Home ΛΑΡΝΑΚΑ ΠΕΡΕΝΤΟΣ STORIES: Η ιστορία του Στέφανου Ζυμπουλάκη (pics)
ΠΕΡΕΝΤΟΣ STORIES: Η ιστορία του Στέφανου Ζυμπουλάκη (pics)

ΠΕΡΕΝΤΟΣ STORIES: Η ιστορία του Στέφανου Ζυμπουλάκη (pics)

Ο καθένας μπορεί να γράψει και να μιλήσει για τη ζωή του καλύτερα από οποιοδήποτε άλλο.  Πέρα από τις λεπτομέρειες και τα γεγονότα, θα πρόσθετε και το συναίσθημα που συνόδευε τις διάφορες πτυχές της ζωής του κι έτσι θα είχαμε το ιδανικό, έστω και υποκειμενικό  σενάριο μιας βιογραφίας.

Με την εξέλιξη της τεχνολογίας σε κάποια στιγμή ίσως γίνει κατορθωτό με ένα πάτημα ενός κουμπιού να φέρνουμε σε μια οθόνη όλες τις εικόνες, τους ήχους ακόμη και τις μυρωδιές μιας ζωής, που για τον καθένα μας ξεχωριστά θα έμοιαζε με έκπληξη.

Ανέλαβα, όμως, να πω μερικά λόγια για ένα φίλο που μας έφερε στη Λάρνακα  ο εκτοπισμός του 1974. Σε μια πόλη όπου είχα καταφθάσει τρία χρόνια πριν σαν «οικονομικός μετανάστης» από τη Λεμεσό και η οποία έμελλε να καταστεί  αγαπημένη και στοργική.

Δε θυμάμαι πώς ακριβώς ξεκίνησε η γνωριμία μας με το Στέφανο Ζυμπουλάκη. Σίγουρα κάπου   ανάμεσα στη συναναστροφή μας με το Φοίβο Σταυρίδη και τις πολιτιστικές  εκδηλώσεις του Δήμου Λάρνακας.  Αυτός από τη θέση του υπεύθυνου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης κι εγώ από τη συνεχή ανάμειξη με ανθρώπους των γραμμάτων. Μέχρι το 1974 λειτουργούσαμε την μπουάτ  ΤΡΟΧΟΣ, που αποτελούσε το χώρο όπου κάθε Δευτέρα βράδυ μαζευόμασταν οι νέοι κι οι νέες και διοργανώναμε κάθε είδους καλλιτεχνική εκδήλωση.

Ο Στέφανος είχε αρχίσει την προσπάθεια για να στήσει ένα κέντρο μουσικής. Συνεργάζεται και με το Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου, διοργανώνουν  μουσικά απογεύματα, συμμετέχει σα μέλος στην Ορχήστρα Εγχόρδων του ΡΙΚ και συμμετέχει στη Λυρική Σκηνή Κύπρου.

Πριν προσληφθεί στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Λάρνακας, κύριο του μέλημα ήταν να εξασφαλίσει προσωρινές έστω συνθήκες διαβίωσης της οικογένειάς του. Γυρίζει τα σχολεία της  πόλης και χορδίζει μουσικά όργανα, συμπληρώνει φόρμες για έκδοση διαβατηρίων, μερικοί παλιοί φίλοι τον ενισχύουν οικονομικά για να συντηρίσει την οικογένειά του. Για το θέμα αυτό συχνά αναφέρεται με αγάπη κι ευγνωμοσύνη.

Λειτουργεί το Κέντρο Μουσικής του Trinity College του Λονδίνου, διοργανώνει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη , την εμπλουτίζει με τόμους, τη μετατρέπει σε δανειστική και εφαρμόζει σύστημα αρχειοθέτησης.

Συμμετέχει σε πολλές επιτροπές για τη διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων, όπως εκείνες της Γιορτής του Κατακλυσμού. Εκεί γνωρίζει όλους σχεδόν του λαϊκούς ποιητές της Κύπρου και από τη θέση αυτή διευρύνει το φάσμα των γνώσεών του για την Κυπριακή λογοτεχνία.

Σιγά-σιγά προσαρμόζεται και αγαπά την πόλη του Ζήνωνα. Η δοκιμασία του 1974 και μετά τον κάνει να ζει, να σκέφτεται και να προγραμματίζει με νέα δεδομένα. Ζει την αμφισβήτηση, την ανασφάλεια, την αγωνία για την επιστροφή. Φροντίζει για το μεγάλωμα και το μέλλον των παιδιών του με πάθος.

Για δώδεκα χρόνια ασχολείται με την λογοτεχνική παρουσίαση-κριτική στο περιοδικό ΜΟΡΦΩΣΙΣ κι επίσης συμμετέχει  στην πνευματική ομάδα των περιοδικών ΚΥΚΛΟΣ και ΛΑΡΝΑΚΑ. Η συνεργασία του με τις ομάδες αυτές ήταν παραγωγική και από τη θέση του Διευθυντή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης πρόσφερε πολλά στη συλλογή πληροφοριών και αναφορών για διάφορα θέματα υπό έκδοση.

