητος, σχεδόν αδούλευτος.
Δηλαδή, με πολύ λίγες ώρες εργασίας στο ενεργητικό του ή και καθόλου. Σήμερα, συνέχισε ο κ. Χαϊλης, η κυριότητα του εξοπλισμού αυτού πέρασε πλέον στην Αρχή Λιμένων. Οι αρμόδιοι λειτουργοί της θα αποφασίσουν για το ποια μηχανήματα είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν και ποια όχι. Φαίνεται όμως πολύ ξεκάθαρα, επισήμανε, ότι ένα σημαντικό μέρος των μηχανημάτων που αγόρασαν οι αχθοφόροι του λιμανιού της Λάρνακας, προσβλέποντας και ελπίζοντας ότι αυτό θα αποκτούσε κάποια στιγμή σημαντική εμπορική κίνηση, αποτελεί πλέον αναμνήσεις και παλιοσιδερικά ανακύκλωσης. Σιωπηροί μάρτυρες της φθίνουσας εμπορικής πορείας που ακολούθησε το λιμάνι της Λάρνακας τα τελευταία χρόνια.
«Θα μπορούσε να αποφευχθεί…»
Πάντως, σύμφωνα με τις απόψεις των αχθοφόρων και άλλων φορέων της πόλης, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αυτή η κατάληξη του λιμανιού. «Πλέον, το Σωματείο των Αχθοφόρων του Λιμανιού της Λάρνακας δεν υφίσταται και ο γραμματέας του έγινε πρώην γραμματέας», επισήμανε ο κ. Σταύρος Χαϊλής.
Αλλά, «για πάντα, θέση των αχθοφόρων που εργάστηκαν σε αυτό τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, 22 εν ενεργεία μέχρι σήμερα και 24 που αφυπηρέτησαν, είναι ότι μπορούσε το λιμάνι να λειτουργήσει με επιτυχία ως εμπορικό/βιομηχανικό, εάν υπήρχε η απαραίτητη πολιτική βούληση και ακολουθούνταν οι ανάλογες πολιτικές ενθάρρυνσης ξένων εταιρειών να δραστηριοποιηθούν στις εγκαταστάσεις του».
Πηγή: Εφημερίδα “Φιλελεύθερος”