Εύκολα δημιουργεί φιλίες με ανθρώπους που έχουν τα ίδια ενδιαφέρονται. Νύχτες συζητήσεων, που συχνά κατέληγαν, που αλλού, στη φυγή με το χαλί της μουσικής. Ο Στέφανος, και κάποτε μαζί με τα δυο του παιδιά να παίζουν κιθάρα και βιολί. Πόσο ανθρώπινο, αλήθεια, αλλά και πόσο μαγευτικό. Ο άνθρωπος που έχασε, αυτός που ξεκίνησε από την αρχή, να παίζει στα χέρια του με πάθος την αιώνια μουσική. Έτσι κάπως τέλειωναν οι συναντήσεις μας.

Για τη δουλειά που έκανε στη Λάρνακα με το Κέντρο Μουσικής, το 1986 του απονέμεται από το Δούκα του ΚΕΝΤ η ανώτατη διάκριση του επίτιμου μέλους του Μουσικού Κολλεγίου του  Trinity College του Λονδίνου.

Πολλοί μαθητές τον είχαν σαν πρότυπο δασκάλου. Μεγάλωσαν, διέπρεψαν, έγραψαν μουσική κι έχουν οι ίδιοι Σχολές Μουσικής. Ο Στέφανος μιλά με πολλή περηφάνεια για όλα του τα πνευματικά παιδιά.

Δε θ’αναφερθώ στην ποιητική ή μουσική του παραγωγή. Πρέπει όμως να πω ότι για κάποια περίοδο είχαμε «ποιητική αλληλογραφία» με τον Στέφανο. Κάτι σαν «ποιητικό διάλογο». Ανταλλάσσαμε ποιήματα με τον τρόπο της απάντησης. Όταν έγραφα, για παράδειγμα, ένα ποίημα και του τό’στελνα, ο Στέφανος μου απαντούσε με δικό του ποίημα κι έτσι συνεχίσαμε γι αρκετό καιρό. Ούτε που ξέρω που έχω αυτά τα ποιήματα. Σημμασία έχει ότι δυο ξένοι, που συναντήθησαν στην πόλη του Ζήνωνα κι έζησαν τόσα χρόνια, κατέθεσαν την πνευματική τους σφραγίδα σε τόνους ανθρώπινους . Περιττό να πω εδώ ότι κάναμε και πολλές αναφορές στην πόλη της Λάρνακας που μας πρόσφερε αγάπη.

Ιδιαίτερη συνεργασία είχαμε στο ΔΗΜΗΤΡΙΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ, που ξεκίνησε να λειτουργεί το 1973 και μέχρι το 1983 ήταν ο πλέον δραστήριος πολυχώρος για τις πολιτιστικές εκδηλώσεις. Εκεί ο Στέφανος παρουσιάζετο συχνά  με την  Ορχήστρα Εγχόρδων Λάρνακας-Αμμοχώστου και με την  Ορχήστρα του Μουσικού Κέντρου Λάρνακας του Trinity College Λονδίνου.

Είναι ατελείωτες οι περιπτώσεις που μπορώ να φέρω στην επιφάνεια από τη συνεργασία μας τόσων χρόνων. Δεν υπάρχει τελειωμός μια και το πάθος είναι ένα στοιχείο του Στέφανου που τον έκανε πολλές φορές να μη σταματά πουθενά.Το διακρίνεις από το βλέμμα του, με το οποίο σε αγκαλιάζει. Προσθέτει και το αβίαστο χαμόγελό του και η κάθε συνάντηση μαζί του έχει το στοιχείο του ενθουσιασμού. Όταν δε έρθουν στο νού του στίχοι, τους αμολά στο διάστημα λες και  είσαι μίλια μακριά του. «…Μα τι είναι πάλι αυτό. Το ανεμόπτερο εννοείς; Α! Ναι. Είναι το φως και ο διάλογος. Η σάρκα της αρσενικής ποίησης που ξεπηδάει γεμάτη ζωή απ’τη διαμάχη, τον προβληματισμό και το διάλογο της ζωτικής γνώσης».

Είναι μόνιμα τυπικός και αγχώδης. Ναι, αγχώδης.  Ας λέμε τα πράγματα όπως είναι. Πολλές φορές με ρώτησε για κάτι σχετικό με τα οικονομικά, κυρίως όταν ήθελε να αγοράσει ακριβά, πολύ ακριβά για την εποχή του 80, μουσικά όργανα για τα παιδιά του. Και το έκανε μέρες πριν χρειαστεί να το χρησιμοποιήσει, κι όταν ερχόταν η ώρα, τότε με ρωτούσε άλλες τόσες φορές. Όταν υποσχεθεί κάτι το κάνει όπως το υπόσχεται. Κι οταν δε μπορεί, θα σε ειδοποιήσει έγκαιρα.

Ζεί συνέχεια ανάμεσα στον αέρα της καθημερινότητας, στα κλαδιά της μουσικής και στο φάρμακο της ποίησης.

Κατά τη διάρκεια της καριέρας μου  απουσίασα από τη Λάρνακα για δέκα χρόνμια. Δούλευα στη Λευκωσία και επέστρεφα στη Λάρνακα μόνο τα Σαββατοκυρίακα. Ο Στέφανος ήταν ο φίλος που μου τηλεφωνούσε συχνά για να μάθει νέα μου αλλά και για να μου απαγγείλει  τα νέα του ποιήματα. Και φανταστείτε τη σκηνή, που ο ίδιος καταλάβαινε αλλά δεν τον άφηνε το πάθος του για την ποίηση να κάνει διαφορετικά. Εγω να είμαι σε συνεδρία ή σε συνάντηση με συνεργάτες και ο Στέφανος  στο τηλέφωνο να μου λέει το γνωστό « άκουτο τζιαι τούτο…». Και ν’αρχίζει με το μοναδικό του τρόπο που απαγγέλλει να ξεκινά το ταξίδι των στίχων, εγω να κάνω ότι τάχα μιλώ με κάποιον πελάτη ή συνεργάτη, κι αυτός να  ενθουσιάζεται που ήμουν καλός ακροατής. Φίλε μου Στέφανε, δεν μπορείς να καταλάβεις τι σημαίνει να ασχολείσαι με προϋπολογισμούς και στόχους και να σου απαγγέλλουν λυρικά ποιήματα στο τηλέφωνο. Εσυ να προσποιείσαι ότι μιλάς για τραπεζικά, το συναίσθημα από τους στίχους να σου τρυπά τη ψυχή και οι συνεργάτες ν’αγωνιούν να τελειώσει το τηλεφώνημα για να συνεχίσουν τη δουλειά τους. Μετά από κάθε τέτοια συνομιλία ήθελα ν’ ανοίξω την πόρτα του γραφείου μου και να εξαφανιστώ, να μη ξαναγυρίσω στην Τράπεζα.

Πέρασαν τα χρόνια. Περνούν τα χρόνια. Όπως συμβαίνει κι όπως θα συμβαίνει πάντα. Τα παιδιά μας μεγάλωσαν κι έχουν δικά τους παιδιά.

Την επιστροφή δεν την έζησε ο φίλος μου ο Στέφανος και η Εύη. Ούτε κι άλλοι πολλοί φίλοι. Μείναμε  να χαζεύουμε τις ειδήσεις με την ελπίδα μιας έστω ουτοπικής λύσης.

Μερικοί καλοί παλιοί μας φίλοι έφυγαν από τη ζωή. Τους θυμώμαστε και  τους μιλάμε στα κρυφά τις  νύχτες.

Ψάχνομε  να βρούμε τους ξεχασμένους μας στίχους. Ταξινομούμε τις σκέψεις μας και βλέπουμε τη νέα κατάσταση πραγμάτων να τρέχει με ταχύτητα φωτός. Η αγωνία μας για το τι θα φέρει η κάθε επόμενη μέρα είναι στην καθημερινότητά μας. Η κούραση των θλιβερών γεγονότων στον πλανήτη  προσθέτει στο βάρος των χρόνων.

Ό,τι και να πούμε υπάρχει η Θεία Δικαιοσύνη. Τα πράγματα, φίλε μου Στέφανε, δεν είναι μόνο αυτά που μάθαμε, που γράψαμε, που ονειρευτήκαμε. Η ζωή πρέπει να συνεχιστεί με νέα δεδομένα και με νέες προσδοκίες. Αυτά που εμείς είχαμε σαν είδωλα και ιδανικά, σήμερα μπορεί και να έχουν ήδη ξεχαστεί. Οι πνευματικές μας επιδιώξεις  μπορεί να φαντάζουν γραφικές και ανούσιες.

Οι  νέες γεννιές έχουν τα δικά τους όνειρα, τις δικές τους ανασφάλειες και προτιμήσεις. Καλπάζει η ζωή κι εμείς μπορεί και να μην παίρνουμε είδηση. Ακόμη και οι συνταρακτικές αλλαγές που γίνονται παγκοσμίως μπορεί να έχουν το δικό τους στόχο.

Οι δικές μας γενιές έκαναν το καθήκον τους ανάλογα με τα μέσα και τα εφόδια που πήραμε από τις οικογένειες και τους δασκάλους μας. Μπορεί η ζωή να φάνηκε σκληρή και να μας άλλαξε την πορεία. Νοιώθω, όμως , ότι κάναμε αυτά που έπρεπε να κάνουμε.

Κι εσύ πιστεύω υπερέβηκες κατά πολύ τις δυνάμεις σου.   Έδωσες στην οικογένεια και στην πολιτεία πιο πολλά απ’ όσα πήρες. Σκάλισες τους τοίχους της Τέχνης τη δική σου προσφορά. Αφισες  απογόνους στη μουσική παιδεία. Πόσα τέτοια έδωσε ο καθένας μας;

Κλείνω τη σύντομη αυτή παρέμβαση λέγοντας ότι η Λάρνακα ευτύχησε που με αφορμή τη δοκιμασία του 1974 σε είχε ενεργό πολίτη. Τα υπόλοιπα θα τα κρίνει ο χρόνος και ο Θεός.

 

Λούης Περεντός

Λάρνακα  5.10.2017.

 

 

Send this to a friend